Τα θετικά σημεία της επίσκεψης Ερντογάν

Τα θετικά σημεία της επίσκεψης Ερντογάν
Ο Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας(δεν διακρίνεται), συνομιλεί με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν(φωτό), κατα την συνάντηση τους στο Μέγαρο Μαξίμου, την Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2017. (EUROKINISSI/ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ) Eurokinissi

Η έλευση Ερντογάν στην Αθήνα αποδεικνύει για ακόμη μια φορά το βασικό στόχο της ελληνικής κυβέρνησης, που είναι η ενδυνάμωση των διμερών σχέσεων με όλους τους γείτονες

Του Δημήτρη Ραπίδη*

Τόσο ο Έλληνας Πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας όσο και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος ανέδειξαν με παρρησία και αμεσότητα τις θέσεις της ελληνικής πλευράς σε όλα τα ζητήματα όπου εντοπίζονται τριβές με την τουρκική κυβέρνηση.

Από επικοινωνιακής πλευράς, η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να κερδίσει τις εντυπώσεις και να περάσει ένα σαφές μήνυμα τόσο προς τον Τούρκο Πρόεδρο, όσο και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις ΗΠΑ: τα μείζονα διμερή ζητήματα θα τίθενται και πίσω από κλειστές πόρτες, αλλά και ενώπιον των δημοσιογράφων και των πολιτών. Πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται για ζητήματα εθνικού ενδιαφέροντος.

Από πλευράς ουσίας, είναι πολλά εκείνα που αξίζει σημειώσουμε. Πρώτα και κύρια, η χρονική συγκυρία της επίσκεψης Ερντογάν είναι σημαντική, καθότι οι ευρω-τουρκικές σχέσεις βρίσκονται στο ναδίρ. Σε αυτό το πλαίσιο, ο ρόλος της Ελλάδας είναι καθοριστικός καθώς δεν μεσολαβεί ευθέως για την αποκατάσταση των σχέσεων ΕΕ-Τουρκίας, αλλά λειτουργεί ως ο ενδιάμεσος, απαραίτητος «κρίκος» για τη διατήρηση των μίνιμουμ ισορροπιών.

Επίσης, η έλευση Ερντογάν στην Αθήνα αποδεικνύει για ακόμη μια φορά το βασικό στόχο της ελληνικής κυβέρνησης, που είναι η ενδυνάμωση των διμερών σχέσεων με όλους τους γείτονες, ανεξαρτήτως προβλημάτων ή ζητημάτων που παραμένουν σε εκκρεμότητα, χωρίς όμως να αγνοείται και η βασική θέση του ΣΥΡΙΖΑ για προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας.

Η στόχευση αυτή επαληθεύεται παράλληλα και από την πολυμερή εξωτερική πολιτική, όπως για παράδειγμα συμβαίνει και με την ανάπτυξη δεσμών ενεργειακής συνεργασίας με το Ισραήλ και την Αίγυπτο, όπου και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν θέματα με τα οποία η ελληνική πλευρά δεν είναι σύμφωνη. Το βασικότερο όλων είναι η γενικότερη πολιτική του Ισραήλ στο παλαιστινιακό και η θέση της ελληνικής πλευράς για λύση δύο κρατών, ενώ στην Αίγυπτο, παρά τις παραδοσιακά σταθερές διμερείς σχέσεις, δεν αγνοείται το γεγονός ότι οι προεδρικές εκλογές του 2014 έγιναν υπό ένα αρκετά σύνθετο καθεστώς, έπειτα από την στρατιωτική εκτροπή και την ανατροπή του εκλεγμένου Προέδρου Μόρσι.

Ένα εξίσου σημαντικό στοιχείο είναι πως η ελληνική κυβέρνηση συνεχίζει να υποστηρίζει την ανάγκη οικοδόμησης μέτρων εμπιστοσύνης με την τουρκική πλευρά και ενίσχυσης των διμερών επιχειρηματικών και εμπορικών σχέσεων, εξυπηρετώντας και την πάγια θέση για σύσφιξη των ευρω-τουρκικών σχέσεων και επαναφορά της Τουρκίας σε «ευρωπαϊκή τροχιά». Οι ευαίσθητες ισορροπίες στο Αιγαίο παραμένουν, η προσφυγική κρίση δεν έχει αντιμετωπισθεί κατάλληλα από την ΕΕ, ο πόλεμος στη Συρία μαίνεται, και η γενικότερη κατάσταση στη Μέση Ανατολή επιβάλλουν όχι απλά ενίσχυση των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, αλλά εμβάθυνσή τους και αναγνώριση από την ελληνική πλευρά της «νευρικότητας» της Άγκυρας, όπως αυτή διοχετεύεται στις τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο και στη Δυτική Θράκη.

Η ελληνική κυβέρνηση κατάφερε να αξιολογήσει με επιτυχία όλα τα παραπάνω στοιχεία. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα εκκρεμή ζητήματα θα δρομολογηθούν το επόμενο διάστημα. Το σημαντικό είναι να πραγματοποιηθεί η διευρυμένη συνάντηση στη Θεσσαλονίκη το Φεβρουάριο του 2018, να προκύψουν θετικές πολιτικές, οικονομικές και εμπορικές εξελίξεις, ώστε να αποτυπωθεί το θετικό κλίμα και στα εθνικά θέματα. Κανείς δεν περιμένει να λυθεί το Κυπριακό ή να καμφθούν οι τουρκικές επιδιώξεις στο Αιγαίο το αμέσως επόμενο διάστημα, εντούτοις είναι εξαιρετικής σημασίας να «ανοίξει» η διμερής ατζέντα και με θέματα αμοιβαίου συμφέροντος.

Η στάση της ελληνικής κυβέρνησης και οι τοποθετήσεις του Έλληνα Πρωθυπουργού ανάγκασαν την Κομισιόν, μια σειρά κρατών-μελών και των ΗΠΑ να τοποθετηθούν δημοσίως για το ζήτημα της Συνθήκης της Λωζάννης. Μια εξέλιξη θετική για την ελληνική πλευρά, όχι γιατί προκύπτει ζήτημα αναθεώρησης της Συνθήκης, αλλά γιατί οι ξεκάθαρες δημόσιες τοποθετήσεις διαμορφώνουν ένα συγκεκριμένο «κλίμα». Και αυτό το «κλίμα», κατάφερε να το κερδίσει η ελληνική πλευρά με τη συνολική διαχείριση της επίσκεψης Ερντογάν.

* Ο Δημήτρης Ραπίδης είναι πολιτικός αναλυτής και επικοινωνιολόγος.   

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα