Ελληνοτουρκικά: Από την κρίση στον διάλογο, μέσω Βερολίνου
Για συζητήσεις και διαπραγματεύσεις φαίνεται να ετοιμάζεται η κυβέρνηση, παρότι το Oruc Reis συνεχίζει να πλέει στην Ν.Α Μεσόγειο. Τι στίγμα έδωσε το διάγγελμα του πρωθυπουργού και γιατί η Αθήνα εκτιμά ότι ο Ερντογάν θα «καθίσει στο τραπέζι».
- 13 Αυγούστου 2020 06:13
Από τις απανωτές κρίσεις …στον διάλογο. Αυτή την τροπή φαίνεται να παίρνουν οι εξελίξεις στα ελληνοτουρκικά, παρότι το Oruc Reis συνεχίζει την «παρέλασή» του στην Ν.Α Μεσογείο, (έστω και εκτός ελληνικής υφαλοκρηπίδας) ενώ οι διπλωματικές επαφές της Ελλάδας εξελλίσονται με αμείωτο ρυθμό. Η λέξη «διάλογος» καταγράφθηκε αρκετές φορές στο χθεσινό διάγγελμα του πρωθυπουργού, ενώ από το ύφος που έγιναν οι εξαγγελίες διαφαίνεται ότι οδηγούμαστε σε εκτόνωση της κατάστασης. Εφόσον δεν προκύψουν νέα δεδομένα προκλητικών συμπεριφορών από την πλευρά της Τουρκίας και η σημερινή επίσκεψη του Νίκου Δένδια στο Ισραήλ δεν συνοδευθεί από κάποια έκπληξη, διαφαίνεται ότι η κυβέρνηση προσανατολίζεται στην επαναφορά του καθεστώτος της …αναμονής των διερευνητικών επαφών Ελλάδας – Τουρκίας. Με την Γερμανία να έχει τον πρώτο λόγο ως μεσολαβητής αλλά και εκπρόσωπος της ευρωπαϊκής παρέμβασης,
Σαφές μήνυμα
Το μήνυμα έδωσε με σαφήνεια στο διάγγελμά του ο πρωθυπουργός ξεκαθαρίζοντας πως «προσβλέπουμε να επικρατήσει, επιτέλους, η λογική στη γειτονική μας χώρα. Ώστε να μπορέσει να ξεκινήσει ένας καλόπιστος διάλογος» που θα αφορά «τη μία διαφορά που αποτελεί το αντικείμενο συζήτησης και ενδεχόμενης προσφυγής σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο: Την οριοθέτηση Θαλασσίων Ζωνών στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο». Μάλιστα αναφερόμενος στην κατάσταση στην Μεσόγειο έδωσε στίγμα επισημαίνοντας πως «δεν θα είμαστε ποτέ αυτοί που πρώτοι θα οξύνουμε τα πράγματα».
Σε άλλο σημείο του διαγγέλματος ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανέφερε ότι «είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε με όλους τους γείτονές μας. Δεν φοβόμαστε τον διάλογο, ακόμη και τον πιο δύσκολο, γιατί έχουμε πίστη στο δίκαιο των θέσεών μας». Μάλιστα προδιέγραψε και το επιδιαιτητικό πλαίσιο που φαίνεται να επιθυμεί η κυβέρνηση «το ζήτημα δεν αφορά μόνο τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Αλλά και τις σχέσεις όλης της Ευρώπης με την Τουρκία». Αυτά ενώ αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι σύμφωνα με ανακοινώσεις που είχε κάνει ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας πριν να ανακοινωθεί η NAVTEX στην οποία κινείται σήμερα το Oruc Reis οι διμερείς διερευνητικές επαφές θα ξεκινούσαν στις 24 Αυγούστου. Συμφωνία που δύσκολα θα τηρηθεί με τις παρούσες συνθήκες, πλην όμως θα μπορούσε να εκκινήσει με καθυστέρηση μερικών εβδομάδων.
Γιατί η Τουρκία θα «καθίσει στο τραπέζι».
Όσον αφορά του λόγους που η κυβέρνηση πιστεύει ότι η Τουρκία τελικά θα οδηγηθεί σε διάλογο, παρά το δεδομένο της συμφωνίας Ελλάδας – Αιγύπτου που αμφισβητεί με γνώμονα τον διεθνές δικαιο, αν δεν ακυρώνει, το σύμφωνο Λιβύης – Τουρκίας, είναι ουσιαστικά τρείς:
Ο πρώτος σχετίζεται με την στάση της Ευρώπης που η κυβέρνηση εκτιμά ότι έχει αντιληφθεί ότι τίθεται «θέμα Τουρκία». Παρότι η Ε.Ε δεν επιθυμεί να είναι αυτή που θα επιλύσει την ελληνο-τουρκική διαφορά εκτιμάται ότι θα πιέσει ώστε οι δύο χώρες να «καθίσουν στο τραπέζι». Κάτι άλλωστε που έχει διαφανεί από την πλευρά της Γερμανίας, η οποία και θεσμικά ως προεδρεύουσα της Ε.Ε αλλά και ουσιαστικά αφού το Βερολίνο διαθέτει ειδικές σχέσεις με την Άγκυρα θα «ρίξει το βάρος της» σε αυτή την κατεύθυνση. Ως μοχλός πίεσης θεωρούνται και οι ευρωπαϊκές κυρώσεις μια και – σύμφωνα πάντα με την κυβέρνηση- η ιδέα αυτή ωριμάζει σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να εφαρμοστεί αν χρειαστεί ακόμη και το Φθινόπωρο.
Ο δεύτερος λόγος είναι η κατάσταση που βρίσκονται σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες, ιδίως από την στιγμή που ο Ρετζέπ Ερντογάν έχει ποντάρει στην επανεκλογή το Ντόναλντ Τράμπ, όμως δεν υφίσταται καμία τέτοια βεβαιότητα. Επίσης οι σχέσεις της Τουρκίας με την Ρωσία μοιάζουν διαρκώς να χειροτερεύουν λόγω της αντικειμενικής σύγκρουσής συμφερόντων σε Συρία και Λιβύη, κι αυτό αποτελεί έναν επιπλέον λογο. Ετσι μέσα σε αυτό το πλαίσιο για τον Ερντογάν ο διάλογος θα αποδειχθεί μονόδρομος.
Μάλιστα αυτή την επισήμανση έκανε σε ανάρτησή της στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η Ντόρα Μπακογιάννη αναφέροντας χαρακτηριστικά πως «εάν η Τουρκία αντιληφθεί πραγματικά σε τι δύσκολα νερά βρίσκεται, και δεν στοχεύει απλά και μόνο σε εσωτερική κατανάλωση, και πόσα μέτωπα έχει ανοιχτά, τότε αναπόφευκτα θα κάτσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με την Ευρώπη». Μάλιστα σε συνέντευξή της επισήμανε ότι η Γερμανία και η Ευρώπη «θα προσπαθήσει να πείσει την Τουρκία να καθίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, κι έχει πολλά όπλα στα χέρια της» επισημαίνοντας ότι παρά τον έντονο λαϊκισμό του «ο Ερντογάν είναι ένας πραγματιστής πολιτικός».
Η προαναφερθείσα οπτική των πραγμάτων μοιάζει να αποτελεί την επίσημη κυβερνητική θέση. Προϋποθέτει βεβαίως την αντίληψη ότι στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο η έναρξη ενός ελληνοτουρκικού διαλόγου είναι συμβατή με τα ελληνικά συμφέροντα. Θέση που είναι γνωστό ότι δεν επικροτείται από το σύνολο της Νέας Δημοκρατίας και ιδίως από τους προσκείμενους στον, Αντώνη Σαμαρά. Πάντως έως στιγμής ο πρώην πρωθυπουργός δεν έχει πραγματοποιήσει καμία δημόσια παρέμβαση.