Καταλήψεις οι “υπουργοφάγες” και οι διαχρονικές θεωρίες εναντίον τους
"Υποκινούμενες" - "πολιτικοποιημένες" οι μόνιμες κατηγορίες εναντίoν των καταλήψεων. Πώς ο Β.Κοντογιαννόπουλος κατηγόρησε για "καταληψία" τον Τ. Θεοδωρικάκο. Οι υπουργοί που "τράκαραν" στις κλειστές καγκελόπορτες των σχολείων.
- 04 Οκτωβρίου 2020 07:16
Καταλήψεις. Τις τελευταίες εβδομάδες η κυβέρνηση – ιδίως η υπουργός Παιδείας, Νίκη Κεραμέως – «κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα». Στα προαύλια και στις κλειστές καγκελόπορτες των σχολείων, κρίνονται πολλά. Η οικονομική και η υγειονομική κρίση, «αναμειγνύονται» με την εφηβική αντίδραση σε ένα κοινωνικό «κοκτέϊλ» που κανείς δεν ξέρει που μπορεί να οδηγήσει.
Παρότι στο κυβερνητικό στρατόπεδο γνώριζαν την πιθανότητα να βρεθούν αντιμέτωποι με το φαινόμενο, οι χειρισμοί που γίνονται, δεν φαίνεται για την ώρα να το εκτονώνουν. Είτε πρόκειται για την αυταρχική προσέγγιση της Νίκης Κεραμέως που απειλεί με αποκλεισμούς από την τηλε-εκπαίδευση τους μαθητές, είτε για πιο ψύχραιμες φωνές που καλούν τους μαθητές και κατ’ επέκταση την εκπαιδευτική κοινότητα σε διάλογο. Το αίτημα των μαθητών για περισσότερες αίθουσες σε μία περίοδο έξαρσης της πανδημίας φαίνεται μάλιστα να «εφάπτεται» με τις ανησυχίες ολόκληρης της κοινωνίας, για την πανδημία.
Υπό αυτό το πρίσμα αξίζει κανείς να αναμοχλεύσει το παρελθόν. Το πώς και πότε είχαμε φαινόμενα μαζικών καταλήψεων σε σχολεία, αλλά και τον τρόπο που διαχρονικά οι κυβερνήσεις τα χειρίστηκαν. Όπως φαίνεται στο πέρασμα των δεκαετιών ορισμένα στοιχεία παραμένουν αναλλοίωτα.
Οι μαθητές δεν αντιδρούν καλά σε «φιλελεύθερους», «εκσυγχρονιστές» και αυταρχισμό
Η συντριπτική πλειοψηφία των υπουργών Παιδείας που βρέθηκαν στο «στόχαστρο» των καταλήψεων ήταν πολιτικοί με πλειοψηφικό, κοινό χαρακτηριστικό τις έντονα φιλελεύθερες – «εκσυγχρονιστικές» αντιλήψεις. Είτε βρίσκονταν στον χώρο της Νέας Δημοκρατίας, είτε στον χώρο του ΠΑΣΟΚ. Υπουργοί που επιχείρησαν να προχωρήσουν σε μεταρρυθμίσεις στον χώρο της εκπαίδευσης με αυτό το πολιτικό πρόσημο. Δηλαδή να προσαρμόσουν τις εκπαιδευτικές δαπάνες ακόμη περισσότερο στην δημοσιονομική πολιτική (που παγίως ήταν αυστηρή). Επίσης, να αλλάξουν την λειτουργία της δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενισχύοντας τις ελεγκτικές δομές, εισάγοντας πιο αυστηρές εξεταστικές διαδικασίες, να δώσουν έμφαση στην ανάγκη σύνδεσης της εκπαίδευσης με την αγορά. Οι περισσότερες από αυτές τις προσπάθειες μάλιστα είχαν και το στοιχείο των πειθαρχικών μέτρων. Όπως και αυτή που επιχειρείται σήμερα με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την επαναφορά της «διαγωγής» στο απολυτήριο.
