Επιστημονική Επιτροπή Βουλής: Περιορίζεται το δικαίωμα του “συνέρχεσθαι”
Σημαντικές επικρίσεις για την συνταγματικότητα του νομοσχεδίου για τις διαδηλώσεις περιέχονται στην έκθεση της. Γίνεται αναφορά σε αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων κατά της Ουγγαρίας και της Ρωσίας
- 08 Ιουλίου 2020 10:31
Σοβαρές ενστάσεις για την συμβατότητα με το Σύνταγμα του νομοσχεδίου για τις διαδηλώσεις που συζητείται σήμερα στην Βουλή και αναμένεται να ψηφιστεί την Πέμπτη, εγείρει η Επιστημονική Επιτροπή της Βουλής.
Η επιστημονική επιτροπή θέτει θέματα περιορισμού του κατοχυρωμένου δικαιώματος του «συνέρχεσθαι» ενώ εστιάζει στους όρους τυχόν απαγόρευσης μίας διαδήλωσης εκτιμώντας ότι είναι αντίθετες τόσο στις διατάξεις του Συντάγματος, όσο και σε αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Μάλιστα ενδιαφέρον έχει το ότι γίνεται επίκληση αποφάσεων πουν έχουν ληφθεί κατά της Ουγγαρίας και της Ρωσίας. Παράλληλα στο κείμενο της επιστημονικής επιτροπής γίνεται αναφορά σε αρθρογραφία του υπουργού Επικρατείας Γιώργου Γεραπετρίτη ως συνταγματολόγου.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής «µόνη η παράλειψη της γνωστοποίησης δεν επηρεάζει τη νοµιµότητα της συνάθροισης, ούτε διαφοροποιεί τη συνταγµατική προστασία της µη γνωστοποιηθείσας συνάθροισης. Συναφώς, η απόφαση υπ’ αριθ. 13005/76 του Μονοµελούς Πληµµελειοδικείου Αθηνών (ΤοΣ 1977 σελ. 178- 181) έκρινε ότι ο συντακτικός νοµοθέτης δεν θέτει ως «προϋπόθεσιν του νοµίµου της συναθροίσεως προηγουµένη άδειαν ή γνωστοποίησιν ή άλλας διατυπώσεις και περιοριστικάς εξειδικεύσεις». Εξ άλλου, οι αυθόρµητες, ήτοι χωρίς γνωστοποίηση συναθροίσεις, απολαύουν συνταγµατικής προστασίας, δεδοµένου ότι το Σύνταγµα δεν διακρίνει µεταξύ γνωστοποιηθείσας και µη γνωστοποιηθείσας συνάθροισης» Σε άλλο σημείο της έκθεσης γίνεται επίκληση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Μάλιστα σε υποθέσεις που αφορούν προσφυγές κατά της Ουγγαρίας. Όπως σημειώνεται «το ΕΔΔΑ αποσαφηνίζει ότι οι αυθόρµητες συναθροίσεις προστατεύονται (ΕΔΔΑ, Bukta κ.ά. κατά Ουγγαρίας, παρ. 35-36 και Éva Molnár κατά Ουγγαρίας, παρ. 38), και ότι, σε ειδικές περιστάσεις, µία αυθόρµητη συνάθροιση σε απάντηση, π.χ., ενός πολιτικού γεγονότος, δεν µπορεί να διαλυθεί εκ µόνου του ότι λείπει η προηγουµένη γνωστοποίηση. Οι αρχές πρέπει, εν γένει, σε περίπτωση που δεν έχει τηρηθεί η υποχρέωση για προηγούµενη γνωστοποίηση, να επιδεικνύουν ανεκτικότητα και να µην προβαίνουν σε διάλυση, αν πρόκειται για ειρηνική συνάθροιση, δηλαδή, όταν δεν διαπράττονται πράξεις βίας από τους συµµετέχοντες και δεν υπάρχει κίνδυνος για τη δηµόσια τάξη». Με βάση τα παραπάνω η έκθεση της Επιστημονικής Επιτροπής της Βουλής σημειώνει ότι «µόνη η µη γνωστοποίηση συνάθροισης δεν µπορεί να αποτελεί νόµιµο έρεισµα για τη διάλυσή της. Στο πλαίσιο αυτό, το νοµοσχέδιο αναφέρει στο άρθρο 9 παρ. 1 περ. δ΄ ως λόγο διάλυσης την περίπτωση µη γνωστοποιηθείσας συνάθροισης, το οποίο, όµως, δεν ισχύει στην περίπτωση µη γνωστοποιηθείσας αυθόρµητης συνάθροισης για την οποία δεν διαφαίνονται κίνδυνοι διασάλευσης της δηµόσιας ασφάλειας ή σοβαρής διατάραξης κοινωνικοοικονοµικής ζωής (άρθρο 3 παρ. 3 εδ. α΄). Η ίδια ρύθµιση θα ήταν σκόπιµο να προβλεφθεί για την περίπτωση της κατά την παρ. 5 του άρθρου 2 έκτακτης δηµόσιας υπαίθριας συνάθροισης η οποία «πραγµατοποιείται ένεκα απρόβλεπτου, τρέχοντος ή επικείµενου γεγονότος, µε αποτέλεσµα να καθίσταται αδύνατη η τήρηση των υποχρεώσεων που ορίζονται στις παρ. 1 και 2 του άρθρου 3 [υποχρέωση γνωστοποίησης]»
Προβλήματα εντοπίζει η Επιστημονική Επιτροπή και στο ζήτημα των αντιδιαδηλώσεων. Όπως τονίζεται «το νοµοσχέδιο αναφέρει και έναν τρίτο λόγο, ο οποίος αφορά τη διάλυση της λεγόµενης «αντιδιαδήλωσης». Συναφώς, το ΕΔΔΑ έχει κρίνει ότι το Κράτος έχει θετική υποχρέωση να προστατεύσει την ελευθερία του συνέρχεσθαι αµφότερων των οµάδων διαδηλωτών, και πρέπει να επιλέγει τα λιγότερα επαχθή µέσα τα οποία δύνανται επί της αρχής να επιτρέπουν και στις δύο (αντιτιθέµενες) συναθροίσεις να λάβουν χώρα (ΕΔΔΑ, Fáber κατά Ουγγαρίας, παρ. 43). Εποµένως, µόνη η πιθανότητα σύγκρουσης, δεν µπορεί να ακυρώσει το δικαίωµα της συνάθροισης. Ωστόσο, όταν υφίσταται σοβαρή απειλή βίαιης «αντιδιαδήλωσης», το ΕΔΔΑ έκρινε ότι οι εθνικές αρχές έχουν ευρεία διακριτική ευχέρεια ως προς 7 τη λήψη πρόσθετων µέτρων, προκειµένου να επιτραπεί στις συναθροίσεις να λάβουν χώρα χωρίς αναταραχές (ΕΔΔΑ, Alekseyev κατά Ρωσίας, παρ. 75). Τέλος, κρίθηκε ότι η άνευ όρων απαγόρευση «αντιδιαδηλώσεων» συνιστά ιδιαίτερα επαχθές µέτρο, που απαιτεί συγκεκριµένη αιτιολόγηση, ιδίως όταν η συνάθροιση σχετίζεται µε ζήτηµα δηµοσίου συµφέροντος». Μάλιστα καταγράφεται και συνολική κριτική στο πνεύμα του νομοσχεδίου. Συγκεκριμένα τονίζεται ότι «όπως αναλύθηκε ανωτέρω, εκ της συνταγµατικής προστασίας της οποίας απολαύει η ελευθερία του συνέρχεσθαι, προκύπτει ότι η απαγόρευση αποτελεί το έσχατο µέτρο που λαµβάνεται, δηλαδή, όταν δεν µπορούν να επιβληθούν άλλα µέτρα προκειµένου να ασκηθεί το δικαίωµα διαφορετικά (βλ. και European Commission for Democracy through Law (VENICE COMMISSION) & OSCE Office for Democratic Institutions and Human Rights (OSCE/ODIHR) GUIDELINES ON FREEDOM OF PEACEFUL ASSEMBLY, 3η έκδοση, 2019, σηµείο 132). Ως εκ τούτου, θα ήταν σκόπιµο, η φράση «δύναται να υποδεικνύει ενδεικτικά, ως εναλλακτικές επιλογές, άλλες περιοχές, κατάλληλες για την πραγµατοποίηση της συνάθροισης» να αναδιατυπωθεί ως εξής: «υποδεικνύει ενδεικτικά, εφόσον είναι εφικτό, ως εναλλακτικές επιλογές, άλλες περιοχές, κατάλληλες για την πραγµατοποίηση της συνάθροισης». Έντονη κριτική γίνεται και για τις ευθύνες των οργανωτών. Αναφέρεται πως «µπορεί θεµιτά να θεσπισθούν υποχρεώσεις µέριµνας για τους οργανωτές, οι οποίες αφορούν πρωτίστως στην αναγκαία γνωστοποίηση και συνεργασία µε τις αρχές για τη διασφάλιση του ειρηνικού χαρακτήρα της συνάθροισης, αλλά δεν άγουν σε υποκατάσταση των οργανωτών των συναθροίσεων στις συνταγµατικές υποχρεώσεις του κράτους».
Σημειώνεται επίσης στην έκθεση ότι το νομοσχέδιο «καθιερώνει γενική ευθύνη δίχως να απαιτείται να επικαλεσθεί ο ενάγων συγκεκριµένη παράβαση η οποία να τελεί σε αιτιώδη συνάφεια µε τη βλάβη, και, αφετέρου, θέτει ως λόγο αποκλεισµού της ευθύνης την επίκληση και απόδειξη από τον οργανωτή της λήψης εκ µέρους του όλων των αναγκαίων, κατά το άρθρο 4 του νοµοσχεδίου, µέτρων».
Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι η επιστημονική επιτροπή λαμβάνει υπόψη για την γνωμοδότησή της και νομική αρθρογραφία στην οποία περιλαμβάνεται και η συμμετοχή του συνταγματολόγου αλλά και υπουργού Επικρατείας, Γιώργου Γεραπετρίτη. Πιο συγκεκριμένα γίνεται παραπομπή στο «Κ. Χρυσόγονο, Σπ. Βλαχόπουλο, Ατοµικά και Κοινωνικά Δικαιώµατα, 4η έκδ. 2017, σελ. 509, και Α. Τσιφτσόγλου, Ερµηνεία επί του άρθρου 11 του Συντάγµατος, σε Φ. Σπυρόπουλο – Ξ. Κοντιάδη – Χ. Ανθόπουλο – Γ. Γεραπετρίτη, Το Σύνταγµα, Κατ’ άρθρο ερµηνεία, 2017, σελ. 257».