Οι “Εκδικητές: Η Τελευταία Πράξη” ολοκληρώνουν συγκινητικά ένα δεκαετές μπλοκμπάστερ έπος
Ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις ταινίες της εβδομάδας κάθε Πέμπτη. Σήμερα οι “Εκδικητές” επιστρέφουν για την τελευταία τους πράξη και είναι η μόνη νέα μεγάλη ταινία στις αίθουσες. Λογικό.
- 25 Απριλίου 2019 07:07
Αυτή την αναστάσιμη εβδομάδα οι αίθουσες κάνουν χώρο για τους “Εκδικητές”. Η μόνη μεγάλη κυκλοφορία του Πάσχα, αναμένεται να σαρώσει ό,τι βρει μπροστά της. Σε προετοιμασία, μπορείτε να δείτε την αποκλειστική μας συνέντευξη με τους σκηνοθέτες της ταινίας, Τζο και Άντονι Ρούσο, που μίλησαν για το πώς προσέγγισαν την πρόκληση ενός τόσο επικού τελευταίου κεφαλαίου.
Κατά τα άλλα, η κυριαρχία των “Εκδικητών” ίσως αφήσει λίγο χώρο για εναλλακτικές προτάσεις κινηματογραφικής εξόδου στους θεατές. Ως την απόλυτη αντιπρόταση, υπενθυμίζουμε πως συνεχίζεται στις αίθουσες το αριστούργημα “Transit”, το οποίο υμνήσαμε αναλυτικότερα την περασμένη εβδομάδα.
Πάμε στις κριτικές της εβδομάδας:
Εκδικητές: Η Τελευταία Πράξη
*****
(“Avengers: Endgame”, Τζο και Άντονι Ρούσο, 3ω1λ)
Καστ: Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ, Κρις Έβανς, Κρις Χέμσγουορθ, Σκάρλετ Γιόχανσον, Μαρκ Ράφαλο, Τζέρεμι Ρένερ, Κάρεν Γκίλαν, Πολ Ραντ
Η προηγούμενη ταινία των αδερφών Ρούσο: Το προτελευταίο κεφάλαιο της Marvel σάγκα, “Εκδικητές: Ο Πόλεμος της Αιωνιότητας”, μια ταινία με την αφηγηματική χάρη κάποιου πάνελ στο Comic Con, που τελείωσε ωστόσο με το ήδη κλασικό cliffhanger, το χτύπημα των δαχτύλων του Θάνος που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο των μισών ανθρώπων στον πλανήτη.
Η καινούρια: Οι ήρωες που έχουν απομείνει ζωντανοί (με κορμό της ομάδα των Iron Man, Κάπτεν Αμέρικα, Θορ, Black Widow, Hawkeye, Χαλκ, Κάπτεν Μάρβελ και Νέμπιουλα) προσπαθούν να σκεφτούν ένα σχέδιο αντιμετώπισης του Θάνος ώστε να αντιστρέψουν την καταστροφική επίδραση της πράξης του. Και, τότε, τα πάντα αλλάζουν. Πάλι.
Και πώς είναι: Είναι μια ταινία-γύρος θριάμβου.
Οι υπερβολές που θα ακουστούν τις ερχόμενες μέρες δε θα έχουν τελειωμό ή συμμάζεμα, αλλά σε πείσμα της όποιας αντίστασης στα υπερηρωικά υπερθεαμάτα ή ακόμα και στην πιθανή άσχημη γεύση του πόσο φτηνή κινηματογραφικά ήταν η κατασκευή του “Infinity War”, ετούτο εδώ το τελευταίο κεφάλαιο της σάγκα των ορίτζιναλ Εκδικητών, είναι μια πραγματικά γλυκιά, εφευρετική, διασκεδαστική, συγκινητική ταινία που τιμά όλη αυτή την θαυματουργή 11ετία της Marvel.
Γραμμένο από τους Κρίστοφερ Μάρκους και Στίβεν ΜακΦίλι (σεναριογράφους με τη μεγαλύτερη εμπλοκή στην εξέλιξη του σύμπαντος της Marvel) και γυρισμένο από τα αδέρφια Ρούσο (υπό τη σκηνοθετική επίβλεψη των οποίων παρατηρήθηκε η ουσιαστική κλιμάκωση του γενικότερου Marvel στόρι μέσα από ταινίες σαν το “Civil War” και το “Infinity War”), το “Endgame” είναι ένα φινάλε που γνωρίζει απ’έξω κι ανακατωτά κάθε γωνιά αυτού του κινηματογραφικού κόσμου.
Το μεγαλύτερο προτέρημα αυτής της ταινίας σε σχέση με τις προαναφερθείσες είναι το πόσο αποτελεσματικά εστιασμένη είναι. Είναι παράδοξο πως το επικό τελευταίο κεφάλαιο μιας σάγκα εκατοντάδων ηρώων μπορεί να έχει την αίσθηση μιας μικρότερου βεληνεκούς περιπέτειας χαρακτήρων, αλλά αυτή η επικείμενη κλιμάκωση φέρνει όλο το δημιουργικό τιμ αντιμέτωπο με τους κεντρικούς δραματουργικούς πυλώνες του σύμπαντός τους. Η ταινία αρχίζει και τελειώνει απόλυτα αφοσιωμένη πάνω σε μισή ντουζίνα πρόσωπα, ακολουθώντας την ηρωική τους διαδρομή από το τότε ως το το σήμερα, κοιτάζοντας το πώς έχουν αλλάξει, τι χρειάστηκε για να το καταφέρουν, ποιοι είναι εκείνο το τελευταίο τους βήμα.
Στο ενδιάμεσο, σκαρφίζονται ένα τέχνασμα πλοκής που μπορεί πολύ πιθανόν να ξενίσει αλλά είναι τόσο ταιριαστά σαχλή “Marvel επιστήμη” που προσωπικά το καταδιασκέδασα. Σε όλο αυτό το μεσαίο κομμάτι της ταινίας, η δράση παρουσιάζεται με έναν απολαυστικά ανάλαφρο τρόπο, ενώ το τέχνασμα είναι απλώς η αφορμή ώστε να δούμε αλληλεπιδράσεις χαρακτήρων σε ταιριαστά ζευγαρώματα (τόσο μεταξύ τους όσο και με το ίδιο τους το είναι, υπό μία έννοια). Σε μία ειδικά περίπτωση, η ταινία βρίσκει τον τρόπο να επανεστιάσει πλήρως αποτελεσματικά αυτή την 11ετή επική διαδρομή ως ένα στόρι που πηγάζει από το δίπολο Κάπτεν Αμέρικα – Τόνι Σταρκ. Ακολουθεί τους δυο τους σε μια συγκινητική buddy dramedy πολλών επιπέδων, δίνοντας έτσι σε όλο το φιλμ μια συναισθηματική βαρύτητα που έλειπε από πάρα πολλές άλλες ταινίες αυτού του βεληνεκούς.
Ενστάσεις υπάρχουν αρκετές ως προς τον χειρισμό κάποιων χαρακτήρων και των ιστοριών τους (αλλά δε θα μπούμε στην παραμικρή λεπτομέρεια φυσικά), ενώ αυτή η καταραμένη απαραίτητη υπερ-μάχη κάθε τρίτης πράξης κάθε Marvel ταινίας, όχι μόνο μουτζουρώνει αισθητικά αυτό που ως τότε είχαν πετύχει οι Ρούσο (που από τη σειρά “Community” κιόλας ήταν πάντα καλοί στο να ισορροπούν την οπτική αναφορά σε διάφορα είδη και καταστάσεις) αλλά και κόβει σε ενοχλητικό βαθμό το ειρωμό και την σχετική εσωτερικότητα που είχε πετύχει -απρόσμενα!- η ταινία.
Όμως το συνολικό αποτέλεσμα δεν μετριάζεται. Εδώ έχουμε μια ταινία που με κάθε λογική και προσδοκία θα έπρεπε και θα μπορούσε να είναι ένα διαρκές ξυλοκόπημα ή ένα άτεχνο κολάζ στιγμών και τοποθεσιών (όπως το προηγούμενο μέρος της σάγκα) όμως αντ’αυτού λαμβάνουμε ένα συυμπαγές στόρι, με σαφείς δραματικούς ιστούς, με μια action αφήγηση που συνδέει στιγμές, πρόσωπα και αναφορές με οργανικό και διασκεδαστικό τρόπο και, κυρίως, μια ταινία που βλέποντάς την, δεν μπορείς με τρομερή ευκολία να μαντέψεις πώς θα μοιάζει στο επόμενο 20λεπτο. Κι αυτό είναι κάτι που σπάνια έχω νιώσει για ταινία Marvel, ακόμα και για όσες αγαπώ.
Όλα πηγάζουν από τη δουλειά στους χαρακτήρες. Οι Ρούσο ποντάρουν σε ένα τιμ εξαιρετικών ηθοποιών για να ζωντανέψουν μια ομάδα ηρώων που, ξανά, μοιάζουν γραμμένοι με κάποια αληθινή έγνοια και δραματική κατεύθυνση. Κι αν αυτό είναι κάτι που περιμένεις από τον Ντάουνι ή τον πάντα θαυμάσιο Κρις Έβανς, τότε προσθήκες σαν της Νέμπιουλα είναι πραγματικά το κερασάκι στην τούρτα. Η Νέμπιουλα της υπέροχης Κάρεν Γκίλαν (“Doctor Who”) ήταν πάντα ένας β’ χαρακτήρας στη σειρά “Guardians of the Galaxy” αλλά εδώ πέφτει πάνω της ιδιαίτερο focus, κάνοντας την απαραίτητη τόσο στην πλοκή όσο και στη συναισθηματική διαδρομή της ταινίας.
Η δε Γκίλαν παίζει την αδιανόητη ένταση της οργής και της σύγχυσης της εξιλεωμένης ηρωίδας της, κάτω από στρώματα κουστουμιών και μπογιάς. Είναι το μικρό μυστικό της επιτυχίας μιας ταινίας που, κόντρα στην κοινή ίσως λογική, ποντάρει τα πάντα στους χαρακτήρες, όσα τους ταξίδεψαν ως εδώ, όσα τους ενώνουν, όσα τους έκαναν πάντα να βγάζουν νόημα ως ομάδα. Είναι ένας συγκινητικός γύρος θριάμβου, και ένα φινάλε που άξιζε για το μέγεθος και μόνο της φιλοδοξίας αυτού του προ 11ετίας εγχειρήματος.
Μια σκηνή που μου έμεινε στο μυαλό: Δε θα πω καμία από τις μετέπειτα, παρότι η αγαπημένη μου σκηνή (με τον Καπ και τον Τόνι) έρχεται αργότερα στο φιλμ, γιατί είναι πραγματικά όμορφο να μην έχεις ιδέα τι πρόκειται να δεις. Θα πω αντιθέτως την δεύτερη μόλις σκηνή του φιλμ, με τον Τόνι και τη Νέμπιουλα απομονωμένους κάπου στο διάστημα, μια κλειστή σκηνή ανάμεσα σε δύο καλά σχηματισμένους, καλά παιγμένους χαρακτήρες που απλώς προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα υπάρχοντας σε μια τέτοια συνθήκη. Ο Ντάουνι Τζούνιορ αφήνει τον ήρωά του να φανεί κουρασμένος, γερασμένος. Η Γκίλαν προσπαθεί τόσο πολύ να νιώσει. Από αυτή τη σκηνή κιόλας είχα υποψιαστεί πως αυτή η ταινία -στο τέλος της μέρας- απλά θα λειτουργούσε.
Επίσης προβάλλονται
Γάτος ο Φευγάτος (“Cats and Peachtopia”, Γκάρι Γουάνγκ, 1ω45λ). Κινέζικο παιδικό animation για μια γάτα που ζει πολυτελές διαμέρισμα με το παιδί της, όμως εκείνο μια μέρα ξεκινά μεγάλη περιπέτεια σε αναζήτηση ενός θρυλικού γατοπαραδείσου.
Παίζεται ακόμα
Μια ταινία που ήδη παιζόταν στις αίθουσες και αξίζει να δεις αν την έχασες.
Transit
*****
(Κρίστιαν Πέτζολντ, 1ω41λ)
Προσπαθώντας να ξεφύγει από την κατεχόμενη από τους Ναζί Γαλλία, ο Γκέοργκ κλέβει την ταυτότητα ενός πολιτικά ενεργού συγγραφέα που είναι τώρα νεκρός. Όταν ξεμείνει στη Μασσαλία, θα ερωτευτεί τη Μαρία, τη νεαρή χήρα του ανθρώπου του οποίου την ταυτότητα έχει αποσπάσει. Ο Πέτζολντ διασκευάζει το ομώνυμο βιβλίο του 1942 διατηρώντας τη δράση σε εκείνη την εποχή, μα επανατοποθετώντας την, με έναν τρόπο κυρίως οπτικό αλλά και ρυθμικό, στο σήμερα. Σαν ξεκολλημένο από τον χρόνο και την ίδια την Ιστορία, το αριστούργημα του Πέτζολντ δεν έχει χωροχρονική άγκυρα, δεν έχει επίκεντρο. Αυτή η εξιστόρηση πάνω στον απόλυτο τρόμο και τη φρίκη της εξάπλωσης του φασισμού απλώς συμβαίνει πάντοτε και παντού, ταυτόχρονα, ένα απειλητικό σύννεφο ταυτοχρόνως πάνω από όλη την ξεδιπλωμένη Ιστορία. Από τις καλύτερες ταινίες της δεκαετίας.