Η πλέον χαρακτηριστική περίπτωση είναι αυτή του Βασίλη Κοντογιαννόπουλου υπουργού Παιδείας στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη την περίοδο 1990-1993. Ένας υπουργός που αντιμετώπισε ένα τεράστιο κύμα καταλήψεων λόγω του νομοσχεδίου που προώθησε. Αυτό περιλάμβανε σειρά περικοπών συνολικά στην παιδεία ενώ στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση προωθούσε αλλαγές που προέβλεπαν πειθαρχικούς ελέγχους και «σκληρό» εξεταστικό σύστημα. Ανάμεσα στα άλλα θέλησε να επαναφέρει και τις ποδιές στα σχολεία, που είχαν καταργηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ.
Ο εν λόγω υπουργός τα ξημερώματα της 8ης Ιανουαρίου του 1991 ξύπνησε από τηλεφώνημα δημοσιογράφου προκειμένου να πληροφορηθεί την δολοφονία του καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα από τον πρόεδρο της ΟΝΝΕΔ Πάτρας, Γιάννη Καλαμπόκα. Ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος παραιτήθηκε δύο ημέρες αργότερα και στην θέση του ανέλαβε ο Γιώργος Σουφλιάς. Επί υπουργίας του εγκαταλείφθηκε όπως ήταν αναμενόμενο το νομοσχέδιο Κοντογιαννόπουλου.
Αντιμέτωπη με καταλήψεις βρέθηκε και η υπουργός Παιδείας επί κυβέρνησης Κώστα Καραμανλή, Μαριέττα Γιαννάκου. Παρότι η πολιτική της δεν χαρακτηρίστηκε από αναχρονισμούς, η νομοθετική πρωτοβουλία της για αλλαγές στην δευτεροβάθμια – τριτοβάθμια εκπαίδευση προκάλεσε αντιδράσεις κατά κύριο λόγο στα πανεπιστήμια, συμπαρασύροντας όμως και τα σχολεία. «Μαριέττα Γιαννάκου, τις καταλήψεις Άκου» ήταν το σύνθημα των μαθητών την περίοδο εκείνη.
Απέναντι σε κύμα καταλήψεων βρέθηκε και η Άννα Διαμαντοπούλου, που θήτευσε υπουργός Παιδείας στην κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου. Επρόκειτο για την υπουργό που κατάφερε να πετύχει μεγάλη κοινοβουλευτική πλειοψηφία αφού το νομοσχέδιό της, που περιλάμβανε περικοπές αλλά και την κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου ψήφισαν οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ αλλά και της Ν.Δ. Όμως, η ευρεία πολιτική στήριξη δεν αντιστοιχούσε στην κοινωνική. Ήδη στην ελληνική κοινωνία των απαρχών της οικονομικής κρίσης υπήρχαν τάσεις σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση. Μάλιστα η υπουργός Παιδείας από το 2009 έως το 2012 φαίνεται ότι ακόμη… θυμάται αυτές τις εμπειρίες. Σε πρόσφατη συνέντευξή της εμφανίστηκε μάλλον ενοχλημένη από τις καταλήψεις λέγοντας πως «πίσω από αυτές τις καταλήψεις βρίσκονται διάφορες “παρδαλές” δυνάμεις, που ξεσηκώνουν τα παιδιά, και δημιουργούν κάθε χρόνο αυτή την αναταραχή στα σχολεία της χώρας».
«Κάτσε καλά Γεράσιμε»
Ένα πρόσωπο που στενά συνδέθηκε με τις καταλήψεις σχολείων ήταν ο Γεράσιμος Αρσένης, κυρίως για τις μεταρρυθμίσεις που θέλησε -κατά την θητεία του στο υπουργείο Παιδείας από το 1996 έως το 1999- να εισάγει στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Αν και κανείς δεν μπορεί να καταλογίσει στον Κεφαλλήνιο πολιτικό φιλελεύθερες αντιλήψεις, ούτε ιδιαίτερη πολιτική σχέση με την «εκσυγχρονιστική» τάση του ΠΑΣΟΚ η μεταρρύθμιση που θέλησε να εφαρμόσει, συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις. Υπήρξαν συνεχείς κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών αλλά και ένα μεγάλο κύμα καταλήψεων από το 1997 έως και το 1999. Βασικά προβλήματα η επαναφορά του ορίου των 30 μαθητών ανά τάξη, τα ζητήματα των προσλήψεων των καθηγητών αλλά και η εισαγωγή ενός σκληρού εξεταστικού συστήματος. Προέβλεπε εξετάσεις σε 14 μαθήματα και μάλιστα σε πανελλαδικό επίπεδο που θα ήταν παράλληλα και ο τρόπος εισαγωγής στο πανεπιστήμιο. Το περίφημο «Κάτσε καλά Γεράσιμε» ήταν το σύνθημα που δονούσε ρυθμικά στις καταλήψεις και τις κινητοποιήσεις στα τέλη της δεκαετίας του ’90.
Η θεωρία των υποκινούμενων καταλήψεων
Διαχρονική πρακτική των κυβερνήσεων της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και του «μεταπαπανδρεϊκού» ΠΑΣΟΚ, είναι η αναφορά σε «υποκινούμενες καταλήψεις». Την ίδια προσέγγιση ενστερνίζεται και σήμερα η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας. Οι κυβερνήσεις που έρχονταν αντιμέτωποι με τις καταλήψεις, εντόπιζαν παγίως τον «δάκτυλο» της αντιπολίτευσης ως βασική και πρωταρχική αιτία. «Σταθερή αξία» ήταν οι αναφορές στις οργανώσεις της ΚΝΕ και της αριστεράς.
Την λογική αυτή επανέλαβε άλλωστε την προηγούμενη Πέμπτη σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στον Νίκο Χατζηνικολάου, ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος. Ένα πολιτικό στέλεχος που υπήρξε εκτός από υπουργός της Νέας Δημοκρατίας επί κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και υφυπουργός Υγείας του ΠΑΣΟΚ επί εποχής Κωνσταντίνου Σημίτη.
Ανέφερε χαρακτηριστικά πως «έχω το δυσμενές προνόμιο να είμαι ο υπουργός Παιδείας, ο οποίος πρώτος βρέθηκε αντιμέτωπος με το φαινόμενο των μαθητικών καταλήψεων. Και επί 30 χρόνια τώρα, ζούμε στο ίδιο έργο θεατές». Μάλιστα ανέλυσε την άποψή του για τους μαθητές: «Στους μαθητές τι συμβαίνει; Ο εφευρέτης και ο κάτοχος του know how των καταλήψεων είναι το ΚΚΕ και η ΚΝΕ. Οι καταλήψεις αποφασίζονται στα κομματικά τους γραφεία. Εκεί διατυπώνονται τα μαθητικά αιτήματα, διανθισμένα πάντα και με επίκαιρα κομματικά συνθήματα, όπως σήμερα ‘όχι στην αγορά των Rafale». Περιέγραψε μάλιστα την λειτουργία των καταλήψεων ως εξής: «Ένας μικρός αριθμός 5-10 οργανωμένων μαθητών επιδίδει το τελεσίγραφο της κατάληψης στη διεύθυνση και απαιτεί την παράδοση του σχολείου. Διευθυντής και σύλλογος καθηγητών παραδίδουν το σχολείο στους ανήλικους μαθητές και αποχωρούν». Ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος είπε πως «θυμίζω ότι πρόεδρος του συντονιστικού των καταλήψεων επί των ημερών μου είχε διοριστεί ο τότε Κνίτης, Αλέξης Τσίπρας. Στις καταλήψεις πάντα συμπαρίσταται η εκάστοτε αντιπολίτευση για τους δικούς της λόγους. Το ’90 ήταν το ΠΑΣΟΚ, σήμερα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, το βλέπουμε, το ομολογούν οι ίδιοι. Σημαντικό ρόλο παίζει τα τελευταία χρόνια και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ που έχει τελευταία χρόνια επιτύχει σημαντική διείσδυση στα σχολεία. Αυτή είναι η πραγματικότητα».
Ο Κοντογιανόπουλος κατηγόρησε για καταληψία …τον Θεοδωρικάκο!
Δεν μπορούμε πάντως, στην συγκεκριμένη αναφορά, να μην επισημάνουμε το «ιστορικό παράδοξο». Στην προαναφερθείσα εκτίμηση είναι το ότι ο υπουργός Παιδείας της Ν.Δ του 1990 με πρωθυπουργό Μητσοτάκη, κατηγορεί την ΚΝΕ του 1990 για υποκίνηση των καταλήψεων εκείνης της χρονιάς. Δηλαδή την ΚΝΕ όταν γραμματέας της οργάνωσης Νεολαίας του ΚΚΕ, ήταν ο σημερινός υπουργός Εσωτερικών, Τάκης Θεοδωρικάκος πάλι σε κυβέρνηση Μητσοτάκη!
Η ουσία
Όσον αφορά την ουσία της «θεωρίας των υποκινούμενων μαθητών», είναι προφανές ότι ποτέ καμία πολιτική δύναμη, κανένα πολιτικό κόμμα η νεολαία κόμματος, δεν είναι δυνατόν να μην πάρει θέση απέναντι σε μία κοινωνική διεργασία. Προφανώς σε αυτή την κατηγορία εντάσσονται και οι καταλήψεις.
Υπάρχει όμως μία «αυτοματοποιημένη» σχέση ανάμεσα στα πολιτικά κόμματα και την «πυροδότηση» μαθητικών αντιδράσεων; Τα τελευταία 30 χρόνια που καταγράφεται με σύγχρονους όρους το φαινόμενο των καταλήψεων δείχνουν πως όχι. Οι μαθητικές καταλήψεις δεν πραγματοποιούνται κάθε χρονιά, όταν δηλαδή θα αποφασίσει «να πατήσει το κουμπί» ένας πολιτικός φορέας. Αντιθέτως συμπίπτουν είτε με περιόδους που υπάρχει συνολική κοινωνική δυσαρέσκεια, είτε με περιόδους που ένας υπουργός Παιδείας προωθεί μια πολιτική ατζέντα στον χώρο της παιδείας η οποία βρίσκει αντίθετη την εκπαιδευτική κοινότητα.
Πώς αλλιώς μπορεί να εξηγηθεί για παράδειγμα το φαινόμενο να μην έχουν γίνει καταλήψεις όταν υπουργοί Παιδείας ήταν επί παραδείγματι ο Γιώργος Σουφλιάς (αντικατέστησε τον Βασίλη Κοντογιαννόπουλο) ή ο Πέτρος Ευθυμίου (αντικατέστησε τον Γεράσιμο Αρσένη) η άλλοι υπουργοί μεταγενέστερα;
Οι «άλλες» καταλήψεις του 2018
Αξίζει να σημειωθεί ότι με έναν ιδιαίτερα προσεκτικό και ελαφρώς «προφητικό» τρόπο αξιοποίησε η Νέα Δημοκρατία ένα διαφορετικό είδος καταλήψεων. Αυτό καταγράφθηκε σε σχολεία της Βόρειας Ελλάδας το 2018. Την περίοδο δηλαδή πριν την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών όπου στα σχολεία καταγράφθηκε η επικίνδυνη διείσδυση της Χρυσής Αυγής με αιχμή αυτό το ζήτημα.
Τότε και συγκεκριμένα στις 28 Νοεμβρίου του 2018, ο νυν υπουργός Ανάπτυξης και την περίοδο εκείνη σφοδρός επικριτής της Συμφωνίας των Πρεσπών, Άδωνις Γεωργιάδης είχει φροντίσει να δηλώσει στην Βουλή πως «από θέση αρχής, λέω ότι είμαι κατά των καταλήψεων». Σημείωσε όμως αναφερόμενος στον ΣΥΡΙΖΑ και την αριστερά, πως «υπάρχει όμως ένα πρόβλημα. Εσείς εδώ και δεκαετίες μας έχετε πρήξει, και το νεολαιίστικο κίνημα, και πόσο σημαντικό πράγμα είναι οι καταλήψεις». Κατηγόρησε μάλιστα τον ΣΥΡΙΖΑ λέγοντας: «Είναι οι καλές καταλήψεις που σας αρέσουν. Οι καταλήψεις που έχουν αριστερό-ας πούμε πρόσημο- οι καταλήψεις που έχουν διεθνιστικό πρόσημο και πρόσημο διεκδικητικό, όπου σε αυτές τις καλές καταλήψεις μπορούν οι μαθητές να λένε ότι θέλουνε, και οι υπάρχουν και οι κακές καταλήψεις. Με ποιο ηθικό δικαίωμα εσείς κρίνετε τις τωρινές καταλήψεις;». Την ίδια στιγμή όμως είχε «κλείσει το μάτι» σε εκείνες τις καταλήψεις αναφέροντας: «Λοιπόν να το ξεκαθαρίσουμε, εγώ δεν χαρίζω τους μαθητές στη Χρυσή Αυγή. Ή θα συμφωνήσουμε όλοι ότι οι καταλήψεις είναι κακό πράγμα ή θα συμφωνήσουμε ότι εφόσον οι καταλήψεις είναι εργαλείο διεκδίκησης από τους μαθητές, ναι μπορούν να γίνονται καταλήψεις που δεν θα σας αρέσουν». Μάλιστα την περίοδο εκείνη υπήρξαν και αρκετές καταγγελίες για τοπικές οργανώσεις της Νέας Δημοκρατίας που στήριξαν ουσιαστικά τις καταλήψεις με εθνικιστικό περιεχόμενο.
