Νάνσυ Παπαθανασίου: Κακή εκπαίδευση, το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ

Διαβάζεται σε 6'
Νάνσυ Παπαθανασίου: Κακή εκπαίδευση, το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ
Κουμουνδούρου ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI

Η Κλινική Ψυχολόγος, Νάνσυ Παπαθανασίου γράφει στο NEWS 24/7 για τους ιδεολογικούς συμβιβασμούς του ΣΥΡΙΖΑ και την “εκπαίδευση” που “πληρώνει” σήμερα το κόμμα.

Μιλώντας με συναδέλφους και συνεργάτιδες στη Λέσβο, η εικόνα που μεταφέρουν είναι μετά το ανησυχητική: μικρότεροι και μεγαλύτεροι εκφοβισμοί, επιθέσεις, ανοιχτές στοχοποιήσεις, όλα απέναντι σε άτομα και οργανώσεις που έχουν (ή θεωρείται ότι έχουν) ένα αριστερό και δικαωματικό προφίλ. Η επικράτηση του ακροδεξιού υποψηφίου, του Κ. Μουτζούρη, προφανώς εντείνει αυτό το κλίμα, ενώ δεν υπάρχει κανένα σημαντικό αριστερό αντίβαρο (θυμίζω ενδεικτικά την πρόταση στήριξης του από μέλη του ΣΥΡΙΖΑ Β. Αιγαίου, η οποία ευτυχώς δεν έγινε δεκτή).

Η Λέσβος υποδέχεται πρόσφυγες μαζικά περίπου από το 2015. Τα τελευταία 8 χρόνια υπάρχει σταθερός πληθυσμός στο νησί, με αρκετά άτομα να ζουν ενταγμένα -συνεργάτης, πρόσφυγας ο ίδιος από χώρα της Μέσης Ανατολής, μου είπε χαρακτηριστικά ότι όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στη Γάζα, γηγενείς του είπαν, με ειλικρινή φροντίδα και όχι με ειρωνεία, να προσέχει τώρα που θα έρθουν παλαιστίνιοι πρόσφυγες.

Αυτή η ιστορία και μόνο θα αρκούσε να καταδείξει τον παραλογισμό του ρατσισμού, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα αυτής της ανάρτησης. Την αναφέρω όμως για να δείξω κάτι που ξέρουμε καλά από την κοινωνική ψυχολογία: ότι οι διακρίσεις υποχωρούν όσο οι διαφορετικές ομάδες έρχονται σε επαφή και γνωρίζονται. Ακόμη όμως κι όταν αυτό συμβαίνει, μπορεί να περάσει απαρατήρητο, αν δεν πλαισιωθεί.

H έλλειψη πλαισίου μας οδηγεί στο να ζούμε σε μια συνεχή επανάληψη: στην Ελλάδα έρχονται σταθερά μετανάστες και πρόσφυγες από το 1991, εδώ και 30+ χρόνια. Κάθε χρόνο η κινδυνολογία είναι σταθερή και οι φόβοι ίδιοι: η αλλοίωση του πληθυσμού (τελευταία ως αντικατάσταση του πληθυσμού), η πολιτισμική τους επικράτηση, η έξαρση της εγκληματικότητας κλπ.

Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνταν για τους εξ Αλβανίας μετανάστες τη δεκαετία του 1990 είναι περίπου τα ίδια με τα τωρινά, μια απλή προσαρμογή στις εθνικότητες. Περιττό να τονίσω ότι καμία καταστροφή δεν έχει επέλθει, και οι αλλαγές που όντως έχουν συμβεί αντανακλούν αλλαγές που συμβαίνουν φυσιολογικά μέσα στο χρόνο: δε μπορούμε, ευτυχώς, να μείνουμε στο 1960.

Αναλογίες μπορούμε να δούμε και σε σχέση με τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, πολύ πριν το βραχυκύκλωμα που δημιούργησε η εκλογή Κασσελάκη και ο λόγος του γύρω από τα ΛΟΑ (και όχι τα ΛΟΑΤΚΙ+) δικαιώματα. Από τη μία η εκλογή του έφερε στην επιφάνεια πολλή (πρόχειρα κρυμμένη έως τώρα) ομοφοβία, και από την άλλη παραμένουν αναπάντητες οι πολλές προβληματικές αποστροφές του λόγου του π.χ. σε σχέση με την τεκνοθεσία, αλλά και η απουσία λόγου και θέσεων για τα τρανς άτομα ή για θέματα της κοινότητας που φεύγουν από την ομοκανικότητα και τον ομοεθνικισμό. Και εδώ, τα σημάδια που προέβλεπαν αυτή την αμηχανία και την αφωνία ήταν εμφανή ήδη από το 2015.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρότι ήταν το κόμμα που έφερε στη Βουλή και υπερψήφισε τα τρία πρώτα σημαντικά νομοσχέδια για τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα (το σύμφωνο συμβίωσης, τη Νομική Αναγνώριση της Ταυτότητας Φύλου και την πρόσβαση ομόφυλων ζευγαριών στην αναδοχή), διατήρησε στην πλειοψηφία του μία αμηχανία γύρω από τα ΛΟΑΤΚΙ+ θέματα, όχι σε επίπεδο κεντρικών θέσεων, αλλά στον λόγο και την επακόλουθη εξοικείωση των ψηφοφόρων του.

Από τις ελλείψεις των εν λόγω νομοσχεδίων έως την εμφανή δυσκολία των περισσότερων στελεχών του να τα στηρίξουν δημόσια -ειδικά την περίοδο ψήφισής τους, που το βάρος της δημόσιας επιχειρηματολογίας σήκωσε η ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα- ήταν σαφές τουλάχιστον στους εξωτερικούς παρατηρητές ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρούσε πως η δουλειά του τελείωνε με την ψήφιση, ότι καμία άλλη ευθύνη δεν είχε, ενώ και στην δικαιολογημένη κριτική της κοινότητας αντιδρούσε σα να επρόκειτο για αντιπολίτευση, έως και προδοσία.

Στην πραγματικότητα όμως, η κύρια ευθύνη του ήταν η δουλειά πλαισίωσης στη βάση. Αυτός είναι και ο ρόλος της πολιτικής και θα έπρεπε ναι είναι και των κομμάτων, όχι μόνο η διεκδίκηση της εξουσίας, αλλά η δημιουργία ενός πλαισίου αναφοράς και κατανόησης του κόσμου. Η παραγωγή λόγου και επιχειρημάτων. Αυτό δηλαδή που κάνει και έκανε εξαιρετικά μέχρι τώρα η δεξιά και η ακροδεξιά, και αυτό που δεν έχει κάνει η αριστερά.

Το βάρος επικοινωνίας και της εμπέδωσης της πολιτικής και της ιδεολογίας αναπόφευκτα πέφτει στα κόμματα λόγω της οργανικής σύνδεσης που (υποτίθεται ότι) έχουν με την κοινωνία και ο στόχος είναι η αλλαγή στάσεων και αντιλήψεων, και όχι μόνο η υπερψήφιση νομοσχεδίων. Η πολιτική και τα κόμματα οφείλουν να και έχουν και παιδευτικό ρόλο. Αυτό που δεν καταλαβαίνουν όμως συχνά οι πολιτικοί είναι ότι εκπαιδεύουν και με όσα δεν κάνουν και δε λένε. Με τις θέσεις που δε στηρίζουν ουσιαστικά, παρότι τις επικαλούνται προγραμματικά.

Αυτά στα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να εκπαιδεύσει τους ανθρώπους του τα τελευταία χρόνια όμως ήταν κυρίως αυτά που βλέπουμε στο τώρα: καμία επαφή με πολιτικό λόγο, μια συνθηματολογική και μόνο προσέγγιση της αριστεράς, απομάκρυνση από την ουσία των δικαιωμάτων, δυσανεξία στην κριτική και τη διαφωνία, και απαξίωση των θεσμικών διαδικασιών.

Αρχή η συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ και σημαντικά σημεία στη συνέχεια η αποπομπή Φίλη λόγω των πιέσεων της εκκλησίας, η υπόθεση Παπαγγελόπουλου, οι χειρισμοί του Ν. Παππά για τα ΜΜΕ, για να αναφέρω μόνο κάποια κομβικά.

Δεν ισχυρίζομαι ότι αυτά ήταν τα μόνα σημαντικά σημεία στη διακυβέρνηση 2015-19, αλλά αυτά ήταν τα εντονότερα και τα χωρίς ισχυρό (και δημόσιο) αντίλογο σημεία απομάκρυνσης από τις αρχές και αξίες που η αριστερά θέλει να πρεσβεύει.

Ο ΣΥΡΙΖΑ στην προσπάθεια αποφυγής του ελιτισμού, συνήθισε τον λαϊκισμό, στην προσπάθεια να γίνει κυβέρνηση, ενσωμάτωσε τον κυνισμό και τις πρακτικές των προηγούμενων κυβερνήσεων.

Μέσα στο δημοκρατικό τόξο υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τρόποι να λυθεί το ίδιο πρόβλημα, αλλά δεν έχουν όλοι τις ίδιες συνέπειες. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να εκπαιδεύσουμε και πολλά διακυβεύματα. Η παγίδα όμως είναι ότι τελικά οι άνθρωποί μας μάς αναγκάζουν να τους δώσουμε αυτά που τους μάθαμε να περιμένουν, να μείνουμε πιστοί στις αρχές και τις πρακτικές στις οποίες τους εκπαιδεύσαμε, και τελικά θα επιλέξουν τους συμβιβασμούς που τους μάθαμε ότι χωράνε στην ιδεολογία μας. Αυτή την εκπαίδευση πληρώνει ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα και μαζί του όλοι, όλες, όλα μας.

*Νάνσυ Παπαθανασίου PhD Κλινική Ψυχολόγος και Επιστημονικά συνυπεύθυνη στην οργάνωση Orlando LGBT+.

Η Νάνσυ Παπαθανασίου

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα