“Ο Ιρλανδός”: Το έπος του Μάρτιν Σκορσέζε με επανένωση Ντε Νίρο – Πατσίνο
Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες. Σήμερα δεσπόζει ο Ιρλανδός, η ζωή του Φρανκ Σίραν στην ιστορική επανένωση του Ρόμπερτ Ντε Νίρο με τον Αλ Πατσίνο.
- 21 Νοεμβρίου 2019 10:31
Σήμερα μια από τις ταινίες της χρονιάς, «Ο Ιρλανδός» του Μάρτιν Σκορσέζε, επανενώνει Ρόμπερτ Ντε Νίρο και Αλ Πατσίνο, ενώ το ελληνικό «Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών» φέρνει το «True Detective» στο Μεσολόγγι.
Ο Ιρλανδός
*****
(“The Irishman / I Heard You Paint Houses”, Μάρτιν Σκορσέζε, 3ω29λ)
Καστ: Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Αλ Πατσίνο, Τζο Πέσι, Άννα Πάκουιν
Η ζωή του Φρανκ Σίραν, από βετεράνος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου σε εκτελεστής της Μαφίας και κεντρικό πιόνι στη διαφθορά των σωματείων από το οργανωμένο έγκλημα στη διάρκεια των ‘60s και ‘70s. Στο ρόλο ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο, ψηφιακά αλλοιωμένος ώστε να παίζει τον χαρακτήρα σε όλα τα στάδια της ζωής του, επανενώνεται με τον Σκορσέζε αλλά και με τον Αλ Πατσίνο, ο οποίος υποδύεται τον διάσημο ηγέτη του συνδικάτου των Οδηγών Φορτηγών, Τζίμι Χόφα.
Είναι δείγμα μεγάλης πείρας και χαρίσματος από την πλευρά του Σκορσέζε όσο και της σταθερής μοντέρ του Θέλμα Σουμέικερ, το πώς παρακολουθώντας το πρώτο δίωρο του φιλμ τα πάντα μοιάζουν να κυλάνε αβίαστα, με τίποτα να μη μοιάζει συγκλονιστικά απαραίτητο αλλά και τίποτα να μην περισσεύει. Το μεγαλύτερο μέρος του φιλμ αφορά τη δράση του Σίραν κατά το απόγειο της επιρροής της Μαφίας, δίνοντας στον Σκορσέζε την ευκαιρία να απλώσει στο πανί όλο το εύρος της γκανκστερικής αφήγησης, με πλέγματα ηρώων και συμφερόντων να συναντώνται μονίμως και τους συσχετισμούς δύναμης να αλλάζουν διαρκώς μέσα σε ένα πλαίσιο φθοράς και διάβρωσης των κοινωνικών θεσμών στην καπιταλιστική Δύση.
Όμως ο Σκορσέζε ίσως νιώθει πιο κοντά στο τέλος (του) παρά στην εποχή που έκανε τα “Καλά Παιδιά”- ετούτη τη φορά δεν υπάρχει χαρά, δεν υπάρχει κανένα cool στις διαδικασίες. Ο Φρανκ Σίραν είναι ένας άνθρωπος του οποίου η ύπαρξη (όπως όλων μας) διατρέχει τις εποχές και τις δεκαετίες, ζώντας παράλληλα με τα ιστορικά γεγονότα, κάνοντας το “Irishman” (με έναν διεστραμμένο τρόπο) κάτι σαν το φιλοσοφημένο, μαφιόζικο “Forrest Gump” του Σκορσέζε. Κοιτά τον Φρανκ και αναρωτιέται τι βάρος τελικά έχουν όλα αυτά, καθώς ο ήρωας-20ος αιώνας μεταπηδά από αφεντικό σε αφεντικό και από δουλειά σε “δουλειά”, δίχως ποτέ να αναλογίζεται ποιοι είναι “αυτοί στην κορυφή” τους οποίους υπακούει, έρμαιο της Ιστορίας.
Κοιτά το έργο του, μέσα από τις ιστορίες τέτοιων αντρών, και αναλογίζεται τι μένει (όταν κοιτάς) πίσω καθώς ο χρόνος διαστρεβλώνει μεγέθη και σημασία και ονόματα και την ίδια την Ιστορία έτσι όπως έρχεται για όλους και για όλα. Η τελευταία πράξη του φιλμ είναι τίποτα λιγότερο από ένας ογκόλιθος, σμιλευμένος από έναν καλλιτέχνη σε διάλογο με την ίδια του την ύπαρξη. Υπό αυτή την έννοια, το “Irishman” μπορεί κανείς και να το δει σαν τη μαφιόζικη εποποιία του Σκορσέζε, ειδωμένη μέσα από το πρίσμα του “Silence”, του αμέσως προηγούμενου αριστουργήματός του.
Από την σχεδόν απόκοσμη αδιαφορία απέναντι στο κύμα της Ιστορίας με την οποία ο Ντε Νίρο αποδίδει τον Σίραν (ακόμα και όταν τον δυσκολεύει το VFX απογήρανσης) ως την σπουδαία ισορροπία δραματικής αποτύπωσης και κωμικής διάθεση από τον Αλ Πατσίνο ως Τζίμι Χόφα, κι από τον τυφώνα Τζο Πέσι ως την σπαρακτικά σιωπηλή Άννα Πάκουιν, ο Σκορσέζε γεμίζει το έπος του με μια πληθώρα κεφάτων, σκεπτόμενων ερμηνειών αντάξιων του φιλοσοφήματός του. Ολοκληρώνοντας τελικά ένα έργο ζωής όπου σκιές και φως, ήχοι και βλέμματα, προσωπικές και κοινωνικές ηθικές, οριοθετούν όχι μόνο το πέρασμα του 20ου αιώνα, αλλά και την ίδια Ιστορία και το πώς νομοτελειακά μας καθιστά -τελικά- πάντοτε υποσημειώσεις.
Το Θαύμα της Θάλασσας των Σαργασσών
*****
(Σύλλας Τζουμέρκας, 2ω1λ)
Καστ: Αγγελική Παπούλια, Γιούλα Μπούνταλη, Χρήστος Πασσαλής, Αργύρης Ξάφης
Σκληρή αστυνομικός σε δυσμενή μετάθεση στο Μεσολόγγι αφήνει τις μέρες να περνάνε γεμάτες θυμό και αλκοόλ ώσπου μια αυτοκτονία ξεκινά ένα ντόμινο ανατροπών και ψυχολογικών αποκαλύψεων που δείχνουν στην Ελισάβετ αυτό που ίσως καλά-καλά να μην είχε αφήσει τον εαυτό της να πιστέψει: Πως έχει ανάγκη να αποδράσει.
Ο Σύλλας Τζουμέρκας στην τρίτη και καλύτερη ταινία του, δουλεύει ξανά με την Αγγελική Παπούλια της «Έκρηξης», αυτή τη φορά σε ένα ρόλο λιγότερο ‘μοναχικό’, αλλά περιέργως ακόμα πιο απαιτητικό. Γύρω από την πολυεπίπεδη, σκοτεινή, οργισμένη ηρωίδα του, στήνεται ο χάρτης μιας τοπικής κοινωνίας με όρους σχεδόν μεταφυσικούς, κάτι ανάμεσα σε λαϊκό Ντέιβιντ Λιντς και «True Detective» στο Μεσολόγγι, με κάθε αξιομνημόνευτο χαρακτήρα να συνδέεται με τρόπους ακραίους, ενίοτε ονειρικούς, με τον επόμενο. Μέσα σε αυτό το πλέγμα, ο Τζουμέρκας και η συν-σεναριογράφος Γιούλα Μπούνταλη δημιουργούν ένα κυνηγητό εγκλήματος που συχνά σκοντάφτει στα ίδια του τα πόδια, όμως πάντοτε διατηρεί τη θρησκευτικά εφιαλτική του αύρα εκμεταλλευόμενο πλήρως την εικονογραφία της περιοχής και το ensemble ηρώων που έχει χτίσει. Όμως πάνω απ’όλα, εκμεταλλευόμενο την καθηλωτική παρουσία της Παπούλια, μιας ηθοποιού που με φαινομενική ευκολία μπορεί να γεννά τους δικούς της κόσμους γύρω από τις ηρωίδες της- η Ελισάβετ είναι ίσως η συναρπαστικότερη όλων.
Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο Πανόραμα του Φεστιβάλ Βερολίνου.
ΕΠΙΣΗΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ:
Υπάρχει Θεός, το Όνομά της Είναι Πετρούνια
*****
(“God Exists, Her Name Is Petrunija / Господ постои, името ѝ е Петрунија”, Τεόνα Στρούγκαρ Μιτέφσκα, 1ω40λ)
Σε ένα χωριό της Βορείου Μακεδονίας, μια κοπέλα αποφασίζει τη μέρα των θεοφανείων να βουτήξει και να κολυμπήσει πιάνοντας πρώτη το σταυρό, δημιουργώντας ένα τοπικό σκάνδαλο καθώς οι αρχές της πόλης και οι έξαλλοι άντρακλες τους οποίους κέρδισε, εξοργίζονται από το γεγονός ότι μια γυναίκα “έκλεψε” τον ιερό σταυρό. Η Πετρούνια το κάνει ως αντίδραση κι αντίσταση, αρνούμενη να επιστρέψει τον σταυρό, όσο κι αν αγριεύει η κατάσταση γύρω της. Ενδιαφέρουσα μίξη σάτιρας και δράματος πάνω στο πώς οι συντηρητικές κοινωνίες δεν αφήνουν κανένα μέσο αντίδρασης στους απελπισμένους, που οδηγείται μια από στιβαρή ερμηνεία από την Ζορίκα Νουσέβα. Δυστυχώς στο μεγαλύτερο μέρος του το φιλμ παραμένει μάλλον αμήχανο αναζητώντας ένα δεύτερο επίπεδο μηχανισμού αφήγησης πέρα από την αρχική ιδέα, καταλήγοντας επαναλαμβανόμενο ή, στην περίπτωση της τρίξης πράξης, οριακά χαοτικό. Παραμένει πάντως μια δυνατή ιδέα και μια ταινία που τελικά δεν κουράζει παρά τα προβλήματά της. Βραβείο Οικουμενικής Επιτροπής Φεστιβάλ Βερολίνου 2019.
Οι Άγγελοι του Τσάρλι (“Charlie’s Angels”, Ελίζαμπεθ Μπανκς, 1ω59λ). Νέα μεταφορά στο σινεμά της γνωστής σειράς, με νέο καστ που περιλαμβάνει την Κρίστεν Στιούαρτ, και γυρισμένο από την ηθοποιό Ελίζαμπεθ Μπανκς. Έχει ήδη αποτελέσει μεγάλο εμπορικό φιάσκο στις ΗΠΑ, αλλά επί τη ευκαιρία να πούμε πως η προηγούμενη εκδοχή, με τις Κάμερον Ντίαζ, Λούσι Λιου και Ντρου Μπάριμορ, παραμένει απολαυστικό camp.
RBG: Μια Ζωή για τη Δικαιοσύνη (“RBG”, Τζούλι Κόεν, Μπέτσι Γουέστ, 1ω37λ). Υποψήφιο για Όσκαρ ντοκιμαντέρ για τη ζωή και το έργο της εμβληματικής Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπουργκ, την δικαστή-προοδευτικό σύμβολο του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ.