Μπακογιάννη: Η συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης δεν μπορεί να εφαρμοστεί
Δεν θα επιτρέψουμε να κυριαρχήσει η λογική ότι τα νησιά μας δεν έχουν υφαλοκρηπίδα, διαμηνύει η Ντόρα Μπακογιάννη.Τι είπε για τη συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν.
- 08 Δεκεμβρίου 2019 11:08
« Το μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης είναι ένα μνημόνιο το οποίο δεν μπορεί να εφαρμοστεί» δηλώνει, στη συνέντευξή της στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η βουλευτής της ΝΔ και Ντόρα Μπακογιάννη. Η πρώην υπουργός Εξωτερικών εξηγεί ότι «το εν λόγω μνημόνιο δεν μπορεί να εφαρμοστεί διότι παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο» και επισημαίνει ότι η κυβέρνηση της Τρίπολης, δεν μπορεί να το κυρώσει στη Βουλή.
Η Ντόρα Μπακογιάννη, στη συνέντευξη της, στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, καθιστά, επίσης, σαφές ότι «η Ελλάδα δεν πρόκειται να επιτρέψει να κυριαρχήσει η λογική ότι τα νησιά μας δεν έχουν υφαλοκρηπίδα».
Αναφερόμενη στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερνογάν, η κ. Μπακογιάννη σημειώνει ότι ήταν μία συνάντηση στην οποία ο πρωθυπουργός, με αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα, έβαλε όλα τα θέματα που μας απασχολούν με τη γειτονική χώρα.
Σχολιάζοντας τις τουρκικές διεκδικήσεις, η πρώην υπουργός Εξωτερικών δηλώνει ότι η Ελλάδα είναι θωρακισμένη και αμυντικά και διπλωματικά και σημειώνει ότι αυτό που ενοχλεί, σήμερα, την Τουρκία είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα έχει σημαντικές συμμαχίες.
Η κ. Μπακογιάννη τάσσεται υπέρ του διαλόγου με την Τουρκία ξεκαθαρίζοντας τα ακόλουθα: «Δεν ισχυρίστηκα ποτέ ότι οι διαπραγματεύσεις αυτές θα είναι εύκολες. Πλην, όμως, η άρνηση διαλόγου δεν μπορεί να αποτελέσει, σε καμία περίπτωση, εποικοδομητική πρόταση πολιτικής».
Βαθμολογώντας τους πρώτους μήνες της κυβέρνησης, η Ντόρα Μπακογιάννη, δηλώνει: «Ο ελληνικός λαός είναι ικανοποιημένος από τους τέσσερις μήνες διακυβέρνησης, βλέπει βελτίωση στην πραγματική οικονομία και για πρώτη φορά, μετά από χρόνια, αρχίζει και την καταλαβαίνει στην τσέπη του».
Τέλος, η κυρία Μπακογιάννη ερωτηθείσα για το πώς θα διαχειριστεί η κυβέρνηση τις αντιδράσεις από τοπικούς φορείς και κατοίκους στο ζήτημα της εγκατάστασης μεταναστών και προσφύγων, απαντά: «Με σεβασμό στις τοπικές κοινωνίες, οι οποίες ανησυχούν, με διάλογο και ταυτόχρονα με αποφασιστικότητα»
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης της βουλευτή ΝΔ, Ντόρας Μπακογιάννη, στην Ευτυχία Αδηλίνη για το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Ερ. Κυρία Μπακογιάννη, πωώς αποκωδικοποιείτε τα όσα έλαβαν χώρα στην συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν;
Απ: Ήταν μια συνάντηση στην οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης με αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα έβαλε όλα τα θέματα που μας απασχολούν με τη γειτονική χώρα. Δεν είχαμε ψευδαισθήσεις ότι θα ήταν μια συζήτηση εύκολη, ήταν όμως απαραίτητη. Στόχος της συνάντησης ήταν να βρεθούν κοινά αποδεκτά σημεία σύγκλισης στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και ταυτόχρονα, όπως είπε και ο Ερντογάν, να πέσουν οι τόνοι.
Ερ. Ο Έλληνας πρωθυπουργός κατέστησε σαφή τη θέση της Ελλάδος τόσο στο ΝΑΤΟ όσο και προσωπικά στον ίδιον τον κ. Ερτνογάν. Ωστόσο, η Τουρκία πλέον εγείρει διεκδικήσεις επί χάρτου απειλώντας ανοικτά και ελληνικά νησιά. Τι άλλο πρέπει να γίνει ώστε να θωρακιστεί η Ελλάδα;
Απ: Πρώτα απ’ όλα, η Ελλάδα είναι θωρακισμένη, κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε. Είναι θωρακισμένη αμυντικά και είναι θωρακισμένη διπλωματικά. Η Ελλάδα έχει σημαντικές συμμαχίες και αυτό είναι που ενοχλεί την Τουρκία σήμερα. Ναι, έχουμε να αντιμετωπίσουμε μία οξυμμένη, ρητορική και πρακτική της Τουρκίας, πλην, όμως, με εθνική ενότητα και αποφασιστικότητα είμαστε σε θέση να υπερασπιστούμε απολύτως, και με βάση το Διεθνές Δίκαιο, τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
Ερ. Εκτιμάτε ότι θα βρεθούμε μόνοι σας σε αυτόν τον «αγώνα»;
Απ: Η υπεράσπιση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων είναι δικό μας θέμα. Και, ναι, θα είμαστε εμείς οι οποίοι θα τα υπερασπιστούμε. Από εκεί και πέρα, από την εποχή του Μακιαβέλλι, δύο παράγοντες καθορίζουν την ισχύ της χώρας, η αμυντική της ικανότητα και οι συμμαχίες της. Και στα δύο η Ελλάδα σήμερα είναι ισχυρή.
Ερ. Μετά το μνημόνιο μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης, ο Ταγίπ Ερτογάν διαμηνύει ότι «η Τουρκία δεν θα συζητήσει με άλλες χώρες για τα κυριαρχικά της δικαιώματα». Επί της ουσίας, κυρία Μπακογιάννη, μιλά για συνδιαχείρηση. Ποια η θέση της Ελλάδας;
Απ: Το μνημόνιο Λιβύης-Τουρκίας είναι ένα μνημόνιο το οποίο δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Δεν μπορεί να εφαρμοστεί για πολλούς λόγους. Ο πρώτος είναι διότι παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο. Ο δεύτερος είναι διότι ο ένας υπογράφων, δηλαδή η κυβέρνηση της Τρίπολης, δεν μπορεί να το κυρώσει στη Βουλή, διότι Βουλή δεν υπάρχει και ο πρόεδρος της Βουλής είναι απέναντι. Επίσης είναι μία κυβέρνηση η οποία σήμερα δεν εκφράζει το λαό της Λιβύης, και υπό το πρίσμα της ανατροπής της προφανώς έσπευσε ο κ. Ερντογάν. Τρίτον, διότι η Ελλάδα δεν πρόκειται να επιτρέψει να κυριαρχήσει η λογική ότι τα νησιά μας δεν έχουν υφαλοκρηπίδα.
Ερ. Διαχρονικά τάσσεστε υπέρ της συνεννόησης και του διαλόγου με την Τουρκία. Θεωρείτε ότι υπάρχει περιθώριο διαλόγου και συναντίληψης στο θέμα των υδρογονανθράκων;
Απ: Με την Τουρκία θα πρέπει να συνεχίσουμε τον διάλογο προσπαθώντας να βρούμε τις καλύτερες δυνατές λύσεις. Δεν ισχυρίστηκα ποτέ ότι οι διαπραγματεύσεις αυτές θα είναι εύκολες. Πλην, όμως, η άρνηση του διαλόγου δεν μπορεί να αποτελέσει σε καμία περίπτωση, εποικοδομητική πρόταση πολιτικής. Ο μοναδικός δρόμος με ένα δύσκολο γείτονα είναι η διαρκής προσπάθεια να βρούμε σημεία επαφής από τα οποία μπορούν να κερδίσουν και οι δύο χώρες.
Ερ. Κυρία Μπακογιάννη, τι περιμένετε από τη συνάντηση Τραμπ-Μητσοτάκη στις 7 Ιανουαρίου στις ΗΠΑ;
Απ: Η προσωπική ρητορική του κ. Τραμπ είναι απογοητευτική και δημιουργεί μεγάλους προβληματισμούς. Το βέβαιο είναι ότι στις ΗΠΑ υπάρχουν και αντίβαρα, τα οποία είναι σίγουρα η Γερουσία και το Κογκρέσο. Αυτό το οποίο περιμένω από αυτή τη συνάντηση είναι να αντιληφθεί και ο κ. Τραμπ ότι ο παραδοσιακός, σταθερός σύμμαχος και γεωστρατηγικός εταίρος των ΗΠΑ στην περιοχή, είναι η Ελλάδα.
Ερ. Να περάσουμε και στο μεταναστευτικό/προσφυγικό και να σας ρωτήσω: καταρχήν είστε αισιόδοξη ότι μέχρι την άνοιξη, όπως δεσμεύτηκε η κυβέρνηση, θα γυρίσουν πίσω όσοι δεν πληρούν τις προϋποθέσεις ασύλου;
Απ: Αυτός είναι ο στόχος, όμως η προσπάθεια αυτή πρέπει να γίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Είχα πει από την πρώτη στιγμή ότι η Ελλάδα έχει δύο δυνατότητες. Η μία είναι να επιδιώξει διμερείς συμφωνίες για τις επιστροφές των πολιτών στις χώρες αυτές. Δεν είναι εύκολη υπόθεση διότι αρκετές χώρες από αυτές δεν δέχονται να τις υπογράψουν. Η δεύτερη, η οποία κατά τη γνώμη μου είναι η μόνη άμεσα εφικτή, είναι να υπάρξει ευρωπαϊκή ομπρέλα επιστροφής των μεταναστών/προσφύγων, διότι η Ευρώπη δίνει χρήματα σε αυτές τις χώρες. Η Ευρώπη μπορεί και οφείλει να το απαιτήσει.
Ερ. Εν τοις πράγμασι, θα ήθελα να σας ρωτήσω: πιστεύετε ότι η επίλυση του μείζονος αυτού προβλήματος εξαρτάται απόλυτα με το θέμα διαχείρισης των υδρογονανθράκων;
Όχι. Ο Ερντογάν χρησιμοποιεί το μεταναστευτικό ως διαπραγματευτικό όπλο για όλα τα θέματα τα οποία έχει ανοιχτά με την Ευρώπη. Ουσιαστικά τα μηνύματα δεν απευθύνονται στην Ελλάδα, απευθύνονται στην Ευρώπη. Γι’ αυτό και η Ευρώπη οφείλει να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων. Το ερώτημα είναι, θα το κάνει; Έχω πολλές φορές πει ότι, δυστυχώς, η Ευρώπη έχει τους δικούς της ρυθμούς, τους οποίους όμως επιβάλλεται να ξεπεράσει στο συγκεκριμένο θέμα. Η πίεση πάντως την οποία η ελληνική κυβέρνηση ασκεί αυτή την στιγμή είναι η μέγιστη δυνατή.
Ερ. Ωστόσο, κυρία Μπακογιάννη, πώς θα διαχειριστεί η κυβέρνηση της ΝΔ τις αντιδράσεις από τοπικούς φορείς και κατοίκους στο ζήτημα της εγκατάστασης και της μετεγκατάστασης μεταναστών και προσφύγων;
Απ: Με σεβασμό στις τοπικές κοινωνίες οι οποίες ανησυχούν, με διάλογο και ταυτόχρονα με αποφασιστικότητα. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για άμυνα της Ελλάδας και να αφήσουμε τα ακριτικά νησιά μας στο έλεος ενός μεγάλου αριθμού προσφύγων και μεταναστών που είναι αδύνατο να διαχειριστούν. Άρα, οφείλουμε με ειλικρίνεια και σταθερότητα να εξηγήσουμε ότι χρειάζεται αλληλεγγύη, χρειάζεται εθνική ενότητα και χρειάζεται κατανόηση για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος. Επίσης χρειάζεται να συνειδητοποιήσουν ορισμένοι τοπικοί πολιτικοί άρχοντες ότι τα προβλήματα δεν αντιμετωπίζονται υποδαυλίζοντας φόβους και ανασφάλειες, ακόμη και αν αυτές είναι σε πολλές περιπτώσεις δικαιολογημένες. Θέλω να ξεκαθαρίσω ότι κανείς δεν είναι ευτυχής με την κατάσταση. Έχουμε πλήρη γνώση της κατάστασης που επικρατεί στα νοσοκομεία και στις γειτονιές. Αντιμετωπίζουμε, όμως, ένα τσουνάμι, και άρα πρέπει να πετύχουμε την καλύτερη δυνατή διαχείριση.
Ερ. Αλήθεια, κυρία Μπακογιάννη, σας ξένισε η ομιλία του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά στο συνέδριο της ΝΔ;
Απ: Επί της ουσίας, όχι. Διότι ο κ. Σαμαράς δεν πρότεινε κάποια διαφορετική πολιτική απ’ αυτή την οποία ακολουθεί η κυβέρνηση. Επέλεξε να χρησιμοποιήσει μία διαφορετική ρητορική, ένα διαφορετικό λεξιλόγιο από αυτό της κυβέρνησης.
Ερ. Επί της ουσίας, όμως, δεν έθεσε τη δική του πλατφόρμα συνολικά για όλα τα θέματα εξωτερικής πολιτικής, η οποία ήταν εντελώς αντίθετη από την πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση;
Απ: Για να είμαι ειλικρινής, πλατφόρμα δεν είδα. Άκουσα την πάγια θέση του περί απεμπλοκής από τη Συνθήκη των Πρεσπών. Η Νέα Δημοκρατία έκανε μία πολύ μεγάλη προσπάθεια για να μην υπογραφεί η συμφωνία των Πρεσπών, κάνοντας ακόμη και πρόταση μομφής. Σήμερα η συμφωνία έχει παράξει έννομα αποτελέσματα, τα Σκόπια είναι μέλος του ΝΑΤΟ και το μεγάλο διαπραγματευτικό όπλο του Βουκουρεστίου δεν υπάρχει πια. Είναι λοιπόν αδύνατο να υπάρξει απεμπλοκή από αυτή τη συμφωνία και σίγουρα δεν μπορεί να γίνει με ελληνική πρωτοβουλία.
Ερ. Θα λέγατε ότι οι απόψεις του Αντώνη Σαμαρά και των βουλευτών που τις ασπάζονται συνιστούν «απειλή» για την κυβέρνηση Μητσοτάκη;
Απ: Δεν πιστεύω ότι ο κ. Σαμαράς θέλει να βλάψει την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας σήμερα ο οποίος θέλει με οποιοδήποτε τρόπο να υπονομεύσει την προσπάθεια του Κυριάκου Μητσοτάκη, της Νέας Δημοκρατίας, αλλά κυρίως του 40% του ελληνικού λαού που μας εμπιστεύτηκε και ελπίζει σε ένα καλύτερο αύριο.
Ερ. Τέλος, θα ήθελα να βαθμολογήσετε τους πρώτους μήνες της κυβέρνησης.
Απ: Νομίζω ότι είναι σημαντικότερη η βαθμολογία των πολιτών και αυτή προκύπτει σαφέστατα από τις έρευνες κοινής γνώμης που έχουν δημοσιευθεί. Ο ελληνικός λαός είναι ικανοποιημένος από τους τέσσερις μήνες διακυβέρνησης, βλέπει βελτίωση στην πραγματική οικονομία και για πρώτη φορά μετά από αρκετά χρόνια αρχίζει και να την καταλαβαίνει στην τσέπη του. Είναι επίσης σίγουρο ότι οι προσδοκίες των Ελλήνων είναι υψηλές, γι’ αυτό και η κυβέρνηση πρέπει να συνεχίσει με την ίδια αποφασιστικότητα και αποτελεσματικότητα.