Τραπεζίτες: “Όχι” στον εφησυχασμό
Το κοινό μήνυμα των προέδρων των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών για τις αντοχές της οικονομίας και της δέσμευσης των τραπεζών για επαρκή χρηματοδότηση της οικονομίας.
- 01 Αυγούστου 2022 12:28
Αισιόδοξοι ότι παρά τους κραδασμούς που προκαλεί η τριπλή πρόκληση της πανδημίας, του πληθωρισμού και του πολέμου στην Ουκρανία, η ελληνική οικονομία θα διατηρήσει ικανοποιητικούς ρυθμούς ανάπτυξης φέτος, εμφανίστηκαν οι επικεφαλής των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, στο πλαίσιο των ετήσιων γενικών συνελεύσεων, επισημαίνοντας πάντως ότι δεν πρέπει να υπάρξει εφησυχασμός και ότι όλα θα εξαρτηθούν από τις μετέπειτα εξελίξεις.
Απευθυνόμενοι στους μετόχους τους οι Πρόεδροι των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων κατέστησαν σαφές ότι το τραπεζικό σύστημα, έχοντας πλέον μονοψήφια ποσοστά κόκκινων δανείων, ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια και ικανή ρευστότητα, σε συνδυασμό με τις προοπτικές που δημιουργεί το Ταμείο Ανάκαμψης, χρηματοδοτεί επιχειρήσεις και νοικοκυριά με στόχο την δημιουργία του νέου μοντέλου της ελληνικής οικονομίας.
Οι ρυθμοί της πιστωτικής επέκτασης συνεχίζουν την αυξητική τους τάση και ήδη οι στόχοι για την χορήγηση νέων δανείων που είχαν τεθεί για το σύνολο του 2022, θεωρείται βέβαιο ότι θα επιτευχθούν. Ήδη και σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ οι εκταμιεύσεις νέων δανείων τους πρώτους έξι μήνες του 2022, κινήθηκαν σε ετήσια βάση με αύξηση άνω του 10%. Ατμομηχανή της πιστωτικής επέκτασης θα παραμείνουν οι χορηγήσεις δανείων προς επιχειρήσεις, ενώ οι τραπεζίτες έχουν κάνει σαφές θα συνεχίσουν να συνεργάζονται με όλους τους πελάτες τους και θα στηρίξουν την χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.
Έδωσαν επίσης έμφαση στα θέματα εταιρικής διακυβέρνησης, ψηφιακού μετασχηματισμού και πράσινων χρηματοδοτήσεων, τομείς στους οποίους οι ελληνικές τράπεζες έχουν κάνει μεγάλη πρόοδο.
Οι τραπεζίτες
Πιο αναλυτικά ο πρόεδρος της Alpha Bank, Βασίλης Ράπανος, υποστήριξε ότι παρά τη γεωπολιτική αβεβαιότητα, το πραγματικό ΑΕΠ αναμένεται να παραμείνει σε ανοδική πορεία τα επόμενα τρίμηνα του 2022. Ο βασικός μοχλός της μεγέθυνσης αναμένεται να είναι οι καλές επιδόσεις του τουρισμού. Θετική θα είναι επίσης, η επίδραση των πρόσθετων δημοσιονομικών μέτρων, τα οποία στοχεύουν στην άμβλυνση του αυξανόμενου ενεργειακού κόστους, καθώς και η αύξηση του ποσοστού απορρόφησης των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ). Ας σημειωθεί ότι με βάση τις πρόσφατες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το πραγματικό ΑΕΠ θα αυξηθεί κατά 4% το 2022 και κατά 2,4% το 2023. Εκτιμάται επίσης ότι ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή θα φτάσει το 8,9% το 2022 και θα αποκλιμακωθεί στο 3,5% το 2023.
Λαμβάνοντας αυτά υπόψη, ο κ. Ράπανος τόνισε ότι βασικές προϋποθέσεις για την στήριξη της οικονομικής δραστηριότητας είναι η ενίσχυση της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων και η αύξηση της ανταγωνιστικότητας των παραγόμενων αγαθών και υπηρεσιών. Η αξιοποίηση των χρηματοδοτικών πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης και Σταθερότητας, σε συνδυασμό με τη συνετή δημοσιονομική πολιτική και τις διαθρωτικές αλλαγές, θα παίξουν καταλυτικό ρόλο στο να αποκτήσει η χώρα την επενδυτική βαθμίδα, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για τη χρηματοδότηση του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, ανέφερε ο πρόεδρος της Alpha Bank.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Τράπεζας Πειραιώς, Γιώργος Χαντζηνικολάου, υπενθύμισε ότι στις αρχές του 2022 οι προοπτικές για την ανάπτυξη στην Ελλάδα ήταν «οι καλύτερες που έχουμε δει για πάρα πολλά χρόνια». Όμως, η εισβολή στην Ουκρανία διαμόρφωσε νέες συνθήκες, ειδικά στην παγκόσμια αγορά ενέργειας, με συνέπειες τόσο για τις βραχυπρόθεσμες, αλλά πιθανόν και για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές. Οι πληθωριστικές πιέσεις, λόγω της ενεργειακής κρίσης, και η άνοδος των επιτοκίων που ακολούθησε για την αναχαίτισή τους, αποτελούν τροχοπέδη για την ανάπτυξη, ενώ η αβεβαιότητα σχετικά με τη διάρκεια του πολέμου και των επιπτώσεών του, επηρεάζει αρνητικά την κατανάλωση και την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Στην παρούσα φάση, εκτίμησε ο κ. Χαντζηνικολάου, είναι πρόωρο να εκτιμηθεί ο μακροπρόθεσμος αντίκτυπος. Εντούτοις, για την ελληνική οικονομία οι προοπτικές επιστροφής στην κανονικότητα είναι θετικές. Και είναι αξιοσημείωτο ότι παρά τις δυσκολίες της συγκυρίας, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να είναι στο ραντάρ των επενδυτών, γεγονός που δημιουργεί τις συνθήκες για εισαγωγή σημαντικών κεφαλαίων στη χώρα. Εταιρείες, όπως η Microsoft, η Amazon, η Pfizer, κι άλλες, έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον ή ήδη επενδύουν στην Ελλάδα.
Ο πρόεδρος της Eurobank, Γιώργος Ζανιάς, σημείωσε ότι στην ιδιαίτερη και δύσκολη διεθνή συγκυρία που βρισκόμαστε, η χώρα μας τοποθετείται, για πρώτη φορά έπειτα από καιρό, σε πιο ευνοϊκή συγκριτικά θέση. Παράγοντες που συνηγορούν σε μια τέτοια διαφοροποίηση είναι οι εξής: Η βελτίωση της αξιοπιστίας της χώρας, η αξιοποίηση μιας σειράς ευκαιριών που δημιούργησε η μακρόχρονη κρίση, η σταδιακή απόδοση μιας σειράς μεταρρυθμίσεων που έγιναν κυρίως τα χρόνια των οικονομικών προγραμμάτων, τα πρωτοφανή σε ύψος ευρωπαϊκά κεφάλαια περί τα 90 δισ. ευρώ για τα επόμενα χρόνια και η εξυγίανση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Η ανάπτυξη στη χώρα μας φέτος, συμπλήρωσε ο κ. Ζανιάς, αναμένεται να στηριχτεί στις εξαγωγές υπηρεσιών (τουρισμός), στις δημόσιες επενδύσεις μέσω ΕΣΠΑ και Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και στην ιδιωτική κατανάλωση. Οι απαιτήσεις για δημοσιονομικές παρεμβάσεις κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων κρίσεων επανάφερε τα υψηλά ελλείμματα στον προϋπολογισμό, με το πρωτογενές έλλειμμα το 2020 να φτάνει το 7,2% του ΑΕΠ. Η δημοσιονομική κατάσταση εκτίμησε όμως, είναι διαχειρίσιμη υπό την αυστηρή προϋπόθεση πως θ’ αποφευχθούν εφεξής οι υπερβολές στη δημοσιονομική πολιτική και δεν θα υπάρξουν αρνητικές εκπλήξεις στην αναπτυξιακή πορεία της οικονομίας.
Το δημόσιο χρέος, επιπλέον, κρίνεται ως βιώσιμο λόγω των εξαιρετικών ποιοτικών χαρακτηριστικών, παρά το τεράστιο ύψος του ως ποσοστό του ΑΕΠ (206.3% το 2020 και 193.3% το 2021), ενώ αναμένεται να πέσει κάτω από το 180% του ΑΕΠ στο τέλος του 2022. Σύμμαχο σ’ αυτή την αποκλιμάκωση αποτελεί ο υψηλός βραχυπρόθεσμος πληθωρισμός, ο οποίος μάλιστα δεν αναμένεται να έχει τα γνωστά αρνητικά αποτελέσματα στην ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας καθώς αποτελεί ένα γενικευμένο φαινόμενο.
Τέλος ο πρόεδρος Εθνικής Τράπεζας, Γκίκας Χαρδούβελής, επεσήμανε ότι στο αντίξοο οικονομικό περιβάλλον, προς το παρόν, η ελληνική οικονομία παραμένει ανθεκτική. Έχοντας ανακάμψει σημαντικά το 2021 με αύξηση του ΑΕΠ κατά 8,3% σε σταθερές τιμές, αντεπεξέρχεται στις προκλήσεις. Όπως εκτίμησε, και φέτος -παρά τους καθοδικούς κινδύνους- αναμένεται να συνεχίσει να αναπτύσσεται με έναν ρυθμό της τάξης του 4%. Δηλαδή, άνω του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Υπογράμμισε όμως, ότι για το 2023, οι κίνδυνοι παραμένουν σημαντικοί, ιδιαίτερα αν η κρίση στην Ουκρανία συνεχιστεί και οι πληθωριστικές πιέσεις επιμείνουν.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις