To “Τελευταίο Αίμα” του Τζον Ράμπο και το φως μουσικής ελπίδας του Μπρους Σπρίνγκστιν

To “Τελευταίο Αίμα” του Τζον Ράμπο και το φως μουσικής ελπίδας του Μπρους Σπρίνγκστιν

Κάθε Πέμπτη ο Θοδωρής Δημητρόπουλος βλέπει και σχολιάζει τις νέες ταινίες στις αίθουσες. Σήμερα, ο Ράμπο επιστρέφει με το “Τελευταίο Αίμα” κι ο Μπρους Σπρίνγκστιν αλλάζει τη ζωή ενός νέου στην θατσερική Αγγλία.

Οι κριτικές της εβδομάδας:

Blinded by the Light

*****

(Γκουριντέρ Τσάντα, 1ω57λ)

Καστ: Βιβέικ Κάλρα, Κουλβίντερ Γκιρ, Μίρα Γκανάτρα

Στο Λούτον του 1987, ο Τζαβίντ είναι ένας έφηβος πακιστανικής καταγωγής που μεγαλώνει εν μέσω αναταραχών κοινωνικών όσο και οικονομικών. Ο κυρίαρχος θατσερισμός έχει καταπνίξει την εργατική τάξη κι ο Τζαβίντ έχει να αντιμετωπίσει και το συντηρητισμό του πατέρα του, ο οποίος αρνείται οτιδήποτε μοντερνιστικό ως τρόπο ζωής που ξεφεύγει από τις παραδόσεις του. Ο νεαρός, ζώντας σε ένα αδιέξοδο, βρίσκει το φως εκεί που το περιμένει λιγότερο: στις μελωδίες ενός αμερικάνου ρόκερ που οι περισσότεροι θεωρούν ξεπερασμένο και τελειωμένου. Ο Μπρους Σπρίνγκστιν τον καθοδηγεί μέσα από τις δυσκολίες του, τα εμπόδια που καθημερινά αντιμετωπίζει, το μίσος με το οποίο έρχεται αντιμέτωπος, ακόμα και την έλλειψη θάρρους να πάρει συναισθηματικά τη ζωή του στα χέρια του.

Γλυκιά ταινία με τόσο ειλικρινή αγάπη απέναντι στην μουσική του Σπρίνγκστιν και τη σημασία της ως διέξοδο κι ως καθοδηγητή, που ξεπερνά την αγιογραφία, φτάνοντας σε κάτι το σχεδόν φιλοσοφικό πάνω στην εμβληματικότητα της περσόνας και της τέχνης του, και στο πώς μπορεί ένα κομμάτι δημιουργίας να εμπνεύσει και να αλλάξει ζωές. Είναι συμπαθητικά feelgood προσπάθεια που θα μπορούσε ωστόσο να κερδίσει αν ήταν πιο φιλόδοξη: Τα μουσικά κομμάτια στέκονται αμήχανα χωρίς να είναι ακριβώς μιούζικαλ ή υπερβατικά, και η ματιά στην κοινωνική πραγματικότητα αφήνει πολλά πράγματα ανεξερεύνητα. Σε κάθε περίπτωση είναι μια ευχάριστη κινηματογραφική απόδραση, και must για τους φανς του Σπρίνγκστιν, από τη σκηνοθέτη του παλιού χιτ “Κάν’το σαν τον Μπέκαμ”, άλλη μια feelgood κομεντί που αναζητούσε την απόδραση και την ευτυχία μέσα από την καθοδήγηση ενός ειδώλου.

Rambo: Το Τελευταίο Αίμα

*****

(“Rambo: Last Blood”, Έιντριαν Γκρούνμπεργκ, 1ω40λ)

Καστ: Σιλβέστερ Σταλόνε, Παθ Βέγκα, Αντριάνα Μπαράζα

Αν θυμάστε πως το προ δεκαετίας “Rambo” ήταν το τελευταίο, έτσι νόμιζε κι ο ίδιος ο Τζον. Αλλά όταν απαγάγουν μια κοντινή του κοπέλα, ο Ράμπο είναι αναγκασμένος να περάσει τα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού και να τη φέρει πίσω σπίτι ο ίδιος, έχοντας να αντιμετωπίσει τα πιο εχθρικά καρτέλ.

Το λιτά τιτλοφορημένο “Rambo” του ‘08 ήταν στην πραγματικότητα μια καλή κατακλείδα για τη σάγκα του μοναχικού πολεμιστή, ένα παντελώς νηφάλιο κομμάτι ατελείωτης σκληρής βίας και το πώς ακολουθεί τον Ράμπο παντού. Εδώ η διάθεση είναι απείρως πιο αντιδραστική, με τον Σταλόνε, που συν-γράφει το σενάριο, να ενδίδει σε κάθε άσχημο επίκαιρο ένστικτο, στέλνοντας τον all-american ήρωά του να αντιμετωπίσει τους μεξικάνους των λογυδρίων του Τραμπ. Απουσιάζει πλήρως από το κομμάτι αυτό κάθε είδους ενδιαφέρουσα ματιά: Η ιστορία είναι προχειρογραμμένη σε βαθμό σχεδόν ακατανόητο κατά τόπους, η ματιά του φιλμ δεν κουβαλάει τίποτα από την ενδοσκοπική διάθεση εξερεύνησης ενός “Mule” (όπου ο Κλιντ Ίστγουντ επιχειρεί κάτι ιδεολογικά παρεμφερές αλλά θέλοντας να καταλάβει, κι όχι να εξολοθρεύσει), ούτε καν από το κολασμένα πανικόβλητο βλέμμα του πολιτικά διφορούμενου αλλά κινηματογραφικά ηλεκτρισμένου σίκουελ του “Sicario”, ούτε καν από το παρελθόν του ίδιου του Ράμπο, με τον ίδιο τον δημιουργό του ήρωα δικαίως να καταφέρεται ενάντια της ταινίας στο twitter. Ο Τζον Ράμπο ήταν ένας άντρας-σύμβολο του πώς η πολεμική μηχανή διαλύει κορμιά και ψυχές, Σε αυτό το τελευταίο σίκουελ, η τελευταία πράξη κρατά το ενδιαφέρον ως δράση, αλλά πέραν αυτού νιώθω πως προδίδει πολλά από αυτά που έφεραν τον ήρωα ως εδώ.

Η Ζωή του Τζον Φ. Ντόνοβαν

*****

(“The Death & Life of John F. Donovan”, Ξαβιέ Ντολάν, 2ω7λ)

Καστ: Κιτ Χάρινγκτον, Νάταλι Πόρτμαν, Τζέικομ Τρέμπλε, Κάθι Μπέιτς, Θάντι Νιούτον

Διάσημος τηλε-ηθοποιός σε σειρά σαν αυτές τις νεανικές φαντασίας τύπου “Riverdale” ή “Μάγισσες”, ο Τζον Φ. Ντόνοβαν πεθαίνει αιφνίδια σε πολύ νεαρή ηλικία ύστερα από μια σειρά από σκάνδαλα. Ο μόνος άνθρωπος που ίσως γνωρίζει τι πραγματικά συνέβη είναι ο 11χρονος φαν Ρούπερτ, που διατηρούσε αλληλογραφία με τον Τζον τα προηγούμενα 5 χρόνια. Σήμερα, χρόνια μετά τον θάνατο του Τζον, ο Ρούπερτ αφηγείται τη ζωή του αγαπημένου του ηθοποιού σε μια ρεπόρτερ.

Αν αυτά ακούγονται ήδη μπλεγμένα, πού να τα δείτε κιόλας. Ο Ξαβιέ Ντολάν, ταλαντούχος αλλά εξοργιστικά άνισος, νεαρός δημιουργός που έχει ανακηρυχθεί το νέο τρομερό παιδί του γαλλικού σινεμά χάρη σε ταινίες του όπως το “Lawrence Anyways” και το “Mommy”, με βραβεία όσο και γιούχες στις Κάννες, κάνει το αγγλόφωνο ντεμπούτο του, αλλά έμελλε να είναι καταραμένο. Η ταινία είναι αδιανόητα άναρχη, κάτι που μπορεί να οφείλεται σε σημαντικό βαθμό στο ότι στην πορεία κόπηκαν ολόκληρες ιστορίες και χαρακτήρες (η Τζέσικα Τσαστέιν είχε συμμετάσχει σε πρωταγωνιστικό ρόλο- στην τελική εκδοχή του φιλμ απλά δεν υπάρχει) αλλά υποπτεύομαι πως μια κάποια αναρχία θα υπήρχε έτσι κι αλλιώς.

Ο Ντολάν είναι πρωτίστως ένας συναισθηματικός σκηνοθέτης που λειτουργεί με την καρδιά και με το ό,τι νιώθει εκείνη τη στιγμή. Είναι τρομερά αγνός και ειλικρινής σε ό,τι λέει, εκφράζει και απεικονίζει. Θα βάλει κεντρικό του ήρωα τον Κιτ Χάρινγκτον του “Game of Thrones” κι ας ξέρει (κι ας το λέει μες στο ίδιο το φιλμ!) πως δε μπορεί να ανταλλάξει μια έκφραση για άλλη, επειδή είναι όμορφος, επειδή είναι το είδος του όμορφου νέου σταρ που ο Ντολάν φαντάζεται πως θα ήταν ο Τζον Φ. Ντόνοβαν. Θα βάλει χαρακτήρες να αντιδρούν υστερικά (ο Τζέικομπ Τρεμπλέ όντως ουρλιάζει “ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΛΟΓΟΣ ΠΟΥ ΒΓΗΚΑ ΑΠΌ ΤΗΝ ΚΟΙΛΙΑ ΣΟΥ” στη μητέρα του βλέποντας την αγαπημένη του σειρά) και παράλογα (ό,τι είναι αυτό που συμβαίνει στην -ας πούμε- 3η πράξη της ταινίας στο Λονδίνο) επειδή έτσι θα έβλεπε κι ο ίδιος τον εαυτό σου μια αντίστοιχη κατάσταση. Θα γεμίσει την ταινία με μουσικές της εποχής που γυρίστηκε, ήδη δηλαδή 2-3 χρόνια πίσω, όχι επειδή αυτά ήταν τα χιτς, αλλά επειδή τότε με αυτά παθιαζόταν, με αυτά αποδρούσε.

Η ταινία προσπαθεί να είναι ένα πορτρέτο πάνω στη διασημότητα και, ακόμα περισσότερο, πάνω στο πώς η ειδωλολατρεία μας καθορίζει και μας κινεί- ενδιαφέρον συμπλήρωμα του “Blinded by the Light”, υπό μία έννοια. Αλλά, τελικά, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, η ταινία καταλήγει μια συναρπαστικά αποτυχημένη αποτύπωση του διασκορπισμένου ψυχισμού του δημιουργού της. Για το τι νιώθει ο Ντολάν για τη δημόσια ζωή και για το πώς είναι να έχει υπάρξει και να έχει εξίσου πιστέψει σε είδωλα. Είναι ένας σκηνοθέτης όχι ακριβώς ανώριμος, ούτε απλώς ειλικρινής με τη συμβατική έννοια- είναι σα να ζει συναισθηματικά μιλώντας, όλες τις ηλικίες της ζωής του ταυτόχρονα. Μέσα από τις εξάρσεις, την δυσλειτουργική δομή του και τις ακατανόητες αφηγηματικές στροφές και προσγειώσεις, το “Τζον Φ. Ντόνοβαν” δεν είναι σε καμία περίπτωση μια καλή ταινία, αλλά είναι πιο συναρπαστικά από τις περισσότερες.

Επίσης κυκλοφορούν

Τρομακτικές Ιστορίες στο Σκοτάδι

*****

(“Scary Stories to Tell in the Dark”, Αντρέ Έβρενταλ, 1ω48λ)

Σε μια στοιχειωμένη έπαυλη, η βασανισμένη έφηβη Σάρα έχει μετατρέψει τα φρικτά της μυστικά σε ιστορίες τρόμου, οι οποίες καταγράφονται σαν ένα μυθιστόρημα από την κόλαση, και μετατρέπονται σε αληθινούς εφιάλτες που βάζουν στο μάτι μια παρέα εφήβων που δίχως να το γνωρίζουν, ξύπνησαν αυτή την τρομακτική δύναμη. Διασκευή σειράς βιβλίων φολκλόρ τρόμου υπό την επίβλεψη του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο, κάτι που φαίνεται τόσο στον σχεδιασμό των ίδιων των τεράτων-εφιαλτών, όσο και στο πώς μια τρομακτική ιστορία βασίζεται στην ατμόσφαιρα σε τέτοιο βαθμό που καταφέρνει να περάσει ως κατάλληλη για 13 χρονών. Υπάρχουν έξυπνες και τρομακτικές επιμέρους σκηνές, αλλά η ανάγκη για συνένωση όλων των ιστοριών σε μια ευρύτερη μυθολογία αποδυναμώνει τους ξεχωριστούς εφιάλτες υπό τη σκεπή μιας μάλλον προβλέψιμης ιστορίας.

Η Μεγάλη Νύχτα της Νάπολης (“Piranhas”, Κλαούντιο Τζοβανέζι, 1ω45λ). Παρέα εφήβων ζει και ενηλικώνεται βίαια στην κακόφημη πλευρά της πόλης, δίπλα στη μαφία την οποία καταλήγουν θέλοντας και μη να μιμούνται. Σκληρή κοινωνική ιστορία για το μεγάλωμα σε μια κοινωνική συνθήκη που είτε το θες είτε όχι, δε σε αφήνει να αποδράσεις, από τον Ρομπέρτο Σαβιάνο του “Γόμορρα”.

Αναμνήσεις (Ricordi?, Βαλέριο Μιέλι, 1ω46λ). Ο έρωτας και η ζωή ενός ζευγαριού μέσα από τις αναμνήσεις τους και τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους μπορεί κάτι να ζήσει για πάντα μέσα σου ως ανάμνηση ή ως βίωμα.

Έντμοντ: Ένας Απρόβλεπτος Συγγραφέας (“Edmond”, Αλέξις Μίτσαλικ, 1ω50λ). Θεατρικός συγγραφέας στο Παρίσι του 1897 προσπαθεί να καταπολεμήσει το δημιουργικό κενό και προσφέρει μια ηρωική κωμωδία ως νέα παραγωγή, για να ανέβει στις γιορτές. Το μόνο πρόβλημα είναι πως δεν έχει γραφτεί.

Το Μαγικό Χαλί (“Up and Away”, Κάστεν Κίλεριχ, 1ω21λ). Δανέζικη animation εκδοχή του “Αλαντίν”, στις αίθουσες μόνο μεταγλωττισμένη.

Το Παιχνίδι του Ρόδου (“Bajo la Rosa”, Χοσέ Ράμος, 1ω39λ). Ισπανικό θρίλερ του ‘17 για την εξαφάνιση μιας κοπέλας της οποίας οι απαγωγείς επικοινωνούν έξαφνα με τους γονείς της ζητώντας να συναντηθούν.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα