Debate News 24/7: Ξυδάκης vs Στυλιανίδης
Ο υποψήφιος με το ΣΥΡΙΖΑ στο Νότιο Τομέα Αθηνών και ο υποψήφιος με τη ΝΔ στη Ροδόπη διασταυρώνουν τα ξίφη τους για τη συμφωνία των Πρεσπών και το Βουκουρέστι, τις κυβερνήσεις Καραμανλή και Σημίτη, τα ιδιωτικά ΑΕΙ, την επαγγελματική και ειδική εκπαίδευση και την φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας.
- 04 Ιουλίου 2019 09:59
Το News 24/7 συνεχίζει τη νέα μορφή συνεντεύξεων που εγκαινίασε σε αυτή την προεκλογική περίοδο, εν είδει μικρών debate μεταξύ υποψηφίων στις εθνικές εκλογές που διασταυρώνουν τα ξίφη τους θέτοντας ερωτήματα ο ένας στον άλλο.
Ο υποψήφιος βουλευτής με το ΣΥΡΙΖΑ στο Νότιο Τομέα Αθηνών Νίκος Ξυδάκης και ο υποψήφιος με τη Νέα Δημοκρατία στη Ροδόπη Ευριπίδης Στυλιανίδης κάνουν διάλογο μέσω του News 24/7 για τη συμφωνία των Πρεσπών και το Βουκουρέστι, τις κυβερνήσεις Καραμανλή και Σημίτη, τα ιδιωτικά ΑΕΙ, την επαγγελματική και ειδική εκπαίδευση και την φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας.
“Είναι βέβαιο ότι σε ελάχιστο χρόνο χρόνια από σήμερα, ούτε καν σε δέκα χρόνια όπως είχε πει σε άλλη συγκυρία ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, όταν θα γίνει ψύχραιμη αποτίμηση, θα εκτιμηθεί η αξία της Συμφωνίας των Πρεσπών” εκτιμά ο κ.Ξυδάκης.
“Τα swaps της Κυβέρνησης Σημίτη, η υπερδιόγκωση του δημόσιου τομέα, τα τοκοχρεολύσια του υπερδανεισμού της Ελλάδας τη δεκαετία του ‘90 και αρχές της δεκαετίας του 2000, το κόστος των εξοπλιστικών Τσοχατζόπουλου κ.α. επιβάρρυναν την διακυβέρνηση Κ. Καραμανλή με το 85% και πλέον του χρέους και του ελλείμματος που πονηρά υπερδιογκώθηκε και μετά το Σεπτέμβριο του 2019” τονίζει από την πλευρά του μεταξύ άλλων ο κ.Στυλιανίδης.
Το debate των δύο υποψηφίων
Νίκος Ξυδάκης: Είναι επιβλαβής για τα γεωστρατηγικά συμφέροντα της Ελλάδος η Συμφωνία των Πρεσπών; Θα την τροποποιήσει η ΝΔ ή θα τη διατηρήσει, αν και εφόσον σχηματίσει κυβερνήση;
Ευριπίδης Στυλιανίδης: Η Συμφωνία των Πρεσπών είναι το αποτέλεσμα μιας κακής διαπραγμάτευσης που έγινε στην πιο ακατάλληλη στιγμή από το ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς εθνική συνεννόηση και με περισσή ιστορική ιδεοληψία. Δίνει πολλά στην άλλη πλευρά, χωρίς να παίρνει σχεδόν τίποτε για την Ελλάδα. Δίνει ένα συμβιβαστικό όνομα για το οποίο αγωνίστηκαν πολλές γενιές. Αναγνωρίζει μια εθνοτική ταυτότητα και μια γλώσσα που δεν υπάρχουν. Αφήνει ανοιχτό το ζήτημα των εμπορικών επωνυμιών εκατοντάδων Ελληνικών επιχειρήσεων στην Μακεδονία μας με εξωστρεφή δραστηριότητα. Προσφέρει την Ασφάλεια του ΝΑΤΟ και την Ευημερία της Ευρωπαϊκής προοπτικής στους γείτονες μας, χωρίς όμως να ρυθμίζει με σαφήνεια θέματα δίκαιωμάτων στην ΑΟΖ του Βορείου Αιγαίου ή σημαντικά θέματα περιβαντολλογικής πολιτικής στους κατιόντες ποταμούς Αξιό και Στρυμόνα, μέσω των οποίων τα απόβλητα των βυρσοδεψίων της γειτονικής χώρας καταλήγουν στον κάμπο της Μακεδονίας μας και στο Β. Αιγαίο.
