Εκλογές σε Γαλλία – Αγγλία: Ιστορικές αλλαγές, προκλήσεις και ελληνικές αναγωγές
Διαβάζεται σε 6'Πώς και βάσει ποιων παραγόντων διαμορφώθηκαν τα τελικά αποτελέσματα στις δύο σημαίνουσες ευρωπαϊκές χώρες; Ποια τα μηνύματα και οι αντικειμενικές προκλήσεις που προκύπτουν από αυτά;
- 10 Ιουλίου 2024 14:35
Πριν από λίγα μόλις εικοσιτετράωρα, συνέβη μια ιστορική ανατροπή στον β΄ γύρο των γαλλικών βουλευτικών εκλογών, θέτοντας έτσι ένα εναλλακτικό πολιτικό παράδειγμα, τόσο σε συμβολικό όσο και πρακτικό επίπεδο.
Η αριστερή συμμαχία του Νέου Λαϊκού Μετώπου (NFP: Ανυπότακτη Γαλλία του Μελανσόν, Σοσιαλιστές, Οικολόγοι και Κομμουνιστές) κατέλαβε την πρώτη θέση (182 έδρες). Aκολούθησε το κόμμα Μακρόν (RE, 168 έδρες), ενώ τρίτη κατέληξε η Λεπέν (RN, 143 έδρες). Το ακροδεξιό λεπενικό κόμμα υπέστη έτσι μια ταπεινωτική ήττα.
Γαλλία: Ιστορική ανατροπή, ρευστά δεδομένα
Η εξέλιξη αυτή έγκειται σε τρεις καθοριστικούς παράγοντες:
Πρώτον, στην άμεση σύναψη ρεαλιστικής, προοδευτικής και επίκαιρης προγραμματικής συμφωνίας (βλ. ανάσχεση ακρίβειας, αντιμετώπιση στεγαστικής κρίσης, στήριξη δημόσιας υγείας και παιδείας, φορολόγηση μεγάλου κεφαλαίου, καλύτερο συνταξιοδοτικό και εργασιακό πλαίσιο, αλλαγή εξωτερικής πολιτικής με έμφαση στην επίλυση του Παλαιστινιακού) μακριά από δικαιωματίστικες φανφάρες, των αριστερών και κεντροαριστερών δυνάμεων σε άμεσο χρόνο, που αποφάσισαν κοινή εκλογική κάθοδο την ίδια μόλις μέρα που ο Μακρόν προκήρυξε τις εκλογές – στοίχημα στον απόηχο της συντριβής του στις ευρωκάλπες.
Δεύτερον, στη μεγάλη εκλογική συμμετοχή του κόσμου, η οποία προσέγγισε το 67%, σημειώνοντας υψηλό 43 ετών.
Τρίτον, στη συνεννόηση του αντι – λεπενικού κομματικού μετώπου, αφού δόθηκε «γραμμή» στήριξης αντι – λεπενικών υποψηφίων ανά εκλογική περιφέρεια, με το εκάστοτε κομματικό στρατόπεδο να αποσύρει υποψηφίους του κατά περίπτωση, με γνώμονα να καταποντιστούν οι εκπρόσωποι του RN. Όλα αυτά οδήγησαν στην πλήρη διάψευση των δημοσκοπικών εκτιμήσεων.
Συμπληρωματικά, την Λεπέν φαίνεται να ζημίωσε σε εθνικό και επικοινωνιακό επίπεδο η μεροληπτική της διάθεση απέναντι στους πολίτες με διπλή υπηκοότητα.
Ωστόσο, το κοινοβουλευτικό αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά ασταθές. Κανένας σχηματισμός δεν έχει απόλυτη πλειοψηφία (289 έδρες). Επίσης, βάσει του γαλλικού συντάγματος δεν προβλέπεται διάλυση της Βουλής και προκήρυξη νέων βουλευτικών εκλογών για τουλάχιστον ένα έτος. Άρα, έχουμε ένα φαινόμενο Hung Parliament, με πιθανότητες ευκαιριακών συμμαχιών και κοινοβουλευτικών φυλλορροών στη βάση ενός modus operandi ανοχής.
