Στα “ανοιχτά μέτωπα” της εξωτερικής πολιτικής εστιάζει η αντιπολίτευση
Διαβάζεται σε 5'Έντονη κριτική στους χειρισμούς Μητσοτάκη από ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και Νέα Αριστερά, ενώ κυριαρχούν -στην καρδιά της προεκλογικής περιόδου- τα θέματα των ελληνοτουρκικών και των σχέσεων με Βόρεια Μακεδονία και Αλβανία
- 13 Μαΐου 2024 06:44
Με επίκεντρο την εξωτερική πολιτική, εκκινεί, σήμερα Δευτέρα, η προοδευτική αντιπολίτευση στην «τελική ευθεία» προς την κάλπη της 9ης Ιουνίου. Ενώ μένουν μόλις 4 εβδομάδες έως τις ευρωεκλογές ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ και Νέα Αριστερά παίρνουν θέση για τα «ανοιχτά μέτωπα» στην εξωτερική πολιτική της χώρας που προέκυψαν μετά τις δηλώσεις της Προέδρου της Δημοκρατίας της Β.Μακεδονίας, Γκ.Σιλιάνοβσκα, τις αναφορές του πρωθυπουργού της Αλβανίας Έντι Ράμα και φυσικά την συνάντηση που Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζεπ Ταγίπ Ερντογάν.
Τα προαναφερθέντα κόμματα προφανώς έχουν διαφορετικές αφετηριακές θέσεις για τα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής. Όμως οι χειρισμοί της κυβέρνησης αναμένεται να βρεθούν το επίκεντρο της κριτικής τους. Ιδίως αφού φαίνεται να είναι -σχετικά- κοινή η εκτίμηση ότι το ταυτόχρονο «άνοιγμα» όλων των θεμάτων εξέθεσε την μέχρι τώρα πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
Ιδιαίτερα όσον αφορά την συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο τα επιτελεία των κομμάτων φαίνεται να παρακολουθούν συστηματικά τις εξελίξεις. Ταυτόχρονα -θυμίζουμε- έχουν ζητήσει αναλυτική ενημέρωση σε επίπεδο κοινοβουλίου η οποία δεν έχει ως τώρα παρασχεθεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ
Από την πλευρά της αξιωματικής αντιπολίτευσης ο Στέφανος Κασσελάκης φαίνεται ότι στοχεύει με αφορμή την εξωτερική πολιτική να αναδείξει το «πατριωτικό» στοιχείο του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο άλλωστε θέλησε εξαρχής να προβάλλει. Προσδοκώντας ίσως και σε ακροατήρια που απομακρύνονται από την Ν.Δ για ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Χαρακτηριστική είναι και η φράση που χρησιμοποίησε ο επικεφαλής της Κουμουνδούρου σε ανάρτησή του: «Ένας πατριωτικός ΣΥΡΙΖΑ απέναντι σε φοβικούς Ελλαδέμπορους».
Στην βάση αυτή η Κουμουνδούρου αναμένεται να αναδείξει ζητήματα στα ελληνοτουρκικά όπως η μετατροπή του ναού της Αγίας Σοφίας σε τζαμί κατηγορώντας την κυβέρνηση για στάση θεατή.
Αντίστοιχη κριτική φέρεται να κάνει και στο ζήτημα των σχέσεων της Ελλάδας με την Βόρεια Μακεδονία. Σε ανακοίνωσή του αναφέρεται σε «παθητική στάση» της κυβέρνησης ζητώντας «αυστηρότητα, στη βάση των προβλέψεων της Συμφωνίας και με κινητοποίηση όλων των διαθέσιμων διπλωματικών μέσων σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο» στη βάση πάντως της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Ανάλογές εκτιμήσεις υπάρχουν και για τις σχέσεις Ελλάδας – Αλβανίας με την «Αυγή» να μιλά για αμηχανία του Κυριάκου Μητσοτάκη απέναντι στις προκλητικές δηλώσεις του Έντι Ράμα.
Το ΠΑΣΟΚ
Προσεκτικά αλλά επικριτικά προς τους κυβερνητικούς χειρισμούς φαίνεται να κινείται το ΠΑΣΟΚ. Εστιάζοντας στο ότι η εξωτερική πολιτική αξιοποιείται από την Νέα Δημοκρατία για λόγους τακτικών και προεκλογικών σκοπιμοτήτων.
«Ο πατριωτισμός δεν είναι η επικοινωνία. Πατριωτισμός είναι ουσία» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματος, Δημήτρης Μάντζος. Τονίζοντας πως το ζητούμενο είναι «να μπορέσουμε να ενώσουμε τον λαό στα εθνικά ζητήματα. Να μην τον διχάζουμε με επικοινωνιακά παιχνίδια».
Αναφορικά με την συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν, ο Δημήτρης Μάντζος σημείωσε ότι «το ΠΑΣΟΚ έχει αποδείξει στην πράξη και έχει διδάξει πώς γίνεται ένας διάλογος με την Τουρκία». Επισημαίνοντας πως «οι δίαυλοι επικοινωνίας πρέπει να είναι ανοικτοί και αυτή η επικοινωνία να δομείται πάνω σε ειλικρινείς βάσεις, σε απτές αποδείξεις προόδου και σε μία ατζέντα η οποία είναι υλοποιήσιμη».
Όσον αφορά τις σχέσεις Ελλάδας – Βόρειας Μακεδονίας ο εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ χαρακτήρισε την χρήση του όρου «Μακεδονία» από την πρόεδρο της γειτονικής χώρας ως «βαρύτατη πρόκληση». Σημειώνοντας όμως παράλληλα ότι πρόκειται για μία «αναμενόμενη ενέργεια, που είχε προαναγγελθεί εδώ και καιρό από το εθνικιστικό VMRO-DPMNE και υλοποιήθηκε σε μηδενικό χρόνο, παραβιάζοντας τη Συμφωνία των Πρεσπών και αναιρώντας το θεμέλιο αυτής».
Με βάση αυτά το ΠΑΣΟΚ απαιτεί από την κυβέρνηση διπλωματικές πρωτοβουλίες από την κυβέρνηση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΝΑΤΟ καθιστώντας σαφές ότι θα επιτηρήσει το αν αυτές θα υπάρξουν. «Αναμένουμε πλέον τις ενέργειες, στις οποίες θα προχωρήσει η Ελληνική Κυβέρνηση για να αντιδράσει στην πρόκληση» είπε χαρακτηριστικά ο Δημήτρης Μάντζος.
Το ΚΚΕ
Ως επιβεβαίωση της αρνητικής θέσης που είχε απέναντι στην Συμφωνία των Πρεσπών ερμηνεύει τις εξελίξεις το ΚΚΕ. Όπως σημειώνει σε ανακοίνωση του γραφείου τύπου του κόμματος ««οι αναφορές της νέας Προέδρου της Βόρειας Μακεδονίας επιβεβαιώνουν την εκτίμηση του ΚΚΕ, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν υπηρετούσε την πραγματική επίλυση των διαφορών των δυο χωρών, αλλά τελικά μόνο την είσοδο της γειτονικής χώρας στο ΝΑΤΟ που έχει αποδειχθεί ως ο βασικός παράγοντας της αποσταθεροποίησης και της τροφοδότησης του εθνικισμού στα Βαλκάνια».
Στο επίκεντρο της κριτικής από τον Περισσό βρίσκεται η Νέα Δημοκρατία η οποία και χαρακτηρίζεται «πρωτοπαλίκαρο των σχεδιασμών του ΝΑΤΟ και στα Βαλκάνια». Δεν «γλυτώνει» όμως και ο ΣΥΡΙΖΑ αφού επισημαίνεται πως οι εξελίξεις εκθέτουν «την προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που υπερασπίστηκε τη ΝΑΤΟϊκή προοπτική της Βόρειας Μακεδονίας, στο όνομα δήθεν της εξομάλυνσης των σχέσεων των δυο χωρών στο πλαίσιο της “συμμαχίας”».
Η Νέα Αριστερά
Την στήριξή της στην ανάγκη υλοποίησης της Συμφωνίας των Πρεσπών εκφράζει η Νέα Αριστερά, εγκαλώντας την κυβέρνηση πως εξαιτίας των αντιθέσεών της κινήθηκε σε διαφορετική κατεύθυνση.
Όπως αναφέρει σε ανακοίνωσή της «η κυβέρνηση Μητσοτάκη υποκύπτοντας στους εθνικιστικούς κύκλους της Νέας Δημοκρατίας, επί πέντε χρόνια αδρανεί συστηματικά και δεν παρακολουθεί καθόλου την τήρηση της Συμφωνίας των Πρεσπών». Για τον λόγο αυτό εκτιμά «είδαμε τα πρώτα αρνητικά αποτελέσματα: η νέα Πρόεδρος της Βόρειας Μακεδονίας Γκορντάνα Σιλιάνοφσκα κατά την ορκωμοσία της έκανε λόγω για «Μακεδονία» σκέτο, παρά τις δεσμεύσεις που απορρέουν από τη Συμφωνία των Πρεσπών.Αυτή η εξέλιξη ήταν επόμενο να συμβεί γιατί μια σειρά από ενέργειες που μπορούσε να είχε κάνει η ελληνική κυβέρνηση από το 2019 και μετά, δεν τις έκανε αφήνοντας έδαφος στους εθνικιστές στη Βόρεια Μακεδονία να ενεργούν ανεξέλεγκτοι».