Νέες ταινίες: Ερωτευμένα τζίνι από τον σκηνοθέτη του “Mad Max” και οι λογοτεχνικές “Καραβίδες”

Νέες ταινίες: Ερωτευμένα τζίνι από τον σκηνοθέτη του “Mad Max” και οι λογοτεχνικές “Καραβίδες”

Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

Οι ταινίες της εβδομάδας:

Τρεις Χιλιάδες Χρόνια Προσμονής

3.5/5

(“Three Thousand Years of Longing”, Τζορτζ Μίλερ, 1ω48λ)

Η νέα ταινία του Τζορτζ Μίλερ μετά το “Mad Max: Fury Road”, ένα απόλυτα προσωπικό πρότζεκτ που συνέγραψε με την κόρη του και το οποίο χρηματοδοτήθηκε (στην ουσία) με την υπόσχεση ενός νέου “Mad Max” κεφαλαίου. (Που ήδη γυρίζεται.) Πρωταγωνιστεί η Τίλντα Σουίντον στο ρόλο μιας μοναχικής γυναίκας που ειδικεύεται σε ιστορίες και αφηγήσεις, η οποία σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στην Κωνσταντινούπολη, ανακαλύπτει ένα τζίνι (Ίντρις Έλμπα) το οποίο πριν εκπληρώσει τρεις ευχές της, της αφηγείται την ιστορία της δικής του ύπαρξης.

Χάρη σε αυτές τις αφηγήσεις είναι που, για μια ακόμα φορά, μένουμε με το στόμα ανοιχτό μπροστά στα μετα-αποκαλυπτικά οράματα του Τζορτζ Μίλερ. Ο άνθρωπος που κάδραρε το άγχος για το τέλος του κόσμου μέσα από ιστορίες σαν το “Mad Max” μεν, αλλά και ιστορίες σαν το οικογενειακό δράμα “Lorenzo’s Oil” ή το παιδικό animation “Happy Feet Two”, προσεγγίζει ξανά την απόλυτη υπαρξιακή του αγωνία αλλά αυτή τη φορά με όχημα ένα τελείως διαφορετικό και απρόσμενο στόρι.

Ραχοκοκαλιά του φιλμ είναι η αλληλεπίδραση των δύο ηθοποιών που παίζουν τους χαρακτήρες τους σαν οντότητες έξω από τον χώρο και τον χρόνο. Είναι εγκλωβισμένοι σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, αλλά μοιάζουν να μην ανήκουν ποτέ και πουθενά. Το τζίνι μας ταξιδεύει σε περασμένους αιώνες και σε βασίλεια που έχουν χαθεί από τον χάρτη καθώς αφηγείται τις ιστορίες με τους χαμένους του έρωτες, σε μια συνεχιζόμενη αγωνιώδη αναζήτηση του Τέλειου Τέλους. «Όλες οι ιστορίες μας διδάσκουν πως οι τρεις ευχές πάντα κρύβουν κάποια παγίδα», λέει η ηρωίδα της Σουίντον.

Όμως κι η ζωή έτσι δεν είναι; Αν ξέρεις πως νομοτελειακά, τα πάντα θα καταλήξουν σε πόνο, σε απώλεια, σε κάτι το εγγενώς και αναπόδραστα ατελές, τότε τι σημαίνει το ότι συνεχίζουμε, πάντα, να προσπαθούμε; Κάθε νέα σχέση είναι, κάπου βαθιά, μια παρανοϊκή απόπειρα: «Αυτή τη φορά, εγώ, ξέρω πώς θα ξεγελάσω τη φύση». Μέσα από προσωπικούς μύθους που συνομιλούν με ιστορικά και φαντασιακά έπη, μέσα από τη δημιουργία φανταστικών, επιβλητικών κόσμων που γεννιούνται και καταστρέφονται μέχρι να ολοκληρώσεις μια αφήγηση, ο Μίλερ αναζητά κάτι το άπιαστο, κάτι το μεθυστικά ρομαντικό.

Ακολουθεί μια απρόσμενη αφηγηματική δομή που άλλοτε έχει ως αποτέλεσμα σπαραξικάρδια, άλλοτε εντυπωσιακά, άλλοτε λιγότερο πετυχημένα επεισόδια, μπλέκει επιρροές, δοξασίες και σημεία πολιτιστικής αναφοράς από διαφορετικές κουλτούρες και εποχές καταφέρνοντας να αφήσει πίσω τον εξωτικισμό και να περάσει στο αγνό συναισθηματικό δέος, πριν προσγειωθεί σε ένα τολμηρό μεν, ελαφρώς γειωτικό όμως φινάλε. Μέσα από μια ταινία που δεν υπακούει σε τίποτα και που ανά στιγμές δεν πιστεύεις ότι γυρίστηκε καν, ο Μίλερ επιχειρεί την προσέγγιση μεγάλων, κοσμογονικών ιδεών, με οδηγό πάντα την καρδιά και την περιέργεια. Και, φυσικά, πάνω από όλα: Τις ίδιες τις ιστορίες.

Εκεί που Τραγουδάνε οι Καραβίδες

2.5/5

(“Where the Crawdads Sing”, Ολίβια Νιούμαν, 2ω5λ)

Μια κοπέλα που μεγάλωσε μόνη στα έλη του αμερικάνικου Νότου, δίχως οικογένεια, και αποτελώντας κάτι σαν τοπική δεισιδαιμονία για τους ντόπιους, βρίσκεται ξαφνικά βασική ύποπτη για τον φόνο ενός άντρα με τον οποίον κάποτε διατηρούσε σχέση. Η ιστορία της Κάγια αναπτύσσεται σε δύο χρόνους, από τη μία στο παρόν όπου ακολουθούμε την δικαστική υπόθεση (με τον απολαυστικό Ντέιβιντ Στραδέρν να κλέβει την παράσταση) κι από την άλλη στο κατατρεγμένο παρελθόν της, από όταν μικρή έως και σήμερα.

Η σεναριογράφος Λούσι Αλιμπάρ παρουσιάζει μια διαρκή ροή από συμβάντα, όμως πλασάροντας το φιλμ τόσο ως χαρτογράφηση μιας περιοχής όσο και σαν κλασικό δικαστικό δράμα, προσπαθεί να τα έχει όλα. Ο χαρακτήρας της Κάγια παραμένει ερωτηματικό για τεράστιο κομμάτι του φιλμ, κάτι που φυσικά και θα ήταν αποδεκτό σε ένα δικαστικό θρίλερ (όπου τα πάντα είναι δομημένα ακριβώς γύρω από αυτή την άγνοια και αβεβαιότητα) όμως εδώ θα λειτουργούσε με αποξενωτικό τρόπο ως προς τον θεατή– εκτός κι αν μιλάμε για φανς του βιβλίου, που υποπτευόμαστε πως θα περάσουν εξαιρετικά γενικώς στο φιλμ.

Μπορεί εύκολα κανείς να διακρίνει συχνές γραφικότητες ή κλισέ εκλάμψεις, από τις μονοκόμματες και χοντροκομμένες αντιδράσεις των «εχθρικών ντόπιων» μέχρι το πώς διαδραματίζονται τα πράγματα στην αίθουσα του δικαστηρίου, όμως οι κινηματογραφικές Καραβίδες κερδίζουν πόντους, αν μη τι άλλο για το θάρρος αυτής της επιλογής, χάρη στην πρωταγωνίστρια Ντέιζι Τζόουνς, κι ας μην μοιάζει καθόλου προφανής επιλογή για τον ρόλο. Η Κάγια, με τη σκληρή της νότια προφορά και με μια ύπαρξη στα όρια της αγριότητας, δε θα μπορούσε να είναι πιο διαφορετική από την αέρινη παρουσία της αγγλίδας ηθοποιού, όμως αυτό που ενώνει την Κάγια και την Ντέιζι είναι κάτι ευρύτερα ανθρώπινο, μια αίσθηση απομόνωσης και μελαγχολίας που εκφράζεται με έναν πράο, σιωπηλό, υπομονετικό και τελικά στιβαρό τρόπο.

Η ταινία τελικά, χωρίς να γίνεται ποτέ ακριβώς «καλή», διαθέτει κάτι το εξαιρετικά αποτελεσματικό. Ξέρει πώς να ακολουθήσει τη ροή πληροφορίας και, κυρίως, συναισθημάτων του βιβλίου και να τα μεταφέρει στον οθόνη. Όχι με τον πιο λεπτοδοσμένο τρόπο, και σίγουρα όχι με τον λιγότερο κλισέ. Όμως διαθέτει κάτι το απολαυστικά παλιομοδίτικο στην προσέγγιση αλλά κυρίως στην εκτέλεση. Είναι από τις ταινίες που θα τις παρακολουθείς με ευκολία, όπου κι αν τις πετύχεις, σε όποιο τους σημείο. Είναι κι αυτό μια τέχνη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ την αναλυτική κριτική της ταινίας στο News24/7.

Ένας Ήρωας

2 / 5

(“A Hero / Ghahreman”, Ασγκάρ Φαρχαντί, 2ω7λ)

Ο Ραχίμ βρίσκεται στη φυλακή λόγω ενός χρέους που ήταν ανήμπορος να πληρώσει. Στη διάρκεια μιας διήμερης άδειας, προσπαθεί να πείσει τον δανειστή του να αποσύρει την καταγγελία εναντίον του, όμως τα πράγματα δεν πάνε σύμφωνα με το σχέδιο και περιπλέκονται ολοένα και περισσότερο, σε μια αρένα που ξεκινά προσωπική αλλά γίνεται τραγικά δημόσια.

Τόσο-όσο ταινία του Ασγκάρ Φαρχαντί, ενός εκ των κορυφαίων δραματουργών του παγκόσμιου σινεμά αυτή τη στιγμή, που όμως εδώ μοιάζει περισσότερο να αφήνει το στυλ του να γίνει μανιέρα, παρά να το δαμάζει σε εξερεύνηση κάποιας νέας πτυχής. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό– ακόμα κι ο λιγότερο σημαντικός Φαρχαντί ξέρει πώς να κρατήσει το κοινό καθηλωμένο, θες απλά να βλέπεις τους τρόπους με τους οποίους ρίχνει τους ήρωές του στα (δραματουργικά!) λιοντάρια.

Όμως εδώ υπάρχει πλέον μια εκβιαστική αίσθηση, μια πιο εμφανώς -από συνήθως- κατασκευή στον κοινωνικό λαβύρινθο, με καταστάσεις που, όλο και πιο εξεζητημένα δομημένες, οδηγούν με ακρίβεια τους πρωταγωνιστές σε συγκεκριμένα ηθικά αδιέξοδα. Το κατασκεύασμα όχι απλώς γιγαντώνεται αλλά στηρίζεται όλο και περισσότερο σε συμπτώσεις και δραματικά εκβιαστικά συμβάντα, έχοντας τελικά ως αποτέλεσμα ένα φιλμ αγωνιώδες φυσικά και πάλι, αλλά πολύ λιγότερο μεστό. (Που παρόλαυτά κέρδισε μεγάλο βραβείο στις περσινές Κάννες.)

Κυκλοφορούν επίσης

Η Πτώση: Φίλες σκαρφαλώνουν σε ένα εγκαταλελειμμένο ραδιοφωνικό πύργο στη μέση του πουθενά, αλλά μετά πρέπει να βρουν πώς θα κατέβουν. Θεωρητικά, αληθινή ταινία.

Εκκόλαψη: Μια νεαρή γυμνάστρια που δέχεται καθημερινά τεράστια πίεση από τη μητέρα της, ανακαλύπτει μια μέρα ένα μυστήριο αυγό. Αποφασίζει να το κρατήσει, μέχρι που αυτό που θα εκκολαφθεί θα σοκάρει τους πάντες. Αλληγορικός τρόμος από τη Φινλανδία.

Επανεκδόσεις

Η Φλόγα που Τρεμοσβήνει: Κλασικός Λούι Μαλ με Μορίς Ρονέ και Ζαν Μορό, για έναν αλκοολικό συγγραφέα που σκέφτεται να δώσει τέλος της ζωής του και αφήνοντας πίσω την κλινική αποτοξίνωσης, επισκέπτεται φίλους και γνωστούς μήπως και βρει νόημα στη ζωή. Φιλμ-ογκόλιθος του υπαρξιακού σινεμά και μιας σύγχρονης αδιέξοδης θλίψης. (4*)

Το Πνεύμα του Μελισσιού: Στον απόηχο του ισπανικού εμφυλίου, μια προβολή του “Φρανκενστάιν” σε ένα μικρό χωριό έχει ως αποτέλεσμα ένα ευαίσθητο 7χρονο κορίτσι να σοκαριστεί και να αρχίσει να παρατηρεί τον κόσμο με άλλο τρόπο. Αρχίζει να πιστεύει πως το Τέρας ζει ακόμα, ως πνεύμα. Μια μέρα ένας φυγάς στρατιώτης θα βρεθεί σε έναν κοντινό αχυρώνα και τότε ο απτός κόσμος με τον μαγικό κόσμο της φαντασίας θα γίνουν ένα. Κάθε κάδρο λέει μια ιστορία πίσω από μια αισθητική ξεφτισμένης σελίδας παλιού βιβλίου, σε ένα από τα ωραιότερα φιλμ ενηλικίωσης στην ιστορία του σινεμά, δια χειρός Βίκτορ Ερίθε. (4.5*)

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα