Τρεις Ιεράρχες: Κατά πόσο ήταν τελικά “προστάτες” της ελληνικής παιδείας;
Διαβάζεται σε 5'![Τρεις Ιεράρχες](https://www.news247.gr/wp-content/uploads/2025/02/5966388-640x426.jpg)
Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον αυτή η ήδη ζωηρή δημόσια συζήτηση για την (α)καταλληλότητα των Τριών Ιεραρχών ως προστατών της ελληνικής παιδείας, να ξεκινήσει να περιλαμβάνει και δημιουργικές αντιπροτάσεις.
- 08 Φεβρουαρίου 2025 07:18
Στα 1837, το άνοιγμα του Οθώνειου Πανεπιστημίου (νυν Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών), αποτέλεσε μία πρώτη προσπάθεια του νεοσύστατου κράτους να οικοδομήσει την Παιδεία του σε στέρεα θεμέλια, πάνω στη βάση των κατευθυντήριων γραμμών που είχαν θέσει κατά τις προηγούμενες δεκαετίες οι εκπρόσωποι του νεοελληνικού Διαφωτισμού.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός πως έναν χρόνο αργότερα, κατά την πρώτη επέτειο της ίδρυσής του, ο τότε επίσκοπος Αθηνών αρνήθηκε την πρόσκληση που του απηύθηνε η διοίκηση του ιδρύματος, υποστηρίζοντας πως αδυνατεί να παρευρεθεί “εντός καταστήματος όπου διδάσκεται η αθεΐα και η ασέβεια, όπου εξυβρίζονται τα θεία”. Οι δηλώσεις αυτές σφράγισαν τον επίλογο μιας πολυετούς προεπαναστατικής διαμάχης μεταξύ της ανώτατης ιεραρχίας της Εκκλησίας και προοδευτικών διαφωτιστικών κύκλων, αναφορικά με το περιεχόμενο, την επιστημονικότητα (ή μη επιστημονικότητα) και τις γνωσιολογικές κατευθύνσεις της παιδείας που όφειλαν να λαμβάνουν οι ελληνοπαίδες, τόσο για την ίδια τη μόρφωσή τους, όσο και για τη γενικότερη πρόοδο του έθνους-κράτους.
Πέντε, περίπου, χρόνια αργότερα και εν μέσω αφόρητων πιέσεων για έναν ενεργότερο δημόσιο ρόλο της σχετικά νεοσύστατης και αυτοκέφαλης (από το 1833) Εκκλησίας της Ελλάδος, που έως τα μέσα του αιώνα θεωρούνταν σχισματική από το πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, θεσμοθετείται η ετήσια τέλεση μνημοσύνου για τους ευεργέτες του πανεπιστημίου. Η ημερομηνία που επιλέγεται είναι η 30η Ιανουαρίου, που σύμφωνα με το χριστιανικό εορτολόγιο τιμάται η μνήμη των τριών ιεραρχών. Έκτοτε οι προαναφερθέντες χριστιανοί ιεράρχες αποκαλούνται “προστάτες της ελληνικής παιδείας”, χαρακτηρισμός που τους συνοδεύει έως σήμερα.
Τα τελευταία χρόνια και με καθυστέρηση αρκετών δεκαετιών η αλήθεια, έχει ανοίξει ένας διάλογος στην εγχώρια δημόσια σφαίρα αναφορικά με το κατά πόσο οι Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος Θεολόγος και Ιωάννης Χρυσόστομος δύναται να φέρουν σήμερα, για το επίσημο ελληνικό κράτος, τον χαρακτηρισμό των προστατών της Παιδείας μας.
Διευκρινίζω πως αφήνω εντελώς εκτός την όποια σημασία μπορεί να έχει ο θεολογικός τους λόγος για τον οργανισμό της Εκκλησίας. Οι προβληματισμοί αυτοί αφορούν μια σειρά από καταγεγραμμένες θέσεις τους, σύμφωνα με τις οποίες στρέφονται κατά του ελληνισμού (με την ιστορική, πολιτισμική και παιδευτική έννοια του όρου), ενάντια στους ομοφυλόφιλους, εκφράζουν μισογυνικές απόψεις και αντισημιτική ρητορική, αναπτύσσοντας παράλληλα ποικίλες απόψεις που για τη σύγχρονη εκπαιδευτική κοινότητα δύναται να χαρακτηριστούν με μεγάλη επιείκια πλήρως αντιπαιδαγωγικές. Φυσικά πέρα από το πρακτικό του πράγματος (χαρακτηριστικό το πρόσφατο παράδειγμα με τον καθηγητή σε σχολείο του Λαυρίου που μοίραζε ομοφοβικά φυλλάδια χρησιμοποιώντας ρήσεις του Ιωάννη Χρυσοστόμου), τίθεται και το σημειολογικό: Κάθε κράτος επιλέγει τους προστάτες της Παιδείας που το εμπνέουν και σε τελική ανάλυση το καθορίζουν. Άρα και του αξίζουν.
Λαμβάνοντας υπόψιν τα παραπάνω καθώς επίσης και πολλά ακόμα σχετικά στοιχεία που δεν είναι δυνατόν να παρατεθούν και αναλυθούν εδώ, οι πολύ πρόσφατες δηλώσεις του Πρύτανη του πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Γεράσιμου Σιάσιου, περί ενσωμάτωσης του ελληνισμού στην ορθόδοξη πίστη μέσω των λόγων των ιεραρχών, της διδασκαλίας τους που εξακολουθεί να μας καθοδηγεί με το φωτεινό τους παράδειγμα (!) σε θέματα ουσίας της παιδείας, καθώς επίσης και περί ελληνοχριστιανικού ιδεώδους που αποπνέει το έργο τους και εμπνέει τον σύγχρονο πολιτισμό, κρίνονται δίχως αμφιβολία εντελώς ασύμβατες με την επιστημονική σκέψη και το ακαδημαϊκό αποτύπωμα του 21ου αιώνα, πέρα, φυσικά, από τις ιστορικές ανακρίβειες που τις διακρίνει. Επιπρόσθετα είναι και αναχρονιστικές, θυμίζοντας σε μεγάλο βαθμό την ταραγμένη περίοδο του Μεσοπολέμου, όταν η Εκκλησία κλήθηκε από το κράτος να αναλάβει έναν ενεργότερο ρόλο στα δημόσια πράγματα, σπέρνοντας έναν οξύ και διχαστικό λόγο στην ελληνική κοινωνία με όχημα το ελληνοχριστιανικό ιδεολόγημα, που ως γνωστόν αποτέλεσε κατασκεύασμα των τελών του 19ου αιώνα.
Ως εκ τούτου, απολύτως ορθά και δικαιολογημένα, οι τοποθετήσεις αυτές δέχτηκαν την κριτική του καθηγητή και προέδρου του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας Παντείου Πανεπιστημίου, κ. Δημήτρη Χριστόπουλου. Η στάση του κ. Χριστόπουλου διαφυλάττει την αξιοπρέπεια μιας ελληνικής ακαδημαϊκής κοινότητας που φρονώ πως οφείλει να προασπίσει άμεσα και με πολύ δυναμικότερο σθένος τα κεκτημένα του Διαφωτισμού στη χώρα μας, τα οποία κατά τα τελευταία χρόνια βρίσκονται απέναντι από απειλητικούς σκοταδιστικούς λόγους και αντιλήψεις που φτάνουν, πλέον, μέχρι και το ανώτατο πολιτειακό επίπεδο.
Θα είχε μάλιστα μεγάλο ενδιαφέρον αυτή η ήδη ζωηρή δημόσια συζήτηση για την (α)καταλληλότητα των Τριών Ιεραρχών ως προστατών της ελληνικής παιδείας, να ξεκινήσει να περιλαμβάνει και δημιουργικές… αντιπροτάσεις, όπως για παράδειγμα, και εντελώς ενδεικτικά, τον Όμηρο, τη νεοπλατωνική φιλόσοφο Υπατία ή τον Αδαμάντιο Κοραή.
Διαβάστε: Οι τρεις Iεράρχες – Προστάτες ή στρεβλωτές της ελληνικής παιδείας;
Ο Μηνάς Παπαγεωργίου είναι δημοσιογράφος και διευθυντής της Σειράς Βιβλίων Lux Orbis.