Δυστυχώς δώσαμε πολλά και δεν πήραμε τίποτε περισσότερο από θεωρητικές ευχές κατά του αλυτρωτισμού. Αυτό που τώρα μας μένει, όπως τόνισε και ο Κ. Μητσοτάκης είναι ένα, να αξιοποιήσουμε τα διαπραγματευτικά εργαλεία της ΕΕ για να διορθώσουμε λάθη, να συμπληρώσουμε κενά ή να αναπέμψουμε πολιτικές που μπορούν να υπονομεύσουν την ιστορική μας ταυτότητα, τη σταθερότητα και τη συνεργασία στην περιοχή.
Ευριπίδης Στυλιανίδης: Γιατί η κυβέρνηση απέφυγε την εθνική συνεννόηση πριν την οποιαδήποτε διαπραγμάτευση για το ζήτημα των Σκοπίων, αποδυναμώνοντας τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας και για ποιο λόγο υποχώρησε από τις κόκκινες γραμμές, παραχωρώντας εθνότητα και γλώσσα, αναβάλλοντας και την κατοχύρωση των εμπορικών επωνυμιών Ελληνικών εταιρειών από τη Μακεδονία;
Νίκος Ξυδάκης: Καταρχάς το να μιλά κανείς για παραβίαση κόκκινων γραμμών τις μέρες που έχουν δημοσιοποιηθεί οι επιστολές Καραμανλή, από το 2005, που δεχόταν την ονομασία Μακεδονία – Σκόπια, χωρίς εξάλειψη του αλυτρωτισμού, χωρίς καμία συνταγματική αναθεώρηση της γείτονος, είναι, τι να πω, το λιγότερο υποκριτικό. Λυπάμαι πολύ για την υποκρισία και τη χυδαία προεκλογική δημαγωγία της ΝΔ, που πλήγωσε τους πολίτες και τη δημοκρατία, λυπάμαι για την εικόνα ενός πρώην πρωθυπουργού να βρίσκεται πλάι σε ακραίους έξω από τη Βουλή ― και προφανώς δεν μιλώ για όλο τον κόσμο που πήρε μέρος στα συλλαλητήρια, προφανώς δεν το κάνω και δεν το έκανα ποτέ, δημοκρατία έχουμε, καλώς διαδήλωνε και εκδήλωνε τα συναισθήματά του ο κόσμος, αναφέρομαι αποκλειστικά στους ακροδεξιούς ανάμεσα στους διαδηλωτές που επιχείρησαν ως και τη Βουλή να καταλάβουν για να στείλουν μήνυμα ισχύος και ταπείνωσης της δημοκρατίας.
Από την άλλη πράγματι δεν επετεύχθη εθνική ομοθυμία αλλά δεν είναι σωστό να λέμε ότι την απέφυγε η κυβέρνηση. Από πολύ νωρίς ο κ. Μητσοτάκης χρησιμοποίησε εμπρηστική ρητορική στο Μακεδονικό, μεταφέροντας τη συζήτηση από το πεδίο της επιχειρηματολογίας στο πεδίο του θυμικού. Ούτε διάθεση υπήρξε ούτε δυνατότητα συνεννόησης με την ΝΔ αφ’ ής στιγμής το θέμα συζητιόταν και εντός της Βουλής με όρους «μακεδονομάχων», «εθνομηδενιστών» και «προδοτών». Μετέτρεψε ένα ζήτημα εξωτερικής πολιτικής σε ζήτημα εθνικής ταυτότητας.
Το έλλειμμα εντοπίζεται αλλού: δεν εξηγήθηκαν με ψυχραιμία στον ελληνικό λαό όλες τις πτυχές του ζητήματος, κυρίως τα βραχυπρόθεσμα και τα μακροπρόθεσμα στρατηγικά οφέλη της Ελλάδας. Δυστυχώς δεν έγινε γενικά αυτή η συζήτηση στο δημόσιο χώρο. Ούτε από τους πολιτικούς ούτε από την ακαδημαϊκή κοινότητα ούτε από δημοσιογράφους γνώστες των θεμάτων αυτών. Χρειάζεται να αφήσουμε κατά μέρους την διστακτικότητα και να επιδείξουμε πολιτική γενναιότητα και ευθυκρισία, να μιλήσουμε στον κόσμο και να ακούσουμε τον κόσμο. Δεν λύνονται τα μεγάλα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής με αδράνεια και ερεθίζοντας το θυμικό. Βλέπεις το συμφέρον της χώρας, εκμεταλλεύεσαι τη συγκυρία και προχωράς.
Η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα εκμεταλλεύτηκε την ευνοϊκότερη συγκυρία με βούληση και αποφασιστικότητα,γνωρίζοντας το πολιτικό κόστος. Προχώρησε και αυτό θα μείνει. Αντί τώρα να παζαρεύει η Τουρκία να κάνει βάση στρατιωτική 60 χμ. από τα ελληνικά σύνορα, η Ελλάδα έχει αναλάβει τον έλεγχο του εναερίου χώρου της Β. Μακεδονίας και ο πρωθυπουργός Ζάεφ υποδέχεται τον Ελληνα αρχηγό ΓΕΕΘΑ, που αναπτύσσει Ελληνες αξιωματικούς στη Β. Μακεδονία.
Ως προς τα εμπορικά σήματα είναι τουλάχιστον παραπλανητικό και φθηνή κινδυνολογία να μιλάμε για αναβολή κατοχύρωσης. Η Συμφωνία είναι απολύτως συμβατή τόσο με το ευρωπαϊκό κεκτημένο όσο και με το διεθνές δίκαιο για την εμπορική ιδιοκτησία. Αυτό σημαίνει ότι όλα τα σήματα Ονομασίας Προελεύσεως είναι πλήρως κατοχυρωμένα σύμφωνα με το κοινοτικό κεκτημένο, από έτη πολλά, ενώ όσα σήματα έχουν καταχωριστεί από ελληνικές επιχειρήσεις σε εθνικό, ευρωπαϊκό ή διεθνές επίπεδο είναι απολύτως προστατευμένα.
Για τη γλώσσα και την ταυτότητα: Τίποτα απολύτως δεν παραχωρήθηκε. Τους παραχωρήσαμε μήπως την ελληνική γλώσσα; Ή μήπως δεν μιλούσαν καμία γλώσσα αυτοί οι άνθρωποι; Οι διατάξεις της Συμφωνίας είναι άριστες και δεν «παραχωρούν» απολύτως τίποτα που δεν ήταν ήδη κατοχυρωμένο σε διεθνείς οργανισμούς. Είναι βέβαιο ότι σε ελάχιστο χρόνο χρόνια από σήμερα, ούτε καν σε δέκα χρόνια όπως είχε πει σε άλλη συγκυρία ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, όταν θα γίνει ψύχραιμη αποτίμηση, θα εκτιμηθεί η αξία της Συμφωνίας.
Νίκος Ξυδάκης: Η υπερφόρτωση του χρέους κατά 120 δισ. (από 180 δισ. Το 2004) και το έλλειμμα 15%, το 2009, συνετέλεσαν να οδηγηθεί η χώρα στα μνημόνια και την κοινωνική κρίση;
Ευριπίδης Στυλιανίδης: Τα swaps της Κυβέρνησης Σημίτη, η υπερδιόγκωση του δημόσιου τομέα, τα τοκοχρεολύσια του υπερδανεισμού της Ελλάδας τη δεκαετία του ‘90 και αρχές της δεκαετίας του 2000, το κόστος των εξοπλιστικών Τσοχατζόπουλου κ.α. επιβάρρυναν την διακυβέρνηση Κ. Καραμανλή με το 85% και πλέον του χρέους και του ελλείμματος που πονηρά υπερδιογκώθηκε και μετά το Σεπτέμβριο του 2019. Ο ρυθμός ανάπτυξης της Ελλάδας πριν το 2009 ήταν πάνω από το μέσο όρο της Ευρωζώνης. Όσο η Ελλάδα πατούσε πηδαλι πήγαινε. Δυστυχώς σταμάτησε να το κάνει μετά την εκλογή Γ. Παπανδρέου, ο οποίος πριν είχε αρνηθεί και την πρόσκληση Κ.Καραμανλή για Εθνική Συνεργασία. Πάντως η κρίση δε γεννήθηκε στην Ελλάδα. Απλά διήλθε στην ΕΕ από τη χώρα μας. Δεν ισχυρίζομαι ότι δεν κάναμε λάθη. Απλά πιστεύω ότι μας χρέωσαν περισσότερα από αυτά που μας αφορούσαν. Αυτοστοχοποιηθήκαμε όταν κάποιοι μίλησαν για «Τιτανικό και διεφθαρμένο λαό», παρότι αυτός μόλις τους είχε εκλέξει.
Αν είχαν δεχθεί την Εθνική Συννενόηση θα ξεπερνούσαμε ευκολότερα την κρίση και θα προστατεύαμε περισσότερο το λαό μας. Μη ξεχνούμε όμως ότι και τα παιχνίδια ΣΥΡΙΖΑ- Βαρουφάκη το 2015 στοίχισαν πάνω από 100 δις ευρώ πάνω που η Ελλάδα πήγαινε να συνέλθει.
Ευριπίδης Στυλιανίδης: Η Κύπρος μέσα σε μια δεκαετία, χωρίς σχετική παράδοση, απελευθερώνοντας την Ανώτατη Εκπαίδευση, μετεξελίχθηκε σε Διεθνές Εκπαιδευτικό Κέντρο με χιλιάδες φοιτητές από 61 Χώρες. Πάνω από 5% του ΑΕΠ της διασφαλίζεται πλέον από την εκπαίδευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ γιατί επιμένει ιδεοληπτικά στην άρνηση της αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος και στο μονοπώλειο του κρατικού Πανεπιστημίου χάνοντας ευκαιρίες για τη Χώρα και τους νέους Έλληνες επιστήμονες;
Νίκος Ξυδάκης: Τα περί ιδεοληψίας είναι απολύτως αστήρικτα, από τα ψυχροπολεμικά στερεότυπα που αρέσκεται να επαναλαμβάνει η ΝΔ όταν μιλά για την Αριστερά. Έχω πει και στο παρελθόν, κατά τη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος, ότι το ερώτημα που πρέπει να θέσουμε ως κοινωνία είναι τι θα μας προσφέρει αν εγκαθιδρύσουμε και εμείς ένα εμπορικό καθεστώς Παιδείας. Γνωρίζουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος των κολλεγίων που φύτρωσαν σαν μανιτάρια στην Κύπρο προσφέρουν χαμηλού ή μεσαίου επιπέδου μόρφωση, εστιάζοντας κυρίως στην εμπορική πλευρά του ζητήματος. Είναι λοιπόν ζητούμενο για την Ελλάδα να επιτρέψουμε με ένα νόμο να μετατραπούν τα ΙΕΚ σε πανεπιστήμια; Τι σημαίνει για μία κοινωνία να αποκτώνται τόσο εύκολα τόσο πολλά πτυχία; Θα θέλαμε γιατρούς ή δικηγόρους αποφοίτους κολλεγίων με τέτοιο στάτους;
Πέρα από αυτό, είναι λίγο πρόωρο να μιλάμε για επιτυχία του μοντέλου της Κύπρου. Ανάλογα μοντέλα, στην Πορτογαλία λ.χ., κατέληξαν με μαζικά κλεσίματα τέτοιων κολεγίων. Στην Κύπρο κύρος συνεχίζουν και έχουν μόνο τα δύο δημόσια πανεπιστήμια, Κύπρου και Λεμεσσού. Μην συγκρίνουμε το φαντασιακό ιδιωτικό πανεπιστήμιο ή κολλέγιο ή ΙΕΚ, αυτό που βρίσκεται μονάχα στο μυαλό κάποιων, με τα μη κερδοσκοπικά Χάρβαρντ και Πρίνστον, που έχουν καταπιστεύματα και προϋπολογισμούς συγκρίσιμους με κρατικούς. Ποιος θα χρηματοδοτήσει ένα Πρίνστον ή ένα Γιέιλ στην Ελλάδα;
Ποιο θα μπορούσε να είναι το μοντέλο; Προφανώς να βελτιώσουμε τις συνθήκες και την ποιότητα των ελληνικών δημόσιων πανεπιστημίων. Υπάρχουν στρεβλώσεις και έχουμε περιθώρια περαιτέρω βελτίωσης. Αλλά όχι όπως έγινε πριν από λίγα χρόνια όταν η τότε κυβέρνηση ΝΔ κατήργησε ειδικότητες στα Επαγγελματικά Λύκεια, και έστειλε τα παιδιά των φτωχών οικογενειών να πληρώνουν 2000 και 3000 ευρώ σε ιδιωτικά ΙΕΚ. Ο υπουργός κ. Αρβανιτόπουλος υποβάθμιζε τα ΕΠΑΛ, απέλυε 2.500 καθηγητές και εγκαινίαζε ιδιωτικό ΙΕΚ στον Πειραιά.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι να κάνουμε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση σε βάθος εικοσαετίας, προσαρμοσμένη στη ελληνική κοινωνία. Έτσι πρέπει να τεθεί το ζήτημα. Στην Ελλάδα το δημόσιο πανεπιστήμιο έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο στην κοινωνική κινητικότητα του Μεταπολέμου. Αυτόν τον ρόλο πρέπει να ενισχύσουμε.
Νίκος Ξυδάκης: Η κυβέρνηση ΝΔ , με υπουργό Παιδείας τον Κων. Αρβανιτόπουλο, κατάργησε πενήντα ειδικότητες στα Επαγγελματικά Λύκεια και τα Τεχνικά Σχολεία, υποστηρίζοντας ότι είναι αντικείμενα κατάρτισης και όχι τυπικής εκπαίδευσης. Ο κ. Αρβανιτόπουλος τον ίδιο καιρό εγκαινίαζε ιδιωτικό ΙΕΚ στον Πειραιά. Η ΝΔ εμμένει στη συρρίκνωση των Επαγγελματικών Λυκείων και των σχολείων ειδικής αγωγής;
Ευριπίδης Στυλιανίδης: Η Νέα Δημοκρατία επί των ημερών μου στο Παιδείας ήταν η πρώτη Κυβέρνηση που ολοκλήρωσε θεσμικό πλαίσιο πρότυπο ανά την Ευρώπη για τα άτομα με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Κατασκευάσαμε μέσα σε 2 μόλις χρόνια 923 σχολικά συγκροτήματα και πολλά ειδικά σχολεία. Καλύψαμε με πληρότητα τα λειτουργικά κενά και προμηθέψαμε με τα πιο σύγχρονα εποπτικά τα ειδικά Σχολεία για να είναι προσβάσιμα. Συνδέσαμε τα Επαγγελματικά Λύκεια με την αγορά εργασίας και απενοχοποιήσαμε την επιχειρηματικότητα, μειώνοντας τότε την ανεργία θεαματικά. Δεν πρέπει κάποιοι να έχουν επιλεκτική μνήμη. Ας ρωτήσουν γονείς και εκπαιδευτικούς να τους πούνε πότε υπήρξε μεγαλύτερη ευρυθμία και λειτουργικότητα στην εκπαίδευση και πότε απαξίωση, διάλυση και ιδεοληπτική προσέγγιση ακόμα και σε αξιακά θέματα, που συνδέονται με την εθνική μας ταυτότητα και την επαγγελματική προοπτική των νέων μας.
Ευριπίδης Στυλιανίδης: Η υπερφορολόγηση των ακινήτων, οι παράλογες αντικειμενικές αξίες στην ελληνική περιφέρεια, η εργαλειοποίηση της πολεοδομίας και του κτηματολογίου με τη μορφή του εισπρακτικού μηχανισμού, το υψηλό κόστος των διαφόρων νομικών πράξεων(μεταβίβαση, δωρεά, κληρονομιά κλπ) προσβάλουν το ιερό δικαίωμα της ιδιοκτησίας στον σκληρό του πυρήνα. Έχουμε 250.000 αποποιήσεις κληρονομιών. Για ποιο λόγο αυτή η κυβέρνηση μας αναγκάζει να ξανααγοράσουμε την περιουσία των γονιών μας δύο φορές κατά τη διάρκεια της ζωής μας; Μήπως κρατικοποιεί έτσι και την ιδιοκτησία;
Νίκος Ξυδάκης: Ο ΣΥΡΙΖΑ τα έκανε όλα αυτα; Μιλάτε για αντικειμενικές αξίες και εργαλειοποίηση της πολεοδομίας; Οι άνθρωποι τώρα σταμάτησαν σε όλη τη μεταπολίτευση να είναι όμηροι της ατζέντας του κάθε υπαλλήλου της πολεοδομίας, χάρη στην πλατφόρμα ηλεκτρονικής αδειοδότησης! Κτηματολόγιο και δασολόγιο ήταν ανύπαρκτα, τα προχωράμε με ταχείς ρυθμούς. Οι άνθρωποι που αποποιούνται τις κληρονομιές είναι εκείνο το μικρομεσαίο πλήθος του «μαζί τα φάγαμε» του Πάγκαλου, αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι που παρήγαγε η μεγάλη κρίση του 2010, όταν κατέρρευσε το σύμπαν. Δεν χρεοκόπησε ο ΣΥΡΙΖΑ τη χώρα. Άλλοι βούλιαξαν τη χώρα, άλλοι έγραφαν τα διψήφια ελλείμματα σε χαρτοπετσέτες, άλλοι δανείστηκαν με φρενήρη ρυθμό και οδήγησαν τη χώρα στην κρίση και 1 εκατομμύριο ανθρώπους στην ανεργία. Η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή παρέλαβε χρέος 180 δισ.και παρέδωσε 300 δισ. και κρυμμένο έλλειμμα 15,6%.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε. Δεν χρεοκόπησε στα χέρια μας η χώρα. Αντίθετα η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ σταθεροποίησε την οικονομία, αφήνει μαξιλάρι ασφάλειας 15ετίας, νομοθέτησε τις 120 δόσεις που θα ανακουφίσουν ακριβώς τους ανθρώπους αυτούς που δυσκολεύονται να πληρώσουν το φόρο κληρονομιάς. Η ΝΔ κατέστρεψε τη μεσαία τάξη, τη φτωχοποίησε. Εμεις διασώσαμε ακριβώς τους έκπτωτους μικρομεσαίους, τους συνέλληνες, όπως έχουμε ιερό καθήκον.
Ο κ. Μητσοτάκης τι λέει για όλα αυτά; Να σας πω: Εχει συμφωνήσει για εκχώρηση των επικουρικών σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες, φορτώνοντας μεταβατικό κόστος 50 δισ. στο Δημόσιο, και έχει συμφωνήσει για γενίκευση της δουλοπαροικίας των ενοικιαζόμενων εργαζόμενων. Αυτα δεν αναφέρονται ούτε στα ψιλά του προγράμματος της ΝΔ.