Η δυσκολία του να είσαι γονιός την εποχή της πανδημίας
Mε την τηλεκπαίδευση να φτάνει στο τέλος της (;), οι ελληνικές οικογένειες μετράνε τις πληγές τους, τόσο στο πεδίο της εκπαίδευσης όσο και στην καθημερινότητα τους.
- 25 Απριλίου 2021 07:11
“Δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα. Έπρεπε να γίνω δασκάλα και δεν το έχω!”. Η κ.Ειρήνη Παπαθανασίου-Μπεζάτη εξηγεί πως τρέχει από δωμάτιο σε δωμάτιο, προσπαθώντας να συνδέσει τα παιδιά της στην αντίστοιχη τάξη του Webex, της πλατφόρμας εξ αποστάσεως εκπαίδευσης που χρησιμοποιούν τα ελληνικά σχολεία. Mε όσα μέσα και χρόνο διαθέτει, πασχίζει να βάλει σε τάξη τέσσερα παιδιά που φοιτούν σε διαφορετικές τάξεις του νηπιαγωγείου και του δημοτικού. Το σπίτι της οικογένειας, μια ευρύχωρη μονοκατοικία στην Πετρούπολη, θεωρητικά προσφέρεται για τηλεκπαίδευση. Ωστόσο, κάθε μάθημα απαιτεί διαφορετική σύνδεση, διαφορετικό λινκ, διαφορετική συσκευή – μια διαρκής εναλλαγή που κουράζει τόσο τα παιδιά όσο και τους γονείς. “Προσπαθείς να κρατήσεις μια ισορροπία, αλλά είναι δύσκολο,” εξηγεί η κ.Ειρήνη.
Την περσινή χρονιά, τα παιδιά δεν έκαναν καθόλου μάθημα κατά τη διάρκεια της καραντίνας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν δυσαναπλήρωτα μαθησιακά κενά. Διατεθειμένη να κάνει θυσίες για να μην επαναληφθεί αυτή η εμπειρία, η οικογένεια Μπεζάτη επένδυσε σε εξοπλισμό, ενώ αναβάθμισε και την σύνδεση του ίντερνετ. “Ότι είχα και δεν είχα το έβαλα στην υπηρεσία του Webex,” λέει η κ. Ειρήνη. Ωστόσο τα προβλήματα παρέμειναν. Πολλές φορές δεν γινόταν σωστά η σύνδεση, με αποτέλεσμα τα παιδιά να μένουν εκτός μαθήματος. Για τα μικρότερα παιδιά, η πολύωρη παρακολούθηση μπροστά σε μια οθόνη είναι αδύνατη χωρίς την αρωγή ενός γονέα, εξηγεί η κ. Ειρήνη: “Δεν θα είχαν μάθει τίποτα αν δεν καθόμασταν δίπλα τους. Μόνα τους δεν μπορούν να σταθούν ακίνητα. Πρέπει η μάνα να είναι δίπλα.”
Όπως και για τις περισσότερες πολύτεκνες οικογένειες, η έλλειψη τεχνολογικού εξοπλισμού αποτέλεσε ένα σημαντικό εμπόδιο. Όταν ξέσπασε το δεύτερο κύμα της πανδημίας, η οικογένεια διέθετε στο σπίτι δύο υπολογιστές, αλλά χωρίς μικρόφωνο και κάμερα. Τα παιδιά δυσανασχετούσαν γιατί δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τις δασκάλες και τους συμμαθητές τους. Αναγκάστηκαν να αγοράσουν συσκευές, μικρόφωνα και κάμερα, ωστόσο συχνά τουλάχιστον μια συσκευή έπρεπε να βγει εκτός σπιτιού για επαγγελματικούς λόγους. “Έπρεπε να διαλέξω ποιο παιδί θα ακούει και ποιο όχι. Έπρεπε να είχανε δώσει συσκευές το καλοκαίρι, το ξέρανε ότι θα γίνει αυτό το πράγμα,” εξηγεί η κ. Παπαθανασίου-Μπεζάτη, αναφερόμενη στο πρόγραμμα κουπονιών για αγορά ηλεκτρονικών συσκευών που ξεκίνησε μόλις στις αρχές Απριλίου, παρότι εξαγγέλθηκε πέρυσι.
“Η τηλεκπαίδευση ήρθε ξαφνικά, χωρίς προετοιμασία, χωρίς τα απαραίτητα εφόδια για να μπορέσουμε να δώσουμε αυτό που θέλαμε και χωρίς πληροφόρηση για το τι πρέπει να κάνουμε,” λέει ο πατέρας της οικογένειας, Γιώργος Μπεζάτης. Γιος δασκάλων ο ίδιος, γνωρίζει τη σημασία της εκπαίδευσης σε μικρή ηλικία. “Τα παιδιά δεν προσαρμόστηκαν εύκολα. Δεν θέλουν (την τηλεκπαίδευση). Ξέρουν ότι είναι ανάγκη και το κάνουν με δικιά μας παραίνεση.”
Όταν το σπίτι γίνεται σχολείο και γραφείο ταυτόχρονα
Για πολλές ελληνικές οικογένειες, η πανδημία έθεσε ένα δίλημμα που μπορούσε να απαντηθεί μόνο με κόστος, είτε χρηματικό είτε παιδαγωγικό. Πολλοί γονείς κλήθηκαν να ισορροπήσουν ανάμεσα στην εκπαίδευση των παιδιών τους και την εργασία τους σε μια περίοδο οικονομικής ανομβρίας. Σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας Ierax Analytics, κατά τη διάρκεια του δεύτερου lockdown το Φεβρουάριο, δύο στους τρεις εργαζόμενους δούλεψαν κατά διαστήματα από το σπίτι κατά τη διάρκεια της πανδημίας, με τους μισούς σχεδόν να δουλεύουν περισσότερους ώρες από το κανονικό ωράριο τους.
Ο Γιώργος και η Ειρήνη Μπεζάτη είναι παραγωγοί βιολογικών αγροτικών προϊόντων, τα οποία πωλούν οι ίδιοι στη λαϊκή αγορά. Μην έχοντας σταθερό ωράριο, δυσκολεύτηκαν να βρουν μια ισορροπία, ειδικά όταν οι λαϊκές αγορές ήταν κλειστές για κάποιο διάστημα. “Από τις έξι ημέρες, δούλευα τις τρεις επειδή ήταν κλειστές οι λαϊκές. Τις ημέρες που δούλευα τα παιδιά δεν κάνανε τίποτα. Τις ημέρες που ήμουν στο σπίτι, προσπαθούσαμε να καλύψουμε τα κενά. Το μαρτύριο ήταν δύο φορές πιο μεγάλο εξ αιτίας αυτού. Τη δουλειά δεν μπορούσα να τη χάσω,” εξηγεί η κ. Παπαθανασίου-Μπεζάτη. “Τα πήγαμε καλά, αλλά όχι αναίμακτα. Χάσαμε ώρες δουλειάς, χάσαμε απ’ το χρόνο μας για να δώσαμε βάρος και προσπάθεια (στην εκπαίδευση). Τις ημέρες που δεν υπήρχε δυνατότητα, έχασαν τα παιδιά,” λέει ο κ. Μπεζάτης.
Για όσους γονείς ο εγκλεισμός σήμαινε και την ταυτόχρονη παύση της οικονομικής τους δραστηριότητας, η τηλεκπαίδευση έφερε μια ξαφνική επιστροφή στα μαθητικά τους χρόνια. Όταν το κομμωτήριο της κ. Στέλλας Κατσαρού, μητέρας τεσσάρων παιδιών δημοτικού και γυμνασίου στο Γέρακα Αττικής, έκλεισε λόγω της καραντίνας, κλήθηκε να αποτελέσει να αναλάβει ρόλο συντονιστή στο σπίτι της. Για κάθε παιδί, έπρεπε να βρεθεί κάποιος χώρος με την απαραίτητη ησυχία για το μάθημα του σχολείου ή του φροντιστηρίου.