Ο Μελανσόν ήδη δήλωσε πως δεν θα συνεργαστεί με τον Μακρόν, κίνηση άκρως αναμενομένη, αφού οποιαδήποτε συνεργασία με τον πλέον απονομιμοποιημένο και ηττημένο Μακρόν θα σήμαινε πολιτική αυτοκτονία ενόψει των προεδρικών εκλογών του 2027. Μένει να φανεί αν θα επιλεγεί ο δοκιμασμένος πλην όμως «αιρετικός» για το βαθύ γαλλικό σύστημα Μελανσόν ως επίσημος προεδρικός υποψήφιος, ή αν θα βρεθεί κάποιο νεότερο πρόσωπο ευρύτερης αποδοχής του γαλλικού προοδευτικού στρατοπέδου. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο κίνδυνος της αντιδραστικής ακροδεξιάς παραμένει, αφού μπορεί η Λεπέν να έχασε στη μάχη των εδρών στα πλαίσια του γαλλικού εκλογικού συστήματος, ωστόσο σε απόλυτους αριθμούς ο σχηματισμός της Λεπέν συνέλεξε γύρω στις 10 εκατομμύρια ψήφους, όταν το Νέο Λαϊκό Μέτωπο συγκέντρωσε γύρω στις 7 εκατομμύρια ψήφους.
Αυτό το ασταθές κοινοβουλευτικό και κατ’ επέκταση κυβερνητικό status quo πιθανώς να οδηγήσει σε αρνητικό οικονομικό κλίμα, σε μια Γαλλία με υπερβολικό έλλειμμα (5,5%) και υψηλό δημόσιο χρέος (111% του ΑΕΠ) ενόψει του νέου δημοσιονομικού συμφώνου, που μπαίνει σε πλήρη εφαρμογή από το 2025. Ακόμα και έτσι, οι δυνάμεις του NFP πρέπει τώρα να δράσουν ενωτικά και στρατηγικά στη βάση του κοινού τους προγράμματος, ώστε να μην οδηγηθούν σε διασπάσεις/κατακερματισμό, αξιοποιώντας την προοπτική του momentum τους. Εάν, αντιθέτως, προχωρήσουν σε αποδιοργάνωση του μετώπου που οι ίδιες δημιούργησαν (με τους Σοσιαλιστές να «φλερτάρουν» ήδη με το κόμμα Μακρόν), τα αποτελέσματα θα ευνοήσουν μονάχα την ακροδεξιά σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο.
Αγγλία: Πώς επέστρεψαν οι Labour στην εξουσία;
Οι Labour επέστρεψαν στην εξουσία μετά από 14 χρόνια διακυβέρνησης των συντηρητικών Tories, με μια άνετη εκλογική επικράτηση απόλυτης πλειοψηφίας. Ωστόσο, η νίκη των Labour υπό τον κεντροαριστερό και σαφώς μετριοπαθή Starmer οφείλεται περισσότερο στην εκλογική τιμωρία των Tories παρά στην άνοδο των Labour. Την απόλυτη πλειοψηφία που εξασφάλισαν την οφείλουν περισσότερο στο εκλογικό σύστημα του Ηνωμένου Βασιλείου, παρά στην δυναμική τους. Ενδεικτικά, οι Εργατικοί κέρδισαν σε σχέση με το 2019 μόλις 1,6%, ενώ οι Συντηρητικοί έχασαν 20% των ψήφων τους. Αντίστοιχα, η φθορά των Συντηρητικών απορροφήθηκε εν πολλοίς από το ακροδεξιό κόμμα (Reform UK) στο οποίο συμμετέχει πλέον ως βουλευτής ο Νάιτζελ Φάρατζ, ο άνθρωπος που ηγήθηκε του Brexit, μπαίνοντας έτσι για πρώτη φορά στη Βουλή των Κοινοτήτων.
Αξίζει να σημειωθεί πως ένας λόγος μη περαιτέρω ενίσχυσης των Labour είναι η αποπομπή και ανεξαρτητοποίηση πρώην στελεχών τους, όπως ο πρώην αρχηγός τους Jeremy Corbyn που κατάφερε να επανεκλεγεί στην εκλογική του έδρα, λόγω της προβληματικής στάσης των Labour, με ενδεικτικό παράδειγμα την απογοητευτική τους προσέγγιση ως προς το Παλαιστινιακό ζήτημα. Υπολογίζεται πως οι Labour έχασαν έτσι τουλάχιστον 5 κοινοβουλευτικές έδρες. Τώρα αρχίζει το πραγματικό στοίχημα της διοίκησης Starmer, αφού βάσει πρόσφατων ποιοτικών ερευνών η πλειοψηφία του βρετανικού εκλογικού κοινού απαιτεί απτά αποτελέσματα με μικρά περιθώρια ανοχής, άρα σε καμία περίπτωση συμβιβαστικές μετριότητες τύπου Tony Blair.
Σε κάθε περίπτωση, με αυτές τις εξελίξεις μπορούμε να μιλάμε για μια αισιόδοξη στροφή ενός σημαντικού μέρους του ευρωπαϊκού πληθυσμού προς μια σαφώς πιο δημοκρατική, φιλοκοινωνική και προοδευτική διακυβέρνηση, σε αντίθεση με την διεθνή και πανευρωπαϊκή ακροδεξιά τάση. Αν οι υπάρχουσες ευκαιρίες δεν αξιοποιηθούν και χαθούν μέσα από μαξιμαλιστικούς κατακερματισμούς ή/και κομφορμιστικές μετριότητες, τότε θα ενισχυθεί αναπόδραστα η αντιδραστική ακροδεξιά, εκμεταλλευόμενη το πολιτικό κενό που αφήνει πίσω της η διεθνώς παραπαίουσα νεοφιλελεύθερη (κεντρο)δεξιά.
Η Ελληνική… αναγωγή
Υπό το φως των ανωτέρω εξελίξεων, πρέπει να γίνει μια μικρή αναγωγή και ως προς τα του οίκου μας. Στην Ελλάδα, οι σημερινές κομματικές ηγεσίες των αντίστοιχων ιδεολογικοπολιτικών δυνάμεων (βλ. ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Μέρα25, Νέα Αριστερά) σε καμία περίπτωση δεν αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα της τρέχουσας πολιτικής συγκυρίας.
Ούτε φαίνονται, ακόμα τουλάχιστον, διατεθειμένες να δημιουργήσουν κοινό ψηφοδέλτιο ή νέο φοiρέα στη βάση minimum προγράμματος και καινούριων προσώπων. Εξάλλου, κάτι τέτοιο κατέστη ανέφικτο και στο πλαίσιο του προηγούμενου εκλογικού συστήματος της απλής αναλογικής.
Εδώ οφείλουμε να κάνουμε μια αναγκαία επισήμανση: Μια τέτοια συσπείρωση – αν και εφόσον γίνει ποτέ – θα καταδικαστεί εν τη γενέσει της εάν βασιστεί σε «παλιά υλικά» (τόσο σε επίπεδο προσώπων/επιτελείων όσο και προτάσεων). Σε περίπτωση που συνεχιστεί αυτή η κοντόφθαλμη και μικροπολιτική άρνηση σύγκλισης από τις κομματικές γραφειοκρατίες των ελληνικών προοδευτικών δυνάμεων που βρίσκονται αριστερότερα της ΝΔ, τότε το πιθανότερο είναι πως θα υπερκεραστούν από την ίδια την κοινωνία.
*Ο Θεοφάνης Κοτσώνης είναι πολιτικός επιστήμονας και αναλυτής, απόφοιτος του ΠΕΔΔ ΕΚΠΑ. Εργάζεται σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα Jean Monnet Module το οποίο χρηματοδοτεί η Κομισιόν και υλοποιεί το ΕΚΠΑ.