Γιώργος Σταθάκης: Η ακρίβεια στην Ελλάδα και η οικονομική “θεωρία και πολιτική” Μητσοτάκη
Διαβάζεται σε 7'Ο Υποψήφιος Ευρωβουλευτής με τη Νέα Αριστερά και Πρώην Υπουργός γράφει, σε άρθρο του στο NEWS 24/7, για την ακρίβεια στην Ελλάδα και την κυβέρνηση Μητσοτάκη που “επιχειρεί να αποποιηθεί τις ευθύνες της”.
- 21 Μαΐου 2024 07:07
Απέναντι σε αυτό που οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν σταθερά ως το νούμερο ένα πρόβλημα των πολιτών στην Ελλάδα, την ακρίβεια, ο κ. Μητσοτάκης επιχειρεί να αποποιηθεί τις ευθύνες του κάνοντας λόγο για τη διεθνή της διάσταση, το διεθνή πληθωρισμό. Έτσι, τελευταίο παράδειγμα, λίγες μόλις ημέρες πριν τις Ευρωεκλογές ο ίδιος θυμήθηκε κάποιες από τις γνωστές εδώ και χρόνια αθέμιτες πρακτικές πολυεθνικών εταιρειών και επιχειρεί να μας πείσει να τον στηρίξουμε (και με την ψήφο μας) στην ευρωπαϊκή σταυροφορία που ο ίδιος υποτίθεται ότι ξεκίνησε εναντίον τους.
Η οικονομική επιστήμη όμως έχει αποφανθεί με καταλυτικό τρόπο ότι από τα μέσα του 2022 ο διεθνής πληθωρισμός έχει μεταλλαχθεί σε εγχώριο. Αυτό σημαίνει ότι η εξέλιξη του πληθωρισμού και της ακρίβειας έκτοτε διαφοροποιούνται σε κάθε χώρα καθώς εξαρτώνται από δύο κυρίως παράγοντες α) την οικονομική πολιτική που ακολουθεί η εκάστοτε κυβέρνηση και β) τη δομή και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της οικονομίας κάθε χώρας. Απλή ανάγνωση του Bloomberg, του Economist το βεβαιώνουν. Το ίδιο και οι εισηγήσεις της Lagard στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που μιλούν ρητά για τους «εγχώριους πληθωρισμούς» που συνυπολογίζονται προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις για τα επιτόκια.
Η «οικονομική θεωρία» Μητσοτάκη περί διεθνούς πληθωρισμού είναι πραγματικά πρωτότυπη. Η αλήθεια για την Ελλάδα είναι ότι η κυβέρνηση της ΝΔ επέτρεψε – αν δεν συντόνισε η ίδια – έναν ασύλληπτο πληθωρισμό υπερκερδών-απληστίας στην Ελληνική οικονομία. Αυτό είναι ορατό στα υπερκέρδη των τραπεζών, των ενεργειακών εταιρειών, συμπεριλαμβανομένων των διυλιστηρίων, των σούπερ μάρκετ και άλλων μεγαλολιανεμπόρων, των εταιρειών real-estate κλπ. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα κέρδη των εισηγμένων στο χρηματιστήριο εταιρειών (που είναι περίπου 40-50 εταιρείες) είναι σήμερα 5,5% του ΑΕΠ, όταν το 2019 τα κέρδη ήταν 1% και την εποχή Σημίτη -που ήταν η καλύτερη εποχή τους- βρίσκονταν στο 3,5% του ΑΕΠ.
Εξετάζοντας κανείς τα εκρηκτικά στοιχεία που παρουσίαζε ο ελληνικός πληθωρισμός στα τρόφιμα, τη στέγαση, την ενέργεια, τις τράπεζες, διαπιστώνει εκ των πραγμάτων ότι πρόκειται για έναν πληθωρισμό απληστίας, υπερκερδών και μη παρέμβασης της κυβέρνησης στα θέματα αυτά. Την ευθύνη για τούτη ακριβώς την επιλογή της κυβέρνησής είναι που ο κ. Μητσοτάκης επιχειρεί να αποποιηθεί με τις δήθεν πρωτοβουλίες του κατά των πολυεθνικών. Διότι η επιλογή αυτή έχει οδηγήσει σε μια κατάσταση όπου οι τιμές στην Ελλάδα βρίσκονται στο 85% του μέσου όρου των Ευρωπαϊκών Χωρών, ενώ οι μισθοί βρίσκονται σε 65%. Η ψαλίδα αυτή ακυρώνει από μόνη την πρωτότυπη «οικονομική θεωρία» του Μητσοτάκη.
Το ότι ο πληθωρισμός υπερκερδών-απληστίας φέρει τη σφραγίδα της κυβερνητικής πολιτικής γίνεται εμφανές αν αναλογιστεί κανείς τα μέτρα που έλαβαν κυβερνήσεις άλλων χωρών για να τον ελέγξουν: πλαφόν στις αγορές ενέργειας, έκτακτη φορολόγηση ουρανοκατέβατων κερδών, ενεργοποίηση εργαλείων που συγκρατούν την κερδοσκοπία στο χονδρικό και λιανό εμπόριο, μέτρα προστασίας των καταναλωτών και πληθώρα άλλων.
Την ίδια στιγμή, η επιλογή της μη παρέμβασης από την κυβέρνηση της ΝΔ εντοπίζεται και στο θέμα των φόρων. Όταν έχεις τόσο υψηλό πληθωρισμό στα βασικά αγαθά (τρόφιμα, στέγαση, ενέργεια κλπ) αυτό σημαίνει ότι χωρίς τη λήψη έκτακτων μέτρων – όπως πχ τη μείωση του ΦΠΑ και των ειδικών φορών κατανάλωσης για βασικά είδη – θα έχεις αύξηση τόσο των φορολογικών εσόδων όσο και του ειδικού βάρους των έμμεσων φόρων στα φορολογικά έσοδα. Η κυβέρνηση επέλεξε συνειδητά αυτήν την πολιτική για να έχει αυξημένα έσοδα από τον ΦΠΑ και τους άλλους έμμεσους φόρους, δημιουργώντας έτσι τεράστια προβλήματα στους μισθωτούς, τους συνταξιούχους και όλους όσους έχουν σχετικά σταθερά εισοδήματα.
Το ίδιο, εν πολλοίς, συμβαίνει και με τη φορολογία εισοδήματος. Διότι μπορεί μεν να είχαμε 15% πληθωρισμό και ας πούμε 15% αύξηση του μισθού, όμως, όταν οι φορολογικές κλίμακες δεν υπόκεινται σε τιμαριθμοποίηση, αυτό καταλήγει σε πληρωμή υψηλότερων άμεσων φόρων. Άρα, όχι μόνο οι τιμές εξαιτίας του πληθωρισμού απληστίας, αλλά και η φορολογική επιβάρυνση των πολιτών, αυξήθηκαν τα τελευταία χρόνια.
Τα παραπάνω εξηγούν ένα φαινομενικό “παράδοξο” της ελληνικής οικονομίας. Από την μία μεριά υπάρχουν κάποιοι μακροοικονομικοί δείκτες που πράγματι δείχνουν σαφή βελτίωση όπως πχ οι δείκτες που καταγράφουν οικονομική μεγέθυνση ή μείωση της ανεργίας. Από την άλλη μεριά, ωστόσο, 7 στα 10 νοικοκυριά λένε ότι τα εισοδήματά τους μειώνονται και δεν τα βγάζουν πέρα. Έχουν δίκιο. Διότι τα εισοδήματα τους πράγματι μειώθηκαν εξαιτίας του πληθωρισμού υπερκερδών-απληστίας αλλά και της υπερφορολόγησης. Εξαιτίας δηλαδή της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησής.
Ακόμη χειρότερο είναι το γεγονός ότι αυτή η οικονομική πολιτική είναι μέρος μιας ευρύτερης αναπτυξιακής στρατηγικής που συστηματικά ακολουθεί η κυβέρνηση της ΝΔ και βασίζεται σε μια ιδιαίτερα σκληρή εκδοχή των «οικονομικών της διάχυσης». Μια στρατηγική δηλαδή που θεωρεί ότι ο πλούτος παράγεται από τις μεγάλες, ισχυρές επιχειρήσεις και γι’ αυτό χρειάζονται μεταρρυθμίσεις που θα τις ενισχύουν ώστε να παραχθεί περισσότερος πλούτος ο οποίος στη συνέχεια υποτίθεται θα διαχυθεί στην υπόλοιπη κοινωνία.
Η κυβέρνηση της ΝΔ ακολουθεί μια ιδιαίτερα σκληρή εκδοχή αυτής της αναπτυξιακής στρατηγικής. Διότι δεν την εφαρμόζει μόνο μέσα από τις συνήθεις νεοφιλελεύθερες συνταγές, δηλαδή την απορρύθμιση της εργασίας (υπονόμευση συλλογικών συμβάσεων χάριν ατομικών, απλήρωτες υπερωρίες κλπ), τις απίστευτες φοροαπαλλαγές στα επιχειρηματικά κέρδη και τον μεγάλο πλούτο, και τις ιδιωτικοποιήσεις παντού (ενεργειακές εταιρείες, τράπεζες, επικουρική ασφάλιση, υγεία, πανεπιστήμια κλπ), αλλά, επιπλέον, διοχετεύει στους οικονομικά ίσχυρους τη μερίδα του λέοντος των όποιων διαθέσιμων δημόσιων πόρων, είτε χρηματικών όπως πχ τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας είτε θεσμικών όπως πχ ο τρόπος ανάπτυξης των ΑΠΕ υπέρ των μεγάλων ενεργειακών ομίλων αντί των ενεργειακών κοινοτήτων. Η ανοχή του πληθωρισμού υπερκερδών-απληστίας με την παράλληλη υπεφορολόγηση των πολιτών συνιστά μέρος αυτής ακριβώς της αναπτυξιακής στρατηγικής.
Η αναπτυξιακή στρατηγική των «οικονομικών της διάχυσης» έχει καταγραφεί διεθνώς ότι ευνοεί αποκλειστικά τη συσσώρευση πλούτου από τα πλέον εύπορα τμήματα της κοινωνίας, ότι διευρύνει τις κοινωνικές ανισότητες και ότι αποδυναμώνει την ίδια την ανάπτυξη. Μετά την κρίση του 2008 αυτά είναι κοινός τόπος και για το λόγο αυτό εγκαταλήφθηκε αυτή η θεωρία στις κρίσεις της πανδημίας, την ενεργειακή κρίση και την κρίση του πληθωρισμού. Οι περισσότερες δυτικές χώρες, με πρόσφατα παραδείγματα την Ισπανία, θεωρούν ότι η αύξηση των μισθών ταχύτερα από τον πληθωρισμό ενισχύει την ανάπτυξη και η μείωση των ανισοτήτων μέσα από το δημόσιο κοινωνικό κράτος αποτελεί κρίσιμο παράγοντα στην ανάπτυξη της οικονομίας. Η «οικονομική θεωρία» του Μητσοτάκη είναι σε πλήρη δυσαρμονία με τα κελεύσματα της εποχής και την οικονομική πολιτική που ακολουθείται από τις περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Στην ελληνική οικονομία είχαμε και τα δύο συμπτώματα του «εγχώριου πληθωρισμού».
Οικονομική πολιτική που ευνοεί τον πληθωρισμό της απληστίας και ταυτόχρονα ενίσχυση της ολιγοπωλιακής δομής των αγορών. Η «καμπάνια για τις πολυεθνικές» είναι σε πλήρη δυσαρμονία με την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη και τις «παρδαλές οικονομικές θεωρίες» που τις περιβάλλουν. Αποκρύπτουν το προφανές. Ότι ακόμα και τις πολυεθνικές τις ελέγχεις για την μεταφορά κερδών από τη μία χώρα στην άλλη, η σε φορολογικούς παραδείσους, για την πολιτική τιμών τους και για πληθώρα άλλων πρακτικών τους, χτίζοντας υπηρεσίες φορολογικών αρχών ικανές να χειριστούν τέτοια θέματα, ενισχύοντας τις ενώσεις καταναλωτών, και πληθώρα άλλων μέτρων. Αν υπήρχαν αυτά θα τα είχαμε μάθει. Αφού δεν υπάρχουν, η «σταυροφορία» κατά των πολυεθνικών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μόνο υπομειδίαμα μπορεί να προκαλέσει.
*Ο Γιώργος Σταθάκης είναι Υποψήφιος Ευρωβουλευτής με τη Νέα Αριστερά, Πρώην Υπουργός, Αφ. Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας Παν. Κρήτης