Ελληνοτουρκικά: Ανησυχητικοί παραλληλισμοί
O διεθνολόγος Νίκος Λυσιγάκης γράφει για τις αιτιάσεις της Άγκυρας και εξηγεί γιατί οι τουρκικοί ισχυρισμοί δεν μπορούν να βρουν νομιμοποιητική βάση. Οι ανησυχητικές ομοιότητες με την ρωσική πολιτική στην Ουκρανία.
- 01 Ιουνίου 2022 06:09
Είναι γεγονός πως οι Τούρκοι αξιωματούχοι τυγχάνουν προνομιακής προβολής στα ελληνικά Μέσα. Τέτοια, που τους επιτρέπει να απευθύνονται ευθέως στο ελληνικό ακροατήριο, διεξάγοντας ουσιαστικά ψυχολογικές επιχειρήσεις εις βάρος του ελληνικού λαού. Το ζήτημα της αποστρατικοποίησης των νησιών του Αιγαίου, δεν είναι κάτι νέο για τη ρητορική της τουρκικής ηγεσίας. Έχει ενταχθεί στις τουρκικές θέσεις ήδη από το 1964, ενώ στις 13 Αυγούστου 1976 η γειτονική χώρα το έθεσε επισήμως για πρώτη φορά στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, υπό το πρίσμα της «παραβίασης» από την Ελλάδα των διατάξεων της Συνθήκης της Λωζάνης και της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων.
Τόσο σε επίπεδο Διεθνούς Δικαίου ωστόσο, όσο και σε πρακτικό επίπεδο, οι τουρκικοί ισχυρισμοί δε μπορούν να βρουν νομιμοποιητική βάση. Αποτελούν ένα κολάζ διαφορετικών γεγονότων και καταστάσεων που θα ήταν απίθανο να βρουν οποιοδήποτε έρεισμα στη διεθνή κοινότητα, καθώς, εκτός των άλλων, βρίθουν ανακολουθιών και αγνοούν τις θέσεις και την πρακτική της άλλης πλευράς, που θεμελιώνουν για την Ελλάδα το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας.
Κατ’ αρχάς το στρατιωτικό καθεστώς των Ελληνικών νησιών του Αιγαίου διέπεται από διαφορετικές συνθήκες, άρα δε μπορεί να υπάρχει συνολική αντιμετώπιση του ζητήματος.
Για παράδειγμα, η Συνθήκη της Λωζάνης του 1923, που προέβλεπε την αποστρατικοποίηση των Στενών των Δαρδανελίων, της Λήμνου, της Σαμοθράκης, της Ίμβρου και της Τενέδου, αντικαταστάθηκε το 1939, από τη Συνθήκη του Μοντρέ για το καθεστώς των Στενών. Σύμφωνα με το νέο καθεστώς, παραχωρούνταν το δικαίωμα στην Τουρκία να εξοπλίσει τα Στενά, και ως εκ τούτου η Ελλάδα αντέκρουσε ότι πια είχε κάθε δικαίωμα να εξοπλίσει και εκείνη με τη σειρά της τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη. Το γεγονός πως η Συνθήκη της Λωζάνης απαγορεύει την εγκατάσταση ναυτικών βάσεων ή οχυρωματικών έργων στη Μυτιλήνη, Χίο, Σάμο και Ικαρία, επιτρέπει στην Ελλάδα να διατηρεί συνήθη αριθμό καλουμένων για τη στρατιωτική θητεία στρατιωτών, οι οποίοι δύνανται να εκπαιδεύονται επί τόπου. Αντίστοιχα, το καθεστώς των Δωδεκανήσων διέπεται από τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947, στην οποία η Τουρκία δεν ήταν καν συμβαλλόμενο μέρος, γεγονός που σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο δεν της επιτρέπει να αποκτά δικαιώματα ή υποχρεώσεις.
Όλα αυτά όμως, ουδόλως απασχολούν στην ουσία τους τον Τ.Ερντογάν και το σύνολο του πολιτικού κόσμου της γειτονικής χώρας, διότι ας μην ξεχνάμε, πως κανείς από τους ηγέτες της τουρκικής αντιπολίτευσης δεν διαφοροποιείται από αυτό το πλαίσιο των διεκδικήσεων. Αυτό που έχει σημασία για τον Τούρκο Πρόεδρο είναι να ανατρέψει μια ολόκληρη εποχή που αποτυπώνεται στη Συνθήκη της Λωζάνης, και σύμφωνα με τον ίδιο, εξ’ αιτίας της τότε αδυναμίας της χώρας του, κατέληξε εις βάρος των τουρκικών συμφερόντων. Βαθιά μέσα του ο ίδιος πιστεύει πως η Δύση χρησιμοποιεί την Ελλάδα προκειμένου να περιορίζει την επιρροή της Τουρκίας στην περιοχή.
Κάποιος κυνικός ή συνηθισμένος από τις συνεχείς εντάσεις, θα μπορούσε να ισχυριστεί λοιπόν, πως η τουρκική ρητορική γίνεται για εσωτερική κατανάλωση. Η συνέπεια με την οποία το ζήτημα τίθεται στα διεθνή φόρα στο πλαίσιο της ελληνοτουρκικής διένεξης φανερώνει αν μη τι άλλο, τη στρατηγική της Τουρκίας να διευρύνει τις αξιώσεις εις βάρος της χώρας μας. Παρ’ όλα αυτά, οι δηλώσεις του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών Μ.Τσαβούσογλου με τις οποίες η αποστρατικοποίηση των νησιών του Αιγαίου συνδέεται ευθέως με την ελληνική κυριαρχία επ’ αυτών, οφείλουν να αναγνωστούν διαφορετικά πια, μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Εάν αναλύσει κανείς τη ρωσική στρατηγική θα βρει ανησυχητικές ομοιότητες. Σύμφωνα με τους Ρώσους αξιωματούχους, «η Ουκρανία πρέπει να αποστρατικοποιηθεί», διότι «η σημερινή κατάσταση αποτελεί ιστορικό λάθος» της λενινιστικής περιόδου της Σοβιετικής Ένωσης. Και ως το ισχυρότερο μέρος της σχέσης αυτής, το Κρεμλίνο αφού προσπάθησε να «συνετίσει» τη γειτονική του χώρα ώστε να συμμορφωθεί, τελικά αναγκάστηκε να παρέμβει, προκειμένου η αδύναμη πλευρά, η ουκρανική, να υποστεί τη λεγόμενη «φιλανδοποίηση». Την εξουδετέρωση κάθε δυνατότητας του δηλαδή, να ανταγωνιστεί τα ρωσικά συμφέροντα.
Δεν είναι λάθος, πως πολλές φορές τέτοιες ρητορικές υποκρύπτουν εκλογικές αγωνίες. Σε μια εποχή όμως, που το δράμα της Μαριούπολης έφτασε σε κάθε ευρωπαϊκό σπίτι, είμαστε υποχρεωμένοι να ψάχνουμε την αλήθεια πίσω από κάθε λέξη. Η Τουρκία μοιάζει σε τροχιά ρήξης με τη Δύση και η Ελλάδα σήμερα, διαθέτει όλα εκείνα τα δυτικά στοιχεία, με τα οποία θα ήθελε να συγκρουστεί ο Τ.Ερντογάν.
*Ο Νίκος Λυσιγάκης είναι διεθνολόγος.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις