Νέες ταινίες: Ο Μ. Νάιτ Σιάμαλαν πιο βιβλικός από ποτέ με έναν “Χτύπο στην Καλύβα”

Νέες ταινίες: Ο Μ. Νάιτ Σιάμαλαν πιο βιβλικός από ποτέ με έναν “Χτύπο στην Καλύβα”
From left: Dave Bautista, Abby Quinn, and Nikki Amuka-Bird in KNOCK AT THE CABIN, directed and co-written by M. Night Shyamalan © Universal Studios. All Rights Reserved.

Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

H Φάλαινα του Αρονόφσκι καλπάζει έχοντας καπαρώσει για τα καλά την πρώτη θέση στην 4η εβδομάδα προβολής ακόμα και μετά την πρεμιέρα της mainstream περιπέτειας “Plane” με τον Τζέραρντ Μπάτλερ, που πλασαρίστηκε στη 2η θέση. Το φιλμ του Αρονόφσκι έχει φτάσει τις 80.000 εισιτήρια και με το word of mouth τίποτα δεν το σταματά.

Στο μεταξύ το “Avatar: The Way of Water” ξεπέρασε τις 400.000 εισιτήρια, τη στιγμή που παγκοσμίως ανεβαίνει στην 4η θέση των εμπορικότερων ταινιών όλων των εποχών, ενώ και η “Βαβυλώνα” που ξεπέρασε τις 25.000 μοιάζει να τα έχει πάει πιο αξιοπρεπώς στην Ελλάδα σε σχέση τουλάχιστον με την καταστροφή στις ΗΠΑ, αλλά και πάλι μια ατυχής εμφάνιση εν γένει για μια εντυπωσιακή,φιλόδοξη ταινία που άξιζε καλύτερης μοίρας– στα Όσκαρ αλλά και στα ταμεία.

Μιλώντας για Όσκαρ, τοΤα Πάντα Όλαεπιστρέφει στις αίθουσες αυτή την εβδομάδα και αναμένεται να δούμε αν οι 11 υποψηφιότητες θα του δώσουν μια νέα ώθηση, σε σχέση τουλάχιστον με την αναιμική εμφάνιση στα ελληνικά ταμεία την περασμένη άνοιξη. Το επόμενο διάστημα θα δει πλειάδα οσκαρικών ταινιών να εμφανίζονται οπότε θα έχει ενδιαφέρον να δούμε και το ποια θα είναι η δυναμική τους.

Οι ταινίες της εβδομάδας:

Χτύπος στην Καλύβα

3.5 / 5

(“Knock at the Cabin”, Μ. Νάιτ Σιάμαλαν, 1ω40λ)

Σε μια καλύβα στην άκρη του κόσμου (όπως είναι ο τίτλος του βιβλίου του Πολ Τρέμπλεϊ στο οποίο βασίζεται η ταινία), μια τριμελής οικογένεια περνάει ευτυχισμένα τις μέρες της. Οι δύο μπαμπάδες κι η μικρή Γουέν, που στην αρχή της ταινίας βρίσκεται έξω, στην αυλή, κάνοντας αυτό που διασκεδάζει περισσότερο: μαζεύει ακρίδες από τα άνθη.

Από το δάσος ξεπροβάλει μια μυώδης, αντιφατική φιγούρα. Είναι ο Λέοναρντ του φανταστικού (παντού, αλλά ειδικά εδώ) Ντέιβ Μπαουτίστα, ένας τεράστιος, σωματώδης άντρας που φοράει τα πιο μικρά γυαλιά του κόσμου και μιλάει με μια ταραγμένη ευγένεια. Σα να ζητά συγγνώμη για κάθε τι που πρόκειται να πει ή να κάνει, με τον Μπαουτίστα να τον ερμηνεύει με απόγνωση και σιγουριά την ίδια στιγμή, μια ερμηνεία γεμάτη ενσυναίσθηση και έλεγχο να καθρεφτίζει τις αρετές της ίδιας της ταινίας.

Ο Λέοναρντ ζητάει από την Γουέν να πει στους πατεράδες της να αφήσουν εκείνον και τους τρεις συνεργάτες του να μπουν στην καλύβα τους– αν αρνηθούν, τότε εκείνοι θα μπουν όπως και νά’χει, απλά θα γίνουν όλα πιο βίαια. Ο Σιάμαλαν ακολουθεί αυτό τον αρχικό διάλογο μέσα από μια απόκοσμη ηρεμία, με διαρκή κοντινά στα πρόσωπα των πρωταγωνιστούν του και με κάδρο σε ελαφρά γωνία– μονίμως κάτι βρίσκεται εκτός ισορροπίας, και τα πάντα περνάνε από το βλέμμα, τον έλεγχο και τελικά τις αποφάσεις (το οπτικό δηλαδή πεδίο) αυτών των χαρακτήρων. Είναι μια στενή οπτική, για μια στιγμή που ο κόσμος γίνεται κι αυτός ασφυκτικά μικρός.

Διότι, ο Λέοναρντ κι οι συνεργάτες του (μια νοσοκόμα, μια σερβιτόρα, κι ένας στρυφνός, απότομος άντρας γεμάτος θυμό), προσφέρουν στην οικογένεια ένα απάνθρωπο δίλημμα: Πρέπει να επιλέξουν απολύτως συνειδητά, να κάνουν μια τρομερή θυσία, αλλιώς όλο ο κόσμος βρίσκεται σε κίνδυνο. Δε θα επεκταθούμε περισσότερο πάνω σε αυτή την κεντρική ιδέα, γιατί είναι έτσι κι αλλιώς αρκετά αφαιρετική από μόνη της. Η ταινία παραθέτει στην πορεία κάποια πολύ σύντομα κι απολύτως απαραίτητα φλάσμπακ που κάνουν πιο μεστή τη σχέση των δύο πατεράδων της Γουέν, αλλά από εκεί κι έπειτα δεν αναπτύσσει περισσότερο τους κανόνες της. Κι είναι μέσα σε αυτή την αφαιρετικότητα και την έλλειψη ακράδαντων στοιχείων και μυθολογίας, που μεταθέτει αυτή την άσκηση πίστης στον θεατή, βάζοντας καθένα από εμάς στην διόλου ζηλευτή θέση των ηρώων.

Μέσα από τον φορμαλισμό του ο Σιάμαλαν επιδεικνύει και πάλι έναν εντυπωσιακό αφηγηματικό έλεγχο πάνω σε ένα τόσο απολύτως ισχνό στόρι, συντηρώντας σασπένς καθώς και ηθικές και προσωπικές εξερευνήσεις δίχως τελικά η ουσία να βρίσκεται στην δραματική λύση, παρά στην διαδρομή προς εκεί. Με το κάδρο διαρκώς πάνω στο ολιγομελές ensemble (από το οποίο αποσπά γενικώς εξαιρετικές ερμηνείες) και την δράση μέσα στην καλύβα να μην μοιάζει ποτέ περιορισμένη ή στατική, ο Σιάμαλαν υπενθυμίζει πως στο σινεμά του οι ιδέες γεννιούνται πρωτίστως μέσα από τη φόρμα, το στήσιμο, και το πώς οι εικόνες του λένε μια ιστορία.

Στην “Καλύβα” επεκτείνεται πάνω σε ζητήματα πίστης και ανθρωπιάς και το πώς αυτές οι δύο ιδέες (ή μάλλον καταστάσεις) μπορεί να διασταυρώνονται πάνω στη στιγμή της κρίσης, κάτι που πάντοτε συναντάμε στο σινεμά του από τον “Οιωνό” μέχρι προσφάτως στο εξαιρετικό “Old”. Οι (ίσως) πληγές της (μιας πιθανής) Αποκάλυψης που αρχίζουν να ξεπηδούν με τρόπο όχι απαραίτητα πειστικό για όλους, δεν απέχουν πολύ από μια δική μας απομονωμένη πραγματικότητα κατά την οποία βιαίως έξαφνα συνειδητοποιούμε πως βιώνουμε μια δική μας περίοδο Αποκάλυψης (με αρκετούς τρόπους, ο “Χτύπος” αποτελεί αγνή περίπτωση ταινίας γεννημένης την περίοδο της πανδημίας).

Οι ξένοι που εισβάλλουν στο σπίτι εκπροσωπούν διαφορετικές εκδοχές της ανθρωπότητας σε Κρίση, κι ακόμα και το ζευγάρι των μπαμπάδων αντιδρά με ακραία διαφορετικούς τρόπους μπροστά στην καταστροφή: Ο ένας (οργισμένος Μπεν Όλντριτζ) αρνείται να συζητήσει καν αυτό που προτείνει ο Λέοναρντ, ο άλλος (ένας σταθερά έξοχος Τζόναθαν “Mindhunter” Γκροφ που βρίσκει τη γέφυρα ανάμεσα στην εγκεφαλικότητα και τον συναισθηματισμό) αρχίζει να παρεκκλίνει.

Ο Σιάμαλαν ξέρει πώς να καδράρει αυτούς και τις οπτικές τους. Πώς να αντλήσει μικρές στιγμές αγωνίας και βίας από μια αφηγηματική προβλεψιμότητα. Πώς να κάνει κάθε στιγμή να μοιάζει συναισθηματική, αγωνιώδης αλλά και πνευματική. Πώς να κάνει το σασπένς να μοιάζει εν τέλει με έναν αργόσυρτο, αναπόφευκτο εφιάλτη. Η ταινία του (που παρεκκλίνει με σαφέστατο τρόπο από το βιβλίο) εν τέλει διαθέτει ως βασικό πρόβλημα το ότι δεν απογειώνεται ποτέ, φλερτάροντας με τη μοιρολατρία κι αφήνοντας τον θεατή να επωμιστεί το βάρος της όποιας δραματικής, φιλοσοφικής αλλά και ηθικής λύσης. Είναι κάπως βαρύ, αλλά από την άλλη έτσι μοιάζει ανά στιγμές και το να διανύουμε μονίμως το πιο υπνωτιστικό και δυσνόητο Τέλος του Κόσμου.

Μέρες Ξηρασίας

3.5 / 5

(“Burning Days / Kurak Gunler”, Εμίν Αλπέρ, 2ω9λ)

Ένας νεαρός και αφοσιωμένος στην δουλειά του εισαγγελέας μετατίθεται σε μια μικρή κωμόπολη η οποία έχει πληγεί από ανυδρία αλλά και μια σειρά από σκάνδαλα. Το αρχικό καλωσόρισμα θα εξελιχθεί όμως γρήγορα σε πίεση από το τοπικό σύστημα διαφθοράς και ελέγχου, καθώς ο νεαρός άντρας δεν καταλαβαίνει από ισορροπίες και τοπικές ιδιομορφίες, παρουσιάζοντας ένα άκαμπτο παρουσιαστικό ευθύνης. Σύντομα θα εμπλακεί σε έναν σκοτεινό ιστό μυστικών και ενοχής, την ώρα που ο δεσμός του με τον εκδότη μιας τοπικής εφημερίδας θα φουντώσει τις φήμες που οι πολιτικοί του αντίπαλοι θα σπεύσουν να εκμεταλλευτούν.

Έξοχο δείγμα μοντέρνου πολιτικού νεο-νουάρ που μοιάζει να τοποθετείται κάπου ανάμεσα στην “Τσάιναταουν” και στη 2η σεζόν του “True Detective”, το οποίο αφενός κατανοεί την ανάγκη για κάποια πολύ βασικά στοιχεία του είδους (ένα αποπνικτικό πλέγμα διαφθοράς, αρρωστημένα μυστικά ηθικής κατάρρευσης, διαρκή αδιέξοδα, μόνιμος ιδρώτας) τα οποία μετατοπίζει σε ένα σύγχρονο μεν σκηνικό το οποίο όμως στην πραγματικότητα θα μπορούσε να ανήκει στην οποιαδήποτε εποχή– όπως και τα μοτίβα τα οποία αναπτύσσει και εξερευνά. Κι αφετέρου καταλαβαίνει, όπως και το “Mad Max: Fury Road”, πως στο μέλλον οι πόλεμοι θα γίνονται για το νερό.

Έτσι, οι κυριολεκτικές τρύπες που εμφανίζονται στο έδαφος της πόλης συνδέονται με την εκμετάλλευση της γης, ένα πολύ καλό δείγμα αλληγορικής σκέψης που λειτουργεί εξαιρετικά και ως οπτικό αλλά και κυριολεκτικό αφηγηματικό στοιχείο. Σε αυτό το σκηνικό στήνεται μια ιστορία κλιμακούμενης απόγνωσης και πανικού μέσα από την οπτική του νεαρού ήρωα ο οποίος όχι απλά χάνει τον έλεγχο αλλά σταδιακά συνειδητοποιεί πως δεν τον είχε ποτέ.

Εξάλλου, η δυναμική ανάμεσα στον νομοταγή νέο κρατικό λειτουργό και μια μικρή κοινότητα που λειτουργεί σχεδόν αυτόνομα, βάσει δικών της επιταγών και ηθών, δεν παύει ποτέ να συναρπάζει. Σε αυτό το πλαίσιο, και χωρίς να χάνει ποτέ την αίσθηση του αφηγηματικού σασπένς, ο Αλπέρ εξετάζει το πώς εκείνο το σύστημα που διαιωνίζει τη διαφθορά είναι κι εκείνο που κρατά το πλήθος υπάκουο μέσω της εργαλειοποιημένης οργής. Αλλά και το πώς σταδιακά ο ασπίλωτος άντρας αρχίζει να λυγίζει μπροστά σε ένα σκοτάδι που –νομοτελειακά– καλύπτει τα πάντα.

Αστερίξ & Οβελίξ: Στο Δρόμο για την Κίνα

2 / 5

(“Astérix & Obélix : L’Empire du Milieu / Asterix & Obelix: The Middle Kingdom”, Γκιγιόμ Κανέ, 1ω52λ)

Σε μια από τις μεγαλύτερες παραγωγές στην ιστορία του ευρωπαϊκού κινηματογράφου, Αστερίξ και Οβελίξ ταξιδεύουν στην Κίνα για να βοηθήσουν την κόρη της φυλακισμένης αυτοκράτειρας της Κίνας να ανατρέψει το πραξικόπημα εις βάρος της μητέρας της. Τα πράγματα περιπλέκονται όταν στη διαδρομή, θα εμπλακεί στην υπόθεση κι ο Καίσαρας με τους ρωμαίους, καθώς διψασμένος για μια νέα κατάκτηση (ώστε να κερδίσει ξανά το θαυμασμό της Κλεοπάτρας) θα κατευθυνθεί κι εκείνος προς την Κίνα.

Ο Γκιγιόμ Κανέ σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί σε αυτή τη νέα μεταφορά των περιπετειών του Αστερίξ. Αρκετά ευρύ χιούμορ και μια πλαστική αισθητική δημιουργούν ένα καρτουνίστικο μεν σύνολο, αλλά που πάντα θα υπολείπεται των διαφόρων μεταφορών κινουμένων σχεδίων ακριβώς λόγω της παράλογης φύσης του υλικού. Διάσημοι σταρ (Βενσάν Κασέλ ως Καίσαρας, Μαριόν Κοτιγιάρ ως Κλεοπάτρα, γκεστ ακόμα κι από τον Ζλάταν Ιμπραϊμοβιτς) και αφηγηματική πιστότητα στο πολυαγαπημένο κόμικ εγγυώνται ένα διασκεδαστικό δίωρο, αλλά χωρίς αξιώσεις για κάτι παραπάνω από αυτό.

Η Αυτοκρατορία του Φωτός

1.5 / 5

(“Empire of Light”, Σαμ Μέντες, 1ω55λ)

Με φόντο μία παραθαλάσσια πόλη της Αγγλίας στις αρχές των ‘80s, η Χίλαρι της Ολίβια Κόλμαν εργάζεται σε έναν παλιό κινηματογράφο αλλά ταλαιπωρείται με θέματα ψυχικής υγείας. Εκεί συναντά τον νεαρό Στίβεν που έχει μόλις πιάσει δουλειά στο σινεμά. Οι δυο τους μοιράζονται την ίδια ανάγκη για ανθρώπινη επαφή και μέσα από την παράξενη και τρυφερή τους σχέση θα βιώσουν τη θεραπευτική δύναμη της μουσικής, του κινηματογράφου και της κοινότητας.

Ο Σαμ Μέντες (“1917”, “Skyfall”, “American Beauty”) στο αποκορύφωμα μιας ολοένα και πιο κυνικής και αντιδραστικής φιλμογραφίας, τοποθετεί τη δράση σε ένα σινεμά εποχής που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι διαστημόπλοιο– τόση ουσιαστική επαφή έχει με την κουλτούρα και τόσο επιδερμική είναι η αποτύπωση κοινωνικών συμπτωμάτων της περιόδου. Υπάρχει ρατσισμός, υπάρχει στίγμα απέναντι στους κοινωνικά αποκλεισμένους, αλλά η θατσερική Αγγλία βρίσκεται μετά βίας στο περιθώριο του στόρι.

Όλοι οι περιφερειακοί χαρακτήρες είναι γραμμένοι και παιγμένοι σαν προγράμματα μιας χρήσης, είναι εκεί για να εκφράζουν Μία ιδέα ή Ένα πρόβλημα ή Ένα χαρακτηριστικό. (Στο καστ συναντάμε τον Κόλιν Φερθ και τον Τόμπι Τζόουνς που απλώς υπάρχουν, ενώ η Κόλμαν μένει τελείως ξεκρέμαστη παίζοντας μανιέρα, κάτι που δεν κάνει ποτέ της.) Η δε πολυφορεμένη «μαγεία του σινεμά» αποτυπώνεται με έναν απεγνωσμένα γλυκερό τρόπο, όλο σηματοδότες μιας εποχής περασμένης που δεν εξερευνάται, δεν αντηχεί σε τίποτα. Είναι το “Σινεμά ο Παράδεισος” ως διαφήμιση πιστωτικής κάρτας.

(Αναλυτική κριτική από την πρεμιέρα στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.)

Ξανά στις αίθουσες

Τα Πάντα Όλα

4/5

(“Everything Everywhere All at Once”, Οι Ντάνιελς, 2ω19λ)

Η θρυλική Μισέλ Γέο του “Τίγρης και Δράκος” πρωταγωνιστεί στο ρόλο της Έβελιν, η οποία ζει τα πιο πεζά και καθημερινά προβλήματα που βάζει ο νους. Ο γάμος της καταρρέει. Η κόρη της δεν επικοινωνεί μαζί της, θέλει να απομακρυνθεί από αυτήν, μαζί με την κοπέλα της. Το μαγαζί της, με πλυντήρια αυτοεξυπηρέτησης, δεν πάει καλά και η ίδια προσπαθεί να βγάλει άκρη με την εφορία. Ο γηραιός πατέρας της έχει ταξιδέψει στην Αμερική δίνοντάς την έναν επιπλέον πονοκέφαλο. Και μέσα σε όλα αυτά λαμβάνει ένα μήνυμα πως αν δεν βοηθήσει τον σύζυγό της από μια παράλληλη διάσταση, μια αδηφάγα μοχθηρή οντότητα απειλή να καταβροχθίσει όλο το multiverse.

Αυτό που ξεκινά ως ένα εντελώς προσγειωμένο, έστω με ένα χαοτικό τρόπο, καθημερινό οικογενειακό δράμα για μια οικογένεια μεταναστών στις ΗΠΑ που αντιμετωπίζουν πολυσύνθετα προβλήματα –ενσωμάτωσης, επιβίωσης, αλλά και αγάπης, φιλίας, επιθυμίας– εξελίσσεται σε μια εντυπωσιακά φιλόδοξη κωμωδία πολεμικών τεχνών που εμπλέκει στην αφήγησή της την αποτύπωση μυριάδων άλλων παράλληλων κόσμων που απέχουν από τον δικό μας από ελάχιστα (όσο είναι μια απλή διαφορετική απόφαση) μέχρι αδιανόητα πολύ (έναν σύμπαν με εντελώς διαφορετική βιολογία).

Η πανδαισία ιδεών που υπό άλλες συνθήκες θα απειλούσε να κάνει το φιλμ να εκραγεί, συνδέεται σε κάθε στιγμή με την διαδρομή και την σκιαγράφηση της Έβελιν, και με τον τρόπο που αντιμετωπίζει πρώτα τον εαυτό της κι ύστερα όλους τους άλλους. Η Έβελιν είναι το άθροισμα αμέτρητων χαμένων ευκαιριών. Χαμένων συνδέσεων. Χαμένων δεξιοτήτων. Αυτό που την κάνει σπουδαία είναι αυτό που την κάνει συνηθισμένη– δηλαδή, το ότι μοιάζει χαμένη, να επιπλέει στη θάλασσα δυνητικών θριάμβων. Κάθε παράθυρο σε άλλο κόσμο, κάθε θραύσμα, είναι κι ένα ακόμα αγκάθι. Ή μήπως μια νέα ευκαιρία;

Η ταινία με τις περισσότερες υποψηφιότητες των φετινών Όσκαρ επιστρέφει στις αίθουσες. Υποψήφιο για 11 Όσκαρ, ανάμεσά τους Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Πρωτότυπου Σεναρίου, Α’ Γυναικείου Ρόλου (Μισέλ Γέο), Β’ Ανδρικού (Κι Χουάι-κουάν), Β΄Γυναικείου (Τζέιμι Λι Κέρτις, Στέφανι Σου), και άλλα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ: Αναλυτικό άρθρο για την ταινία στο The Magazine

Κυκλοφορούν ακόμη

Καθαρτήριο: Επτά ιστορίες για την αγάπη στη σύγχρονη Ελλάδα, με ανθρώπους που την αναζητούν με διαφορετικούς τρόπους. Σε σκηνοθεσία Βασίλη Μαζωμένου.

Δυο Φίλοι και Ένας Ασβούλης: Ένα animated ταξίδι γεμάτο εκπλήξεις από τη Νορβηγία και εμπνευσμένο από το ντουέτο μουσικών Τούτσον και Λούντιγουντ. Η ζωή στο τούνελ κυλάει όμορφα για τον Τούτσον, τον Λούντιγουντ και τον Ασβό, μέχρι που μία αυστηρή υπάλληλος του τρένου αποφασίζει να τους διώξει. Μόνο ο παππούς Τούτσον, ο θρυλικός πειρατής Καπετάν Τούτσον, μπορεί να τους σώσει. Για να τον βρουν, θα πρέπει να ταξιδέψουν στα πιο απίστευτα μέρη.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα