Τα σύνορα που ονειρεύεται ο Ερντογάν – Από τις γκρίζες ζώνες στη γαλάζια πατρίδα
Ο Εκτελεστικός Διευθυντής Ερευνητικών Προγραμμάτων του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Κωνσταντίνος Φίλης, αναλύει στο News 24/7 την τακτική της Άγκυρας σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο και την ελληνική γραμμή άμυνας.
- 03 Σεπτεμβρίου 2019 07:15
Μέχρι χθες Γαλάζια Πατρίδα ακούγαμε από τα επίσημα τουρκικά χείλη και κυρίως από τον Υπουργό Άμυνας της γείτονος Χουλουσί Ακάρ, ωστόσο ο Πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φρόντισε και να μας την δείξει κιόλας ποζάροντας μπροστά από έναν χάρτη ,ενώ υπογράφει στο βιβλίο επισκεπτών της Σχολής Αξιωματικών του τουρκικού ναυτικού.
Μια κίνηση που προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια της Αθήνας που μέσω του Υπουργού Εξωτερικών Νίκου Δένδια κάλεσε την Τουρκία να σοβαρευτεί, να εναρμονιστεί με το Διεθνές Δίκαιο και να καθίσει το τραπέζι του διαλόγου λέγοντας χαρακτηριστικά πως “η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να ακολουθήσει έναν τέτοιο τον κατήφορο”.
Γιατί ο Ερντογάν επιλέγει μια τέτοια στάση; Τι θέλει να πετύχει; Ποιοι λόγοι ενδεχομένως των ωθούν στα άκρα; Τι μπορεί να κάνει η Ελλάδα που βλέπει πως η γειτονική χώρα αμφισβητεί ευθέως την κυριαρχία της; Ο Εκτελεστικός Διευθυντής Ερευνητικών Προγραμμάτων του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων, Κωνσταντίνος Φίλης, αναλύει στο News 24/7 την έξαρση του τουρκικού αναθεωρητισμού σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, καταρρίπτει της διεκδικήσεις της Τουρκίας και περιγράφει την ελληνική γραμμή άμυνας.
Η Γαλάζια Πατρίδα γίνεται επίσημη και πάγια τουρκική θέση
“Η Γαλάζια Πατρίδα στην οποία αναφέρθηκε πρώτος ο Χουλουσί Ακάρ στην πραγματικότητα είναι στον αέρα και στη θάλασσα αυτό που ο Ερντογάν αποκαλεί τα “σύνορα της καρδιάς” του. Το προβληματικό είναι πως μέχρι χθες η συζήτηση για την Γαλάζια Πατρίδα ως επίσημη τουρκική θέση ναι μεν ακουγόταν από τουρκικά χείλη όπως αυτά του Χουλουσί Ακάρ αλλά και του Μεβλούτ Τσαβούσογλου αλλά δεν είχε πάρει αυτή τη μορφή και αυτό τον χαρακτήρα. Να βρεθεί δηλαδή ο Ερντογάν για επικοινωνιακούς, για τακτικούς αλλά και για στρατηγικούς λόγους μπροστά από ένα τέτοιο χάρτη. Εκτιμώ ότι θα μπορούσε να το είχε αποφύγει αλλά δεν το έκανε. Το γεγονός ότι δεν το απέφυγε δείχνει πως η Γαλάζια Πατρίδα αποκτά χαρακτηριστικά επίσημης και πάγιας τουρκικής θέσης” εκτιμά ο κ.Φίλης.
Πλήρως ανυπόστατος ο χάρτης
“Αυτά που αφήνει να εννοηθεί ο χάρτης ότι δηλαδή το Αιγαίο πρέπει να διχοτομηθεί περίπου στην μέση και ότι τα θαλάσσια σύνορα της Τουρκίας φτάνουν στα Νοτιοανατολικά της Κρήτης και ακουμπούν ουσιαστικά την ΑΟΖ της Λιβύης και σβήνουν εντελώς το Καστελόριζο από τον χάρτη είναι ανυπόστατα. Μάλιστα τα νησιά που περιλαμβάνει ο χάρτης όπως Σαμοθράκη, Χίος, Μυτιλήνη, Ικαρία, και Σάμος είναι νησιά τα οποία αναφέρονται ονομαστικά στη Συνθήκη της Λωζάνης προσδιορισμένα με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο ότι ανήκουν στην Ελλάδα. Ως προς τα Δωδεκάνησα και το σύμπλεγμα του Καστελόριζου και αυτό ρητά αναφέρεται στην Συνθήκη των Παρισίων ότι είναι υπό την ελληνική κυριότητα” αναφέρει ο κ.Φίλης και συμπληρώνει “Η Τουρκία ασφυκτιά στα υφιστάμενα σύνορά της, νιώθει ότι απειλείται και αισθάνεται ότι αυτό που της αναλογεί σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο είναι αναντίστοιχο του μεγέθους της και κατ’ επέκταση των επιδιώξεών της”, υπογραμμίζοντας πως οι επιδιώξεις αυτές απέχουν παρασάγγας από το Διεθνές Δίκαιο και το Δίκαιο της Θάλασσας.
Η εσωτερική πίεση που δέχεται ο Ερντογάν
Η παραπάνω στάση είναι βέβαιο πως έχει συγκεκριμένους λόγους και αιτίες καθώς ο χρόνος μόνο τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί. Σύμφωνα με τον κ.Φίλη η εσωτερική σύμπραξη του Ερντογάν με τον ακραίο εθνικιστή Μπαχτσελί από τους βουλευτές του οποίου εξαρτάται η κοινοβουλευτική πλειοψηφία εντείνει την πίεση και την εθνικιστική κατεύθυνση σε συνδυασμό με την πίεση που ασκούν από την άλλη οι Κεμαλιστές που θεωρούν τον Ερντογάν ενδοτικό υποστηρίζοντας πως η Ελλάδα δήθεν κατέχει παράνομα στο Αιγαίο 18 νησιά υπερθεματίζοντας τον εθνικισμό του Μπαχτσελί.
“Υπάρχει φυσικά και η διάσταση η οικονομική. Υπάρχει η άποψη πως όταν ο κόσμος πιέζεται οικονομικά να αποπροσανατολίζεται με τη δημιουργία ενός εχθρού ή ενός στρατηγικού οράματος για τη χώρα για το πως μπορεί δηλαδή να είναι πιο μεγάλη απ’ ότι της αναλογεί και υπάρχει και η διάσταση με την ευθεία αμφισβήτηση στο πρόσωπο του Ερντογάν η οποία μάλιστα προέρχεται και από πρώην συντρόφους του όπως ο Αλί Μπαμπατζάν, άρα η πίεση εντείνεται προς τον Τούρκο Πρόεδρο” επισημαίνει ο κ.Φίλης.
Η εξωτερική διάσταση του προβλήματος
“Υπάρχει και στρατηγική διάσταση του θέματος που λέει ότι απέναντί μας βρίσκεται μια χώρα που διακατέχεται από αισθήματα αναθεωρητισμού σε σχέση με το υφιστάμενο status quo στην περιοχή. Άρα, είναι λάθος να χρεώνουμε κάθε φορά τον τουρκικό αναθεωρητισμό σε τακτικούς λόγους. Ο τουρκικός αναθεωρητισμός είναι στρατηγικού χαρακτήρα. Είναι μακροχρόνιος, πάγιος και διανθίζεται όσο περνούν τα χρόνια. Άλλες ήταν οι διεκδικήσεις πριν 20 χρόνια και άλλες είναι σήμερα. Η Τουρκία θεωρεί πως με αυτές τις μαξιμαλιστικές επιδιώξεις αν κάποτε καθίσει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με την Ελλάδα όσες υποχωρήσεις και να κάνει θα πάρει κάτι περισσότερο από αυτό που της αναλογεί σήμερα. Η Τουρκία επιθυμεί ουσιαστικά μια εφ’ όλης της ύλης διμερή διαπραγμάτευση γιατί πιστεύει ότι δεν θα γίνει με βάση τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου αλλά με βάση τους συντελεστές ισχύος και θεωρεί ότι θα υποχρεώσει την Ελλάδα σε υποχωρήσεις και συμβιβασμούς.
Η στάση της Ελλάδας και το Διεθνές Δικαστήριο
Οι κινήσεις της Τουρκίας ξεδιπλώνονται λοιπόν γίνονται εντονότερες και πιο πιεστικές και η Ελλάδα οφείλει να μην καθίσει με σταυρωμένα τα χέρια παρακολουθώντας απλά τον νευρικό της γείτονα.
“Είναι προφανές πως πρέπει να διατηρήσουμε τους διαύλους επικοινωνίας με την Τουρκία ανοιχτούς, να επιδιώξουμε κανάλι απευθείας επικοινωνίας Μητσοτάκη-Ερντογάν διότι αυτό μπορεί να αποσοβήσει τα χειρότερα σε περίπτωση μιας σπασμωδικής κίνησης από την Τουρκία. Ταυτόχρονα θωρακιζόμαστε διπλωματικά αλλά και αμυντικά. Η οικονομική ανάκαμψη είναι αυτονόητη ενώ πρέπει να ενισχυθεί περαιτέρω και η πολιτική συνεννόηση στο εσωτερικό. Αυτή τη στιγμή όμως δεν μπορούμε να συνομιλήσουμε με την Τουρκία αφού παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο στην περιοχή όμως μπορούμε να δείχνουμε προς τη διεθνή κοινότητα πως αν οριοθετηθεί το πλαίσιο της διαπραγμάτευσης είμαστε πρόθυμοι για διάλογο. Τέλος, να διαμορφώσουμε τις συνθήκες για προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο και να ξεκινήσουμε μια καμπάνια σε όλα τα επίπεδα για την ανάδειξη των ελληνικών θέσεων και του τουρκικού παραλογισμού”.