Τράπεζες: Ισχυρή κεφαλαιακή βάση έδειξαν τα stress test
Ισχυρή η κεφαλαιακή θέση των ελληνικών τραπεζών στην άσκηση προσομοίωσης της ΕΚΤ. Έγινε με στοιχεία 31/12/2021 ενώ έκτοτε έχουν γίνει σημαντικά βήματα περαιτέρω κεφαλαιακής ενίσχυσης και μείωσης των NPEs.
- 30 Ιουλίου 2021 23:04
Θετικό ήταν για τις ελληνικές τράπεζες το αποτέλεσμα από τα stress test που διεξήγαγε η ΕΚΤ καθώς επιβεβαιώθηκε η επάρκεια κεφαλαίων τους.
Η άσκηση έχει σημείο αναφοράς τα μεγέθη του ισολογισμού της 31ης Δεκεμβρίου 2020, ο χρονικός της ορίζοντας εκτείνεται έως το τέλος του 2023 και αξιολογεί βασικό και δυσμενές σενάριο.
Συνοπτικά:
– Ο μέσος τελικός δείκτης CET1 για 89 τράπεζες υπό την εποπτεία της ΕΚΤ στο πλαίσιο δυσμενούς σεναρίου σε τριετή χρονικό ορίζοντα είναι 9,9%, δηλ. υποχώρησε κατά 5,2 ποσοστιαίες μονάδες από το σημείο εκκίνησης (15,1%).
– Συνολικά συμμετείχαν οι 38 τράπεζες που περιλαμβάνονταν στο δείγμα της ΕΑΤ και 51 ακόμη τράπεζες μεσαίου μεγέθους που εποπτεύονται από την ΕΚΤ.
– Βασικοί παράγοντες που συντέλεσαν στη μείωση κεφαλαίου: πιστωτικός κίνδυνος, κίνδυνος αγοράς και ικανότητα δημιουργίας εσόδων.
– Για πρώτη φορά η ΕΚΤ δημοσιεύει πληροφορίες για επιμέρους τράπεζες οι οποίες δεν περιλαμβάνονταν στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων της ΕΑΤ.
Με βάση όσα ανακοίνωσε η ΕΚΤ αναλυτικά:
– Ο δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 – CET1) των 89 τραπεζών που συμμετείχαν στην εν λόγω άσκηση θα υποχωρούσε από 15,1% σε 9,9%, δηλ. κατά 5,2 ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο, εάν οι εν λόγω τράπεζες εκτίθεντο σε τριετή περίοδο ακραίων καταστάσεων χαρακτηριζόμενη από αντίξοες μακροοικονομικές συνθήκες. Ο δείκτης CET1 αποτελεί βασικό μέτρο υπολογισμού της οικονομικής ευρωστίας μιας τράπεζας.
– Και οι 89 τράπεζες που καλύπτονται στην έκθεση εποπτεύονται από την ΕΚΤ. Πρόκειται για 38 τράπεζες της ζώνης του ευρώ οι οποίες συμμετέχουν στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ που διενεργεί η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ) και 51 ακόμη τράπεζες μεσαίου μεγέθους της ζώνης του ευρώ. Συνολικά αντιπροσωπεύουν ελαφρώς πάνω από το 75% των συνολικών στοιχείων ενεργητικού του τραπεζικού τομέα στη ζώνη του ευρώ.
Όπως καταδεικνύεται από τα αποτελέσματα των stress test, οι τράπεζες ήταν σε καλύτερη κατάσταση στην αρχή της άσκησης από ό,τι ήταν τρία χρόνια πριν, όμως η μείωση κεφαλαίου σε επίπεδο συστήματος ήταν υψηλότερη. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το σενάριο της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής με το οποίο τεσταρίστηκαν ήταν πολύ δυσμενέστερο σε σύγκριση με το σενάριο που είχε χρησιμοποιηθεί στην άσκηση του 2018.
Η μέση συνολική μείωση κεφαλαίου ήταν 5,2 ποσοστιαίες μονάδες και αναλύεται ως εξής.
Όσον αφορά τις 38 τράπεζες που συμμετείχαν στην άσκηση της ΕΑΤ, ο μέσος δείκτης CET1 υποχώρησε κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες, από 14,7% σε 9,7%. H μέση μείωση κεφαλαίου για τις 51 τράπεζες μεσαίου μεγέθους που συμμετείχαν αποκλειστικά στην άσκηση της ΕΚΤ αντιστοιχούσε σε 6,8 ποσοστιαίες μονάδες, ο σχετικός δείκτης δηλαδή υποχώρησε σε 11,3% σε σχέση με το σημείο εκκίνησης (18,1%).
Ο κύριος λόγος για τον οποίο παρατηρείται αυτή η διαφορά στη μείωση κεφαλαίου υπό το δυσμενές σενάριο είναι ότι οι τράπεζες μεσαίου μεγέθους επηρεάζονται περισσότερο από τους χαμηλότερους καθαρούς τόκους-έσοδα, τα χαμηλότερα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες και τα μειωμένα έσοδα από το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών στον τριετή ορίζοντα της άσκησης.
Οι παράγοντες μείωσης κεφαλαίου
Επίσης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα ο πρώτος βασικός παράγοντας που συνέβαλε στη μείωση του κεφαλαίου ήταν ο πιστωτικός κίνδυνος, επειδή η οικονομική διαταραχή στο δυσμενές σενάριο οδήγησε σε ζημίες από δάνεια. Παρά τη συνολική ανθεκτικότητα του τραπεζικού συστήματος, εξαιτίας των νέων προκλήσεων που έχουν προκύψει από την πανδημία του κορωνοϊού (COVID-19) οι τράπεζες πρέπει να διασφαλίσουν την ορθή μέτρηση και διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου.
Για ένα υποσύνολο τραπεζών, ο δεύτερος βασικός παράγοντας που συνέβαλε στη μείωση του κεφαλαίου ήταν ο κίνδυνος αγοράς. Το γεγονός ότι χρειάστηκε να αναπροσαρμοστεί πλήρως η αξία πολλών χρηματοοικονομικών προϊόντων αποτέλεσε τον μεγαλύτερο μεμονωμένο παράγοντα κινδύνου αγοράς.
Αυτό επηρέασε ιδίως τις μεγαλύτερες τράπεζες, καθώς είναι πιο εκτεθειμένες σε διαταραχές όσον αφορά τις μετοχές και τα πιστωτικά περιθώρια.
Ο τρίτος βασικός παράγοντας ήταν η περιορισμένη ικανότητα δημιουργίας εσόδων σε δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, καθώς υπό το δυσμενές σενάριο οι τράπεζες βρέθηκαν αντιμέτωπες με σημαντική μείωση των καθαρών τόκων-εσόδων τους, των εσόδων τους από το χαρτοφυλάκιο συναλλαγών και των καθαρών εσόδων τους από αμοιβές και προμήθειες.
Ο πιστωτικός κίνδυνος, ο κίνδυνος αγοράς και η ικανότητα δημιουργίας εσόδων αποτελούν τρία κύρια θέματα στα οποία επικεντρώνονται οι επόπτες της ΕΚΤ στο πλαίσιο του καθημερινού εποπτικού έργου τους.
Αναλυτικά οι επιδόσεις ανά τράπεζα
Alpha Bank
Σημείο έναρξης της Άσκησης ήταν η 31η Δεκεμβρίου 2020, κατά την οποία ο Μεταβατικός Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 της Τράπεζας (CET1 transitional ratio) ήταν 17,1%, ο Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων ήταν 14,6%, ο Μεταβατικός Δείκτης Μόχλευσης (Leverage ratio transitional) ήταν 12,5% και ο Δείκτης Μόχλευσης με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων (Leverage ratio fully loaded) ήταν 10,7%.
Υπό το βασικό σενάριο, η δημιουργία κεφαλαίου, στην περίοδο της τριετίας (2020-2023), ήταν 2,8%, ύστερα από τη σταδιακή ενσωμάτωση 2,4% του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης 9 (IFRS 9 phase-in), με τον Μεταβατικό Δείκτη Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1 transitional ratio) της Τράπεζας να διαμορφώνεται το 2023 στο 17,4%. Το 2023, ο Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων (CET1 fully loaded ratio) ανήλθε στο 17,3%, ενώ ο Δείκτης Μόχλευσης με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων (Leverage ratio (fully loaded)) διαμορφώθηκε στο 13,0%.
Υπό το δυσμενές σενάριο, ο Μεταβατικός Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1 transitional ratio) ανήλθε στο 8,4% για το έτος 2023, κυρίως λόγω της αρνητικής επίδρασης του πιστωτικού κινδύνου. Το 2023, ο Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων (CET1 fully loaded ratio) ανήλθε στο 8,3% και ο Δείκτης Μόχλευσης με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων (Leverage ratio fully loaded) διαμορφώθηκε στο 6,1%. Η μείωση των κεφαλαίων στην περίοδο της τριετίας, υπό το δυσμενές σενάριο, ήταν 8,7%, εκ των οποίων το 2,4% οφείλεται στην επίδραση του Διεθνούς Προτύπου Χρηματοοικονομικής Πληροφόρησης 9 (IFRS 9) και το 6,3% στην εφαρμογή των παραμέτρων της Άσκησης Προσομοίωσης Ακραίων Καταστάσεων. To 2022, η Τράπεζα κατέγραψε το χαμηλότερο επίπεδο του Δείκτη Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων (CET1 fully loaded ratio), ο οποίος διαμορφώθηκε στο 8,1%.
Η μεθοδολογία της Άσκησης Προσομοίωσης Ακραίων Καταστάσεων δεν λαμβάνει υπόψη την κεφαλαιακή ενίσχυση (έκδοση κεφαλαίων κατηγορίας II, Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου) και την εξυγίανση του ισολογισμού (συναλλαγή Galaxy), γεγονότα που έλαβαν χώρα μετά την 31η Δεκεμβρίου 2020. Pro forma1 με την Αύξηση Μετοχικού Κεφαλαίου, υπό το βασικό σενάριο, το 2023, ο Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων (CET1 fully loaded ratio) διαμορφώθηκε στο 19,1% και ο Δείκτης Μόχλευσης με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων (Leverage ratio fully loaded) ανήλθε στο 14,4%. Υπό το δυσμενές σενάριο, το 2023, ο Δείκτης Κεφαλαίων Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων (CET1 fully loaded ratio) ήταν 10,2% και ο Δείκτης Μόχλευσης με πλήρη εφαρμογή των μεταβατικών διατάξεων (Leverage ratio fully loaded) ανήλθε στο 7,6%.
Σύμφωνα με την Τράπεζα, η Alpha Bank εισήλθε στο (Πανευρωπαϊκό) Stress Test του 2021 με τους υψηλότερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας μεταξύ των υπολοίπων Ελληνικών Τραπεζών. Συγκεκριμένα,
– Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 Capital ratio): 17.1%
– Δείκτης Συνολικού Κεφαλαίου (Total Capital ratio): 18.2%
– Δείκτης Μόχλευσης (Leverage Ratio): 10.7%
– Συνολικά, η ποιότητα των κεφαλαίων της Τράπεζας είναι καλύτερη έναντι των ανταγωνιστών της (π.χ. λιγότερο αναβαλλόμενο φόρο στα εποπτικά κεφάλαια – DTA και DTC) ενώ παράλληλα έχει την μικρότερη μόχλευση μεταξύ των ελληνικών συστημικών τραπεζών.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, η Alpha Bank ανέφερε: “Για μία ακόμη φορά, η επίδοση της Τράπεζας επιβεβαιώνει τα παραδοσιακά καλύτερα αποτελέσματα της στα εποπτικά Stress Test σε σχέση με τις υπόλοιπες ελληνικές Τράπεζες, όπως έχει συμβεί και στις παρελθούσες εποπτικές αξιολογήσεις του 2018, 2015 και 2014. Συγκεκριμένα, η Τράπεζα είχε την υψηλότερη παραγωγή εσωτερικού κεφαλαίου, κατά τον τριετή ορίζοντα της άσκησης, μέσω της οργανικής κερδοφορίας (Internal Capital Generation) και ολοκλήρωσε την άσκηση με τον υψηλότερο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας σε βάθος τριετίας (το 2023) έναντι των ανταγωνιστών της.”
Εθνική Τράπεζα
Η άσκηση προσομοίωσης βασίστηκε σε Στατική προσέγγιση του Ισολογισμού, λαμβάνοντας υπόψη τη χρηματοοικονομική και κεφαλαιακή θέση του Ομίλου κατά την 31/12/2020 ως σημείο εκκίνησης, επί του οποίου και πραγματοποιήθηκε προσομοίωση ακραίων συνθηκών βάσει ενός Βασικού και ενός Δυσμενούς σεναρίου με ορίζοντα τριετίας (2021-23).
Με αφετηρία το δείκτη Κύριων Βασικών Ιδίων Κεφαλαίων με πλήρη επίδραση του ΔΠΧΑ 9 (διεθνή λογιστικά πρότυπα -9) (“CET1 FL”) ύψους 12.8% στις 31/12/2020 (15,7% χωρίς την πλήρη επίδραση του ΔΠΧΑ 9), το βασικό σενάριο είχε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της κεφαλαιακής θέσης κατά 270μ.β. σε ορίζοντα τριετίας, με το δείκτη CET1 FL να διαμορφώνεται σε 15,5% το 2023. Υπό το δυσμενές σενάριο, σημειώθηκε μέγιστη αρνητική επίπτωση 6.4% στο δείκτη CET1 FL το 2022, ο οποίος διαμορφώθηκε σε 6,4% το 2023.
Δεδομένης της μεθοδολογίας του Στατικού Ισολογισμού, η Άσκηση Προσομοίωσης Ακραίων Συνθηκών του 2021 δε λαμβάνει υπόψη τη θετική επίδραση κεφαλαιακών ενεργειών που έπονται της 31/12/2020.
Ο δείκτης CET1 FL του Ομίλου την 31 Μαρτίου 2021 διαμορφώθηκε σε 14.0% (pro-forma, συνυπολογίζοντας τα κέρδη της περιόδου), υπερβαίνοντας κατά 120μ.β. αντίστοιχα το επίπεδο εκκίνησης της Άσκησης Προσομοίωσης Ακραίων Συνθηκών. Επιπροσθέτως, δεν λήφθηκε υπόψη η θετική επίδραση στο Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας από την ολοκλήρωση της τιτλοποίησης Frontier και της πώλησης της Εθνικής Ασφαλιστικής, συνολικού ύψους περίπου 170μ.β. Σύμφωνα με τους pro-forma υπολογισμούς της Τράπεζας, λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω, ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας αυξάνεται κατά σχεδόν 300μ.β, εξηγεί σε ανακοίνωσή της η ΕΤΕ.
Eurobank
Σύμφωνα με σχετική ενημέρωση που δημοσιοποίησε η Eurobank, η Τράπεζα είχε τη χαμηλότερη απομείωση κεφαλαίου (433μβ στο τέλος του 2023 και 517μβ στο χειρότερο σημείο) από όλες τις ελληνικές τράπεζες, καθώς έχει ολοκληρώσει από τις 31/12/2020 το μέγιστο μέρος του εμπροσθοβαρούς σχεδίου εξυγίανσης του ισολογισμού και απαλλαγής του από τα κόκκινα δάνεια. Έτσι ήταν η μόνη ελληνική τράπεζα που με βάση την παράμετρο της απομείωσης κεφαλαίων κατατάχθηκε στην δεύτερη κατηγορία, αμέσως μετά τις ισχυρότερες τράπεζες της Ευρώπης.
Στην ίδια ανακοίνωση αναφέρεται ότι η επίδοση αυτή της Eurobank δημιουργεί εύλογη προσδοκία για μείωση από τον SSM, εντός του έτους, του ελάχιστου δείκτη κεφαλαίων. Μια τέτοια εξέλιξη θα αυξήσει σημαντικά τις δυνατότητες της Τράπεζας για ανάπτυξη και επέκταση των εργασιών της.
Η Eurobank έχει ήδη ανακοινώσει και υλοποιεί το project Mexico, την τελευταία μεγάλη τιτλοποίηση μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η ολοκλήρωσή του, μέσα στο έτος, θα οδηγήσει σε μονοψήφιο ποσοστό ΝΡΕ στον ισολογισμό – πρώτη φορά που ελληνική τράπεζα θα πετυχαίνει κάτι τέτοιο μετά την πολυετή κρίση. Η θετική επίδραση του project Mexico δεν έχει ληφθεί υπόψη στο παρόν Stress Test, συμπληρώνει η Eurobank.
Στο βασικό σενάριο του stress test, που συγκεντρώνει και τις περισσότερες πιθανότητες, η Eurobank, βασισμένη και πάλι στο προβάδισμά της στην εξυγίανση από τα κόκκινα δάνεια, δημιουργεί σταθερά μέσω κερδοφορίας οργανικό κεφάλαιο (περίπου 100 μονάδες βάσης κάθε χρονιά), επισημαίνει η ίδια η τράπεζα και συμπληρώνει: Οι εξαιρετικές επιδόσεις της Eurobank στο stress test του 2021 αποτελούν σαφές δείγμα της προόδου που έχει σημειώσει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα από την προηγούμενη παρόμοια άσκηση της ΕΚΤ, το 2018, και θα συμβάλουν στην ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα μέσα στο χρονοδιάγραμμα που έχουν θέσει οι αρμόδιες ελληνικές αρχές.
Τράπεζα Πειραιώς
Υπό το βασικό σενάριο, ο συνολικός δείκτης εποπτικών κεφαλαίων σε πλήρη εφαρμογή του εποπτικού πλαισίου της Βασιλείας ΙΙΙ ανέρχεται στο 17,1%, ενώ ο δείκτης κεφαλαίων CET1 διαμορφώνεται στο 15,0% στα τέλη του έτους 2023. Το βασικό σενάριο καταλήγει σε αύξηση των κεφαλαιακών δεικτών κατά περίπου 365 μονάδες βάσης έναντι του 2020.
Το δυσμενές σενάριο οδηγεί σε μείωση των κεφαλαιακών δεικτών κατά περίπου 480 μονάδες βάσης για την τριετή περίοδο. Η αντίστοιχη μείωση στην άσκηση του 2018 ήταν περίπου 770 μονάδες βάσης. Οι δείκτες κεφαλαίων σε πλήρη εφαρμογή του εποπτικού πλαισίου της Βασιλείας ΙΙΙ για το τέλος του έτους 2023 διαμορφώνονται σε 8,6% για τον συνολικό δείκτη κεφαλαίων και 6,5% για τον δείκτη CET1. Το δυσμενές σενάριο οδηγεί σε μείωση περίπου 610 μονάδων βάσης κατά το έτος με τη μεγαλύτερη επίπτωση (2021).
Η άσκηση βασίσθηκε στην παραδοχή στατικού ισολογισμού και δεν λαμβάνει υπόψη πρωτοβουλίες μετά τις 31 Δεκεμβρίου 2020. Στο πλαίσιο του σχεδίου “Sunrise”, η Πειραιώς ολοκλήρωσε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου 1,38 δισ. ευρώ και έκδοση ομολόγου AT1 ύψους 0,6 δισ. ευρώ κατά το δεύτερο τρίμηνο 2021. Λαμβάνοντας υπόψιν αυτές τις ενέργειες, οι κεφαλαιακοί δείκτες με πλήρη ενσωμάτωση της Βασιλείας ΙΙΙ κάτω από το δυσμενές σενάριο για το 2023 ανέρχονται σε περίπου 13,5% σε όρους συνολικών κεφαλαίων και περίπου 10,0% σε όρους κεφαλαίων CET1, σύμφωνα με pro forma υπολογισμούς της Πειραιώς.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις