Τουρκική NAVTEX: Ποια είναι η ελληνική “κόκκινη γραμμή”
Πολυήμερες συνθήκες έντασης αναζητά η Τουρκία. Ποιο είναι το μήνυμα που έχει εκπέμψει με σαφήνεια η Αθήνα προς την Άγκυρα αλλά και τον διεθνή παράγοντα. Γιατί επιλέγει ο Ερντογάν αυτή την χρονική συγκυρία.
- 22 Ιουλίου 2020 06:07
Σε «τεντωμένο σκοινί» θα βρίσκονται για τα επόμενα 24ωρα οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, μετά την προκλητική ενέργεια της Τουρκίας να εκδόσει NAVTEX δέσμευσης περιοχών εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας, νότιο-ανατολικά από το Καστελόριζο, έως τις 2 Αυγούστου, προκειμένου να πραγματοποιήσει σεισμολογικές έρευνες, με το πλοίο Oruc Reis. Προς υποστήριξη του ερευνητικού πλοίου έχουν αποπλεύσει 19 τουρκικά πολεμικά, γεγονός που οδήγησε την Αθήνα στο να θέσει τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις σε πλήρη ετοιμότητα. Παρά το γεγονός ότι η Άγκυρα δημιουργεί τις συνθήκες για την πρόκληση ενός θερμού επεισοδίου, η ελληνική κυβέρνηση έχει εξαρχής δηλώσει ότι παρακολουθεί τις εξελίξεις με ψυχραιμία. Δίχως αυτό όμως να σημαίνει πώς δεν έχει την δική της «κόκκινη γραμμή».
Δεν θα επιτραπεί ερευνητική δραστηριότητα
Σύμφωνα με τις υπάρχουσες πληροφορίες, η ελληνική κυβέρνηση έχει δώσει σαφές και αποφασιστικό μήνυμα στον διεθνή παράγοντα σχετικά με την στάση που πρόκειται να επιδείξει, απέναντι στην τουρκική πρόκληση: Ότι πρέπει να θεωρείται δεδομένη τόσο η βούληση όσο και η ικανότητα της χώρας να υπερασπιστεί την εθνική της κυριαρχία. Ως εκ τούτου ως «κόκκινη γραμμή» για την ελληνική πλευρά θεωρείται η άσκηση οποιασδήποτε οικονομικής η ερευνητικής δραστηριότητας αν γίνει απόπειρα να διεξαχθεί εντός των χωρικών της υδάτων και της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί αιφνιδιασμό αφού «κουμπώνει» με την τακτική της Άγκυρας τον τελευταίο χρόνο και ένα τέτοιο σενάριο όπως αυτό που εξελίσσεται, έχει πιθανολογηθεί. Με βάση την κυβερνητική ενημέρωση έχουν ληφθεί «όλες οι δέουσες πρωτοβουλίες τόσο σε εθνικό, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ενώ ενεργοποιούνται και τα κατάλληλα διπλωματικά κανάλια, προκειμένου να σταλεί, σαφέστατα, το μήνυμα στην Τουρκία ότι, η Ελλάδα θα πράξει ότι απαιτηθεί για να προασπιστεί την κυριαρχία και τα κυριαρχικά της δικαιώματα».
Επίσης αξίζει να επισημανθεί ότι εκτός από το διπλωματικό και σε επιχειρησιακό επίπεδο οι ένοπλες δυνάμεις έχουν πραγματοποιήσει – στο πρόσφατο παρελθόν μάλιστα – ασκήσεις για ένα τέτοιο σενάριο, απόπειρας της Τουρκίας να πραγματοποιήσει έρευνες εντός της ελληνικής κυριαρχίας. Χαρακτηριστική ως προς αυτό ήταν και η δήλωση του Αρχηγού ΓΕΕΘΑ σχετικά με το ότι «οι Ένοπλες Δυνάμεις της Ελλάδος είναι ικανές να επιτελέσουν αυτό το οποίο έχουν στην άκρη του μυαλού τους οι Έλληνες χωρίς να χρειάζεται να το πούμε».
Η παρέμβαση των ΗΠΑ
Οι διπλωματικές κινήσεις που έχουν μέχρι στιγμής γίνει, φαίνεται να έχουν επιφέρει το πρώτο και ιδιαίτερα σημαντικό αποτέλεσμα πού ήταν η παρέμβαση του Στέιτ Ντηπάρτμεντ με τον εκπρόσωπο του να καλεί την Τουρκία να σταματήσει την πραγματοποίηση των όποιων σχεδιασμών έχει κάνει για επιχειρήσεις. Παρότι προβλημάτισε ό όρος «disputed» που χρησιμοποιήθηκε από την αμερικανική πλευρά για τον προσδιορισμών των υδάτων της περιοχής που θέλησε να δεσμεύσει η Τουρκία, ο οποίος μεταφράζεται ως «αμφισβητούμενα» η «διαφιλονικούμενα» νερά.
Παρότι έως στιγμής το τουρκικό ερευνητικό πλοίο βρίσκεται κοντά σε ναύσταθμο στην περιοχή ανοιχτά της Αττάλειας και στην ευρύτερη περιοχή έχουν αποπλεύσει 19 τουρκικά πολεμικά πλοία εκτιμάται ότι οι συνθήκες έντασης είναι πολύ πιθανόν να διαρκέσουν για 3 ακόμη ημέρες. Συγκεκριμένα έως τις 24 Ιουλίου οπότε και θα πραγματοποιηθεί η πρώτη προσευχή στον ναό της Αγίας Σοφίας που έχει μετατραπεί σε τζαμί από το καθεστώς Ερντογάν.
Γιατί τώρα
Ερώτημα πάντως αποτελεί το γιατί επέλεξε τώρα η Τουρκία να κάνει την συγκεκριμένη κίνηση, περεταίρω όξυνσης της προκλητικής συμπεριφοράς της.
Καταρχήν είναι σαφές ότι πρόκειται για μία κίνηση με πολλούς συμβολισμούς: Ανακοινώθηκε μόλις μία ημέρα μετά την 46η επέτειο από την εισβολή στην Κύπρο που εγκαινίασε την παράνομη κατοχή τμήματος του νησιού.
Επίσης την ίδια ημέρα που στην Αθήνα βρίσκονταν σε επίσημη επίσκεψη ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, Χάικο Μάας. Μάλιστα στην συνάντηση που είχε με τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη στο Μέγαρο Μαξίμου ο Γερμανός ΥΠΕΞ δήλωσε πως «έχουμε ξεκάθαρη στάση, αλληλεγγύης προς την Ελλάδα και προς την Κύπρο. Αυτός θα είναι και ο ρόλος μας στο πλαίσιο της Γερμανικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καταστήσαμε, επίσης, σαφέστατο προς την Τουρκία ότι είναι πράγματι στο χέρι της, εφόσον δώσει τέλος σε αυτή την προκλητική στάση απέναντι στην Ελλάδα, να μπορέσει να ενσωματωθεί σε έναν διάλογο. Στην αντίθετη περίπτωση θα ήταν αδύνατο κάτι τέτοιο. Επισήμανε μάλιστα ότι «με σθένος θα ακολουθήσουμε αυτή τη γραμμή απέναντι στην Τουρκία τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και στο επίπεδο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Γνωρίζετε, ότι η Καγκελάριος αναλαμβάνει ενεργό ρόλο. Είναι πραγματικά στρατευμένη προς αυτή την κατεύθυνση».
Τυχαία δεν μπορεί θα θεωρηθεί ούτε και η συγκυρία της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε μια και η τουρκιή πρωτοβουλία εκδηλώθηκε αμέσως μετά την ολοκήρωσή της. Ιδίως από την στιγμή που αποφασίστηκε να συζητηθεί το θέμα των ευρω-τουρκικών σχέσεων στο επίπεδο των ευρωπαίων ηγετών.
Ένας παράγοντας που μπορεί επίσης να συνεκτιμηθεί είναι το γεγονός ότι η πανδημία κορονοϊού έχει περιορίσει την τουριστική κίνηση τόσο στην Τουρκία όσο και στην Ελλάδα. Συνθήκες που είναι πιθανό στην σκέψη των επιτελών της Άγκυρας να συνιστούν καταστάσεις «εργαστηρίου» για ασκήσεις προκλητικότητας.
Με τέτοιες κινήσεις η Τουρκία μοιάζει να θεωρεί ότι «υπογραμμίζεται» η παρουσία της ενώ υπάρχουν σειρά ανοιχτά μέτωπα γι αυτήν: Ο διάλογος με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα ζητήματα που σχετίζονται με το μεταναστευτικό αλλά και οι εξελίξεις που δρομολογούνται στην Λιβύη.
Η ελληνική πλευρά πάντως δεν έχει δώσει κάποιο δείγμα σχετικά με αλλαγή στο βασικό δόγμα της. Αυτό που λέει ότι η δημιουργία έντασης αποτελεί στοιχείο της τουρκικής στρατηγικής στο οποίο δεν θα παρασυρθεί. Αντιθέτως θα επιδιώκει την μεταβολή κάθε προσπάθειας δημιουργίας διμερούς ελληνοτουρκικής διαφορας σε ζήτημα ανάμεσα στην Τουρκία και την Ε.Ε ή ακόμη και την διεθνή κοινότητα. Φυσικά όπως ξεκαθάρισε ο Νίκος Δένδιας «η Ελλάδα είναι ανοιχτή στο διάλογο, αλλά υπό όρους και οι όροι δεν είναι ελληνικοί, αλλά αυτονόητοι, είναι η προϋπόθεση του σεβασμού του διεθνούς δικαίου, του δικαίου της θάλασσας και των κανόνων της καλης γειτονίας. Και βεβαίως διάλογος υπό καθεστώς απειλών δεν νοείται»