Τράπεζες: Στο ραντάρ της παγκόσμιας επενδυτικής κοινότητας
Διαβάζεται σε 4'Τι δήλωσαν οι Έλληνες τραπεζίτες στους δεκάδες επενδυτικούς οίκους χθες στη Νέα Υόρκη. Μπαράζ ερωτήσεων στο επενδυτικό συνέδριο της JP Morgan για την πορεία του εγχώριου πιστωτικού συστήματος.
- 26 Ιανουαρίου 2024 06:30
Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της παγκόσμιας επενδυτικής κοινότητας βρέθηκαν χθες στη Νέα Υόρκη οι ελληνικές τράπεζες, με της διοικήσεις τους να στέλνουν «ηχηρά» μηνύματα για την πορεία τόσο του εγχώριου πιστωτικού συστήματος όσο και της ελληνικής οικονομίας συνολικά.
Στο επενδυτικό συνέδριο που διοργάνωσε η JP Morgan, σε συνεργασία με το ελληνικό χρηματιστήριο, στη Νέα Υόρκη, και στο οποίο έδωσαν το παρών δεκάδες ξένοι διαχειριστές και οι σημαντικότερες ελληνικές επιχειρήσεις, οι Διευθύνοντες Σύμβουλοι της Alpha Bank, Βασίλης Ψάλτης, της Eurobank, Φωκίωνας Καραβίας, της Εθνικής Τράπεζας, Παύλος Μυλωνάς και της Τράπεζας Πειραιώς, Χρήστος Μεγάλου, δέχθηκαν καταιγισμό ερωτημάτων. Η πλειονότητα εξ’ αυτών επικεντρώθηκε την πορεία της κερδοφορίας, στη διανομή μερίσματος, στην πιστωτική επέκταση της τρέχουσας χρονιάς, αλλά και στην πορεία της μείωσης των κόκκινων δανείων με στόχο τη σύγκλιση στον μέσο ευρωπαϊκό όρο.
Σε ότι αφορά την κερδοφορία οι τέσσερις τραπεζίτες εξέφρασαν την εκτίμηση ότι θα ξεπεράσουν τα 4 δις. ευρώ, και επισήμαναν ότι φέτος θα προχωρήσουν στην επιβράβευση των μετόχων τους, για πρώτη φορά από το 2008.
Επίσης παρουσιάστηκαν τα περιθώρια επιτάχυνσης των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης και ενίσχυσης των καθαρών εσόδων από τόκους για τα επόμενα χρόνια, με δεδομένο ότι από το δεύτερο εξάμηνο της τρέχουσας χρήσης καθώς όλες οι εκτιμήσεις συγκλίνουν ότι η ευρωζώνη θα εισέλθει σε καθεστώς χαλαρότερης νομισματικής πολιτικής.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ελληνικές τράπεζες τόνισαν προς τους επενδυτές ότι θα έχουν τη δυνατότητα να αναπληρώσουν τις απώλειες στο επιτοκιακό τους εισόδημα από τις υφιστάμενες χορηγήσεις μέσω της αύξησης των νέων εκταμιεύσεων. Προς αυτήν την κατεύθυνση θετικά θα λειτουργήσουν τόσο τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, όσο και οι υψηλοί δείκτες ρευστότητας που διατηρούν οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι.
Επίσης τονίστηκε ότι υπάρχουν σημαντικά περιθώρια αύξησης των εσόδων από προμήθειες, με τους τραπεζίτες να αναλύουν γιατί θα συνεχίσουν να καταγράφουν υψηλή απόδοση επί των ιδίων κεφαλαίων τους την επόμενη τριετία, ανοίγοντας οριστικά τον δρόμο για την διανομή μερίσματος στους μετόχους.
Η πορεία της ελληνικής οικονομίας
Μάλιστα οι τέσσερις τραπεζίτες εξήγησαν ότι πέραν των εκτιμήσεων για την περαιτέρω βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών του κλάδου, κομβικό ρόλο για την προσέλκυση φρέσκων κεφαλαίων στην εγχώρια αγορά παίζει το ευνοϊκό μακροοικονομικό περιβάλλον της χώρα μας.
Το 2024 η Ελλάδα αναμένεται να εμφανίσει ξανά υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, ενώ η προοπτική μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ αποτελεί συνθήκη ικανή για να δώσει επιπλέον ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα.
Η Κομισιόν προβλέπει ότι το ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 2,3% έναντι 2,4% το 2023, ενώ ο πληθωρισμός θα επιβραδυνθεί στο 2,8% από 4,3%, λειτουργώντας υποστηρικτικά στον κλάδο.
Το ύψος των μερισμάτων
Ενδεικτική του γενικότερου κλίματος που επικρατεί στο εγχώριο πιστωτικό σύστημα είναι και η έκθεσή της Optima bank που κυκλοφόρησε μέσα στην εβδομάδα και ειδικά για τα μερίσματα αναφέρει ότι η Εθνική Τράπεζα (4%) και η Eurobank (3,9%) αναμένεται να προσφέρουν την υψηλότερη ακαθαριστή μερισματική απόδοση με την Τράπεζα Πειραιώς να βρίσκεται στο χαμηλότερο εύρος (2%).
Ειδικότερα, σύμφωνα με τη χρηματιστηριακή, η Εθνική Τράπεζα θα μοιράσει στους μετόχους της 0,27 ευρώ ανά μετοχή για το 2023, 0,35 ευρώ για τη χρήση 2024 και 0,40 ευρώ για το 2025.
Η Τράπεζα Πειραιώς προβλέπεται να μοιράσει 0,07 ευρώ ανά μετοχή φέτος (για τη χρήση 2023), 0,11 ευρώ για το 2024 και 0,18 ευρώ για τη χρήση 2025.
Αντίστοιχα, η Eurobank αναμένεται να διανείμει για τη χρήση 2023 0,07 ευρώ ανά μετοχή, για το 2024 0,08 ευρώ και για το 2025 επίσης 0,08 ευρώ.
Η Alpha Bank, τέλος, εκτιμάται ότι θα δώσει μέρισμα 0,06 ευρώ για τη χρήση 2023, 0,08 ευρώ για τη χρήση 2024 και 0,09 ευρώ για τη χρήση 2025.