Τράπεζες: Εύσημα και συστάσεις από την Κομισιόν
Στα θετικά του τραπεζικού συστήματος, σύμφωνα με την Κομισιόν, η κεφαλαιακή επάρκεια και η σημαντική πρόοδο στο μέτωπο των κόκκινων δανείων ενώ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τις συνέπειες της πανδημίας.
- 22 Σεπτεμβρίου 2021 22:51
Συστάσεις αλλά και εύσημα περιέχει η έκθεση της 11ης αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας της Κομισιόν σε ό,τι αφορά τον τραπεζικό κλάδο, τονίζοντας πως η κεφαλαιακή θέση των συστημικών τραπεζών παραμένει επαρκής και οδηγούν σε περαιτέρω σημαντική πρόοδο στο μέτωπο της μείωσης των κόκκινων δανείων.
Αν και οι εισροές νέων κόκκινων δανείων κινούνται σε χαμηλότερα επίπεδα από ό,τι είχε αρχικά προβλεφθεί, η Κομισιόν ωστόσο προειδοποίει ότι ο πλήρης αντίκτυπος της πανδημίας σε αυτά μπορεί να γίνει εμφανής το επόμενο έτος. Παράλληλα, υπογραμμίζει τον κίνδυνο από την πολύ “στενή” σχέση που έχουν οι τράπεζες με το Δημόσιο, μέσω των θέσεών τους στα ελληνικά ομόλογα, των υψηλών επιπέδων DTCs στα κεφάλαια αλλά και των κρατικών εγγυήσεων στο πλαίσιο του σχεδίου “Ηρακλής”. Επιπλέον, χαρακτηρίζει “ατυχές” γεγονός την περαιτέρω καθυστέρηση στην εφαρμογή του αναθεωρημένου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που αφορά τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς.
Καμπανάκι για τη σύνδεση τραπεζών-Δημοσίου
Όπως πολλοί διεθνείς οίκοι, και η Κομισιόν υπογραμμίζει τους κινδύνους από την υψηλή σύνδεση μεταξύ των τραπεζών και του Δημοσίου, η οποία και έχει γίνει ισχυρότερη τον τελευταίο χρόνο και θα απαιτήσει προσεκτική παρακολούθηση στο μέλλον. Όπως αναφέρει, το ήδη υψηλό μερίδιο των αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων στο κεφάλαιο των τραπεζών βρίσκεται σε ανοδική τάση, φτάνοντας το 65% του κεφαλαίου το πρώτο τρίμηνο του 2021, καθώς οι κεφαλαιακές θέσεις των τραπεζών δέχονται πιέσεις από το κόστος των τιτλοποιήσεων και τα υποτονικά επίπεδα κερδοφορίας.
Επιπλέον, οι ελληνικές συστημικές τράπεζες αύξησαν σταδιακά την έκθεσή τους στα κρατικά ομόλογα, από 6,4% του συνολικού ενεργητικού τους στο τέλος του 2018 σε 10,1% μέχρι το τέλος του 2020, αν και ο σχετικός κίνδυνος παραμένει προς το παρόν περιορισμένος.
Επίσης, όπως τονίζει η Κομισιόν, η έκθεση των ελληνικών τραπεζών στο Δημόσιο αυξάνεται περαιτέρω μέσω των κρατικών εγγυήσεων που παρέχονται στο πλαίσιο του σχεδίου “Ηρακλής” και των κρατικών μέτρων στήριξης λόγω της Covid-19, ενώ το κράτος διατηρεί επίσης μετοχές στον κλάδο λόγω της συμμετοχής του σε προηγούμενες ανακεφαλαιοποιήσεις τραπεζών.
Οι κίνδυνοι του 2022
Μετά τη λήξη του μορατόριουμ, μια αρχική εκτίμηση δείχνει μια μέτρια αρνητική επίπτωση στην ποιότητα των περιουσιακών στοιχείων, σύμφωνα με τις προσδοκίες των τραπεζών, αλλά παραμένουν αρνητικοί κίνδυνοι, όπως υπογραμμίζεται.
Η συντριπτική πλειοψηφία τους έληξε στο τέλος του 2020, με ορισμένες εξαιρέσεις, ιδιαίτερα συνδεδεμένες με τον κλάδο της φιλοξενίας. Τα αρχικά αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι ο αριθμός των πιθανών αθετήσεων είναι απίθανο να υπερβεί την αρχική εκτίμηση που ενσωματώθηκε στα επιχειρηματικά σχέδια των τραπεζών για το 2021. Επί του παρόντος, περίπου οι μισοί από τους δανειολήπτες που εξέρχονται από τα μορατόρια έχουν επιστρέψει σε κανονικό σχήμα πληρωμών, ενώ η ομαλή μετάβαση των υπολοίπων σε κανονικό σχήμα πληρωμής υποστηρίζονται από μέτρα “στήριξης” τόσο των τραπεζών όσο και της κυβέρνησης ( πχ. Γέφυρα).
Παρ ‘όλα αυτά, όπως προειδοποιεί η Κομισιόν, οι αρνητικοί κίνδυνοι όσον αφορά τα επίπεδα προβλέψεων των τραπεζών εξακολουθούν να υφίστανται, καθώς ο πλήρης αντίκτυπος της πανδημίας στις εισροές NPEs μπορεί να γίνει εμφανής με καθυστέρηση το 2022. Αυτό οφείλεται στη λήξη της πλειοψηφίας των μέτρων προς το τέλος του τρέχοντος έτους, καθώς και η αναμενόμενη άρση διαφόρων άλλων κρατικών προγραμμάτων στήριξης. Ως αποτέλεσμα, η Κομισιόν υπογραμμίζει ότι υπάρχει ανάγκη για κατάλληλη και ομοιογενή ταξινόμηση και πρόβλεψη των δανείων σε step-up λύσεις, καθώς και περαιτέρω βελτιώσεις στην εσωτερική ικανότητα των τραπεζών να παρέχουν βιώσιμες μακροπρόθεσμες αναδιαρθρώσεις δανείων, προκειμένου να διαχειριστούν προληπτικά τέτοιους κινδύνους και να διασφαλίσει ότι θα επιτευχθούν οι φιλόδοξοι στόχοι μείωσης των NPEs.
Ατυχείς οι καθυστερήσεις των πλειστηριασμών
Πιο αναλυτικά, όπως επισημαίνει η Κομισιόν, ο αντίκτυπος της πανδημίας στον χρηματοπιστωτικό τομέα ήταν μέτριος μέχρι τώρα, χάρη στα μέτρα που έλαβαν οι ελληνικές αρχές και σε επίπεδο ευρωζώνης. Η εφαρμογή των συμφωνημένων δράσεων πολιτικής έχει ξαναρχίσει, αλλά η πρόοδος είναι συνολικά πιο αργή από την αναμενόμενη. Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων το πρώτο τρίμηνο του 2021 παρέμεινε στο 30%, παρόμοιο με το τέλος του 2020, αλλά η τάση μιας συνεχούς βελτίωσης αναμένεται να ξαναρχίσει τα επόμενα τρίμηνα λόγω των περαιτέρω σημαντικών τιτλοποιήσεων υπό το σχέδιο “Ηρακλής”.
Όσον αφορά τη διεξαγωγή ηλεκτρονικών πλειστηριασμών και άλλων εκτελεστικών διαδικασιών, τα ευπρόσδεκτα και σημαντικά βήματα που περιλαμβάνονται στο αναθεωρημένο (προσχέδιο) του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας θα τεθούν σε ισχύ αργότερα από το αναμενόμενο, την 1η Ιανουαρίου 2022, κάτι που είναι ατυχές, λαμβάνοντας υπόψη τις προηγούμενες διαβεβαιώσεις ότι ο κώδικας θα τεθεί σε ισχύ έως τα μέσα Σεπτεμβρίου 2021.
Παράλληλα σημειώνεται πως τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα χαιρέτισαν τη θέσπιση της αναγκαίας δευτερεύουσας νομοθεσίας για να διασφαλιστεί η πλήρης λειτουργία του πλαισίου αναβαλλόμενων φορολογικών πιστώσεων τον Ιούλιο, ώστε να καταστεί δυνατή η χρήση των DTCs σε περίπτωση ζημιών των τραπεζών, με τον σχετικό νόμο να τροποποιείται σύντομα διευκολύνοντας περαιτέρω τις τιτλοποιήσεις και τις πωλήσεις NPEs.
Που θα κριθεί η πορεία της κερδοφορίας
Οι ανάγκες προβλέψεων που συνδέονται με τις συναλλαγές τιτλοποίησης μη εξυπηρετούμενων δανείων μείωσαν την κερδοφορία των τραπεζών, σημειώνει η Επιτροπή. Ως αποτέλεσμα, οι τράπεζες συνέχισαν να καταγράφουν ζημίες το πρώτο τρίμηνο του 2021. Στα θετικά, τα καθαρά έσοδα αυξήθηκαν, προσθέτει. Όπως τονίζει η Κομισιόν, οι προοπτικές κερδοφορίας για το δεύτερο εξάμηνο του 2021 θα επηρεαστούν επομένως από την (i) ικανότητα των τραπεζών να μειώσουν περαιτέρω τις ανάγκες τους για προβλέψεις, (ii) την οικονομική δραστηριότητα, η οποία θα επηρεάσει τη ζήτηση για νέα δάνεια και (iii) την ικανότητα των τραπεζών να βρουν εναλλακτικές πηγές εισοδήματος. Η περαιτέρω μείωση του κόστους και η αξιοποίηση της ψηφιακής μετάβασης θα είναι άλλες βασικές προκλήσεις στο άμεσο μέλλον.
Κεφαλαιακή επάρκεια
Η κεφαλαιακή θέση των ελληνικών τραπεζών στο τέλος του πρώτου τριμήνου του 2021 παρέμεινε σε γενικές γραμμές επαρκής παρά τις απώλειες που καταγράφηκαν λόγω της πανδημίας και τον καθαρισμό των ισολογισμών, επισημαίνεται στην έκθεση. Οι μέσοι δείκτες CET1 και οι δείκτες συνολικού κεφαλαίου διαμορφώθηκαν, σε ενοποιημένη βάση, στο 13,6% και στο 15,6% των σταθμισμένων περιουσιακών στοιχείων, αντίστοιχα. Αυτό συνεπάγεται μείωση σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και σε σύγκριση με το τέλος του 2019 (16,2% και 17,3% αντίστοιχα), λόγω της εμπροσθοβαρούς κίνησης στις προβλέψεις.
Ταυτόχρονα, η κεφαλαιακή θέση ορισμένων λιγότερο συστημικά σημαντικών τραπεζών, όπως προειδοποιεί η Κομισιόν, ενδέχεται να απαιτεί στενή παρακολούθηση στο άμεσο μέλλον, καθώς αντιμετωπίζουν επίσης υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων τους.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις