Το “δίδαγμα” της Ν.Υόρκης: Πολιτική σταθερότητα και συμφωνία των Πρεσπών για επενδύσεις
Το παρασκήνιο των συναντήσεων του Αλέξη Τσίπρα στις ΗΠΑ, υπό την αιγίδα των JP Morgan Chase, Bank of America, Morgan Stanley και το πρώτο δείγμα επιτυχίας από το ραντεβού με Ρος. Ποια πολιτικά συμπεράσματα έβγαλε η ελληνική αποστολή για τις προϋποθέσεις αύξησης των αμερικανικών επενδύσεων.
- 30 Σεπτεμβρίου 2018 08:34
Η πολιτική σταθερότητα στο εσωτερικό της Ελλάδας και η σταθερότητα στη περιοχή των Βαλκανίων, με καταλύτη την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών, ήταν τα δύο κύρια ζητήματα που θέτουν οι επενδυτές από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού για να δείξουν και εμπράκτως την εμπιστοσύνη τους στην ελληνική οικονομία, όπως διαπίστωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κατά το ταξίδι του στη Νέα Υόρκη.
Από την κυβέρνηση τονίζουν ότι κατά την επίσκεψη του πρωθυπουργού στις ΗΠΑ διαπιστώθηκε αυξημένο επενδυτικό ενδιαφέρον. Διαπιστώθηκε όμως επίσης κατά τις ίδιες πηγές, ότι οι επενδυτές θέτουν το ζήτημα της σταθερότητας, σε δύο επίπεδα.
Η πολιτική σταθερότητα είναι το πρώτο. Και αφορά κατά κύριο λόγο το εσωτερικό, καθώς η Ελλάδα από το 2010 έως το 2014, δηλαδή σε μία τετραετία, είχε αλλάξει τρεις πρωθυπουργούς, με τον Αλέξη Τσίπρα να είναι ο τέταρτος απο το ξεκίνημα της κρίσης και ο μακροβιότερος.
Το ζήτημα της σταθερότητας που θέτουν όμως οι επενδυτές, όπως διαπίστωσε ο πρωθυπουργός και η ελληνική αποστολή, αφορά και την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Για αυτό, λένε από το Μαξίμου,μεγάλο μέρος της συζήτησης αφιερώθηκε στην συμφωνία των Πρεσπών (η τύχη της οποίας κρίνεται από το σημερινό δημοψήφισμα στα Σκόπια) αλλά και τις προσπάθειες στις οποίες ηγείται η Ελλάδα, για την οικονομική αναβάθμιση των Βαλκανίων και την ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των χωρών της περιοχής.
Ο κ. Τσίπρας υπογράμμισε σε κάθε ευκαιρία ότι η πολιτική της Ελλάδας στα Βαλκάνια συνιστά εγγύηση και εμβάθυνση της σταθερότητας, και πως έτσι θα ανοίξει ο δρόμος για επενδύσεις σε μια περιοχή ύψιστου γεωστρατηγικού ενδιαφέροντος. Και μία περιοχή, όπου οι ΗΠΑ βρίσκονται σε ανταγωνισμό με τη Ρωσία.
“Μπορεί λοιπόν εύκολα κανείς να καταλάβει, ότι είναι εκτός πραγματικότητας και καταδεικνύει μονάχα εμμονές, η επιλογή ορισμένων στη χώρα να επαναλαμβάνουν διαρκώς το σαθρό επιχείρημα ότι συνιστά μονόδρομο για την προσέλκυση επενδύσεων, η συρρίκνωση των φορολογικών συντελεστών για τις μεγάλες επιχειρήσεις, η συμπίεση του εργατικού κόστους και η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας”, σχολίαζαν κυβερνητικές πηγές, θέλοντας έτσι να καταρρίψουν την αιχμή της πολιτικής πρότασης του προέδρου της ΝΔ Κυριάκου Μητσοτάκη. Αλλά και ενδεχομένως να στείλουν ένα μήνυμα σε όσους στο στρατόπεδο της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα εξέταζαν το ενδεχόμενο κατάθεσης νέας πρότασης μομφής από το Δεκέμβριο και μετά (οπότε η ΝΔ έχει ξανά αυτό το δικαίωμα, καθώς κατέθεσε πρόταση μομφής τον Ιούνιο για το Σκοπιανό)- θέμα που απασχόλησε και τη συνεδρίαση των τομεαρχών της ΝΔ την Πέμπτη.
Προφανώς βέβαια όλα αυτά δεν είναι άσχετα και με το μήνυμα που έστειλε ο πρωθυπουργός με τη συνέντευξη του στη Wall Street Journal και το οποίο προκάλεσε την αντίδραση της ΝΔ στο εσωτερικό της χώρας.
Υπενθυμίζεται ότι κατά την συνέντευξή του στη Wall Street Journal, ο κ.Τσίπρας είχε αφήσει να εννοηθεί πως σε περίπτωση αποχώρησης του κ. Καμμένου, θα προχωρήσει με κυβέρνηση μειοψηφίας: «Νομίζω πως η κυβέρνησή μου θα επιβιώσει, αλλά δεν ξέρω εάν θα επιβιώσει ο συνασπισμός. Όμως αυτό είναι κάτι που θα αποφασίσει ο εταίρος μου», είχε πει συνεχίζοντας πως «στόχος μου είναι να πάω μέχρι το τέλος».
Αν και αυτό είναι μία απειλή προς τους ΑΝΕΛ και ενδεχομένως και ένα νεύμα προς ΚΙΝΑΛ και Ποτάμι, η ΝΔ αντέδρασε δια της Μαρίας Σπυράκη, υποστηρίζοντας ότι ο πρωθυπουργός δε θα νομιμοποιείται σε αυτή την περίπτωση να συνεχίσει να κυβερνά χωρίς την εμπιστοσύνη της Βουλής, αλλά θα πρέπει να προκυρήξει εκλογές. Σημειωτέον ότι εν τω μεταξύ το Μοσχάτουπενθυμίζει ότι ο υπουργός Επικρατείας και κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος στις 20 Ιουνίου είχε προαναγγείλει ότι ο πρωθυπουργός θα ζητήσει μόνος του ψήφο εμπιστοσύνης, εάν ο κ.Καμμένος αποσύρει την εμπιστοσύνη του από την κυβέρνηση.
Το παρασκήνιο με JP Morgan Chase, Bank of America, Morgan Stanley και το κέρδος από το ραντεβού με Ρος
Σε κάθε περίπτωση από το Μαξίμου παραπέμπουν σε οποιαδήποτε συζήτηση για την τύχη της συγκυβέρνησης στο Μάρτιο, οπότε και θα έρθει προς κύρωση στην ελληνική Βουλή η συμφωνία των Πρεσπών (εφόσον και σήμερα εγκριθεί στο δημοψήφισμα στην ΠΓΔΜ) όπως έχουν συμφωνήσει Αλέξης Τσίπρας και Πάνος Καμμένος. Και εν τω μεταξύ εστιάζουν στην προσέλκυση επενδύσεων για ενίσχυση της ανάπτυξης και δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά και στην αναζήτηση επενδυτών για τα ελληνικά ομόλογα στο πλαίσιο της διασφάλισης της δυνατότητας εξόδου της χώρας στις αγορές όταν χρειαστεί.
Στο κυβερνητικό στρατόπεδο αξιολογούν απολύτως θετικά το ταξίδι Τσίπρα στις ΗΠΑ. Σημειώνουν χαρακτηριστικά ότι οι δύο μεγαλύτερες τράπεζες των ΗΠΑ (JP Morgan Chase, Bank of America Merryll Lynch) και μία ακόμα που βρίσκεται στην πρώτη εξάδα (Morgan Stanley) διοργάνωσαν συναντήσεις με τον πρωθυπουργό και τους Υπουργούς που τον συνόδευαν. Στην περίπτωση της μεγαλύτερης τράπεζας των ΗΠΑ και μία εκ των 5 μεγαλυτέρων στον κόσμο, της JP Morgan η συνάντηση έγινε στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο και σε μορφή τετ α τετ με τον Πρόεδρο και CEO Jamie Dimon, κάτι που δεν συνηθίζεται, σημείωναν κυβερνητικές πηγές.
Δεν είναι τόσο η ελληνική καταγωγή του CEO της JP Morgan – που έχει φυσικά τη σημασία της, όσο όμως η εκτίμηση που κάνει η τράπεζα για την κατάσταση και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας. Αυτό άλλωστε ήταν το βασικό μήνυμα από τη συνάντηση Τσίπρα – Dimon στη Νέα Υόρκη. Και ακριβώς επειδή, οι χρηματοπιστωτικοί κύκλοι βασίζονται κατά κανόνα στο κλίμα και το momentum που διαμορφώνεται για μια χώρα, η ψήφος εμπιστοσύνης της μεγαλύτερης τράπεζας των ΗΠΑ, που διαθέτει assets ύψους 2,6 τρις δολάρια, λειτουργεί πολλαπλασιαστικά στην επενδυτική δυναμική της χώρας, ανέφεραν οι ίδιες πηγές.
Το ίδιο ισχύει και για τη Bank of America και τη Morgan Stanley τη δεύτερη και έκτη μεγαλύτερη τράπεζα με περιουσιακά στοιχεία κοντά στα 2,5 τρις για την πρώτη και 860 δις για τη δεύτερη. Στις συναντήσεις που διοργανώθηκαν υπό την αιγίδα τους, ο πρωθυπουργός υπογράμμισε πως η εικόνα της ελληνικής οικονομίας είναι αισθητά βελτιωμένη εικόνα και απάντησε στα ερωτήματα τα οποία εξέφρασαν τα στελέχη των επενδυτικών funds.
Μεγάλο ενδιαφέρον είχε και το γεύμα εργασίας που παρέθεσε ο Υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ στον πρωθυπουργό, με τη συμμετοχή 25 στελεχών κορυφαίων αμερικανικών επιχειρήσεων. Η πρωτοβουλία αυτή, η οποία δεν είχε προαναγγελθεί, άνηκε σύμφωνα με πληροφορίες στον κ. Ρος. Μετά την επίσκεψη του στη ΔΕΘ, όπου είχε συναντηθεί με τον πρωθυπουργό παρουσία και στελεχών αμερικανικών εταιριών που συμμετείχαν στην Έκθεση, ο κ.Ρος έδωσε εντολή στους συνεργάτες του ώστε να διοργανωθεί ένα άτυπο follow-up, όταν επισκεφθεί ο πρωθυπουργός τις ΗΠΑ. Είναι σαφές και αποτυπώθηκε στις τοποθετήσεις του κ. Ρος ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ, εκτιμά ότι η ελληνική οικονομική ανάκαμψη και η γεωστρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας, είναι δομικά στοιχεία της στρατηγικής των ΗΠΑ στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων.
Όπως έλεγαν άλλωστε συμμετέχοντες στη συνάντηση, απόδειξη της εμπιστοσύνης του Ρος και της αμερικανικής κυβέρνησης στην κυβέρνηση Τσίπρα ήταν ότι έφεραν στο τραπέζι της συνάντησης μερικές δεκάδες δισ δολαρίων, καθώς μιλάμε για κορυφαίες εταιρίες στους κλάδους που δραστηριοποιούνται.
Τέλος στην κυβέρνηση προκάλεσε ικανοποίηση και το εξής: Πρόσφατα οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν την επαναφορά δασμών στις εισαγωγές προϊόντων, μία κίνηση του Ντόναλντ Τραμπ στο πλαίσιο του σφοδρού εμπορικού ανταγωνισμού με τις άλλες ισχυρές οικονομίες του πλανήτη, η οποία όμως έχει παράπλευρες συνέπειες και για άλλες χώρες. Για την Ελλάδα, επίπτωση υπήρξε στην περίπτωση της Σωληνουργείας Κορίνθου, όπου επιβλήθηκαν δασμοί κοντά στο 23%, τον περασμένο Αύγουστο. Το ζήτημα είχε τεθεί και από τον πρωθυπουργό στη συνάντηση της Θεσσαλονίκης, με τον κ. Ρος και λίγες ώρες πριν τη νέα συνάντηση τους στη Νέα Υόρκη, ανακοινώθηκε η δραστική μείωση των δασμών από το 23% στο 7%.