Νέες ταινίες: Ο Χρυσός Φοίνικας, η Χρυσή Άρκτος, και ο τελευταίος Venom

Διαβάζεται σε 10'
Νέες ταινίες: Ο Χρυσός Φοίνικας, η Χρυσή Άρκτος, και ο τελευταίος Venom
Το νεαρό πρωταγωνιστικό ζευγάρι της πολυβραβευμένης κωμωδίας Anora.

Κάθε εβδομάδα, ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες.

To “Smile 2” μπορεί να έπιασε πρωτιά στο ελληνικό box office την περασμένη εβδομάδα (32.000 εισιτήρια, ένα πολύ καλό άνοιγμα για μια ταινία που λογικά δεν θα ξεφουσκώσει), αλλά το πιο εντυπωσιακό αποτέλεσμα τολμάμε να πούμε πως ήταν το “Ατίθασο Ρομπότ” που έκανε 13.000 στη δεύτερη θέση, με μια πρακτικά ίδια συγκομιδή με του ανοίγματός του.

Ουσιαστικά η ταινία δεν χάνει θεατές και δείχνει πως μπορεί να έχει εντυπωσιακό μέλλον καθώς αρέσει και την ανακαλύπτουν και οικογένειες και θεατές που δεν τρέχουν απαραίτητα με το καλημέρα να δουν μια νέα κυκλοφορία.

Στο καλλιτεχνικό κύκλωμα αξίζει να αναφέρουμε “Το Θηρίο” που μαζί με κάποιες preview προβολές έχει φτάσει τα 1.000 εισιτήρια, και συνεχίζεται και δεύτερη εβδομάδα. Είναι από τις ταινίες της χρονιάς.

Αυτή την εβδομάδα ωστόσο έχουμε εντυπωσιακό ταυτόχρονο άνοιγμα στις αίθουσες για τον Χρυσό Φοίνικα των Καννών, τη Χρυσή Άρκτο του Βερολίνου, αλλά και το διασκεδαστικό τρίτο μέρος των περιπετειών του Τομ Χάρντι ως Venom στην “Τελευταία Πράξη”. Να αναφέρουμε επίσης και την προφεστιβαλική εβδομάδα του Πανοράματος Κινηματογράφου, που για τις επόμενες 7 μέρες στο Τριανόν παίζει κλασικά αριστουργήματα του Τζον Φορντ και αγαπημένα κινηματογραφικά τέρατα από τα ‘20s και τα ‘30s.

Οι ταινίες της εβδομάδας

Anora

(Σον Μπέικερ, 2ω19λ)

***½

Η σεξεργάτρια Άνι γνωρίζει νεαρό Ρώσο με ανεξάντλητο χαρτζιλίκι από τον πατέρα του και γρήγορα παθιάζονται τόσο πολύ μεταξύ τους που παντρεύονται στη στιγμή. Όταν ο πατέρας του νεαρού στείλει τα πρωτοπαλίκαρά του να ακυρώσουν τον γάμο ακολουθεί ένα ξέφρενο κυνηγητό από τη Νέα Υόρκη στο Λας Βέγκας, στη διάρκεια του οποίου η Άνι θα αποδειχθεί ο πιο άφοβος αντίπαλος που περίμεναν ότι θα αντιμετώπιζαν ποτέ οι μπράβοι.

Ο βασιλιάς του αγνού αμερικάνικου ανεξάρτητου σινεμά του σήμερα, Σον Μπέικερ (“The Florida Project”), επιστρέφει μετά το εντυπωσιακά σκληρό “Red Rocket” (μια από τις σημαντικότερες τραμπικές αναγνώσεις που έχει δώσει το αμερικάνικο σινεμά) που ποτέ δεν βρήκε διανομή στη χώρα μας. Αυτή τη φορά όμως οι ορέξεις του τον φέρνουν περισσότερο κοντά σε κάτι σαν το “Tangerine” (την ταινία που τον έκανε γνωστό στη σινεφίλ κοινότητα), με μια ξέφρενη σκρούμπολ επιρροών περιπέτεια που ακολουθεί αποφασισμένες ηρωίδες σε απολαυστικές περιπέτειες στα περιθώρια του κοινωνικού ιστού.

Την Άνι παίζει η Μάικι Μάντισον, που είναι από εκείνα τα πρόσωπα που δεν ξεχνάς ακόμα και σε μικρούς ρόλους – θα τη θυμάστε από το “Κάποτε… στο Χόλιγουντ” του Ταραντίνο ή από το “Scream” του ‘22– και στην οποία ο Μπέικερ εμφανώς είδε κάτι με απείρως μεγαλύτερη δυναμική. Εδώ δίνει μια από τις κορυφαίες ερμηνείες της χρονιάς, τρέχοντας, φωνάζοντας, παλεύοντας, αλλάζοντας διαρκώς διάθεση, χρησιμοποιώντας το σώμα της, παίζοντας μια ηρωίδα ρομαντικής σλάπστικ περιπέτειας, σαν μια κλασική Pretty Woman με ένα άγγιγμα Λιούμπιτς όπου όμως τα πάντα (ή ένταση, η ταχύτητα, οι ήχοι, τα χρώματα) έχουν εκτιναχθεί στο 11.

Ο Μπέικερ γράφει, σκηνοθετεί και μοντάρει ένα σπαρταριστά αστείο και όμορφο παραμύθι χωρίς πρίγκιπα κάπου έξω από το αμερικάνικο όνειρο, για μια νεαρή γυναίκα που δεν έχει ποτέ το περιθώριο να κάνει μια στάση, να πάρει ανάσα, και να συνειδητοποιήσει τι είναι όλα αυτά που ποτέ δεν –θα μπορούσε να– είχε. Όπου τα χρώματα είναι φανταχτερά αλλά με (σελιλόιντ) φθορά να ελλοχεύει και όπου η ταχύτητα και η εκστατική ευτυχία κρύβει τελικά μια ανάγκη για διαρκή κίνηση με την οποία κάθε άνθρωπος της εργατικής τάξης μπορεί εύκολα να συνδεθεί: Αν σταματήσεις, το παραμύθι τελειώνει. Αν σταματήσεις, τα πάντα καταρρέουν και το αύριο είναι ξανά αβέβαιο.

Κάθε επιμέρους επεισόδιο της ταινίας είναι από μόνο του είναι μια φανταστική κωμική περιπέτεια, κι αν και όλα μαζί ομολογουμένως δημιουργούν μια ταινία ελαφρώς πιο φουσκωμένη από το ιδανικό, στο τέλος τόσο η ταχύτητα και το χιούμορ όσο η φοβερή Μάντισον και το συγκλονιστικό φινάλε του φιλμ δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια αντίστασης. Δεν είναι η πιο μεστή, ούτε η πιο πλούσια (κειμενικά ή κινηματογραφικά) ταινία που έχει κάνει στην καριέρα του ο Σον Μπέικερ, αλλά στην ζωή του μέτρια ταινία δεν έχει κάνει, και σίγουρα δεν ξεκινά τώρα.

Το “Anora”, ο υπέροχος Χρυσός Φοίνικας-έκπληξη των φετινών Καννών, είναι η πιο ορμητική και διασκεδαστική ταινία μέσα από μια σπουδαία φιλμογραφία, γεμάτη με ηρωίδες και ήρωες της εργατικής τάξης. Τους ανθρώπους για τους οποίους το (Αμερικάνικο) Όνειρο είναι μόνο για να το βλέπεις – όχι για να το αγγίζεις.

Δαχομέη

(“Dahomey”, Ματί Ντιόπ, 1ω8λ)

****

Τον Νοέμβριο του 2021, 26 λεηλατημένοι θησαυροί του Μπενίν φεύγουν από το μουσείο του Παρισιού στο οποίο βρίσκονται εδώ και πάνω από έναν αιώνα, για να επιστρέψουν στην χώρα προέλευσής τους. Είναι μόλις 26 από χιλιάδες κομμάτια που άρπαξε από τη χώρα, τότε γνωστή ως βασίλειο της Δαχομέης, ο αποικιοκρατικός στρατός των Γάλλων το 1892.

Κατά την επιστροφή τους, οι φοιτητές ενός Πανεπιστημίου ξεκινούν ένα ολοζώντανο ντιμπέιτ πάνω στο πώς οφείλει η χώρα να αντιμετωπίσει αυτή την επιστροφή των κλεμμένων θησαυρών – μιας χώρας που όπως και τόσες άλλες της αφρικανικής ηπείρου έχει πληγεί από την αποικιοκρατία επί σειρά αιώνων, και μιας χώρας που έπρεπε να ορίσει την ταυτότητα και την ύπαρξή της πάνω στην απουσία θησαυρών σαν αυτών που τώρα γυρνάνε σπίτι.

Η Ματί Ντιόπ, που είχε κερδίσει βραβείο για την πρώτη της μόλις ταινία στις Κάννες (τη στοιχειωμένη, μελοδραματική τραγωδία “Atlantics” ένα από τα καλύτερα πράγματα που μπορείτε να δείτε στο Netflix), επιστρέφει και κερδίζει την ύψιστη τιμή ενός άλλου από τα τρία μεγάλα φεστιβάλ, την Χρυσή Άρκτο του Βερολίνου, για ένα πειραματικό και αναγκαίο υβριδικό φιλμ, κάπου ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ, το φιλμικό δοκίμιο και την ταινία τρόμου.

Η μεγάλη της ιδέα εδώ είναι ότι την ταινία αφηγείται το 26ο από τα αρχαία που επιστρέφουν στο Μπενίν, μια αφήγηση στοχαστική, μελαγχολική, μοναχική. Είναι τα ποιητικά λόγια ενός αντικειμένου (μιας οντότητας ζωντανής ωστόσο, ειδάλλως γιατί είναι τόσο σημαντική η παρουσία της;) το οποίο μετακινείται ανάμεσα σε πατρίδες, περιμένοντας να ακολουθήσουν τα χιλιάδες αδέλφια του, αλλά πίσω του βρίσκεται το κενό.

Το άλλο μισό της ταινίας είναι ένα ντιμπέιτ που οργανώνει η Ντιόπ για τις ανάγκες του ντοκιμαντέρ της, όπου συζητιούνται οι συχνά αντικρουόμενες ιδέες στις οποίες οδηγεί η αιτηρή, καταστροφική αποικιοκρατική κληρονομιά. Άνθρωποι που έχουν μεγαλώσει γνωρίζοντας την ίδια τους την παράδοση μέσα από φωτογραφίες ή μέσα από επισκέψεις στη χώρα που τους αφαίμαξε, αναρωτιούνται ποια είναι η αξία μιας τέτοιας κίνησης. Τι είναι 26 αρχαία μέσα σε έναν ωκεανό πολιτιστικής κλοπής; Αλλά από την άλλη, κάθε ένα από αυτά από μόνο του, είναι ένας μικρός πολιτισμός. Είναι αναγκαία, ανεκτίμητα – και την ίδια στιγμή, όχι αρκετά.

Αυτή η σύγκρουση, ενός φοιτητικού ντιμπέιτ σε ρόλο αρχαίας χορωδίας, βρίσκεται στην καρδιά του φιλμ και του δίνει διαρκή κίνηση. Την ώρα που ο κεντρικός «ήρωας», ένας αρχαίος θησαυρός στοχάζεται και φιλοσοφεί υπαρξιακά, σα να βρίσκεται στο απόλυτο κενό: Η πατρίδα που γνωρίζει είναι εκείνη που το έκλεψε, που το ξερίζωσε. Η πατρίδα στην οποία επιστρέφει, δεν υπάρχει πια καν – είναι ένα βασίλειο που κυριολεκτικά πια δεν υφίσταται. Κατά συνέπεια, χώροι σαν το Βρετανικό Μουσείο αποκτούν έναν διαφορετικό ρόλο στο πέρασμα των αιώνων: Δεν είναι εκεί για να εκθέτουν θησαυρούς, είναι εκεί για να εκθέτουν την ίδια την διαχρονική ισχύ και την εκμετάλλευση.

Μέσα από αυτό το φορμαλιστικά τολμηρό, συγκινητικό φιλμικό πείραμα η Ντιόπ αναδεικνύει γεγονότα και ιδεολογίες ως οντότητες ζωντανές, κι οι οποίες διαπερνούν το φράγμα του υπαρκτού, του Εδώ Και Τώρα. Οι κυριολεκτικές διαφωνίες και τα επιχειρήματα των φοιτητών αντηχούν στο εσωτερικό άπειρο ενός αντικειμένου που αποκτά ψυχή. Έναν χώρο στον οποίο όλη η Ιστορία, όλη η ομορφιά (των ρημαγμένων πολιτισμών) και η αιματοχυσία (της αποικιοκρατίας) γίνονται κομμάτι του DNA αυτών που έμειναν πίσω.

Venom: Η Τελευταία Πράξη

(“Venom: The Last Dance”, Κέλι Μαρσέλ, 1ω49λ)

**½

Μετά το απρόσμενα διασκεδαστικό σίκουελ “Venom 2”, το οποίο και είχαμε περιγράψει ως «συζυγική ρομαντική κομεντί», η τριλογία πάνω στον γνωστό εχθρό του Σπάιντερ-Μαν ολοκληρώνεται με αρκετά από τα στοιχεία που μας διασκέδασαν σε εκείνη την ταινία να είναι ξανά παρόντα.

Στην “Τελευταία Πράξη”, που ξεκινά ακριβώς εκεί που τελείωσε το “Venom 2”, ο Έντι κι ο Venom βρίσκονται κυνηγημένοι από τους κόσμους και των δύο. Καθώς η πίεση μεγαλώνει, το δίδυμο θα έρθει σε επαφή με νέους αλλόκοτους χαρακτήρες και θα κληθεί να πάρει μια δύσκολη απόφαση για το μέλλον (τους).

Υπάρχει στα περιθώρια της ταινίας μια απόπειρα ανάπτυξης ευρύτερης μυθολογίας και χαρακτήρων αλλά το φιλμ ζωντανεύει όταν εστιάζει σε αυτό που έκανε το “Venom 2” τόσο μοναδικό και αστείο: Στη δυναμική του Έντι Μπροκ (ένας Τομ Χάρντι που μοιάζει και πάλι να κάνει όλες τις πιθανές επιλογές, ταυτόχρονα) και του Venom, ενός αχτύπητου διδύμου που δίνει στην ταινία κάτι από rom com ενέργεια αλλά και κάτι από buddy comedy ώθηση. «Είμαστε ένα χρόνο μαζί;;;», ρωτάει κάποια στιγμή ο Venom τον Έντι και νιώθεις πως πίσω από τη CGI γλίτσα του, είναι σχεδόν βουρκωμένος.

Έχουμε πολλά highlights και πάλι, από έναν χορό στο ρυθμό των ΑΒΒΑ μέχρι μια σκηνή όπου ο συμβιοτικό καταλαμβάνει διάφορες μορφές ζωής, έχουμε απρόσμενη μίξη πάθους και γέλιου (σε μια ομαδική απόδοση του Space Oddity του Ντέιβιντ Μπόουι, σε ένα αληθινά αξιοπερίεργο δείγμα μοντέρνου υπερηρωικού μπλοκμπάστερ που επιχειρεί στα αλήθεια κάτι υφολογικά διαφορετικό.

Είναι λοιπόν πολύ κρίμα που η τρίτη πράξη είναι τόσο πολύ αφοσιωμένη σε μια πιο τυπική μεγάλη CGI μάχη που κρατάει περισσότερο από όσο θέλαμε (καθόλου), ενώ γίνονται και κάποιες απεγνωσμένες και κυνικές προσπάθειες να επεκταθεί η ιστορία ώστε να υπάρχουν περιθώρια συνέχειας, αλλά τελικά όλα αυτά καταλήγουν να αποσπούν από αυτό που πολύ συγκεκριμένα και ιδιοσυγκρασιακά επιχειρεί (και εν πολλοίς καταφέρνει) να είναι αυτή η ταινία.

Κυκλοφορούν ακόμη

Σαμσάρα: Μια εμβυθιστική, πειραματική εμπειρία που ζητά από τον θεατή να τη δει (και) με τα μάτια κλειστά. Μια οπτική ποιητική εξερεύνηση της ζωής, του θανάτου και της κυκλικής φύσης της ύπαρξης μέσα από ένα ταξίδι σε έναν βουδιστικό ναό στο Λάος και σε μια φάρμα φυκιών στη Ζανζιβάρη.

Πώς Να Σώσετε Ένα Μάγο: Οικογενειακή περιπέτεια κινουμένων σχεδίων.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα