Οι 10 ταινίες που δεν πρέπει να χάσεις από το φεστιβάλ μικρού μήκους Δράμας

Οι 10 ταινίες που δεν πρέπει να χάσεις από το φεστιβάλ μικρού μήκους Δράμας

Είτε τις δεις online, είτε τις δεις στην Ταινιοθήκη τις επόμενες μέρες, αυτές είναι οι ταινίες που ξεχωρίσαμε από το φετινό 45ο φεστιβάλ Δράμας.

Σε μια χρονιά με ένα σφιχτοδεμένο διαγωνιστικό πρόγραμμα αλλά και λιγοστές ταινίες που αληθινά εντυπωσίασαν, έχει αξία να σταθούμε στο τι είχε να πει η φετινή σοδειά μικρού μήκους ταινιών, που παρουσιάστηκε στο φεστιβάλ Δράμας.

Σε αντίθεση με το περίεργα αρνητικό σκεπτικό που δημοσίευσε η κριτική επιτροπή του εθνικού διαγωνιστικού τμήματος και το οποίο στέκεται αρκετά στις αρνητικές απόπειρες προς ένα σινεμά φωνών του περιθωρίου, αυτό που βρήκαμε εμείς παρακολουθώντας την φετινή επιλογή είναι πως πολλά από τα πιο ενδιαφέροντα και ελπιδοφόρα δείγματα σινεμά της φετινής διοργάνωσης, έρχονται ακριβώς από αυτές τις περιοχές.

Μέσα σε μια επιλογή όπου απουσίαζαν οι αληθινά έντονες φάλτσες νότες, αλλά το ίδιο κι οι τολμηρές καλλιτεχνικές προτάσεις, ξεχωρίσαμε παρολαυτά μερικές ταινίες που αξίζει να ανακαλύψετε. Οι περισσότερες προέρχεται από το εθνικό διαγωνιστικό (και κάποιες εξ αυτών βραβεύτηκαν κιόλας, αλλά όχι όλες), όμως προσέξτε την μεγάλη έκπληξη που έρχεται από το σπουδαστικό τμήμα.

Θυμίζουμε πως το φεστιβάλ Δράμας πραγματοποιήθηκε την εβδομάδα 5-11 Σεπτεμβρίου, οι ταινίες θα βρίσκονται ονλάιν στην πλατφόρμα disff.cine.gr μέχρι και τις 15 Σεπτέμβρη, το πρόγραμμα θα παρουσιαστεί στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος στην Αθήνα το διάστημα 15-18 Σεπτεμβρίου, ενώ στη συνέχεια οι βραβευμένες ταινίες θα στριμάρουν στο ERTFLIX, όπως μας είπε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ, Γιάννης Σακαρίδης.


Αναμνήσεις μιας εφηβικής καταιγίδας

Η Άννα συνοδεύεται στο σχολείο από τη μητέρα της, λίγο πριν ξεσπάσει ένας κυκλώνας πάνω από την πόλη. Το κορίτσι το σκάει από το σχολείο και με τη βοήθεια του φίλου της βρίσκονται σ’ένα νοσοκομείο. Εκεί η Άννα θα αντιμετωπίσει το γεγονός που θα τη συνοδεύσει από την εφηβική στην ενήλικη ζωή της. Η Σοφία Γεωργοβασίλη γυρίζει σε 16άρι «βασισμένη στην αφήγηση φίλ@» (παραφράζουμε από τα αγγλικά), μια αφοπλιστικής αφηγηματικής απλότητας ταινία που κρύβει μέσα της κάτι βαθιά βιωματικό και (παν)ανθρώπινο.

Η έφηβη μαθήτρια ξεκινάει και τελειώνει τη μέρα της σα να ήταν το πιο τυπικό 8ωρο στη ζωή ενός τυπικού μαθητή, σαν την πιο μεγάλη υπενθύμιση πως ποτέ δε μπορείς να γνωρίζεις τίποτα για την αλήθεια και τις προσωπικές καταιγίδες κανενός ανθρώπους στον κόσμο. Η αποστασιοποίηση του τυπικού πρωινού τοποθετείται σε αντιπαραβολή με την αποστασιοποίηση ενός κάθε άλλο παρά τυπικού μεσημεριού, καθώς τα συναισθήματα συγκεντρώνονται υπόκωφα και ο τυφώνας εκτονώνεται με τον πιο εσωτερικό, προσωπικό τρόπο. Μια υπέροχα φροντισμένη δουλειά, σαν πολυγρατζουνισμένο μεμέντο ενός παιδικού άλμπουμ, όπου μια απατηλά συνηθισμένη φωτογραφία μπορεί να κρύβει πίσω της την ιστορία μιας ολόκληρης ενηλικίωσης. Λιτό, όμορφο, εξαιρετικά μεστό σινεμά– με πρεμιέρα στο φεστιβάλ Βερολίνου και δίχως βραβεία στη Δράμα.

Pendulus

Ο 24χρονος Άρμπι έχει μεγαλώσει στην Αθήνα. Μετά τα γεγονότα της βραδιάς του ποδοσφαιρικού αγώνα Σερβίας-Αλβανίας ο Άρμπι θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα παρευρεθεί στον γάμο των συγγενών του, αν θα διεκδικήσει το κορίτσι που του αρέσει, εάν είναι Αλβανός ή Έλληνας. Ο Δημήτρης Γκότσης, ένας από τους καλύτερους δημιουργούς μικρού μήκους αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα, παραδίδει και πάλι μια εξαιρετικά εντυπωσιακή δουλειά σε εντελώς διαφορετικό πεδίο από αυτό στο οποίο κινήθηκε πριν λίγα χρόνια με το ντοκιμαντέρ του Τέταρτος Τοίχος.

Ή μήπως όχι; Στον Τέταρτο Τοίχο αφουγκραζόταν τον πολιτισμό στις διαφορετικές γωνιές του πλανήτη παρατηρώντας ανθρώπους και ήθη, κάτι όχι ακραία διαφορετικό από τον τρόπο που προσεγγίζει μια θεματική-μπαρούτι στο νέο του φιλμ. Ο τρόπος με τον οποίο αναπτύσσει ιδέες, έριδες, συγκρούσεις και δεδομένα μέσα από λιγοστές σκηνές, επιτρέποντας στον θεατή να εισχωρήσει σε μια εξαιρετικά ευαίσθητη και πολύπλοκη πραγματικότητα, δεν είναι τίποτα λιγότερο από καθηλωτικός. Το ότι η ταινία προδίδεται από το μη φινάλε της είναι αλήθεια, κι ως εκ τούτου δε θα μπορούσαμε με αληθινή τιμιότητα να την προτείνουμε ως την καλύτερη του διαγωνιστικού– όμως είναι εκείνη που κρύβει πίσω της τον πιο ολοκληρωμένο ίσως σκηνοθέτη όλων, και του οποίου ανυπομονούμε να δούμε ό,τι δουλειά έρχεται στη συνέχεια. Βραβείο ήχου στη Δράμα, μαζί με δύο σημαντικά ανεξάρτητα βραβεία: Βραβείο κοινού και βραβείο της ένωσης κριτικών.

Τσουλάκια

Μια ιστορία ενηλικίωσης για τις ζωές δύο διαμετρικά αντίθετων αδελφών και τις αποφάσεις που καλούνται να πάρουν στη διάρκεια μιας νύχτας. Η Δέσποινα Μαυρίδου υφαίνει ένα φθαρμένα πολύχρωμο, συναισθηματικό κολάζ δύο ζωών, παίζοντας με το χρόνο και την αίσθηση συστολής ή διαστολής που κάθε στιγμή αποκτά όταν φωλιάζει μες στην ψυχή μας. Οι δύο αδερφές είναι εντελώς διαφορετικές, η μία είναι μεγαλύτερη, υπεύθυνη, διαρκώς συνοφρυωμένη, κι η άλλη μικρότερη, φανταχτερή, ονειρεύεται πως θα κάνει λιπσυνκ τις Hi-5 και θα γίνει διάσημη. Τις παίζουν οι Ελίνα Τσιορμπατζή και Ελένη Γεωργάκη, η καθεμιά με το δικό της απόλυτα ταιριαστό και αναγνωρίσιμο τρόπο. Μαζί, η μία δίπλα στην άλλη, μοιάζουν να χωράνε αμέτρητες στιγμές ζησμένες στο κοινό τους βαρυτικό πεδίο– η μία κόβει κι η άλλη ράβει, σα να ήταν μαζί, μόνες, οι δυο τους, από πάντα.

Όμως γύρω από αυτές τις θρυμματισμένες ηρωίδες που στέκονται όρθιες η κάθε μία με τον τρόπο της, παρακολουθούμε όχι απλά μια σύντομη ιστορία αλλά ένα ολόκληρο προσωπικό έπος να ξετυλίγεται με απίστευτη χάρη και δημιουργική σιγουρά από την Δέσποινα Μαυρίδου. Λεπτομέρειες οικογενειακής ιστορίας, εμμονές ποπ κουλτούρας, αποκόμματα σε κάποιον τοίχο, τα πάντα ένα κολάζ βιωμάτων, αναμνήσεων, ευσεβών πόθων και ιστοριών που ανταλλάσουμε μεταξύ μας για να νιώσουμε καλύτερα, για να κατανοήσουμε τον κόσμο– είτε είναι η παραμυθένια ιστορία μιας ωραιοποιημένης συνάντησης (-γιατί πάντα βαριέσαι να τελειώσεις την ιστορία; -γιατί δεν την πιστεύω ρε Μάτι), είτε το φουντωμένο μελόδραμα κάποιας τηλεοπτικής σαπουνόπερας, σαν αυτή που παρακολουθεί ανελλιπώς η μικρή, ζώντας στον δικό της, λαμπερό κόσμο.

Πάνω σε ένα σενάριο (της Καλλιόπης Αραμπατζή) που διαχειρίζεται προσωπικές και οικογενειακές ιστορίες, και μια δράση που μετακινείται στο χώρο και υπό μία έννοια και στο χρόνο, η Μαυρίδου καταφέρνει με σιγουριά στο βλέμμα και τον ρυθμό της αφήγησής της να πατά σε όλες τις στιγμές και όλα τα αισθήματα την ίδια στιγμή, συντρίβοντας χρόνους και πραγματικότητες σε μια μοναδικές φιλμικές στιγμές. Είναι σα να μην μετακινούμαστε ποτέ από τη μια στιγμή (ή κατάσταση, ή ιστορία) στην άλλη, απλώς να συνυπάρχουν όλες στην ίδια συναισθηματικά θυελλώδη ύπαρξη του εδώ και τώρα. Ένα αισθητικά φιλόδοξο εγχείρημα στα σύνορα του νουάρ και της στραφταλίζουσας ιστορίας ενηλικίωσης, στο οποίο συνεισφέρει τα μέγιστα η σκηνογραφία των Εύα Κουρελιά και Ελένη Σάμπρη που ζωντανεύει τους χώρους του δράματος δίνοντάς τους τη στόφα μιας ανάμνησης– χώροι είτε πάρα πολύ απειλητικοί, είτε πάρα πολύ ποπ.

Η ταινία είναι πολύ συγκινητική, είναι αστεία, κι είναι ορμητικά ειλικρινής ως προς το πώς σκιαγραφεί και σχηματίζει τις δύο της ηρωίδες. Αποτελώντας την ίδια στιγμή, το πιο αφηγηματικά και αισθητικά προοδευτικό εγχείρημα του φετινού προγράμματος της Δράμας. Το ότι η καλύτερη ταινία του φετινού φεστιβάλ βρίσκεται στο σπουδαστικό τμήμα, κάνει το αποτέλεσμα ακόμα πιο εντυπωσιακό. Φυσικά και απολύτως δίκαια, τιμήθηκε με τα βραβεία καλύτερης σπουδαστικής ταινίας, ερμηνείας (και για τις δύο πρωταγωνίστριες) και σκηνογραφίας. Ανυπομονούμε να δούμε τι έρχεται στο μέλλον για αυτό το δημιουργικό τιμ.

