Τράπεζες: “Σφίγγει” ο κλοιός σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις από την επερχόμενη αύξηση επιτοκίων

Τράπεζες: “Σφίγγει” ο κλοιός σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις από την επερχόμενη αύξηση επιτοκίων
ISTOCK

Ασφυκτική είναι πλέον η πίεση για νοικοκυριά και επιχειρήσεις από την συνεχιζόμενη κούρσα των επιτοκίων, αφού εκτός από τις δόσεις δανείων που θα συνεχίσουν να αυξάνονται, έχουν να αντιμετωπίσουν και τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των εισοδημάτων λόγω του υψηλού πληθωρισμού.

Αντιμέτωπη με νέα «έκρηξη» του κόστους χρήματος θα βρεθεί πολύ σύντομα η πραγματική οικονομία με δεδομένη την νέα αύξηση, κατά 0,5%, των επιτοκίων του ευρώ, η οποία θα κλιμακώσει ακόμη περισσότερο την πίεση κυρίως για τα εισοδήματα νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Από τα μηδενικά ή αρνητικά επιτόκια στα οποία βρισκόταν η Ευρωζώνη από το 2012, μέσα σε λιγότερο από 9 μήνες και μετά την αύξηση κατά 0,5% στις 16 Μαρτίου, θα φτάσουν στο 3,5%. Ακόμη και αν η ΕΚΤ επανεξετάσει τη στάση της τον επόμενο μήνα, επιβραδύνοντας τις αυξήσεις επιτοκίων από το 0,5% στο 0,25% από τον Απρίλιο και μετά, στο τέλος του χρόνου θα πρέπει να περιμένουμε τα επιτόκια του ευρώ πάνω από το 4,25% – 4,5%. Η εξέλιξη μάλιστα αυτή λαμβάνει χώρα με άγνωστο ακόμη χρονικό ορίζοντα για την έναρξη της αποκλιμάκωσης τους. Αυτό θα ισχύει όσο ο πληθωρισμός στη ζώνη ευρώ, παρά την αποκλιμάκωση του στο 8,6% τον Ιανουάριο από 9,4% που είχε φτάσει τον Δεκέμβριο του 2022, απέχει από το 2% που έχει θέσει στόχο η ΕΚΤ. Η παραμονή του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα οδηγεί πολλούς από τους κεντρικούς τραπεζίτες του ΔΣ να επιμένουν σε μια σταθερή πορεία αύξησης των επιτοκίων, για όσο χρειαστεί.

Οι επιπτώσεις

Οι επιπτώσεις που έχουν αρχίσει να εμφανίζονται από πέρσι το καλοκαίρι για την πραγματική οικονομία αναμένεται ότι θα ενταθούν. Η πίεση, ειδικά για τους ευάλωτους δανειολήπτες, κινητοποίησε το υπουργείο Οικονομικών από τον περασμένο Νοέμβριο. Μετά από παρέμβαση του υπουργού Οικονομικών Χρήστου Σταϊκούρα προς τις τράπεζες, επιτεύχθηκαν ευνοϊκές ρυθμίσεις για 30.000 οικονομικά ευάλωτους ενήμερους δανειολήπτες με στεγαστικά δάνεια σε κυμαινόμενο επιτόκιο.

Πάντως, εκτός από τους οικονομικά ευάλωτους δανειολήπτες θα αρχίσουν να πιέζονται σταδιακά και οι υπόλοιποι, αφού εκτός από τις δόσεις δανείων που θα συνεχίσουν να αυξάνονται, θα έχουν να αντιμετωπίσουν και τη μείωση της αγοραστικής δύναμης των εισοδημάτων λόγω του υψηλού πληθωρισμού.

Παράλληλα, τα υψηλά επιτόκια των νέων δανείων θα αποθαρρύνουν όσους σχεδίαζαν να προχωρήσουν άμεσα σε αγορά πρώτης ή εξοχικής κατοικίας, επιβραδύνοντας τη συνολική πιστωτική επέκταση.

Στα ύψη το κόστος δανεισμού

Την έκρηξη του κόστους χρήματος για επιχειρήσεις και νοικοκυριά επιβεβαιώνουν και τα πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, σύμφωνα με τα οποία τον Ιανουάριο παρατηρήθηκε αύξηση των επιτοκίων έως και 0,50 σε όλες τις κατηγορίες νέων δανείων, με έμφαση κυρίως στα επιχειρηματικά δάνεια, σε αντίθεση με τα επιτόκια καταθέσεων, όπου οι αυξήσεις είναι έως και 0,13.

Αυτή η τάση εκτίναξε το περιθώριο μεταξύ επιτοκίων νέων δανείων και καταθέσεων στο 5,24% και στο 5,22% για τα υφιστάμενα υπόλοιπα, από 4,96% και 4,93% αντίστοιχα τον Δεκέμβριο.

Η μεσοσταθμική αύξηση στα νέα δάνεια διαμορφώνεται, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στις 30 μονάδες βάσης (στις 29 μονάδες βάσης για τα υφιστάμενα υπόλοιπα δανείων) και καθιστά το κόστος νέου δανεισμού αλλά και το κόστος εξυπηρέτησης για υφιστάμενα δάνεια εξαιρετικά ακριβό στη χώρα μας, επιβαρύνοντας τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς αλλά και τις ανάγκες χρηματοδότησης των επιχειρήσεων.

Στα επιχειρηματικά δάνεια η μεγαλύτερη επιβάρυνση

Το επιτόκιο για μικρά επιχειρηματικά δάνεια έως 250.000 ευρώ φθάνει στο 6,34% και για μεγάλα άνω του 1 εκατ. ευρώ στο 4,85%. Τα στοιχεία της ΤτΕ για την εξέλιξη των επιτοκίων σε ό,τι αφορά τα νέα δάνεια τον Ιανουάριο του 2023 δείχνουν ότι τη μεγαλύτερη επιβάρυνση έχουν υποστεί τα επιχειρηματικά δάνεια, τα οποία έχουν αυξηθεί έως και 50 μονάδες βάσης, με έμφαση στα επιτόκια δανεισμού των πολύ μικρών επιχειρήσεων και συγκεκριμένα για δάνεια έως 250.000 ευρώ, που έχουν αυξηθεί στο 6,34%, αλλά και για δάνεια από 250.000 έως 1 εκατομμύριο ευρώ, που έχουν αυξηθεί στο 5,63%.

Υψηλό είναι και το μέσο κόστος χρηματοδότησης των μεγάλων επιχειρήσεων, δηλαδή για δάνεια άνω του 1 εκατομμυρίου ευρώ, που έχει αυξηθεί στο 4,85% από 4,49% τον Δεκέμβριο, ενώ το μέσο κόστος των επαγγελματικών δανείων έχει αναρριχηθεί στο 7,20% από 7,06% τον Δεκέμβριο.

Πιο συγκρατημένες είναι οι αυξήσεις στα κυμαινόμενα επιτόκια για στεγαστικά δάνεια, που μεσοσταθμικά διαμορφώθηκαν τον Ιανουάριο στο 3,90% από 3,81% τον Δεκέμβριο, αλλά και στα καταναλωτικά δάνεια με συγκεκριμένη ή χωρίς συγκεκριμένη διάρκεια (αφορά πιστωτικές κάρτες και ανακυκλούμενες πιστώσεις), το επιτόκιο των οποίων διαμορφώνεται στο 11,36% (από 11,32%) και στο 14,73% (από 14,68%) αντίστοιχα, επίπεδο ωστόσο που είναι ούτως ή άλλως υψηλό σε σχέση και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα.

Σε ό,τι αφορά τα υφιστάμενα δάνεια, το μέσο επιτόκιο στα υπόλοιπα των στεγαστικών δανείων με διάρκεια άνω των πέντε ετών αυξήθηκε κατά 33 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 4,01%. Το αντίστοιχο επιτόκιο των καταναλωτικών και λοιπών δανείων προς ιδιώτες αυξήθηκε κατά 14 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 7,16%. Αντίστοιχα, το μέσο επιτόκιο των επιχειρηματικών δανείων με διάρκεια άνω των πέντε ετών αυξήθηκε κατά 34 μονάδες βάσης στο 5,05%, ενώ το επιτόκιο των επαγγελματικών δανείων αυξήθηκε κατά 22 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 6,09%.

Ακολουθήστε το News 24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα