Τράπεζες: Διπλάσιο επιτοκιακό περιθώριο από το μέσο όρο της Ευρωζώνης

Διαβάζεται σε 5'
Τράπεζες
Τράπεζες ISTOCK

Σύμφωνα με τα στοιχεία του SSM για την πορεία των 109 ευρωπαϊκών τραπεζών που εποπτεύει, το επιτοκιακό περιθώριο των ελληνικών τραπεζών διαμορφώθηκε το 2024 λίγο πάνω από το 3%, έναντι 1,6% που ήταν ο μ.ο της Ευρωζώνης.

Το βασικό λόγο για την εκτόξευση της κερδοφορίας του εγχώριου πιστωτικού συστήματος για το 2024, αποκωδικοποιούν τα συγκριτικά στοιχεία του SSM για την πορεία των 109 ευρωπαϊκών τραπεζών που εποπτεύει.

Σύμφωνα με τον επόπτη, το επιτοκιακό περιθώριο των ελληνικών τραπεζών διαμορφώθηκε στο τέλος του 2024 λίγο πάνω από το 3%, που είναι σχεδόν διπλάσιο από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης που διαμορφώθηκε για το ίδιο διάστημα στο 1,6%.

Συνολικά οι ελληνικές τράπεζες βρέθηκαν το 2024, σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, στην 6η θέση της κατάταξης με το υψηλότερο επιτοκιακό περιθώριο στην Ευρωζώνη – μετά τη Σλοβενία, τη Λετονία, την Εσθονία, τη Λιθουανία και την Κύπρο – και είναι αποτέλεσμα της συγκράτησης των επιτοκίων στις καταθέσεις καθ’ όλη τη διάρκεια της ανοδικής πορείας των επιτοκίων τα δύο προηγούμενα χρόνια.

Οι τράπεζες από την πλευρά τους επισημαίνουν ότι το υψηλότερο επιτοκιακό περιθώριο στην Ελλάδα συνδέεται και με το υψηλότερο κόστος κινδύνου που χαρακτήριζε επί σειράν ετών το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, δηλαδή τον κίνδυνο αθέτησης πληρωμών που είχε να διαχειριστεί. Για παράδειγμα επισημαίνουν οι ίδιες πηγές, το κόστος κινδύνου ήταν σταθερά πολλαπλάσιο του μέσου ευρωπαϊκού όρου – το 2021 ήταν στο 5,2%– και πλέον έχει υποχωρήσει στο 0,5% που είναι ο μέσος ευρωπαϊκός όρος.

Στα 8,6 δισ. τα έσοδα τόκων

Στην πράξη το υψηλό επιτοκιακό περιθώριο των ελληνικών τραπεζών εκτόξευσε για μια ακόμη χρονικά τα καθαρά έσοδα τόσο από τόκους όσο και από προμήθειες τα οποία αθροιστικά ενισχύθηκαν κατά περίπου 1 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, φτάνοντας αθροιστικά τα 10,8 δισ. ευρώ.

Ως εκ τούτου οι τέσσερις συστημικοί τραπεζικοί όμιλοι ολοκλήρωσαν την χρήση του 2024 με κέρδη ρεκόρ καθώς διαμορφώθηκαν στο σύνολό του στα 4,43 δις. ευρώ αυξημένα σε ετήσια βάση κατά 21%.

Έχοντας πλέον την εικόνα των οικονομικών επιδόσεων για το 2024, οι δύο βασικές τραπεζικές εργασίες εμφάνισαν τα εξής αποτελέσματα:

  • το καθαρό εισόδημα των έντοκων εργασιών ανήλθε στα επίπεδα ρεκόρ των 8,6 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 506 εκατ. ευρώ ή 6,3% σε σύγκριση με το 2023. Όπως εξηγούν τραπεζικοί αναλυτές τα υψηλότερα κατά μέσο όρο επιτόκια που επικράτησαν κατά την περυσινή χρονιά σε σχέση με το 2023 αλλά και η αύξηση της πιστωτικής επέκτασης συνετέλεσαν στις παραπάνω επιδόσεις.
  • Αντίστοιχα τα καθαρά έσοδα από μη τοκοφόρες εργασίες έσπασαν για πρώτη φορά το όριο τη των 2 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κοντά στο 30%. Οι ίδιες πηγές εξηγούν ότι η επίδοση αυτή ήταν αποτέλεσμα της ανάπτυξης των εργασιών στο διαχείριση περιουσίας και τα τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα.

Τα έσοδα από τόκους ανά τράπεζα

Τα καθαρά έσοδα από τόκους της Τράπεζας Πειραιώς διαμορφώθηκαν σε 514 εκατ. ευρώ το δ’ τρίμηνο 2024, μειωμένα κατά 3% σε σύγκριση με το γ’ τρίμηνο (548 εκατ.), κυρίως εξαιτίας των χαμηλότερων δανειακών αποδόσεων μετά και τις μειώσεις επιτοκίων της ΕΚΤ. Από την άλλη, οι υψηλότεροι όγκοι δανείων, η πειθαρχία στα κόστη καταθέσεων και η προληπτική αντιστάθμιση λειτούργησαν υποστηρικτικά προς μία ανθεκτική επίδοση. Συνολικά, ο δείκτης καθαρού περιθωρίου επιτοκίου υποχώρησε ελαφρώς στο 2,6% σε αυτό το τρίμηνο, οδηγώντας παρόλα αυτά στην υπέρβαση του ετήσιου στόχου. Συνολικά στη χρήση 2024, τα καθαρά έσοδα από τόκους της Τρ. Πειραιώς ανήλθαν σε 2,158 δισ. ευρώ.

Tα καθαρά έσοδα από τόκους της Eurobank αυξήθηκαν σε ετήσια βάση κατά 15,3% και διαμορφώθηκαν σε 2,507 δισ. ευρώ (2,174 δισ. τα καθαρά έσοδα τόκων το 2023). Η ετήσια αύξηση διαμορφώνεται σε 1,8% εξαιρουμένης της Ελληνικής Τράπεζας, η οποία συνεισέφερε στα επιτοκιακά έσοδα του ομίλου Eurobankτο 2024 το ποσό των 295 εκατ. ευρώ. Η αύξηση στα επιτοκιακά έσοδα είναι αποτέλεσμα των εσόδων από χορηγήσεις, από ομόλογα και από τις δραστηριότητες στο εξωτερικό. Το καθαρό περιθώριο επιτοκίου παρέμεινε σχετικά αμετάβλητο έναντι του 2023 σε 2,73%.

Η Alpha Bank είχε το 2024 καθαρό έσοδο τόκων 1,646 δισ. ευρώ, μειωμένο κατά 0,7% σε ετήσια βάση (1,658 δισ. το 2023), καθώς το αυξημένο κόστος καταθέσεων και χρηματοδότησης αντισταθμίστηκε από την θετική συνεισφορά που προέκυψε από το χαρτοφυλάκιο των εξυπηρετούμενων δανείων και από τα έσοδα χρεογράφων. Για το δ’ τρίμηνο, το καθαρό έσοδο τόκων παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο (-0,6% σε τριμηνιαία βάση) και ανήλθε σε 406 εκατ. ευρώ.

Για την Εθνική Τράπεζα τα καθαρά έσοδα από τόκους διαμορφώθηκαν σε 2,356 δισ. ευρώ. το 2024, ενισχυμένα κατά +4% σε ετήσια βάση, οδηγώντας το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο στις 315 μ.β. (+16 μ.β. ετησίως). Κύριοι συντελεστές αυτής της εντυπωσιακής επίδοσης ήταν η ισχυρή επέκταση του χαρτοφυλακίου εξυπηρετούμενων δανείων (+3 δισ. σε ετήσια βάση στην Ελλάδα, εκ των οποίων 2,1 δισ. το δ’ τρίμηνο 2024), καθώς και η ανθεκτικότητα έναντι των μειούμενων επιτοκίων Euribor (περίπου 100 μ.β. μείωση στο τέλος του 2024 σε σχέση με το τέλος του 2023), αντανακλώντας την οπισθοβαρή μείωση των επιτοκίων. Το δ’ τρίμηνο 2024, τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα υποχώρησαν ελαφρώς (-2% χαμηλότερα σε τριμηνιαία βάση), καθώς η αρνητική επίπτωση της μείωσης των επιτοκίων προηγήθηκε της ισχυρής αύξησης του όγκου των δανείων προς το τέλος του τριμήνου.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα