ΤτΕ: Ανάπτυξη 1,9% το 2019 – Προκλήσεις “κόκκινα δάνεια”, επενδύσεις και μείωση φόρων
Στο 1,9% θα διατηρηθεί η ανάπτυξη κατά το τρέχον έτος, έναντι 2,3% που ανέφερε προηγούμενη πρόβλεψη, σύμφωνα με έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος.
- 01 Απριλίου 2019 12:57
Σύμφωνα με την έκθεση το 2019, παρά τη σημαντική επιβράδυνση στην ανάπτυξη της Ευρωζώνης, η μεγέθυνση του ΑΕΠ αναμένεται στο περυσινό επίπεδο του 1,9%, αναφέρει η έκθεση της ΤτΕ, έναντι 2,3% που προέβλεπε στην προηγούμενη έκθεση του Δεκεμβρίου και 2,5%που προβλέπει ο προϋπολογισμός του 2019.
Οι προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2019 θα εξαρτηθούν σε μεγάλο βαθμό από την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και ειδικότερα από την πορεία της οικονομίας των χωρών της ζώνης του ευρώ, αλλά και από τη συνέχιση της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας με αμείωτο ρυθμό.
Ειδικότερα για την οικονομία της ευρωζώνης, εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί η οικονομική ανάπτυξη και το 2019, με χαμηλότερο όμως ρυθμό (1,1%), καθώς ήδη καταγράφεται σημαντική υποχώρηση σε σύγκριση με τους υψηλούς ρυθμούς των προηγούμενων ετών και οι προοπτικές εμπεριέχουν αβεβαιότητα.
Οι παραπάνω παράγοντες αναμένεται να δράσουν ανασταλτικά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ σε σταθερές τιμές προβλέπεται να διαμορφωθεί σε 1,9% το 2019.
Οι εξαγωγές και η ιδιωτική κατανάλωση παραμένουν οι βασικοί αναπτυξιακοί μοχλοί της οικονομίας το τρέχον έτος. Σε δημοσιονομικό επίπεδο η ΤτΕ σημειώνει το κίνδυνο που εμπεριέχουν οι ενδεχόμενες υποχρεώσεις που θα προκύψουν από δικαστικές αποφάσεις για αναδρομικά σε μισθούς και συντάξεις.
Συγκεκριμένα η έκθεση σημειώνει ότι η «ενδεχόμενη εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίες έκριναν αντισυνταγματικές προγενέστερες περικοπές των συντάξεων και την κατάργηση των δώρων των συνταξιούχων, αποτελεί το σημαντικότερο δημοσιονομικό κίνδυνο στο άμεσο μέλλον.
Καθώς μάλιστα η χώρα εισέρχεται στον εκλογικό κύκλο, ενισχύονται οι κίνδυνοι επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και δημοσιονομικής χαλάρωσης, με αποτέλεσμα να επιτείνεται η οικονομική αβεβαιότητα. Ελλοχεύει συνεπώς ο κίνδυνος ανατροπής της σημαντικής προόδου που έχει συντελεστεί μέχρι σήμερα».
Ο Γιάννης Στουρνάρας σημειώνει ότι το 2017 υπήρξε υπέρβαση του πρωτογενούς αποτελέσματος της γενικής κυβέρνησης, για τρίτο συνεχές έτος αλλά και ότι για άλλη μία χρονιά, οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) περικόπηκαν έναντι του αρχικού στόχου ενώ παρατηρήθηκε μεγάλη καθυστέρηση στην εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών των φορέων της γενικής κυβέρνησης προς τους προμηθευτές τους, παρά τις στοχευμένες εκταμιεύσεις στο πλαίσιο της δανειακής σύμβασης. «Τα φαινόμενα αυτά, που επαναλαμβάνονται τα τελευταία έτη, στερούν πολύτιμους πόρους από την πραγματική οικονομία, μεγεθύνουν το πρόβλημα της ανεπαρκούς χρηματοδότησης της ιδιωτικής οικονομίας και επιβαρύνουν το μακροπρόθεσμο ρυθμό ανάπτυξης, όπως άλλωστε επισημαίνει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στην έκθεση ενισχυμένης εποπτείας».
Ο κ. Στουρνάρας επανέρχεται στην έκθεσή του στην κριτική του σχετικά με το μείγμα της δημοσιονομικής πολιτικής, ζητώντας μείωση φόρων. Όπως τονίζεται η υψηλή φορολόγηση τα τελευταία χρόνια, που είχε αποτέλεσμα τα υπερπλεονάσματα, αν και ανέκοψε την ανοδική πορεία του δημόσιου χρέους, συγκρατεί την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας, μειώνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων, περιορίζει τη βελτίωση της καταναλωτικής και επενδυτικής εμπιστοσύνης και δημιουργεί φορολογική κόπωση, με συρρίκνωση της φορολογικής βάσης και εξάντληση της φοροδοτικής ικανότητας των πολιτών. Στην κατεύθυνση αυτή, σε άλλο σημείο της έκθεσης, αναφέρεται ότι θα πρέπει να αλλάξει το μείγμα της δημοσιονομικής πολιτικής δίνοντας έμφαση στην μείωση των φόρων.
Τονίζεται επίσης ότι για για το 2019 προβλέπεται η εφαρμογή μιας επεκτατικής δέσμης δημοσιονομικών μέτρων ύψους περίπου 0,6% του ΑΕΠ, μερικώς αντισταθμιζόμενης από τη μείωση των δαπανών του ΠΔΕ κατά 0,3% του ΑΕΠ. Χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς ο δημοσιονομικός κίνδυνος που ελλοχεύει για το 2019 από ενδεχόμενες πιέσεις για μεγαλύτερη δημοσιονομική επέκταση εν όψει του εκλογικού κύκλου.
Πρόκληση τα κόκκινα δάνεια
Ωστόσο, βασικό πρόβλημα των ελληνικών τραπεζών εξακολουθεί να είναι το υψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ) στους ισολογισμούς τους, το οποίο δεν επιτρέπει την ενίσχυση της πιστοδοτικής τους ικανότητας. Επακόλουθο της βελτίωσης του θεσμικού πλαισίου και των σημαντικών δράσεων που έχουν αναλάβει οι τράπεζες σύμφωνα με τις εποπτικές κατευθυντήριες γραμμές ήταν η μείωση του αποθέματος των ΜΕΔ σε 81,8 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου του 2018 από 107,2 δισ. ευρώ που ήταν στην κορύφωσή τους το Μάρτιο του 2016.
Εντούτοις, το απόθεμα αυτό παραμένει σε εξαιρετικώς υψηλά επίπεδα. Κατά τη διάρκεια του 2018 οι τράπεζες συνέχισαν τις προσπάθειές τους στην κατεύθυνση της αντιμετώπισης του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ). Το Δεκέμβριο του 2018 τα ΜΕΔ διαμορφώθηκαν σε 81, δισ. ευρώ (ή 45,4% του συνόλου των δανείων), μειωμένα κατά περίπου 12,7 δισ ευρώ συγκριτικά με το τέλος Δεκεμβρίου του 2017 και κατά 25,4 δισ. ευρώ έναντι του Μαρτίου του 2016, οπότε είχε καταγραφεί και το υψηλότερο επίπεδο ΜΕΔ. ¨Όπως τονίζεται, η επιτυχής επίλυση του προβλήματος των ΜΕΔ αποτελεί μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η ελληνική οικονομία στην προσπάθειά της να επιτύχει διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης, καθώς η χρηματοδότηση των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων, λόγω δομής και μεγέθους, αλλά και των νοικοκυριών, γίνεται κυρίως μέσω τραπεζικού δανεισμού. Τέλος υπάρχει και ένα δηκτικό σχόλιο για το νέο καθεστώς προστασίας της πρώτης κατοικίας το οποίο σύμφωνα με την ΤτΕ θα πρέπει να καλύπτει μόνο τα πραγματικά ευάλωτα νοικοκυριά και να μην δημιουργεί ηθικό κίνδυνο για τους συνεπείς δανειολήπτες.