Τα τρία πλούσια δώρα της Κριστίν Λαγκάρντ στην Ακροδεξιά
Διαβάζεται σε 9'Την πρόσφατη αναβίωση της Ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη δεν την προκάλεσαν οι τρεις μεγάλες γκάφες της Κριστίν Λαγκάρντ, από τότε που ανέλαβε Προέδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Όμως, την ενίσχυσαν τα μέγιστα!
- 08 Οκτωβρίου 2023 06:16
Η πρώτη γκάφα της Λαγκάρντ ήρθε νωρίς στην θητεία της στην ΕΚΤ και κόστισε στην Ιταλία δισεκατομμύρια και στην ΕΚΤ σημαντικό μέρος της «αξιοπιστίας» της ως στήριγμα του σαθρού ευρώ που ο Μάριο Ντράγκι, ο προκάτοχος της Λαγκάρντ, είχε εργαστεί τόσο σκληρά να εξασφαλίσει.
Ήταν Μάρτιος του 2020. Υπό το άγχος που προκαλούσε εκείνες τις μέρες το οικονομικό έμφραγμα λόγω πανδημίας, οι χρηματαγορές βρίσκονταν σε πανικό, ιδίως όσον αφορούσε την φερεγγυότητα της Ιταλίας, μιας χώρας με γιγαντιαία χρέη χωρίς δική της κεντρική τράπεζα για να τυπώνει χρήμα με τον τρόπο που τυπώνουν κατά το δοκούνεκ μέρους των κυβερνήσεών τους η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, η Τράπεζα της Ιαπωνίας, ακόμη και η Τράπεζα της Αγγλίας.
Όταν σε προγραμματισμένη συνέντευξη Τύπου ρωτήθηκε αν η ΕΚΤ θα στηρίξει το χρέος της Ιταλίας για να περιορίσει τα spreads των επιτοκίων (τη διαφορά στο κόστος δανεισμού μεταξύ των κυβερνήσεων των κρατών-μελών) εντός της ευρωζώνης, η Λαγκάρνταρνήθηκε να επαναλάβει την περίφημη υπόσχεση του Ντράγκι ότι θα κάνει «ό,τι χρειαστεί». Αντ’ αυτού, έκανε ακριβώς το αντίθετο, δηλώνοντας: «Δεν είμαστε εδώ για να κλείσουμε τα spreads». Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα, το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους της Ιταλίας, ιδιωτικού και δημόσιου, εκτινάχθηκε στα ύψη. Ηυπό τον Ντράγκι ιταλική κυβέρνηση βρέθηκε ξαφνικά σε κατάσταση αποπληξίας. Μόνο η ακροδεξιά ΤζόρτζιαΜελόνι, η οποία έκτοτε σκαρφάλωσε στην πρωθυπουργία, ενθουσιάστηκε.
Η δεύτερη γκάφα ήταν λιγότερο ηχηρή, αλλά έχει βαθύτερες και πιο μακροχρόνιες επιπτώσεις. Από το κραχ του 2008 κι ύστερα, η ΕΚΤ στέλνειβουνάφρεσκοκομμένων ευρώ στις μονίμως εύθραυστες τράπεζες της Ευρώπης με την ελπίδα ότι αυτές θα τα δανείσουν στις επιχειρήσεις – ιδίως τις μικρομεσαίες – και έτσι θα αναζωογονήσουν την παραπαίουσα ευρωπαϊκή οικονομία. Όταν τα επίσημα επιτόκια ήταν αρνητικά, η ΕΚΤ ουσιαστικά πλήρωνε τους τραπεζίτες για να αποδέχονται εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ στους λογαριασμούς τους στην ΕΚΤ. Εκείνοι, αντί να δανείζουν αυτά τα χρήματα στους μικρομεσαίους, τα κρατούσαν σε αυτούς τους λογαριασμούς τους στην ΕΚΤ και συνέχιζαν να εισπράττουν τα ποσά που τους πλήρωνε η ΕΚΤ με τη μορφή αρνητικών επιτοκίων.
Κι από τότε που ο πληθωρισμός επέστρεψε δυναμικά, και τα επιτόκια έγιναν θετικά και υψηλά, οι ίδιοι τραπεζίτες παρκάρουν δισεκατομμύρια ευρώ των καταθετών τους στους λογαριασμούς τους στην ΕΚΤ για να εισπράξουν τους υψηλούς τόκους της, ενώ συνεχίζουν να πληρώνουν στους καταθέτες τους ψίχουλα τόκων. Κι η Λαγκάρντ; Πως αντέδρασε σε αυτό το διαχρονικό αλισβερίσι; Αντί να χρησιμοποιήσει τις εξουσίες της ΕΚΤ για να βάλει στη θέση τους τους αθεόφοβους τραπεζίτες, έκανε τα στραβά μάτια αφήνοντάς τους ελεύθερους να πλουτίζουν παρασιτικά και ιδίως εις βάρος των μικρομεσαίων.
Για άλλη μια φορά, η ΕΚΤ της κας Λαγκάρντ είχε κάνει ένα τεράστιο δώρο στην Ακροδεξιά. Ιδίως στην Ιταλία, όπου οι διαχρονικά ανόητες πολιτικές της ευρωζώνης έφεραν την Ακροδεξιά στην κυβέρνηση, αυτή η ελέω ΕΚΤ ασυδοσία των τραπεζιτών έδωσε στην Μελόνι το πάτημα να επωφεληθεί πολιτικά επιβάλλοντας έκτακτο φόρο στους τραπεζίτες και, έτσι, να εμφανιστεί ως προστάτης των αδύναμων – ένα δώρο ολκής για τους νεοφασίστες. Και σα να μην έφτανε αυτό, Λαγκάρντκαι ΕΚΤ αντέδρασαν στον εύλογο αυτόν φόρο παίρνοντας το μέρος των… τραπεζιτών. Δεν μπορώ να φανταστώ αποτελεσματικότερο τρόπο για να ενισχυθεί η απήχηση της Ακροδεξιάς στην Ιταλία κι όχι μόνο!
Η τρίτη γκάφα της Λαγκάρντ ήταν η απελπιστικά καθυστερημένη αντίδρασή της στο φούντωμα του πληθωρισμού – απόρροια βέβαια μιας μακράς παράδοσης της ΕΚΤ στις καταστροφικές οικονομικές προβλέψεις. Για να είμαστε δίκαιοι, κι επί Ντράγκι οι «αναλυτές» της ΕΚΤ τα έκαναν συστηματικά μούσκεμα όταν επρόκειτο να προβλέψουν την ύφεση, τον πληθωρισμό κλπ (Σημ. Ποιος ξεχνά τις γελοίες προβλέψεις τους για το ελληνικό ΑΕΠ, χρέος κλπ;). Μάλιστα, σε όλη την περίοδο της προεδρίας Ντράγκι στην ΕΚΤ η κεντρική τράπεζα της ευρωζώνης αποτύγχανε εντυπωσιακά να επιτύχει τον στόχο πληθωρισμού (στο 2% ή λίγο πιο κάτω). Όμως, τότε, ο δράκος που ο Ντράγκι αποτύγχανε να θανατώσει δεν ήταν ο πληθωρισμός αλλά ο αποπληθωρισμός – ο αρνητικός ή πολύ χαμηλός πληθωρισμόςο οποίος τον ανάγκασε να μειώσει τα επιτόκια πρώτα στο μηδέν και στη συνέχεια στο μείον 0,7%.
Αυτά τα αρνητικά επιτόκια έκαναν τον Ντράγκι αντικείμενο μίσους μεταξύ των γερμανών μικροαστών αποταμιευτών, ιδίως της παροιμιώδους «νοικοκυράς» στην οποία αναφερόταν μονότονα ως υπόδειγμα χρηστής οικονομικής διαχείρισης η Άγκελα Μέρκελ. Παρόλα αυτά, οι περισσότεροι εργαζόμενοι στη Γερμανία, και όχι μόνο, δεν έδωσαν ιδιαίτερη σημασία καθώς είχα νελάχιστες αποταμιεύσεις ενώ οι πραγματικοί (προσαρμοσμένοι στον πληθωρισμό) μισθοί τους δεν είχαν πληγεί από τον αποπληθωρισμό.
Όλα αυτά άλλαξαν επί Λαγκάρντ όταν ο πληθωρισμός έγινε θετικός και μάλιστα υψηλότατος. Σε αντίθεση με τον αποπληθωρισμό, ο πληθωρισμός πλήττει ολόκληρο τον πληθυσμό, τόσο τους εργαζόμενους όσο τα νοικοκυριά της μεσαίας τάξης που αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα. Kεντρικός τραπεζίτης που αποτυγχάνει να τον προβλέψει έχει επομένως εξασφαλισμένη την αποδοκιμασία από όλα τα κοινωνικά στρώματα. Το είδαμε αυτό στη δεκαετία του 1970, το βλέπουμε και τώρα – μόνο που αυτή τη φορά είναι ακόμη χειρότερο.
Στη δεκαετία του 1970, τα συνδικάτα ήταν αρκετά ισχυρά ώστε να ανακτούν, σε μεγάλο βαθμό, τις απώλειες των εργαζομένων λόγω του πληθωρισμού μέσω μισθολογικών αυξήσεων. Επιπλέον, δεδομένου ότι η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά εργασίας ήταν ακόμη χαμηλή, οι λαϊκές οικογένειες κατάφερναν να διατηρήσουν το βιοτικό τους επίπεδο χάρη στην είσοδο των γυναικών στο εργατικό δυναμικό.
Σήμερα, αντίθετα, τα συνδικάτα είναι σκιά του παλιού τους εαυτού και οι περισσότερες γυναίκες είναι ήδη μισθωτές. Η ανεργία μπορεί να είναι χαμηλή, αλλά καθώς οι τιμές συνέχισαν να αυξάνονται τα τελευταία δύο χρόνια, η αγοραστική δύναμη του μέσου νοικοκυριού της εργατικής τάξης έχει υποστεί χτύπημα πολύ μεγαλύτερο εκείνου της δεκαετίας του 1970.
Υπό αυτή την έννοια, ο Ντράγκι ήταν τυχερός, τουλάχιστον σε σύγκριση με τη Λαγκάρντ. Τα εργαλεία του (κυρίως το τύπωμα δισεκατομμυρίων για την αγορά ευρωζωνικού χρέους) λειτούργησαν σε συνθήκες αποπληθωρισμού, τουλάχιστον στον βαθμό που συγκάλυψαν την χρεοκοπία κρατών και εταιρειών. Ο λόγος που το Βερολίνο του επέτρεψε αυτά τα εργαλεία ήταν πως, όταν οι μέσες τιμές έπεφταν, η ΕΚΤ του Ντράγκι μπορούσε να προσποιηθεί ότι ο στόχος της απεριόριστης εκτύπωσης χρήματος δεν ήταν να σώσει την Ιταλία (κάτι που απαγορεύει επίσημα το καταστατικό της ΕΚΤ)αλλά να διασφαλίσει ότι τα χαμηλά (συχνά αρνητικά) επιτόκια θα έφταναν σε κάθε μέρος της ευρωζώνης.
Η τύχη της Λαγκάρντ εξαντλήθηκε νωρίς στη θητεία της, όταν τα μποτιλιαρίσματα της αλυσίδας εφοδιασμού που προκλήθηκαν από την πανδημία προκάλεσαν πληθωρισμό, τον οποίο αργότερα ο Βλαντίμιρ Πούτιν ενίσχυσε εισβάλλοντας στην Ουκρανία και προκαλώντας τον γνωστό σε όλους εφιαλτικό πληθωρισμό κόστους ενέργειας. Σύντομα, η Λαγκάρντ βρέθηκε αντιμέτωπη με το σκληρό δίλημμα: Να διατηρήσει τα επιτόκια κάτω από το 5%, αφήνοντας έτσι τον πληθωρισμό να της ξεφύγει και, άθελά της, να τροφοδοτήσει με επιχειρήματα και ερείσματα το ακροδεξιό ευρωσκεπτικιστικό κόμμα της γερμανικής αντιπολίτευσης, AlternativefürDeutschland (AfD); Ή, να αυξήσει τα επιτόκια σε επίπεδα που θα κατέπνιγαν μεν τον πληθωρισμό αλλά την ίδια ώρα θα χρεοκοπούσαν την Ιταλία και πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες και επιχειρήσεις; Δεν ξαφνιάστηκε κανείς από την επιλογή της Λαγκάρντνα καθυστερήσει την αύξηση των επιτοκίων, μια επιλογή που με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγούσε στην ενίσχυση της γερμανικής Ακροδεξιάς.
Θα μπορούσε η Λαγκάρντ να είχε κάνει κάτι διαφορετικό; Όπως υποστηρίζαμε από το 2019 το ΜέΡΑ25, και το DiEM25 πανευρωπαϊκά, αλλά κι εγώ προσωπικά, ναι, και βέβαια μπορούσε! Θα μπορούσε, παραδείγματος χάριν, να είχε ακολουθήσει την εξής διττή πολιτική. Από τη μία, να αυξήσει τα επιτόκια γρήγορα στο 3% ώστε να ξεφουσκώσει η φούσκα της αγοράς ακινήτων και να μην επιτραπεί στον πληθωρισμό να ξεπεράσει το 6% (με αποτέλεσμα να αναγκαστεί, αργότερα, να ανεβάσει τα επιτόκια πάνω από το 4%). Και, από την άλλη, έτσι ώστε και να ενισχυθούν οι επενδύσεις (ιδίως στην πράσινη ενέργεια) και να μην καταρρεύσει το Ιταλικό κράτος, να αγοράζει (ή ακόμα και να εξαγγείλει ότι θα αγοράζει) ομόλογα της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (με τα έσοδα να πηγαίνουν αποκλειστικά για τη χρηματοδότηση της πράσινης τεχνολογίας) και των μελών-κρατών. Αντ’ αυτού, η Λαγκάρντ σπατάλησε την ενέργειά της και το πολιτικό της κεφάλαιο σε άνευ σημασίας αξιολογήσεις της οικολογικής και κοινωνικής «ορθότητας»των τίτλων χρέους που αποδέχεται η ΕΚΤ από τις τράπεζες ως εχέγγυα (π.χ. τις ψευτοδεσμεύσεις τύπου ψεύτικες δεσμεύσεις ESG, δηλαδή “περιβαλλοντικής & κοινωνικής, διακυβέρνησης”) – κινήσεις, δηλαδή, που δεν κάνουν απολύτως τίποτα για να βοηθήσουν τις επενδύσεις γενικότερα και την πράσιμη μετάβαση ειδικότερα.
Επιπλέον, αντί να υποστηρίξει αλλαγές στις ευρωπαϊκές Συνθήκες που θα γλίτωναν την ΕΚΤ από το να πρέπει πάντα να διατηρεί τα κράτη-μέλη φερέγγυα (παραβιάζοντας το ίδιο της το καταστατικό), η Λαγκάρντ αναλώθηκε σε άστοχες ομιλίεςστις οποίεςαποδεικνύει ότι δεν κατανοεί τον ρόλο του δολαρίου προϊδεάζοντας για την δήθεν επικείμενη αντικατάσταση του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος.
Και τώρα; Το σπάνιο μείγμα ανικανότητας και έπαρσης της Κριστίν Λαγκάρντ βοήθησε στην αναζωογόνηση της πολιτικής τύχης του AfD στη Γερμανία, της Μελόνι στην Ιταλία, του φασιστικούVox στην Ισπανία, για να μην αναφερθώ στα δικά μας φασιστοειδή τόσο εντός της κυβέρνησης Μητσοτάκη όσο και εκτός (που, δυστυχώς, εκπροσωπούνται πλέον στη Βουλή μας). Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε τώρα είναι να ελπίζουμε ότι, εν όψει ευρωεκλογών, η ανικανότητατων ίδιων των ακροδεξιών δεν θα τους επιτρέψει να εκμεταλλευτούν πλήρως τα πλούσια δώρα της Λαγκάρντ.
Το πιο πάνω άρθρο αποτελεί απόδοση της μηνιαίας στήλης του Γιάνη Βαρουφάκη στο Project Syndicate