Καταλήψεις και εφηβική πολιτικοποίηση
Ένα ακόμη στοιχείο που διαχρονικά καταγράφεται στις εξάρσεις των μαθητικών κινημάτων είναι αυτό της πολιτικοποίησης. Τις προηγούμενες μέρες σε πρωτοσέλιδα εφημερίδων αλλά και σε δηλώσεις κυβερνητικών παραγόντων επισημάνθηκε ως παράδοξο το ότι σε καταλήψεις λυκείων γίνονταν αναφορά στα αεροσκάφη τύπου Rafale. Αυτών δηλαδή που προτίθεται να αγοράσει η κυβέρνηση στο πλαίσιο του νέου εξοπλιστικού προγράμματος.
Όμως, η σύνδεση των αιτημάτων των μαθητών με τις κρατικές και τις εξοπλιστικές δαπάνες δεν είναι φαινόμενο που ξαφνικά εμφανίστηκε το 2020. Αντιθέτως έλκει την καταγωγή του από το βαθύ παρελθόν και περιοδικά κυριαρχεί στις κινητοποιήσεις που γίνονται στον χώρο της παιδείας.
Η πρωταρχική αιτία είναι ότι τα αιτήματα των μαθητικών κινητοποιήσεων, είτε αφορούν την στέγαση και το κτιριακό επίπεδο των σχολειών, είτε όπως σήμερα τις ανάγκες για περισσότερες αίθουσες εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης, έχουν πάντα οικονομικό υπόβαθρο. Επίσης η μόνιμη επωδός των εκάστοτε υπουργών Παιδείας, όπως και σήμερα της Νίκης Κεραμέως, είναι η επίκληση της οικονομικής στενότητας και δυσπραγίας προκειμένου αυτά να ικανοποιηθούν.
Η κινητοποιήσεις στον χώρο της Παιδείας είχαν έντονο αυτό το στοιχείο από την δεκαετία του ’60. Τότε κυριαρχούσε το σύνθημα «Προίκα στην Παιδεία κι όχι στη Σοφία – 15% για την Παιδεία». Αναφέρονταν σε διατάξεις της περιόδου εκείνης για την υποχρέωση της πολιτείας να «προικίσει» τις θυγατέρες της βασιλικής οικογένειας.
Το αίτημα του «15% για την παιδεία» παρέμεινε και τα μεταγενέστερα χρόνια. Την 1Οετία του ’80 υιοθετήθηκε από το ΠΑΣΟΚ και τα κόμματα της αριστεράς σε αντιδιαστολή με τις μονίμως υψηλές αμυντικές δαπάνες της χώρας. Ανάλογα αιτήματα διατυπώθηκαν και στα επόμενα χρόνια. Στην πραγματικότητα οι σημερινοί καταληψίες μαθητές, αναπαράγουν όσα έκαναν οι γενιές των γονιών αλλά και των παππούδων τους. Κι αυτό όντως συνιστά μία σαφή αλλά εύλογη πολιτικοποίηση.
Άλλωστε σημαντική ήταν η ευαισθητοποίηση των μαθητών και για θέματα που δεν αφορούν στενά την εκπαίδευση. Χαρακτηριστική περίπτωση τα μεγάλα αντιπολεμικά συλλαλητήρια για τις επεμβάσεις στο Ιράκ, στις αρχές της δεκαετίας του 2000 όπου συμμετείχαν χιλιάδες μαθητές.
Διαβάστε τις Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο, με την αξιοπιστία και την εγκυρότητα του News247.gr.