Το “Downton Abbey” ξαναζεί στη μεγάλη οθόνη, το θρίλερ “Ready or Not” τα βάζει με την πλούσια ελίτ
Κάθε Πέμπτη βλέπουμε και σχολιάζουμε τις νέες ταινίες στις αίθουσες. Σήμερα ξεχωρίζει το θρίλερ «Ready or Not», η επιστροφή του «Downton Abbey» και οι επανεκδόσεις Κουροσάβα και Πουαρώ.
- 12 Σεπτεμβρίου 2019 00:50
Ο Πύργος του Downton
*****
(“Downton Abbey”, Μάικλ Ένγκλερ, 2ω2λ)
Καστ: Μισέλ Ντόκερι, Χιου Μπόνβιλ, Ιμέλντα Στόντον, Μάγκι Σμιθ
Είσαι Έτοιμος;
*****
(“Ready or Not”, Ματ Μπετινέλι-Ολπιν, Τάιλερ Ζιλέτ, 1ω35λ)
Καστ: Σαμάρα Γουίβινγκ, Άνταμ Μπρόντι, Άντι ΜακΝτάουελ
Η ταινία της εβδομάδας είναι μια απολαυστική ιστορία ταξικής απόστασης και πάλης τοποθετημένη μέσα σε μια πολυτελή έπαυλη πλουσίων στους διαδρόμους της οποίας οι “από κάτω” προσπαθούν απλώς να επιβιώσουν.
Η άλλη μεγάλη κυκλοφορία είναι το «Downton Abbey».
Για να είμαστε σαφείς, αν κι οι δύο ταινίες στις οποίες αναφερόμαστε έχουν ένα παραδόξως παρεμφερές σκηνικό δράσης, διαφέρουν μεταξύ τους ακραία όχι μόνο ως είδος, αλλά και ως προς τι επιχειρούν να πετύχουν στον κόσμο μες στον οποίο λειτουργούν. Ο «Πύργος του Downton» ακουμπά μόνο επιδερμικά την ταξική απόσταση των ευγενών και των υπηρετών τους, σχεδόν σα να ευχόταν η μοναρχία να μην είχε φθαρεί ποτέ. Αντιθέτως, στο διαβολεμένα διασκεδαστικό θρίλερ «Είσαι Έτοιμος;», μια νεαρή κοπέλα που παντρεύεται γόνο οικογένειας από τζάκι, παλιό χρήμα που λέμε, βρίσκεται σε κατάσταση πάλης για την ίδια της την επιβίωση.
Να πούμε πάντως πως αμφότερες οι ταινίες πετυχαίνουν σχεδόν απόλυτα στον στόχο του πώς θα διασκεδάσουν το όποιο κοινό τους.
Ο «Πύργος του Downton» είναι η κινηματογραφική συνέχεια της ομώνυμης πολυβραβευμένης σειράς που στην πραγματικότητα δεν έχει τίποτα το κινηματογραφικό, ούτε ιδιαίτερο λόγο να βρίσκεται στη μεγάλη οθόνη. Δεν είναι απαραίτητα αρνητικό αυτό ως προς το ίδιο το προϊόν, και ίσα-ίσα οι φανς θα χαρούν αν μάθουν πως η ταινία αυτή είναι στην πραγματικότητα σαν ένα από αυτά τα Χριστουγεννιάτικα specials που συνηθίζει η αγγλική τηλεόραση- ένας ακόμα λόγος να μαζευτεί όλο το καστ σε μια νέα περιπέτεια. Η δράση τοποθετείται κατά την άφιξη του βασιλικού ζεύγους στον πύργο, και το πώς αυτό εκκινεί μια σειρά από μικρο-περιπέτειες για όλους τους βασικούς χαρακτήρες. Γάμοι, φλερτ, κρυμμένα μυστικά, έρωτες, παιχνίδια ισχύος, τα γνωστά. Δεν υπάρχει τίποτα το κατακλυσμικό εδώ σαν γεγονός. Μια από τις βασικές πλοκές περιστρέφεται κυριολεκτικά γύρω από το πώς το υπηρετικό προσωπικό του πύργου θα καταφέρει να μαγειρέψει εκείνο για το βασιλικό ζεύγος, αντί για τον σνομπ Γάλλο σεφ που κουβαλάνε παντού μαζί τους.
Είναι ευχάριστα μικρού βεληνεκούς τα πάντα, κι ο Τζούλιαν Φέλοουζ έχει καταφέρει να πλέξει γύρω από αυτή την κεντρική ιδέα μια ντουζίνα από μικρές πλοκές γύρω από τους περισσότερους χαρακτήρες, δένοντας τελικά τα πάντα μεταξύ τους και οδηγώντας τα σε ικανοποιητικές καταλήξεις. Άλλοι χαρακτήρες όπως ο Τόμας, έχουν αρκετά πιο ξεχωριστό πεδίο δράσης. Άλλοι, όπως η Βάιολετ της σαρδόνιας Μάγκι Σμιθ, γεμίζουν την οθόνη με φλέγμα και ύφος. Είναι σαν ένα αυτόνομο επεισόδιο τηλεόρασης που, περιέργως, λειτουργεί ακόμα και για θεατές χωρίς σημαντική γνώση του κόσμου της σειράς (όπως προσωπικά εγώ, που δεν την έχω παρακολουθήσει ποτέ).
Αν στο «Downton» νιώθεις σε σημεία πως οι χαρακτήρες νιώθουν ρίγη συγκίνησης όποτε εκπληρώνουν τον προδιαγεγραμμένο τους ταξικό ρόλο, το «Είσαι Έτοιμος;» συνοψίζεται σε μια αιματοβαμμένα επιθετική ανάγνωσης της ατάκας «γαμ… πλούσιοι» που εκστομίζει η κεντρική ηρωίδα. Στην ταινία, μια νεαρή κοπέλα παντρεύεται γόνο πλουσίων οι οποίοι είναι εκκεντρικοί στο σημείο του να στήνουν αρρωστημένα παιχνίδια κυνηγητού ζωής και θανάτου τη νύχτα του γάμου. Αυτό που ακολουθεί είναι ένα θαυμαστά συμπαγές θρίλερ που στη μιάμιση ώρα διάρκειάς του δεν κάνει κοιλιά ούτε λεπτό, παρουσιάζοντας ένα αγωνιώδες κρυφτό επιβίωσης, μια κοπέλα απέναντι σε μια άρχουσα τάξη μοντέρνων ευγενών τόσο αποκομμένης από τον πραγματικό κόσμο, που βλέπει τους ανθρώπους ως θηράματα στις απαρχαιωμένες παραδόσεις τους.
Στην πορεία, μέσα από τα άκρως διασκεδαστικά κομμάτια δράσης και αγωνίας, η ταινία μιλά για το πώς η ευθύνη και ανηθικότητα των ευγενών μεταδίδεται -σε εκφυλιστικά όρια- από γενιά σε γενιά, χωρίς ποτέ να χάνεται η αίσθηση κεφιού και παιχνιδιού που διατηρείται ως την τελευταία σκηνή. Η Σαμάρα Γουίβινγκ (από τις «Τρεις Πινακίδες») είναι δυνατή παρουσία στον κεντρικό ρόλο, και το μόνο αληθινό πρόβλημα της ταινίας είναι η φρικτή χρωματική πορτοκαλί απόχρωση που την κάνει να μοιάζει άρρωστη, σαν φιλμ ξεχασμένο μέσα σε ψωμιέρα μαζί με μουχλιασμένες φέτες ψωμιού. (Επίσης καθαρά τοπικό πρόβλημα, ο άστοχος και ακατανόητα αρσενικός ελληνικός τίτλος- είναι μια ηρωίδα που κυνηγιέται επί μιάμιση ώρα, οπότε ποιος είναι ο «έτοιμος» του τίτλου;)
Επίσης κυκλοφορούν
Η Έπαυλη με τα Μυστικά
*****
(“La Quietud”, Πάμπλο Τραπέρο, 1ω57λ)
Όταν ο πατέρας της ξαφνικά αρρωσταίνει, η Εουχένια επιστρέφει στην οικογενειακή έπαυλη έξω από το Μπουένος Άιρες. Εκεί επανενώνεται με τη μητέρα και την αδερφή της, κι οι τρεις γυναίκες μαζί θα έρθουν σε επαφή με κρυμμένες αλήθειες του εαυτού τους αλλά και της οικογένειάς τους, από την εποχή της στρατιωτικής δικτατορίας. Ο Τραπέρο («Η Φαμίλια») επιχειρεί να συνδέσει τη συναισθηματική διαδρομή των ηρωίδων με την ιστορία της ίδιας της Αργεντινής, κι αν το φιλμικό του άγγιγμα διαθέτει μια κάποια χάρη, το ίδιο το σενάριο συχνά παραδίδεται σε μελοδραματικές εξάρσεις που δίνουν τελικά ένα άνισο τελικό προϊόν. Πολύ καλή Μπερενίς Μπεζό στον κεντρικό ρόλο, δίνει κέντρο βάρους ακόμα και σε καταστάσεις που πάνε διαρκώς να ξεφύγουν.
Ο Φύλακας Άγγελος Έπεσε (“Angel Has Fallen”, Ρικ Ρόμαν Βο, 2ω1λ). Τρίτη ταινία στην σειρά περιπετειών «Έπεσε» με τον Τζέραρντ Μπάτλερ. Πρώτα ο Όλυμπος, μετά το Λονδίνο, τώρα ο Φύλακας Άγγελος. Η πτώση σταματημό δεν έχει.
Ένας Αληθινός Φίλος (“A Dog’s Journey”, Γκέιλ Μανκούσο, 1ω48λ). Ένας οικογενειάρχης κι ο σκύλος του, στο σίκουελ του προ διετίας «Ο Καλύτερος Φίλος Μου», μιας ταινίας που δεν υπάρχει.
Επανεκδόσεις
Έγκλημα στο Οριάν Εξπρές
*****
(“Murder on the Orient Express”, Σίντνεϊ Λιούμετ, 2ω11λ)
Ο Σίντνεϊ Λιούμετ σκηνοθετεί τη διασημότερη κινηματογραφική περιπέτεια του Ηρακλή Πουαρώ, μια πολυπρόσωπη ιστορία τόσο εμβληματική που όσες φορές κι αν την έχεις δει ή όσο καλά κι αν γνωρίζεις την εξέλιξή της, δε χορταίνεις να την κοιτάς ξανά και ξανά. Μεγάλο ρόλο σε αυτό παίζει φυσικά το σκηνικό του λουσάτου εξπρές τρένου που κινηματογραφείται σαν κάποια πλούσια μυστηριώδη έπαυλη, αλλά και το all-star καστ: Δεν υπάρχει ηθοποιός σε αυτή την dream team των ‘70s που να χορταίνεις να τους παρακολουθείς να δίνουν την εκδοχή τους, από τη Λορίν Μπακόλ και την ίνγκριντ Μπέργκμαν, μέχρι τον Άντονι Πέρκινς και τον Τζον Γκίλγκουντ, φυσικά με πρώτο βιολί τον Άλμπερτ Φίνεϊ ως Πουαρώ. Είναι ίσως ελαφρώς παράδοξο, ο Φίνεϊ δεν είναι ο πιο διάσημος Πουαρώ (αυτός θα ήταν υποθέτω ο Πίτερ Ουστίνωφ ή ακόμα κι ο τηλεοπτικός Ντέιβιντ Σάτσετ) είναι όμως ο καλύτερος ηθοποιός που τον έχει ερμηνεύσει, κι αυτό εκφράζεται και στην παραμικρή έκλαμψη των ματιών του. Απολαυστικό εμπορικό σινεμά αστέρων από το πρώτο ως το τελευταίο του πλάνο.
Ο Καταδικασμένος
*****
(“Ikiru”, Ακίρα Κουροσάβα, 2ω43λ)
O ασήμαντος υπαλληλάκος Γουατανάμπε μαθαίνει πως έχει καρκίνο και πρόκειται να πεθάνει σύντομα, και παίρνει την απόφαση να δώσει νόημα στις τελευταίες μέρες του. Βρίσκει νέο νόημα στο να προσφέρει ευτυχία γύρω του μέσα από την αλληλεπίδραση με μια νεαρή συνάδελφό του, και επιχειρεί σαν τελευταία του πράξη να χτίσει ένα πάρκο σε μια μουντή γειτονιά.
Ο Κουροσάβα με ένα από τα πιο καθηλωτικά δράματα χαρακτήρων της καριέρας του, κινηματογραφεί τη ζωή και την κίνηση με σπαρακτική αμεσότητα, απογειώνοντας το φιλμ στο μεσαίο μέρος σε ένα κλαμπ, όπου ο Γουατανάμπε έρχεται σε επαφή με τη μουσική και τη ζωντάνια της νύχτας με τρόπο που τον μεταμορφώνει. Όταν ο Κουροσάβα κινηματογραφεί το κέφι και τον ενθουσιασμό μέσα από αντανακλάσεις, φέρνει τους θαμώνες πιο κοντά μεταξύ τους αλλά και αντιστρέφει τη δραματική τροχιά του ήρωά του. Παγιδεύει το πνεύμα του σε ένα άλλο πεδίο δράσης, όπως αυτό εκφράζεται στη σπουδαία τελευταία πράξη της κηδείας, όπου οι πάντες προσπαθούν -συχνά μάταια- να κατανοήσουν τα κίνητρα του Γουατανάμπε. Επειδή οι πιο απλές και προφανείς εκφράσεις ουμανισμού, μπορεί συχνά να μοιάζουν με γρίφους, των οποίων η λύση είναι πάντα μπροστά μας.