Σχολεία: Η Συνήγορος του Παιδιού αποδομεί την κυβερνητική πολιτική των συγχωνεύσεων

Διαβάζεται σε 6'
Μαθητές σε τάξη σχολείου (φωτογραφία αρχείου)
Μαθητές σε τάξη σχολείου (φωτογραφία αρχείου) ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI

Με μία έκθεση-κόλαφο, η Συνήγορος του Παιδιού καλεί το Υπουργείο Παιδείας να αλλάξει ουσιαστικά πολιτική στο ζήτημα των συγχωνεύσεων.

Ως ράπισμα για το Υπουργείο Παιδείας και των τακτικών που εφάρμοσε εφέτος για τις συγχωνεύσεις τμημάτων στην εκπαίδευση μπορεί να θεωρηθεί σχετική αναφορά της Συνηγόρου του Παιδιού.

Ο Συνήγορος, στο σχετικό πόνημά του (βρίσκεται στη διάθεση του NEWS 24/7) που έχει αριθμό πρωτοκόλλου 52349/2024, θα έλεγε κανείς ότι αποδομεί την πολιτική του Υπουργείου και ζητά, μεταξύ άλλων, να επανεξεταστεί η συγχώνευση τμημάτων σε συγκεκριμένα σχολεία αλλά και να τροποποιηθεί εγκύκλιος με την οποία εξομοιώθηκε ο θεσμός της παράλληλης στήριξης με εκείνον του Τμήματος Ενταξης (θέμα που είχε αναδείξει το NEWS 24/7).

Κατά την οπτική του Συνηγόρου, και όπως χαρακτηριστικά τονίζεται στην αναφορά, “η δημιουργία καθ’εαυτή τμημάτων με μεγάλο αριθμό μαθητών/τριών λειτουργεί επιβαρυντικά στην εκπαιδευτική διαδικασία” κάτι που έχει αναφερθεί πολλές από τους εκπαιδευτικούς.

Παρακάτω, η Συνήγορος συμπεραίνει ότι “η αύξηση του αριθμού των μαθητών/τριών στη σχολική τάξη μειώνει την απολύτως κρίσιμη -ιδίως στις μικρές ηλικίες της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης- δυνατότητα των εκπαιδευτικών να εστιάσουν με τη δέουσα προσοχή στις ατομικές ανάγκες, να εντοπίσουν έγκαιρα κρίσιμες δυσκολίες και ζητήματα που απασχολούν τα παιδιά, να προλάβουν την εκδήλωση βίας ή να αναγνωρίσουν πιθανές ενδείξεις κακοποίησης/παραμέλησης, να διαθέσουν χρόνο για την οικοδόμηση σχέσεων εμπιστοσύνης”.

Συνδέει τα παραπάνω με το πρόβλημα της βίας εντός των σχολικών μονάδων αφού “ο συνωστισμός σε μία αίθουσα, μπορεί να υποβαθμίζει το εκπαιδευτικό έργο και να δυναμιτίζει την καθημερινότητα του σχολείου, να οδηγεί σε αύξηση των εντάσεων και σε εκδηλώσεις βίας μεταξύ μαθητών/τριών αλλά και με εμπλοκή
ενίοτε των λοιπών μερών (γονέων, εκπαιδευτικών κ.λπ.).”

Ωστόσο, η Θεώνη Κουφονικολάκου δεν περιορίζεται σε γενικές παρατηρήσεις και συμπεράσματα. Εντοπίζει συγκεκριμένες δυσλειτουργίες σε τομείς της εκπαίδευσης όπως η παράλληλη στήριξη και στη διαχείριση των μαθητών με μαθησιακές ή άλλες δυσκολίες (κίνησης, ομιλίας κτλ).

Τονίζει ενδεικτικά ότι “ο αριθμός των παιδιών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες ή ειδικές μαθησιακές δυσκολίες δεν μπορεί να είναι ανώτερος του ενός (1) ή των τεσσάρων (4) αντίστοιχα ανά τμήμα, χαρακτηρίζει προβληματική την εγκύκλιο Γ.7/80483/Δ1/15-7-2024, σύμφωνα με την οποία δεν προβλέπεται μείωση του συνολικού αριθμού των μαθητών στα τμήματα- όχι μόνο στις περιπτώσεις που στο σχολείο λειτουργεί τμήμα ένταξης αλλά και εφόσον υπάρχει παράλληλη στήριξη”.

Στηριζόμενοι σ’ αυτήν ακριβώς την εγκύκλιο πολλοί διευθυντές δεν έχουν μειώσει τον αριθμό των μαθητών σε τμήματα όπου φοιτούν παιδιά που έχουν, μετά από υπόδειξη του ΚΕΔΑΣΥ παράλληλη στήριξη από εκπαιδευτικούς ειδικής αγωγής.

Αναφέρεται ως παράδειγμα η περίπτωση του 144ου δημοτικού της Αθήνας , στο οποίο “η Δ΄ τάξη τη σχολική χρονιά 2023-24 λειτουργούσε με τρία τμήματα, ενώ κατά την τρέχουσα αυτά έχουν συγχωνευθεί σε δύο με αποτέλεσμα, όπως έχει ενημερωθεί η Αρχή από το σχολείο και τους αναφερόμενους, να φοιτούν σε δύο τμήματα 49 παιδιά, εκ των οποίων 3 χρήζουν παράλληλης στήριξης, ένα εξ αυτών αποκλειστικής, σύμφωνα με τη γνωμάτευση του ΚΕΔΑΣΥ ενώ, προς το παρόν τουλάχιστον, τη μοιράζεται με έτερο συμμαθητή του”.

Δεν μένει ασχολίαστο το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις, λόγω της πολιτικής των συγχωνεύσεων πολλά παιδιά αναγκάστηκαν να αλλάξουν στο παρά ένα σχολείο και να μετακινηθουν σε άλλες σχολικές μονάδες που βρίσκονται αρκετά μακριά τους.

Σημειώνει χαρακτηριστικά η Συνήγορος ότι “ένα ακόμα σοβαρό ζήτημα που προέκυψε στην πράξη, σε συνέχεια της προαναφερθείσας εγκυκλίου, αφορά την αιφνίδια ανατροπή της πραγματικότητας μαθητών/τριών που ήδη φοιτούσαν σε τμήματα, τα οποία συγχωνεύθηκαν, και θεωρήθηκαν υπεράριθμοι/ες λόγω της μη πρόβλεψης μεταβατικών ρυθμίσεων, όπως επιβάλλει η υπερνομοθετικής ισχύος υποχρέωση διασφάλισης του βέλτιστου συμφέροντος του παιδιού κατά τη λήψη αποφάσεων που το αφορούν (ΔΣΔΠ, άρ. 3 ν. 2101/1992) αλλά και οι αρχές της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του διοικουμένου και της επιείκειας προς τον διοικούμενο”.

Και τονίζει, πιο κάτω, ότι “η επιβληθείσα αυτή αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος κατά την διάρκεια της φοίτησης μαθητή/τριας στη συγκεκριμένη βαθμίδα βιώνεται ως τιμωρία και είναι ιδιαίτερα τραυματική, ενώ, όπως αναφέρθηκε ήδη, δεν λαμβάνει υπόψη το συμφέρον των παιδιών”.

Αναδεικνύεται, παράλληλα, η περίπτωση του 4ου Δημοτικού Σχολείου Μαρκοπούλου (είχε γράψει σχετικά το NEWS 24/7) του οποίου “η Β΄ τάξη έχει συνολικό αριθμό 23 μαθητές/τριες, τέσσερεις εκ των οποίων ανήκουν στην κατηγορία των μαθητών/τριών με αναπηρία ή/και με Ε.Ε.Α..Ωστόσο, φαίνεται να μη λαμβάνεται υπόψη ότι το τμήμα λειτουργεί σε αίθουσα container, 36 τ.μ., στην οποία, όπως αναφέρεται, συνυπάρχουν 23 παιδιά και 4 εκπαιδευτικοί”.

Τι ζητάει η Συνήγορος του Παιδιού

Μετά τα αναλυτικά συμπεράσματά της, η Συνήγορος αξιώνει από το Υπουργείο Παιδείας συγκεκριμένες ενέργειες. 

Αναλυτικά:

  • Να επανεξεταστεί η συγχώνευση των τμημάτων των τάξεων στα προαναφερόμενα σχολεία και να δοθούν οδηγίες αντίστοιχα σε όλες τις διευθύνσεις εκπαίδευσης για την εξατομικευμένη αξιολόγηση των αναγκών στα τμήματα με σημαντικό αριθμό μαθητών/μαθητριών με διάγνωση Ε.Ε.Α.
  • Να προβλεφθεί η αναγκαία ευελιξία, ως προς τον ελάχιστο αριθμό μαθητών/τριών για τη συγκρότηση τμήματος, ώστε να λαμβάνονται υπόψη οι ιδιαιτερότητες κάθε σχολικής μονάδας (όπως ιδίως το μέγεθος της σχολικής αίθουσας) και να μην επιβάλλεται συγχώνευση τμήματος στις περιπτώσεις που, κατόπιν αυτής, μαθητές/τριες θα εμφανίζονται ως υπεράριθμοι, προκειμένου να μην υποχρεούνται σε μετεγγραφή.
  • Να τροποποιηθεί η με αριθμ. πρωτ. Γ.7/80483/Δ1/15-7-2024 όσον αφορά την εξομοίωση του θεσμού της παράλληλης στήριξης με εκείνον του Τμήματος Ένταξης, όσον αφορά την εφαρμογή του μέτρου της μείωσης του αριθμού των μαθητών του τμήματος κατά τρεις, σε σχέση με τον μέγιστο προβλεπόμενο αριθμό ανά τμήμα (κατά το αρ. 6, παρ. 1 του ν. 3699/08), καθώς αυτό δεν προβλέπεται στην ισχύουσα νομοθεσία.
  • Να επανεξετασθεί το πλαίσιο ως προς τα σημεία που εντοπίσθηκαν παραπάνω, ώστε να μην υπάρχει αντίφαση στις προβλέψεις του άρ. 6, παρ. 1 του νόμου 3699/2008, όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, οι οποίες φαίνεται να δημιουργούν σύγχυση ως προς τον μέγιστο προβλεπόμενο αριθμό μαθητών με μαθησιακές ή άλλες ανάγκες που μπορεί να φοιτά σε ένα τμήμα σε συνδυασμό με την απαραίτητη υποστήριξη. Σε κάθε περίπτωση, να δίνεται η δυνατότητα στις σχολικές μονάδες συγκρότησης μικρότερων τμημάτων, όταν κρίνεται αναγκαίο.

Τέλος, υπογραμμίζεται εκ νέου από την Αρχή ότι “η ανάγκη επαρκούς και σταθερής κάλυψης των αναγκών παράλληλης στήριξης των μαθητών/τριών για τους οποίους υπάρχουν εγκεκριμένα αιτήματα από την αρχή της σχολικής χρονιάς. Αναγκαία είναι, στο πλαίσιο αυτό, η τοποθέτηση περισσότερων του ενός εκπαιδευτικών παράλληλης στήριξης ανά τμήμα, όταν αυτό επιβάλλεται από τον αριθμό των ενδιαφερόμενων μαθητών/τριών και το είδος και τη βαρύτητα των ειδικών εκπαιδευτικών αναγκών/αναπηρίας τους”.

Μετά από αυτά, το Υπουργείο δεν μπορεί να κάνει ότι δεν γνωρίζει καθώς του δόθηκαν πολύ συγκεκριμένες κατευθύνσεις για το τι ακριβώς πρέπει να αλλάξει. Ο,τι βέβαια μπορεί να ισχυριστεί ότι τα έχει όλα καλώς καμωμένα. Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει…

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα