Πώς λειτουργεί το δικαστικό συμβούλιο που θα ερευνήσει το “μπάζωμα” στα Τέμπη
Διαβάζεται σε 4'
Δείτε αναλυτικά ποιο είναι, από ποιους απαρτίζεται και ποιος είναι ο σκοπός του δικαστικού συμβουλίου που θα ερευνήσει το “μπάζωμα” στα Τέμπη.
- 13 Απριλίου 2025 07:07
Ύστερα από μια προανακριτική – fast track, η οποία σηματοδότησε την παραπομπή του πρώην υπουργού παρά τω πρωθυπουργώ Χρήστου Τριαντοπούλου, χωρίς ωστόσο να προηγηθεί η διενέργεια μιας κοινοβουλευτικής έρευνας, η Βουλή διαβιβάζει τη δικογραφία για το «μπάζωμα» στα Τέμπη στην τακτική Δικαιοσύνη.
Ο Χρήστος Τριαντόπουλος ζήτησε την απευθείας παραπομπή του ενώπιον του φυσικού δικαστή του, καλώντας την προανακριτική επιτροπή να διαβιβάσει τη δικογραφία στο αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο. Κι αυτό συνέβη όταν η Ολομέλεια της Βουλής με 190 ψήφους «υπέρ» ενέκρινε, όπως αναμένονταν, το πόρισμα της επιτροπής.
Τί σημαίνει όμως αυτό; Ποιο είναι το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο, από ποιους απαρτίζεται και ποιος ο σκοπός του;
Οι διατάξεις του Συντάγματος και ειδικότερα το άρθρο 86Σ, που αφορά στην ευθύνη των υπουργών, αναφέρουν ρητά ότι αρμόδιο για την εκδίκαση τέτοιων υποθέσεων είναι το Ειδικό Δικαστήριο που συγκροτείται από έξι μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και επτά μέλη του Αρείου Πάγου.
Στο πλαίσιο του δικαστηρίου αυτού λειτουργεί Δικαστικό Συμβούλιο που συγκροτείται για κάθε υπόθεση από δύο μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας και τρία μέλη του Αρείου Πάγου και με απόφαση του οποίου ορίζεται ένα από τα μέλη του που ανήκει στον Άρειο Πάγο ως ανακριτής.
Η προδικασία λήγει με την έκδοση βουλεύματος.
Το δικαστικό συμβούλιο
Ο περιβόητος νόμος περί ευθύνης υπουργών (Νόμος 3126/2003) εξειδικεύει ακόμη περισσότερο τις αρμοδιότητες και τη λειτουργία του επίμαχου δικαστικού συμβουλίου.
Όπως επισημαίνεται στο άρθρο 8, ο Πρόεδρος της Βουλής κληρώνει σε δημόσια συνεδρίαση της Ολομέλειας της Βουλής πέντε τακτικά και τρία αναπληρωματικά μέλη για τη συγκρότηση του Δικαστικού Συμβουλίου, τα οποία είναι τρία μέλη του Αρείου Πάγου και δύο μέλη του Συμβουλίου της Επικρατείας, ενώ προεδρεύει το ανώτερο σε βαθμό μέλος του Αρείου Πάγου ή, μεταξύ ομοιοβάθμων, ο αρχαιότερος αρεοπαγίτης.
Στην ίδια συνεδρίαση κληρώνονται και ο ασκών καθήκοντα εισαγγελέα του Συμβουλίου και ο αναπληρωτής του, από τα μέλη της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου.
Η ανάκριση
Σύμφωνα με το νόμο, εντός πέντε ημερών από τη συγκρότηση του Συμβουλίου, ορίζεται ένα από τα μέλη του που ανήκει στον Άρειο Πάγο ως ανακριτής, στον οποίο και διαβιβάζεται αμελλητί η δικογραφία. Εκείνος είναι που ερευνά σε βάθος την υπόθεση, έχοντας τις αρμοδιότητες κάθε τακτικού ανακριτή όπως ορίζεται από τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ενώ έχει δικαίωμα και να επεκτείνει τη δίωξη κατά των συμμετοχών που δεν αναφέρονται στην απόφαση της Βουλής για τη δίωξη.
Στην παρούσα υπόθεση, ο ανακριτής καλείται να πράξει από την αρχή όλες τις ενέργειες που απαιτούνται για να καταλήξει στο αν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής για τον Χρήστο Τριαντόπουλο.
Έτσι ο δικαστικός λειτουργός καλείται να κλητεύσει σειρά μαρτύρων που έχουν γνώση της υπόθεσης και να εξετάσει τα απαραίτητα έγγραφα, προκειμένου να συγκεντρώσει όλα τα απαραίτητα στοιχεία πάνω στα οποία θα βασιστεί και το Δικαστικό Συμβούλιο για να εκφράσει την κρίση του για την ποινική μεταχείριση του υπουργού.
Το πέρας της κύριας ανάκρισης σηματοδοτεί τη διαβίβαση της δικογραφίας στον Εισαγγελέα του Δικαστικού Συμβουλίου, ο οποίος και θα εισηγηθεί ενώπιον του συμβουλίου για την παραπομπή ή μη του υπουργού σε δίκη.
Την τελική απόφαση λαμβάνει το ίδιο του Δικαστικό Συμβούλιο το οποίο προχωρά στην έκδοση σχετικού βουλεύματος. Εφόσον κρίνει ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις παραπομπής, τότε ο κατηγορούμενος υπουργός θα καθίσει στο εδώλιο του Ειδικού Δικαστηρίου για να δικαστεί.
Ο χρόνος
Αναφορικά με το χρονικό περιθώριο που έχουν ο ανακριτής ή το δικαστικό συμβούλιο προκειμένου να ολοκληρώσουν το έργο τους, η νομοθεσία θέτει συγκεκριμένες προθεσμίες -συνήθως μηνών- μέσα στις οποίες καλούνται οι δικαστικοί λειτουργοί να ολοκληρώσουν κάποιες ενέργειες τους.
Ωστόσο, λόγω της βαρύτητας αρκετών υποθέσεων συχνά παρατηρείται το φαινόμενο η έρευνα να απαιτεί υπερπολλαπλάσιος χρόνος από αυτόν που προκύπτει από το άθροισμα όλων των προθεσμιών, τις οποίες προβλέπει ο Νόμος.