Όπως διαπίστωσε, αρκετά παιδιά επωφελούνταν από την απουσία άμεσης επαφής με τους καθηγητές για να παίξουν βιντεοπαιχνίδια κατά την ώρα του μαθήματος, με αποτέλεσμα να χρειάζεται παρακολούθηση από τους γονείς. Όταν παρατήρησε ότι ο γιος της δεν συμμετείχε στο μάθημα, εκείνος της απάντησε οτι επί τρεις μέρες είχε σηκωμένο το χέρι του μέσω της σχετικής εφαρμογής του Webex χωρίς ανταπόκριση, με αποτέλεσμα να βαρεθεί – χρειάστηκε η δική της παραίνεση για να ενεργοποιηθεί το παιδί. Για την ίδια, η όλη εμπειρία ήταν τραυματική, όπως εξηγεί: “Μπορεί να σταθεί ο γονιός για λίγες ώρες, αλλά δεν μπορείς να είσαι συνέχεια εκεί. Προσωπικά το έκανα για δύο εβδομάδες όταν υπήρχαν τεχνικά ζητήματα, αλλά μετά κουράστηκα. Από τις οκτώ το πρωί που ξεκινούσαν τα μικρά μου παιδιά μέχρι τις πεντέμισι που τελείωναν τα μεγάλα, δεν μπορούσα να κάνω τίποτα άλλο”.
Για τον κ.Παπαδόπουλο (δεν είναι το πραγματικό όνομα του συνεντευξιαζόμενου), γυμναστή σε ιδιωτικό σχολείο της Αθήνας, η καραντίνα ήταν μια ευκαιρία για να ανακαλύψει νέες παιδαγωγικές μεθόδους και τεχνολογικές δυνατότητες. Ωστόσο η γυναίκα του, επίσης εκπαιδευτικός, δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί στις ανάγκες της τηλεκπαίδευσης. Με δύο παιδιά στο Λύκειο, η ταυτόχρονη εργασία στο ίδιο σπίτι αποτέλεσε μια πρωτόγνωρη εμπειρία. “Mάθαμε να είμαστε πιο ευέλικτοι, να συζητάμε με τα παιδιά για να προλάβουμε τις ανάγκες τους,” εξηγεί ο κ.Παπαδόπουλος.
Αρκετοί γονείς παιδιών που δίνουν φέτος πανελλήνιες πιστεύουν ότι η τηλεκπαίδευση υπονόμευσε την προσπάθεια των παιδιών τους. Η κ.Ρόζα Διαμαντοπούλου, ιδιοκτήτρια ενός μικρού καφενείου-εστιατορίου στο Μεταξουργείο, παραπονιέται ότι η καραντίνα την έχει γονατίσει τόσο οικονομικά όσο και ψυχολογικά. “Δεν ξέρω πως να βοηθήσω το Γιώργο (ο γιος της). Δεν υπάρχει επικοινωνία του παιδιού με τον καθηγητή, τί να μάθει; Ποιά οικογένεια είχε τη δυνατότητα να πάρει laptop με δικά της έξοδα;”.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα, σύμφωνα με τον κ.Τίμο Πατρινό, πατέρα πέντε παιδιών (τρία μέσω της δεύτερης συζύγου του) και πρόεδρο της Ένωσης Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων του Δήμου Πατρέων, ήταν η έλλειψη προγραμματισμού που οδήγησε αρκετές φορές διαφορετικές βαθμίδες της εκπαίδευσης να λειτουργούν ταυτόχρονα, δυσκολεύοντας τις οικογένειες με πολλά παιδιά και λίγες συσκευές. “Δεν είχαμε κάτι χειροπιαστό σε βάθος χρόνου. Το πρόγραμμα άλλαζε μέρα με τη μέρα και δεν εφαρμοζόταν αυτό που μας λέγανε. Σε όλα τα προβλήματα το μπαλάκι πέφτει στους γονείς – ο γονέας φταίει για το συνωστισμό, γιατί το παιδί δεν φοράει μάσκα κτλ” .
Ακόμη και για τα τεχνικά ζητήματα, λέει ο κ.Πατρινός, οι περισσότερες οικογένειες ήταν απροετοίμαστες. “Δεν ήταν κάτι χειροπιαστό για να το βάλεις στον οικογενειακό προϋπολογισμό, η πληροφόρηση ήταν ‘ακορντεόν’. Αν και οι δύο γονείς έκαναν τηλεργασία στο σπίτι, τί ίντερνετ και τι εξοπλισμό θα έπρεπε να έχει αυτό το σπίτι για να αντέξει δύο γονείς και τρία παιδιά;” Πολλοί γονείς, όπως εξηγεί, αναγκάστηκαν να πάρουν άδεια ώστε να βοηθήσουν τα μικρότερα παιδιά τους, καθώς η επαφή με τους παππούδες ήταν σπάνια λόγω της πανδημίας και της άγνοιας των τελευταίων για την τεχνολογία.
Χάνεται ο μορφασμός της ευτυχίας στο πρόσωπο τους
Αρκετοί γονείς εστιάζουν στις ψυχολογικές επιπτώσεις του εγκλεισμού, καθώς ο εθισμός στο διαδίκτυο έχει γίνει πλέον ο κανόνας, παρά η εξαίρεση. Πριν την πανδημία, εξηγεί η κ. Ειρήνη Παπαθανασίου-Μπεζάτη, αγωνιζόταν να κρατήσει τα παιδιά της μακριά από τις οθόνες. Η τηλεκπαίδευση υπονόμευσε την προσπάθεια της, όπως λέει: “Μου κατέστρεψε όλο το έργο. Τελειώνει το μάθημα και τα παιδιά σε παρακαλάνε να συνεχίσουν (να χρησιμοποιούν τη συσκευή). Θα περάσει καιρός για να το καταφέρω πάλι.”
Τα πράγματα ήταν ακόμα δυσκολότερα για την οικογένεια Μιχαηλίδη, που ζει σε ένα μικρό διαμέρισμα στην Καλλιθέα. Με πέντε από τα επτά παιδιά της να κάνουν τηλεκπαίδευση με πενιχρά μέσα, το ψυχολογικό βάρος του εγκλεισμού ήταν τεράστιο: “Η ψυχολογία των παιδιών καταστρέφεται. Χάνεται το γέλιο, ο μορφασμός της ευτυχίας στο πρόσωπο τους,” εξηγεί η κ. Όλγα Μιχαηλίδoυ.
Έχοντας αφιερώσει τη ζωή της στην ανατροφή των παιδιών της, ένα από τα οποία έχει ειδικές ανάγκες, η κ.Μιχαηλίδου τονίζει τη σημασία που δίνει στην εκπαίδευση τους: “Ευτυχία είναι όταν βλέπεις ότι υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να τους βοηθήσουν να σπουδάσουν, να τους κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Εγώ τα μαθαίνω ότι το διάβασμα και το γράψιμο είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή.”
Ωστόσο, η κ. Μιχαηλίδου φοβάται για τις μακροχρόνιες επιπτώσεις εάν τα σχολεία ξανακλείσουν τη φετινή ή την επόμενη χρονιά. “Αν δεν ανοίξουν τα σχολεία, θα παρατήσουν τα βιβλία, θα ξεχάσουν πως είναι να σκέφτεσαι και να γράφεις σωστά.” Όπως λέει, η ίδια γνωρίζει άλλες οικογένειες των οποίων τα μικρότερα παιδιά έχουν ξεχάσει να διαβάζουν και να γράφουν.
Η οικογένεια βρίσκεται σε δεινή οικονομική κατάσταση, καθώς κανείς από τους δύο γονείς δεν εργάζεται. Την περσινή χρονιά τα παιδιά απείχαν από το σχολείο κατά τη διάρκεια της καραντίνας, καθώς δεν υπήρχε σύνδεση ίντερνετ στο σπίτι, ενώ και φέτος που υπάρχει σύνδεση αρκετές φορές ήταν αργή και τα παιδιά δεν μπορούσαν να συνδεθούν ή να επικοινωνήσουν με τους καθηγητές κατά τη διάρκεια του μαθήματος.
Το μεγαλύτερο παράπονο, ωστόσο, της κ. Μιχαηλίδου, είναι η συμπεριφορά αρκετών καθηγητών. Όπως λέει, μερικοί μιλάνε απότομα όταν κάποιο παιδί δεν καταλαβαίνει κάτι ή όταν υπάρχει τεχνικό πρόβλημα. “Τα παιδιά δεν είναι ζώα. Καταλαβαίνουμε τη δύσκολη θέση τους, αλλά κι οι καθηγητές πρέπει να καταλάβουν την ψυχολογία των παιδιών. Η συμπεριφορά τους τα αποδυναμώνει τελείως.” Περιγράφει με μελανά γράμματα τις επιπτώσεις της αφόρητης πίεσης στην οικογένεια της. “To βράδυ που κοιμάμαι τα ακούω να παραμιλάνε για το μάθημα: ‘Κυρία εγώ σας απάντησα, την έλυσα την άσκηση. Προσπαθώ να το κάνω αλλά δεν με καταλαβαίνετε.’ Κι απορώ, τέτοια ώρα κάνουν μάθημα;…”.
Το άνοιγμα των σχολείων, σύμφωνα με την κ. Μιχαηλίδου, θα αποτελέσει ένα πρώτο βήμα για την επιστροφή στην κανονικότητα. Παρότι ο άντρας της ανήκει στις ευπαθείς ομάδες λόγω καρδιοπάθειας, δεν ανησυχεί για τον ιό: “Δεν πολυβγαίνουμε, και πριν κλεισμένοι στο σπίτι ήμασταν. Τα παιδιά μας ξέρουν για τον ιό, πως να τηρούν τα μέτρα, να πλένουν τα χέρια τους. Ξέρουμε ότι προσέχουν και θα κρατάνε τις αποστάσεις.”
Ένας νέος ρόλος για τους γονείς
Η αναγκαστική συμμετοχή τον γονέων στην τηλεκπαίδευση αποτέλεσε μια καινοτομία για το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, καθώς αυτοί παραδοσιακά έχουν περιορισμένο, και συνήθως ανεπίσημο, ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία. Όπως αναφέρει η έκθεση του ΟΟΣΑ “Education Policy Outlook – Greece” (2020), η μεγαλύτερη συμμετοχή των γονέων μέσω των κατάλληλων θεσμικών οργάνων θα μπορούσε να ενισχύσει τη χαμηλή εμπιστοσύνη στο εκπαιδευτικό σύστημα. Ένα άλλο πρόβλημα, όπως σημειώνει η έκθεση, είναι οτι το υπερβολικά συγκεντρωτικό σύστημα αποτρέπει τους διευθυντές των σχολείων από το να εμπλέκουν τους γονείς στην εκπαιδευτική διαδικασία.
“Δεν έχουμε κουλτούρα σχέσης γονέων-σχολείου στην Ελλάδα. Οι εκπαιδευτικοί θεωρούν τους γονείς ξένο σώμα κι όχι ως κομμάτι της εκπαιδευτικής διαδικασίας, πλην των μικρών τάξεων {Νηπιαγωγείου και Δημοτικού}. Χρειάζεται ένα σχέδιο που θα συμπεριλαμβάνει τους γονείς,” τονίζει ο κ.Δημήτρης Κουτσογιάννης, καθηγητής στο τμήμα Φιλολογίας του Α.Π.Θ. με ειδίκευση στη χρήση ψηφιακών μέσων στη γλωσσική εκπαίδευση.
Όπως τονίζει ο Γιάννης Ρουσσάκης, Επίκουρος Καθηγητής στο Παιδαγωγικό Τμήμα Ειδικής Αγωγής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας: “Στα μικρά παιδιά ακόμα και σε κανονικές συνθήκες η βοήθεια των γονέων είναι πολύ σημαντική. Το κακό είναι οτι σε αυτή τη διαδικασία οι γονείς δεν ήταν καθόλου προετοιμασμένοι. Η εξ αποστάσεως εκπαίδευση απαιτεί μια διαφορετική προσέγγιση από τους γονείς. Το σπίτι τους γίνεται σχολείο, κι αυτοί πρέπει να έχουν μικρό ρόλο καθοδήγησης, πάντα σε συνεννόηση με τους εκπαιδευτικούς, αν και η επικοινωνία μαζί τους δεν είναι εύκολη.”
Σύμφωνα με έρευνα της εταιρίας devolo Greece σε συνεργασία με την ιστοσελίδα infokids.gr κατά τη διάρκεια της δεύτερης καραντίνας, μόλις ένας στους τέσσερις μαθητές είχε πλήρη πρόσβαση στην τηλεκπαίδευση, συμμετέχοντας σε ένα σταθερό πρόγραμμα που κάλυπτε κανονικά την ύλη. Ένα ισχνό ποσοστό 7% των ερωτηθέντων γονέων απάντησαν ότι η τηλεκπαίδευση ήταν εξίσου ή περισσότερο αποδοτική σε σχέση με τη δια ζώσης εκδοχή της, καθώς σε ποσοστό 85% δήλωσαν ότι δεν ήταν έτοιμοι να υποστηρίξουν γνωστικά τη διαδικασία.
Όπως αναφέρει ο κ. Χρήστος Κάτσικας, εκπαιδευτικός και δημοσιογράφος που καλύπτει το χώρο της εκπαίδευσης, η τηλεκπαίδευση ενίσχυσε τις ανισότητες λόγω των διαφορετικών επιπέδων μόρφωσης και εξοικείωσης των γονέων με τα τεχνολογικά μέσα. “Οι μορφωτικές αποσκευές των γονέων επηρεάζουν τη μάθηση και στη δια ζώσης εκπαίδευση,” εξηγεί ο κ.Κάτσικας. “Mε την τηλεκπαίδευση, αυτές οι ανισότητες αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο.” Σύμφωνα με τα στατιστικά του ΟΟΣΑ, το 2017 περίπου τρία στα δέκα νοικοκυριά δεν είχαν πρόσβαση στο Ίντερνετ, αρκετά χαμηλότερα από το μέσο όρο, με την βασικότερη αιτία να αποτελεί η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων.
Πηγή: ΟΟΣΑ
Εξίσου χαμηλό, μόλις 5%, είναι και το ποσοστό των ενηλίκων που πριν την πανδημία λάμβαναν μέρος σε κάποιο πρόγραμμα ανοιχτής ή εξ αποστάσεως εκπαίδευσης.
Πηγή: ΟΟΣΑ
Εάν η τηλεκπαίδευση ήρθε για να μείνει, οι γονείς αναμένουν την αξιοποίηση των θετικών της στοιχείων, όπως η δυνατότητα ηλεκτρονικής επικοινωνίας με τους καθηγητές, καθώς και η παρακολούθηση της προόδου των παιδιών τους μέσω των ψηφιακών πλατφόρμων που χρησιμοποιήθηκαν. Ωστόσο, αρκετοί καθηγητές αντιστέκονται σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, φοβούμενοι πιθανή πίεση για υψηλότερα βαθμολογία. Ο κίνδυνος είναι υπαρκτός, σύμφωνα με τον καθηγητή του Α.Π.Θ. κ. Koυτσογιάννη: “Δεν θα υιοθετούσα κάτι τέτοιο. Το σχολείο πρέπει να εντάξει τους γονείς σε μια διαδικασία μάθησης, όχι εποπτείας. Να μην γίνει το παιδί ‘διάφανο’ με την έννοια της συνεχούς παρακολούθησης.”
Ωστόσο, για πολλούς γονείς η ψηφιακή επαφή με το σχολείο θα αποτελούσε μια θετική καινοτομία. “Το να υπάρχει επικοινωνία είναι καλό. Τώρα δεν υπήρχε αυτή η δυνατότητα, δεν ξέραμε τίποτα. Θα μπορούσε να υπάρχει μια πλατφόρμα όπου να μπορούν οι δάσκαλοι να μιλάνε με τους γονείς και να αμείβονται για αυτό,” πιστεύει ο κ. Μπεζάτης. Ωστόσο, αναγνωρίζει ότι μια τέτοια δυνατότητα δεν θα πρέπει να γίνει μέσο πίεσης. “Να μην γίνει κατάχρηση. Υπάρχουν {γονείς} που είναι ασεβείς ή δεν ξέρουν και δεν καταλαβαίνουν ότι ο άλλος κάνει τη δουλειά του, και η παρέμβαση τους δεν είναι θετική.”
Θα μείνει η τηλεκπαίδευση στις απομακρυσμένες περιοχές;
Για πολλούς κατοίκους απομακρυσμένων περιοχών, η υποχρεωτική τηλεκπαίδευση δεν ήταν μία πρωτόγνωρη εμπειρία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήταν θετική. “Δεν υπάρχει εκπαίδευση. Τα παιδιά πρέπει να έχουν επαφή με τους καθηγητες και τους συμμαθητές τους,” λέει η κ. Μαρία Kαλογέρη, μητέρα τριών παιδιών από το χωριό Φραντάτο της Ικαρίας. Πολλά σχολεία στην περιοχή παρέμειναν κλειστά από τον Οκτώβριο λόγω σεισμού, παρότι στο νησί εντοπίστηκαν ελάχιστα κρούσματα κορονοιού, με αποτέλεσμα πολλοί γονείς να διαμαρτυρηθούν έντονα με κινητοποιήσεις για το άνοιγμα των σχολείων.
Όπως και σε άλλες ορεινές και νησιωτικές περιοχές της Ελλάδας, οι συνδέσεις Ίντερνετ στο νησί είναι χαμηλότερες σε σχέση με τα αστικά κέντρα. “Οι γραμμές είναι εικοσιτεσσάρες, αλλά αν τις μετρήσεις έχουμε μόνο 5 Mbps. Πώς να κάνεις μάθημα και πώς να ακούσεις τον καθηγητή; Τα παιδιά δεν ακούνε καθόλου. Λίγο κακό καιρό ή υγρασία να έχει, δεν έχουμε επικοινωνία,” λέει η κ.Καλογέρη. Σύμφωνα με τα στατιστικά του ΟΟΣΑ, ένα σημαντικό ποσοστό νοικοκυριών στην επαρχία δεν έχει πρόσβαση στο ίντερνετ, σε αντίθεση με τις αστικές περιοχές
Πηγή: ΟΟΣΑ
Αρκετοί γονείς φοβούνται ότι για τις αραιοκατοικημένες περιοχές της χώρας όπου τα παιδιά είναι λίγα, η τηλεκπαίδευση έχει έρθει για να μείνει. Όπως αναφέρει η έκθεση του ΟΟΣΑ “Education for a Bright Future in Greece”, η οποία συντάχθηκε στο πλαίσιο των μνημονιακών υποχρεώσεων του Ελληνικού κράτους, η χώρα μας διατηρεί ένα σημαντικό αριθμό σχολείων σε απομακρυσμένες περιοχές, κάτι που “αποτελεί πολιτική επιλογή προκειμένου αυτές οι μικρές κοινότητες να συνεχίσουν να ευημερούν.”
Η σχετικά χαμηλή αναλογία καθηγητών προς μαθητές στην Ελλάδα, σημειώνει η έκθεση, αποτελεί ένδειξη ότι ακόμα υπάρχει δυνατότητα βελτίωσης της “αποδοτικότητας του συστήματος”, και προτείνει την αναβάθμιση της τεχνολογικής υποδομής για την υποστήριξη των καθηγητών σε αυτές τις περιοχές, καθώς και την διερεύνηση της δυνατότητας ομαδικής διδασκαλίας σε πολλές τάξεις ταυτόχρονα. Παρότι οι συντάκτες δεν προτείνουν ανοιχτά τη χρήση τηλεκπαίδευσης, σημειώνουν τη δυνατότητα της χρήσης τεχνολογικών μέσων για να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα σχολεία σε απομακρυσμένες περιοχές, τονίζοντας ότι έτσι θα διευρυνθεί η πρόσβαση στην εκπαίδευση.
Ωστόσο, όπως τονίζει ο κ. Ρουσσάκης, η καθολική αντικατάσταση της δια ζώσης εκπαίδευσης θα έθετε σε κίνδυνο ακόμη και την μακροπρόθεσμη παρουσία πληθυσμών στις ορεινές και ακριτικές περιοχές. “Για τις μικρές κοινότητες το σχολείο είναι ένα πνευματικό κέντρο όπου βρίσκει έκφραση ο πολιτισμός. Η παρουσία εκπαιδευτικών είναι σημαντική στην κοινωνική ζωή και εν τέλει στη διατήρηση της ζωής σε αυτές τις κοινότητες.”
Στην Ικαρία, όπως και σε άλλα νησιά, ένα μόνιμο πρόβλημα αποτελεί η μεταφορά των μαθητών στα σχολεία. Όπως αναφέρει η κ. Καλογέρη, μόλις τα τελευταία δύο χρόνια υπάρχει δυνατότητα μεταφοράς παιδιών ΑΜΕΑ προς στο Εύδηλο όπου βρίσκεται το αντίστοιχο σχολείο, περίπου 30χλμ από το χωριό της. Ωστόσο, η τηλεκπαίδευση δεν μπορεί να αποτελέσει μόνιμη λύση, όπως λέει: “Είναι μεγάλος φόβος μας {η μονιμοποίηση της τηλεκπαίδευσης}. Θα χαθεί η κοινωνικοποίηση και η επαφή με το βιβλίο. Κυνηγάμε τα παιδιά να μην είναι στο τάμπλετ και τώρα το κάνουν για οκτώ ώρες. Λέω στη μικρή μου κόρη να μην είναι συνέχεια στο κινητό και μου απαντάει ‘Να μου το λες όταν κάνω μάθημα, όχι τώρα.’ Έχει δίκιο!”.
To ρεπορτάζ χρηματοδοτήθηκε από το National Geographic Society.This work was supported by the National Geographic Society.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις