Μια ιστορία συγκάλυψης ενός φόνου στην ελληνική επαρχία πριν τα εγκαίνια ενός κρεοπωλείου
Διαβάζεται σε 9'Η ταινία “Κρέας” του Δημήτρη Νάκου έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο πολύ σημαντικό φεστιβάλ του Τορόντο κι οι συντελεστές της ταινίας μιλούν στο News24/7 για όσα μπορούμε να περιμένουμε από το έργο του.
- 10 Σεπτεμβρίου 2024 10:53
«Το “Κρέας” είναι μια ιστορία συγκάλυψης ενός φόνου στην ελληνική επαρχία», μας λέει ο σκηνοθέτης Δημήτρης Νάκος, λίγες ώρες πριν η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του, κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στο πολύ σημαντικό διεθνές φεστιβάλ του Τορόντο – ένα από τα 3-4 μεγαλύτερα παγκοσμίως.
Η ταινία διαδραματίζεται σε ένα χωριό της ελληνικής επαρχίας, όπου ο Τάκης ετοιμάζει τα εγκαίνια του νέου του κρεοπωλείου. Μια μέρα όμως πριν τα εγκαίνια, ο γιος του Παύλος σκοτώνει τον γείτονα ο οποίος διεκδικούσε μέρος της γης τους. Μοναδικός μάρτυρας; Ο Χρήστος, ένας νεαρός από την Αλβανία, τον οποίο ο Τάκης έχει μαζί του από μικρό παιδί.
«Είναι μια ταινία χαρακτήρων, αλλά που έχει και μια πολύ συγκεκριμένη ιστορία», μας εξηγεί ο Νάκος. «Βασίζεται, δηλαδή, τόσο στην ιστορία της, όσο και στην αποκάλυψη των χαρακτήρων της, περιμένεις να δεις τι θα γίνει στο τέλος. Συνδυάζει το αστυνομικό κομμάτι με το οικογενειακό δράμα».
«Η ΣΥΓΚΑΛΥΨΗ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΑΘΟΓΕΝΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ»
«Η έμπνευση της ιστορίας ξεκίνησε από το βασικό location που βρίσκεται στην Κύμη Ευβοίας», μας αποκαλύπτει ο σκηνοθέτης. «Είναι ένα πραγματικό αγρόκτημα με τις αποθήκες, τα κτήρια που μένουν τα ζώα, ένα σπιτάκι του επιστάτη, ένα έτοιμο σκηνικό που φέρει την πατίνα του χρόνου με την αλήθεια και την αύρα της που δεν θα ήταν καθόλου εύκολο να στηθούν σκηνογραφικά. Το πραγματικό αυτό location σε συνδυασμό με τους ανθρώπους της περιοχής και τις ιστορίες τους αποτέλεσαν τα βασικά υλικά για την έμπνευση της ιστορίας».
«Ένιωθα, ότι υπήρχε μια ενέργεια στον πραγματικό τόπο και στις ιστορίες των πραγματικών ηρώων. Όσο, λοιπόν, περνούσα χρόνο με το σενάριο, εντόπιζα ολοένα και περισσότερο την ουσία των πραγμάτων που με αφορούσε να αφηγηθώ: οι ανθρώπινες σχέσεις που επηρεάζονται και δένονται μεταξύ τους σφιχτά από την εξουσία και την προδοσία, αλλά και η συγκάλυψη που αποτελεί μια από τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας».
Εξηγεί ο Νάκος πως «η ελληνική κοινωνία είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη συγκάλυψη και αυτό είναι κάτι με το οποίο ερχόμαστε καθημερινά σε επαφή με οποιαδήποτε είδους εγκλήματα. Και το ερώτημα για εμένα παραμένει πάντα το ίδιο: Ποιος παίρνει την ευθύνη;»
Για τον ηθοποιό Παύλο Ιορδανόπουλο, ο οποίος παίζει και τον Παύλο της ταινίας, «η ταινία εκφράζει την βαλκανική οικογένεια, και εμείς ζούμε σε μια κοινωνία που μας εκπαιδεύει να είμαστε ανθρωποφάγοι και σε απόσταση από τη φύση. Είτε μένεις στην ζούγκλα της πόλης είτε στην επαρχία το βιώνεις αυτό».
«Δημιούργησα τον χαρακτήρα από αυτά που παρατηρώ να συμβαίνουν γύρω μας», μας εξηγεί ο ηθοποιός. “Ο Παύλος”, λέει, «είναι ένας νέος μοναχογιός, μεγαλωμένος σε μια τυπική πατριαρχική οικογένεια της επαρχίας. Καταπιεσμένος και “ευνουχισμένος”, έχει σοβαρά παιδικά τραύματα τα οποία διαφαίνονται από την πρώτη στιγμή που τον συναντάμε και τον ακολουθούν μέχρι το φινάλε. Τον καταβάλει μοναξιά και θλίψη, τις οποίες κρύβει ασυναίσθητα μέσα στο πλαίσιο που ζει. Στόχος του είναι να αποδείξει πως αξίζει και αυτός».
«Έχω μεγάλη αγάπη για τον τόπο μας, έχω φίλους στην επαρχία και έχω ταξιδέψει αρκετά στην Ελλάδα», τονίζει μιλώντας για το πώς προσέγγισε έναν τέτοιο ήρωα. «Η επαφή μου με ανθρώπους και πολλές φορές οι μαθητές μου (διδάσκω υποκριτική εδώ και δέκα χρόνια), πολλοί από τους οποίους προέρχονται από την επαρχία, με βοήθησαν να προσεγγίσω τον Παύλο».
«Είδα την ταινία σαν μια ευκαιρία να μιλήσω για κάτι προσωπικό, να εξερευνήσω τι σημαίνει και πώς λειτουργεί η έννοια του ξένου», μας λέει ο έτερος πρωταγωνιστής του φιλμ, Κώστας Νικούλι, ο οποίος παίζει τον Χρήστο. «Πώς σε έναν άνθρωπο με περιορισμένες ευκαιρίες, δίνεται μια προοπτική, αλλά τη στιγμή που νομίζει ότι έχει βρει και αποδεχτεί την ταυτότητά του, οι καταβολές του δεν του επιτρέπουν να πάει παρακάτω. Υπάρχει ένα σημείο πέρα από το οποίο δεν μπορεί να πάει. Στην κρίσιμη στιγμή “φοράει” την ταυτότητα του ξένου και παίζει αυτό το ρόλο που του έδωσαν, σαν να μην κατάφερε ποτέ να ξεφύγει απ’αυτόν».
Μας περιγράφει τον Χρήστο ως έναν πολύ εργατικό και φιλότιμο άντρα με καταγωγή από την Αλβανία, μεγαλωμένο σε ένα χωριό της ελληνικής επαρχίας με τη μητέρα του και με μόνο πατρικό πρότυπο τον Τάκη, τον ιδιοκτήτη του κρεοπωλείου, εφόσον δεν γνώρισε ποτέ τον πατέρα του. «Αργότερα η μητέρα του αναγκάζεται να επιστρέψει στη πατρίδα της και ο Χρήστος μένει πίσω να εργαστεί στην επιχείρηση του Τάκη. Καταπιάνεται με τη δουλειά αυτή, που φαίνεται να είναι ο μόνος δρόμος επιβίωσης και εξέλιξης γι’αυτόν. Και εκεί που τα πράγματα φαίνεται να έχουν πάρει το δρόμο τους, ξαφνικά το οικοδόμημα αρχίζει να καταρρέει».
«Η έμπνευση προκύπτει από ένα παζλ πολλών αναφορών», μας εξηγεί για το πώς προσέγγισε τον ήρωά του. «Ας πούμε την περίοδο εκείνη μελετούσα τον “Κατάδικο” του Θεοτόκη για μια άλλη δουλειά. Εκεί βρήκα πολλά στοιχεία. Αλλά πέρα από τις θεωρητικές αναφορές, προσπαθώ να συγκρατώ εικόνες από ανθρώπους της καθημερινότητας που έχουν παρόμοια βιώματα».
«Η ΠΡΕΜΙΕΡΑ ΣΤΟ ΤΟΡΟΝΤΟ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΟΝΕΙΡΟ»
Με την ταινία να αναμένεται να κυκλοφορήσει αυτή τη σεζόν στις ελληνικές αίθουσες, η πρώτη παγκοσμίως προβολή έγινε στο φεστιβάλ του Τορόντο, στις 7 Σεπτεμβρίου. Μια αναμφίβολα πολύ μεγάλη διάκριση για το φιλμ, που επελέγη ως παγκόσμια πρεμιέρα για ένα από τα μεγαλύτερα κινηματογραφικά φεστιβάλ του πλανήτη, και μάλιστα τη στιγμή που αποτελεί μεγάλου μήκους σκηνοθετικό ντεμπούτο για τον ίδιο τον Δημήτρη Νάκο.
«Πριν το “Κρέας” είχα συμμετάσχει ως πρώτος βοηθός σκηνοθέτη σε μεγάλου μήκους ταινίες, αλλά και στη μίνι σειρά του Βασίλη Κεκάτου “Milky Way”, που ήταν σαν να κάναμε 4 μεγάλου μήκους ταινίες μαζί! Οπότε είχα αίσθηση του τι σημαίνει να πρέπει να οργανωθεί ένα γύρισμα που δεν είναι 4 ή 5 μέρες, όσο διαρκεί κατά μέσο όρο δηλαδή μια μικρού μήκους ταινία», λέει ο Νάκος.
«Παρόλα αυτά, αυτό που μου φάνηκε πιο δύσκολο ήταν ο υπολογισμός του φιλμικού χρόνου. Είχα συχνά μια ανησυχία κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, μήπως η ταινία βγαίνει μικρότερη ή μεγαλύτερη από όσο θα θέλαμε. Σε όλες μου τις μικρού μήκους είχα πάντα την έγνοια να έχουν σφιχτό χρόνο και να μην πλατειάζουν. Τελικά είμαι χαρούμενος με τη διάρκεια, έχει ένα σφιχτό ρυθμό, κάτι που οφείλω και στον μοντέρ της ταινίας μας, Λάμπη Χαραλαμπίδη».
Οι ηθοποιοί του πάντως, βλέπουν πολύ θετικά την εμπειρία. «Μέσα από την προετοιμασία, την οργάνωση και τον συντονισμό του Δημήτρη κατάφερα να υποστηρίξω έναν χαρακτήρα πολύ μακριά από εμένα», ομολογεί ο Παύλος Ιορδανόπουλος. «Η συνεργασία με εξαιρετικούς συναδέλφους από τον κλάδο και ο σεβασμός που ένιωσα από τους συνεργάτες μας είναι σπάνιο πράγμα, ειδικά σε μια εποχή που το επάγγελμά μας δέχεται έντονη απαξίωση. Τα γυρίσματα στο σύνολο ήταν μια αξέχαστη εμπειρία για εμένα και πιστεύω πως έχει αποτυπωθεί στην ταινία», λέει.
«Ο Δημήτρης έχει την ικανότητα να δημιουργεί ένα πλαίσιο τρομερά οργανωμένο, που σου δημιουργεί ασφάλεια. Έρχεται στο γύρισμα έχοντας οργανώσει μέσα του τα πάντα και έχει λυμένα όλα τα πρακτικά. Παράλληλα σου δίνει χώρο και σε αντιμετωπίζει σαν συνδημιουργό», συμπληρώνει ο Κώστας Νικούλι. «Είναι δώρο όταν το περιβάλλον, τόσο μέσα στη σύμβαση, στο γύρισμα δηλαδή, όσο και έξω απ’αυτό, είναι τέτοιο, ώστε το μόνο που έχεις να κάνεις σαν ηθοποιός είναι να αφεθείς στη συνθήκη».
Σίγουρα η επιλογή από το Τορόντο είναι μια πρώτη επιβράβευση για τους κόπους όλων των εμπλεκόμενων – με πρώτο φυσικά τον ίδιο τον σκηνοθέτη. «Ήμουν σε ένα καφέ, ήμουν πολύ κουρασμένος και θα πηγαίναμε με την Αμέρισσα, τη σύντροφό μου σε μία συναυλία», θυμάται ο Νάκος τη στιγμή που έμαθε για το Τορόντο. «Έπινα καφέ για να αντέξω, όταν μου τηλεφώνησε ο παραγωγός μου, Θάνος Αναστόπουλος και μου είπε τα νέα! Μου πήρε λίγα δευτερόλεπτα να το συνειδητοποιήσω. Ήταν η περίοδος που περιμέναμε την απάντηση από το Τορόντο και ήμασταν κάπως αγχωμένοι, γιατί θέλαμε πολύ να κάνουμε εκεί την πρεμιέρα μας. Ήταν μια λυτρωτική χαρά θα έλεγα».
Και η συναυλία τι απέγινε; «Ήταν στην πραγματικότητα μέτρια, αλλά εμένα μού φάνηκε υπέροχη και τα νέα μού έφεραν σίγουρα μεγαλύτερη υπερδιέγερση από τον καφέ!», γελάει ο Νάκος.
«Η αλήθεια είναι πως ακόμα δεν το έχω συνειδητοποιήσει», ομολογεί ο Ιορδανόπουλος. «Ήταν ένα δύσκολο καλοκαίρι, νομίζω για όλους. Η ζέστη καθ’ όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού ξεπέρασε τα όριά μου. Είναι δύσκολο να κάνεις γυρίσματα σε τέτοιο καύσωνα», θυμάται.
«Το πατρικό μου βρίσκεται στην Πεντέλη και ήμασταν τυχεροί που υπήρχαν φίλοι και γείτονες κοντά τις μέρες της φωτιάς. Πάνω από όλα είχα ένα ατύχημα με τη μηχανή που με ταλαιπωρεί. Είναι δύσκολο να πω πως έχω αντιληφθεί το πόσο τυχεροί είμαστε».
«Αυτό που με έκανε το καταλάβω τι έχουμε πετύχει ήταν όταν ο Δημήτρης με πήρε χαρούμενος και μου είπε ότι στο φεστιβάλ έχω δύο πρεμιέρες. Το “Κρέας” και το “The Return”, του Ουμπέρτο Παζολίνι με τους Ρέιφ Φάινς και Ζιλιέτ Μπινός. Στη συνέχεια μου είπε πως στο φεστιβάλ θα είναι άνθρωποι όπως ο Κόπολα, η Τζολί, ο Ορλάντο Μπλουμ… Είναι σαν όνειρο».
«Είναι πολύ όμορφο», καταλήγει κι ο Νικούλι με μια προσωπική νότα. «Η πρώτη φορά που θα δω την ταινία θα είναι σε ένα τόσο μεγάλο φεστιβάλ».
Το Κρέας του Δημήτρη Νάκου έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο φεστιβάλ του Τορόντο. Θα κυκλοφορήσει στις αίθουσες από την Feelgood Entertainment.