Kiddo

Τέσσερα παιδιά ερμηνεύουν την ιστορία καταστροφής δύο μεσήλικων ζευγαριών. Μια ενδιαφέρουσα ιδέα εκτελεσμένη με εντυπωσιακή τεχνική αρτιότητα: Παιδιά στο ρόλο ενηλίκων εν μέσω αισθηματικής, οικογενειακής και υπαρξιακής κρίσης, με τη σκηνογραφία, τα κουστούμια και το μακιγιάζ (η Ιωάννα Λυγίζου εδώ έχει κάνει μια τεχνικά απίστευτη δουλειά που θα έπρεπε να ζηλεύουν κάθε τεχνητής γήρανσης ιστορίες του Χόλιγουντ) να δημιουργούν μια σχεδόν απόκοσμη οπτική εμπειρία κατά την οποία ο θεατής οδηγείται σε νοητική αποσύνδεση από το κατά τα άλλα τετριμμένο δράμα που εκτυλίσσεται, από εκείνα που σε κάνουν να αναφωνήσεις, «μα καλά τώρα, παιδιά είμαστε;». Το φιλμ του Μιχάλη Κίμωνα προτείνει και φέρνει εις πέρας ένα αισθητικό σοκ, το οποίο οπωσδήποτε έχει από μόνο του μια κάποια αξία– έστω κι αν η ιδέα αυτή ποτέ δεν αναπτύσσεται σε κάτι ευρύτερο ώστε να ξεφύγει από τα όρια της άσκησης ύφους. Βραβεία σκηνοθεσίας, σκηνογραφίας και μακιγιάζ στη Δράμα.

5μμ παραλία

Στα 40α γενέθλιά του, ο Νίκος, ένας µοναχικός οδηγός φορτηγού, φτάνει σε µια αποµακρυσµένη παραλία. Είναι εκεί για να συναντήσει τον παλιό του έρωτα, Χρήστο, τον οποίο έχει να δει από όταν ήταν µαζί στο στρατό. Ένα στιβαρό δείγμα λιγομίλητου, προσωποκεντρικού σινεμά, για δύο άντρες που μέσα σε ένα υπόγεια αυστηρό περιβάλλον (οι λεπτομέρειες στρέιτ ελληνοκεντρικότητας εντοπίζονται διάσπαρτα στο σκηνικό και στους ίδιους τους ήρωες) έρχονται ξανά κοντά.

Η σεναριακή ελλειπτικότητα δεν λειτουργεί απόλυτα στη συγκεκριμένη ιστορία (υπάρχει απόσταση ανάμεσα στο «δεν έχει σημασία να γνωρίζουμε τι έχει προηγηθεί» και στο «τι θα γίνει, θα μου πεις τι έχει προηγηθεί;») όμως ο ευαίσθητος και γεμάτος σιωπηλή αυτοπεποίθηση χειρισμός χαρακτήρων, θεματικής και περιβάλλοντος από τον σκηνοθέτη Βαλεντίν Στέισκαλ, όπως και το θαυμάσιο ερμηνευτικό δίδυμο των Αντώνη Τσιοτσιόπουλου (των “Μαγνητικών Πεδίων”) και Κίμωνα Κουρή προσγειώνουν το φιλμ με ασφάλεια και ζεστασιά. Δεν θα ήταν απαραιτήτως η δική μας επιλογή για Χρυσό Διόνυσο, όμως είναι μια 100% λετζίτ επιλογή από την επιτροπή του Κωνσταντίνου Γιάνναρη. Εκτός από τον Διόνυσο, η ταινία κέρδισε και το βραβείο ανδρικής ερμηνείας για τον Τσιοτσιόπουλο.


Enomena

Δύο έφηβα κορίτσια, που πηγαίνουν στο ίδιο σχολείο αλλά προέρχονται από διαφορετικούς κόσμους, γνωρίζονται σε μια σχολική εκδρομή στο ενυδρείο και ανακαλύπτουν ότι αυτά που τις ενώνουν είναι περισσότερα από όσα τις χωρίζουν. Η παραγωγός Φαίδρα Βόκαλη (“Suntan”) στην πρώτη της μικρού μήκους σκηνοθετική δουλειά, δημιουργεί μια όμορφη, γλυκιά και τρομερά ευαίσθητη ιστορία ενηλικίωσης για δυο κορίτσια που ανακαλύπτουν πράγματα για το ποιες είναι χωρίς καν να ήξεραν πως βρίσκονται σε τέτοια αναζήτηση. Με φόντο το υγρό στοιχείο και με θαυμαστά πλάσματα της φύσης που κυριολεκτικά ρέουν, το φιλμ αποτελεί κι εκείνο μια ιστορία ρευστότητας, για κορίτσια εντελώς διαφορετικά όσο και όμοια, για πλάσματα που αφουγκράζονται, έλκονται, μεταβάλλονται.

Το μοντάζ του Στάμου Δημητρόπουλου συνεισφέρει στην δόμηση μιας φύσει δύσκολης αφήγησης λιγοστών προσώπων σε έναν κλειστό χώρο, η μάθετε-το-όνομά-της Φλομαρία Παπαδάκη φέρνει στην ταινία την καλύτερη στιγμή της σε ένα σύντομο πέρασμα, κι ακόμα και μια ρυθμική αμηχανία στην ανάπτυξη της τρίτης πράξης (με αρκετά μοτίβα επανάληψης να μην συνεισφέρουν σε μια ταινία που έτσι κι αλλιώς είναι περισσότερο vibes παρά λέξεις) δεν αφαιρεί από τα “Enomena” την ειλικρινή τους δύναμη και ορμή.

Όχι αύριο

Ο Μιχάλης έχει μόλις 24 ώρες για να επαναπροσδιορίσει τη ζωή του και να ξαναφτιάξει τις σχέσεις του με τους κοντινούς του ανθρώπους. Το ίδιο βράδυ γνωρίζει μια κοπέλα. Το μόνο που εύχεται είναι να μην έρθει ποτέ το επόμενο πρωί. Η Αμέρισσα Μπάστα σκηνοθετεί με φροντίδα και ανθρώπινο βλέμμα την ιστορία μιας νύχτας – μιας ζωής, σκιαγραφώντας εξαιρετικά τον κεντρικό της χαρακτήρα που με τη σειρά του ερμηνεύει με λυρική ορμητικότητα ο πάντα φανταστικός Νικολάκης Ζεγκίνογλου (“18”). Στη φωτογραφία ο Γιώργος Βαλσαμής –ίσως ο πιο σημαντικός νέος διευθυντής φωτογραφίας– χαρτογραφεί την περιοχή γύρω από έναν ήρωα ελεύθερο μα και παγιδευμένο, ολοκληρώνοντας έτσι ένα φιλμ που μπορεί να μην εξερευνά τις ιδέες του πολύ βαθύτερα από αυτή την αρχική συνθήκη, όμως ο τρόπος με τον οποίο πλάθει και εξερευνά τον κεντρικό ήρωα και τον περιορισμένο κόσμο στον οποίο κινείται, το κάνει άξιο προσοχής.


Κάτω από τη Λίμνη

Καθώς ένα ορεινό χωριό βυθίζεται κάτω από τη λίμνη, οι αναμνήσεις των κατοίκων του αναδύονται από το νερό. Ο Θανάσης Τρουμπούκης σκηνοθετεί ένα αφαιρετικό ντοκιμαντέρ-πορτρέτο μιας περιοχής αλλά και μιας βιωματικής συνθήκης, στα όρια του δοκιμίου ή ίσως του κολάζ. Η ένταση στην διαδοχή των εικόνων αποπνέει μια σχεδόν υπαρξιακή αγωνία για έναν κόσμο που χάνεται, καθώς ο σκηνοθέτης επιτυγχάνει στην δημιουργία κρεσέντου πάνω στην ανυπαρξία παραδοσιακής αφήγησης. Οπωσδήποτε όχι για κάθε θεατή και για κάθε διάθεση ή στιγμή, αλλά τελικά πανάξιο δείγμα αφηγηματικού πειραματισμού. Βραβείο ήχου καθώς και το ανεξάρτητο βραβείο της ένωσης FIPRESCI των διεθνών κριτικών.

Tokakis ή What’s my name

Ο Θάνος Τοκάκης ξεκινά μια stand up comedy περιοδεία στην επαρχία προκειμένου να δείξει στον κόσμο πόσο σπουδαίος ηθοποιός είναι. Εκεί έρχεται αντιμέτωπος με το κοινό που δεν μπορεί να ξεχάσει την τηλεοπτική του εμφάνιση αλλά και με τον ίδιο του τον εαυτό που τον πιέζει να φτάσει στην επιτυχία. Η έκπληξη του φετινού φεστιβάλ είναι ένα κράμα μετα-αφηγηματικής σάτιρας και προσωπικού ημερολογίου, με τον Θάνο Τοκάκη να παίζει μια τεταμένη εκδοχή του εαυτού του σε περιοδεία στην ελληνική επαρχία όπου βρίσκεται κάπου ανάμεσα στην οριακή αναγνωρισιμότητα («αυτός που τις έτρωγε στο “50-50”») και την υπαρξιακή απόγνωση.

Περισσότερο όμως από ένα ικανά γραμμένο και παιγμένο κλείσιμο του ματιού (με τον Τοκάκη διαρκώς να ρίχνει γέφυρες εσωτερικού χιούμορ και συνεννόησης με το κοινό), το φιλμ δοκιμάζεται κι ως υπόγεια πικρή σάτιρα πάνω στο εφήμερο της διασημότητας αλλά και στην ελαφρότητας της υποκρισίας μιας κοινωνίας που συχνά αδιαφορεί ή απέχει χιλιοστά από την εχθρικότητα όταν τα πράγματα δεν πάνε σύμφωνα με το όποιο σκριπτ. Αλλά και τη λεπτή γραμμή όπου εφάπτονται επιτυχία και θλίψη. «Τουλάχιστον ο Ίκαρος, έγινε πέλαγος. Ενώ ο Δαίδαλος;». Βραβεία σεναρίου και ενδυματολογίας στη Δράμα.

Ό,τι απομένει

Ένα αυτοαναφορικό ντοκιμαντέρ που πραγματεύεται τον χωρισμό, μέσα από την εμπειρία της σκηνοθέτιδας. Καθώς τους παρακολουθούμε να εργάζονται, η σκηνοθέτης μας αφηγείται την ιστορία γνωριμίας τους και τον χωρισμό τους σαν μια φυσική εξέλιξη της ζωής, παρά το τραύμα που μοιραία την συνοδεύει. Η Σεμέλη Σαφού παρουσιάζει μια ιστορία μέσα από κινήσεις, μέσα από υλικά, χρώματα και σχήματα που συνοδεύουν την πληγωμένη αφήγηση. Ένα σύντομο, βιωματικό, βαθιά συναισθηματικό ντοκιμαντέρ που μετατρέπεται σε κάτι το προσωπικά επικό, χάρη στην ενστικτώδη χρήση κάθε λογής πρώτης ύλης– κινηματογραφικής και μη. Η ταινία παρουσιάστηκε στο διεθνές σπουδαστικό τμήμα και κέρδισε βραβείο σκηνοθεσίας στο εθνικό σπουδαστικό.

AirHostess-737

Και ρίχνουμε κι ένα μπόνους: Τη νέα ταινία του Θανάση Νεοφώτιστου, με τον οποίον τα είπαμε πολύ αναλυτικά ενόψει του φεστιβάλ, κι η οποία παρουσιάστηκε εκτός συναγωνισμού στη Δράμα. Σε ένα Μπόινγκ-737, μια αεροσυνοδός, η Βανίνα, προσπαθεί να κρύψει την εμφανή της δυσφορία. Οι πάντες φαίνεται πως ανησυχούν για αυτή καθώς εκείνη διαμαρτύρεται για τα νέα της σιδεράκια. Κατηγορεί τη μητέρα της που δεν φρόντισε τα δόντια της όταν έπρεπε. Ωστόσο, οι συνεργάτες της το ξέρουν: Το αεροπλάνο κουβαλά το νεκρό κορμί της μητέρας της, πίσω στη γενέτειρά της. Όταν τα κενά αέρος γίνουν πολύ απειλητικά, η Βανίνα αντιμετωπίζει μια άμεση ανάγκη να δει ξανά τη μητέρα της, σε μια τελευταία ευκαιρία για συμφιλίωση.

Ο Νεοφώτιστος δημιουργεί και πάλι μια τεχνητή συνθήκη με πολύ όμως άμεσα διακυβεύματα έντονης συναισθηματικής σύνδεσης. Κρατά διαρκώς την κάμερα πάνω στο πρόσωπο της Λένας Παπαληγούρα η οποία σε μια ερμηνεία-κρεσέντο αλλάζει διαρκώς εκφράσεις και ενέργεια χτίζοντας προς την έκρηξη. Η ιστορία ρέει μέσα στον περιορισμένο χώρο δράσης χωρίς ποτέ το φιλμ να μοιάζει στάσιμο, με τον σκηνοθέτη να καταφέρνει να μας βάλει μέσα σε έναν ακόμα ολόδικό του κόσμο, συνδέοντας προσωπικές αγωνίες με αφηγηματικό σασπένς, και φτάνοντας σε μια απογείωση στο φινάλε.

*Το 45ο φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους Δράμας ολοκληρώθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου. Οι ταινίες της Δράμας θα προβληθούν 15-18 Σεπτεμβρίου στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος στην Αθήνα.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα