Είδαμε το “Bones and All”- Με τον Τίμοθι Σαλαμέ στον ρόλο του ερωτευμένου κανίβαλου

Είδαμε το “Bones and All”- Με τον Τίμοθι Σαλαμέ στον ρόλο του ερωτευμένου κανίβαλου

Ο Θοδωρής Δημητρόπουλος είδε την πολυβραβευμένη ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο και μεταφέρει τις εντυπώσεις του...

Υπάρχει ίσως κάτι απελευθερωτικό σε αυτές τις νεανικές ιστορίες ενηλικίωσης που διαλέγει να κάνει τελευταία ο Λούκα Γκουαντανίνο, περνώντας από το κάπως εμβληματικό πια “Call Me By Your Name” (με πρωταγωνιστή φυσικά τον Τίμοθι Σαλαμέ στον ρόλο που τον έκανε σταρ) στο γλυκό “We Are Who We Are” για το ΗΒΟ και τώρα στο “Bones and All” όπου επανενώνεται με τον πρωταγωνιστή της μεγάλη επιτυχίας του.

Υπάρχει η συχνή παρεξήγηση πως αυτού του τύπου οι νεανικές ιστορίες πρέπει να είναι χιπ και με διαρκείς μοντέρνες αναφορές (σε στυλ και σε κείμενο) όμως αυτή η απαλή πλευρά του Γκουαντανίνο ταιριάζει σε αυτές τις ιστορίες ακριβώς επειδή δεν προσπαθεί ούτε στιγμή να είναι μοντέρνος– παρά αποτυπώνει τη νεότητα με όρους διαχρονικά αισθητικούς.

Το “Bones and All” δεν βασίζεται σε κάτι πρεστιζάτο και συγγενεύει περισσότερο με το “Twilight” από όσο θα περίμενε κανείς. Είναι πιο ποιητική η αποτύπωση και καλύτερη ταινία, αλλά τη συγγένεια αυτή δεν την φοβάται. Κι ούτε έχει κάποιο άγχος να είναι σαφές και προφανές τι είναι Αυτό Για Το Οποίο Μιλάει: η αλληγορία αφήνεται να αναδυθεί αβίαστα μέσα από τις περιπέτειες των νεαρών ηρώων. Για κάποιο λόγο τελικά– είναι ο έλεγχος κι η κατανόηση της φόρμας των ιστοριών ενηλικίωσης; είναι η παρόρμηση της νεότητας; –ο Γκουαντανίνο εδώ αφήνεται, χωρίς ποτέ όμως να αφήνει το υλικό να ξεφύγει από τα χέρια του.

ΕΝΑ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ROAD TRIP

Η βραβευμένη ως ανερχόμενη ηθοποιός στο φεστιβάλ Βενετίας, Τέιλορ Ράσελ, παίζει μια έφηβη κανίβαλο που, όταν την αφήνει πίσω και φεύγει ο πατέρας της, μη μπορώντας να διαχειριστεί αυτό που είναι στα αλήθεια η κόρη του, εκείνη αποφασίζει να ξεκινήσει ένα road trip για να βρει τη μητέρα της και μαζί όσο μεγάλο κομμάτι αλήθειας μπορεί, για τον εαυτό της. (Εκτός από τη Ράσελ, βραβείο στη Βενετία κέρδισε κι ο Γκουαντανίνο: Τον Αργυρό Λέοντα για Καλύτερη Σκηνοθεσία.)

Στη διαδρομή η ηρωίδα θα συναντήσει διάφορες περιθωριακές φιγούρες της αμερικανικής ενδοχώρας, σε μικροεπεισοδιάκια που απαρτίζουν ένα ολοκληρωμένο ταξίδι προς μια κάποια πλήρωση, αλλά και που χτίζουν μια απολαυστική αφήγηση σε διαδοχικά κεφάλαια, όπου κανένα δεν είναι ίδιο με το άλλο κι όλα συνεισφέρουν κάτι διαφορετικό στην (σκληρή, απότομη) συναισθηματική ωρίμανση της Μάρεν.

Ανάμεσα στα άτομα που θα συναντήσει είναι και μια μυστηριώδης φιγούρα παιγμένη από τον Μαρκ Ράιλανς, ο επίσης νεαρός κανίβαλος που παίζει σε μια εντελώς ανοιχτόκαρδη ερμηνεία ο Τίμοθι Σαλαμέ, αλλά και διάφορες εφιαλτικές φιγούρες διαφορετικών background και προσωπικών ιστοριών. (Ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν παίζει εδώ κι είναι ανατριχιαστικός.)

Μέσα όμως από αυτή την διαδοχή τοποθεσιών και συναντήσεων, που δίνει στην ταινία μια άπταιστα κατασκευασμένη επεισοδιακή δομή, αυτό που αναδεικνύεται είναι η ανάγκη για κατανόηση και για συντροφικότητα καθώς έρχεται όλο και πιο κοντά με τον Λι του Σαλαμέ. (Με μόνη παραφωνία θα έλεγα τον τρόπο που επανεμφανίζεται ένας χαρακτήρας κλείνοντας κάπως άτσαλα την δική του ηθική διαδρομή.) Εδώ, ο Γκουαντανίνο μαζί με τον διευθυντή φωτογραφίας του Αρσένι Κασατουράν επιλέγουν να αποτυπώσουν την ιστορία χρησιμοποιώντας απαλές, λυρικές χρωματικές πινελιές που παραπέμπουν περισσότερο στον Μάλικ του “Badlands” παρά σε οποιοδήποτε αστραφτερό, χιπ φίλτρο που συχνά συνδυάζεται με την αισθητική του νεανικού δράματος.

ΚΑΙ ΑΙΜΑ ΚΑΙ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ

Ταυτόχρονα, εμποτίζει την αφήγηση με αρκετές ματωμένες σκηνές gore και ωμότητας χωρίς ποτέ όμως να προσπαθεί να το κάνει με τρόπο παρεμβατικό. Σχεδόν σε κάθε σεκάνς αγριότητας καταλήγουμε στην βία λες και κυλήσαμε προς τα εκεί, κάτι που μετατρέπει κάθε ματωμένη (και σαρκική) έκρηξη σε κάτι απρόσμενα εσωτερικό: Η Μάρεν πάντα αναρωτιέται, αμφισβητεί, φοβάται κι εμείς είμαστε δίπλα της σε κάθε βήμα.

Η αισθητική και ρυθμική τοποθέτηση του φιλμ το απεμπλέκει από κάθε τι μοντέρνο, αφήνοντας τον τεχνίτη και αφηγητή Γκουαντανίνο να λειτουργήσει επιτέλους ως καθαρόαιμος αφηγητής, διασκευάζοντας με μια συναισθηματικά americana νοσταλγία ένα βιβλίο που θα μπορούσε να είναι απλώς ένας ακόμα απόγονος του “Twilight”. Είναι αυτό τελικά που συνδέει τη νεότητα του “Call Me By Your Name” με τη νεότητα του “Bones and All”; Και στις δύο περιπτώσεις έχουμε εφηβικές ιστορίες αφύπνισης που μοιάζουν να υπακούν στους δικούς τους κανόνες αισθητικής τρυφερότητας.

Σε αυτή την αβίαστη προσέγγιση του Γκουαντανίνο, η αλληγορία κι η κυριολεξία μέσω της αφήγησης είδους, βρίσκουν ένα ιδανικό σημείο ένωσης. Διότι έχουμε εδώ μια ιστορία που τελικά παρουσιάζεται πλήρως αφοσιωμένη στα φαντασιακά της στοιχεία (με κανόνες, και με την ηθική γύρω από αυτούς, με εικονογραφία, με τα πάντα) τη στιγμή που λειτουργεί ιδανικά και ως αλληγορία.

Το “Bones and All” είναι σκληρό, αιμοβόρο, αλλά και τρυφερό και λυρικό επιτρέποντας στις εξάρσεις των ηρώων του να το καθοδηγήσουν ηθικά και συναισθηματικά– αλλά διαθέτοντας το ίδιο μια πάρα πολύ σαφή αίσθηση της αισθητικής και του κόσμου του. Στο κατά Γκουαντανίνο “Bones and All” η νεότητα είναι κάτι το αιχμηρό, κάτι το πανέμορφο, κάτι το ασχημάτιστο. Αλλά, κι εκεί είναι η τελική νότα του θριάμβου του. Γιατί δεν υπάρχει μόνο ένας τρόπος να προσεγγίσεις τη νεότητα και τις ιστορίες της, κι ο Ιταλός σκηνοθέτης την αποτυπώνει με όρους διαχρονικούς. Ο φόβος και η τρυφερότητα δεν έχουν εποχή, εξάλλου.

*Το “Bones and All” κυκλοφορεί στις αίθουσες.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα