Τζίνα Ρόουλαντς: Η ηθοποιός που έδειξε στο αμερικάνικο σινεμά μια νέα κατεύθυνση

Διαβάζεται σε 5'
Τζίνα Ρόουλαντς: Η ηθοποιός που έδειξε στο αμερικάνικο σινεμά μια νέα κατεύθυνση
AP Photo

Η Τζίνα Ρόουλαντς, η μυθική πρωταγωνίστρια των ταινιών του Τζον Κασσαβέτη καθόρισε την κινηματογραφική ερμηνεία μέσα από τα “Μια Γυναίκα Εξομολογείται” και “Νύχτα Πρεμιέρας”, ενώ μια νεότερη γενιά τη γνώρισε μέσα από το συγκινητικό “Ημερολόγιο”, γυρισμένο από τον γιο της, Νικ.

Μια ηθοποιός που μπόρεσε διαμέσου της καριέρας της να ερμηνεύει ταυτόχρονα με τρόπο ισοπεδωτικό όσο και λεπτοδοσμένο: πάντα ορμητική, με χαρακτήρες οριακά ανεξέλεγκτους, αλλά και με τεράστια έμφαση σε οριακά αόρατους μανερισμούς και διαρκείς αλλαγές διάθεσης. Η Τζίνα Ρόουλαντς υπήρξε, μέσα κυρίως από τις συνεργασίες της με τον σύζυγό της Τζον Κασσαβέτη, μια ανυπέρβλητη ερμηνευτική δύναμη που έδειξε στο αμερικάνικο σινεμά μια νέα κατεύθυνση.

Γεννήθηκε το 1930 στο Ουισκόνσιν και μετά την αποφοίτησή της μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσει δραματικές τέχνες. Εκεί γνώρισε τον Τζον Κασσαβέτη, με τον οποίο παντρεύτηκε το 1954 και παρέμειναν παντρεμένοι μέχρι τον θάνατό του, το 1989. Μαζί έκαναν 10 ταινίες και θεωρούνται ως ένα από τα (αν όχι το) κατεξοχήν εμβληματικό δημιουργικό δίδυμο του ανεξάρτητου αμερικάνικου σινεμά.

Προτάθηκε 2 φορές για Όσκαρ (“Μια Γυναίκα Εξομολογείται”, 1975 και “Γκλόρια”, 1981), κέρδισε κάμποσα Έμμυ για τηλεταινίες στα τέλη των ‘80s και στα ‘90s και πήρε και μια Χρυσή Σφαίρα για μια από τις κορυφαίες ερμηνείες στην ιστορία του σινεμά (για το “Μια Γυναίκα Εξομολογείται”), οπωσδήποτε μια συγκομιδή που σε καμία περίπτωση δεν φανερώνει το μέγεθος της Ρόουλαντς ως περφόρμερ.

Μπροστά στον φακό του Κασσαβέτη, ο οποίος απέρριπτε το στιλιζάρισμα, τη μέθοδο και τον εγκλωβισμό των ηθοποιών σε ένα απόλυτα αποκρυσταλλωμένο όραμα, η Ρόουλαντς βρήκε τεράστια ελευθερία να εξερευνήσει ηρωίδες άφοβα και ανθρώπινα. Σκάβοντας βαθιά στην ψυχολογία και ορμώντας στην κάθε στιγμή, απελευθερώνοντας εμμονές, φοβίες και πάθη μπροστά σε μια κάμερα που δε σταματούσε να γράφει αλλά ποτέ δεν έκρινε και ποτέ δεν τιμωρούσε.

Η συνεργασία τους στα “Πρόσωπα” (1968) θεμελίωσε αμφότερους στη συνείδηση του σινεφίλ κοινού. Εκεί παίζει μια σεξεργάτρια απέναντι στον πρωταγωνιστή Τζον Μάρλεϊ, σε μια ταινία γυρισμένη σε βεριτέ αισθητική και απόλυτο φόκους και σεβασμό απέναντι στους ηθοποιούς και τους χαρακτήρες που αυτοί ενσαρκώνουν. Ήταν το πρώτο σημάδι για τα σπουδαία που θα ακολουθούσαν.

Στο “Μίνι και Μόσκοβιτς” (1971) παίζει απέναντι στον Σέιμουρ Κασέλ, μια υπάλληλο μουσείου που αφήνει τον εαυτό της να ερωτευτεί, ενώ στην ουσιαστικά τελευταία ταινία του Κασσαβέτη, “Άνεμος Αγάπης” (1984) παίζουν με τον σύζυγό τους δύο ανθρώπους πληγωμένους που επανεώνονται μετά από χρόνια. (Η ταινία κέρδισε Χρυσό Λιοντάρι στο Βερολίνο.) Οι σχέσεις και η εστίαση στην ψυχολογία τους βρίσκονται διαρκώς στο επίκεντρο αυτής της δημιουργικής συνεργασίας, με την Ρόουλαντς να μεγαλουργεί μέσα κι από τις απλούστερες προσεγγίσεις – μικρές και μεγάλες κινήσεις, close-ups, στατικά πλάνα, αγγίγματα, βλέμματα.

Ανάμεσα σε αυτά, τη θαυμάζουμε στη “Γκλόρια”, όπου προτάθηκε για Όσκαρ. Στο νεο-νουάρ του Κασσαβέτη, παίζει μια σκληρή γυναίκα που παίρνει υπό την προστασία της ένα νεαρό αγόρι το οποίο καταδιώκει η μαφία, και μαζί τρέχουν να ξεφύγουν μέσα στη Νέα Υόρκη. Στη “Νύχτα Πρεμιέρας” (1977) παίζει μια ηθοποιό μια ηθοποιό στο χείλος της παράνοιας λίγες μέρες μια μεγάλη πρεμιέρα στο Μπρόντγουεϊ – στο φεστιβάλ Βερολίνου, η Ρόουλαντς θα τιμηθεί με το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας.

Στο “Μια Γυναίκα Εξομολογείται”, δίπλα στον σπουδαίο Πίτερ Φολκ (φίλο και συχνό συνεργάτη του Κασσαβέτη) η Ρόουλαντς θα δώσει την πιο μεγαλειώδη ερμηνεία της, ως μια γυναίκα με ψυχολογική διαταραχή. Η Ρόουλαντς εδώ μοιάζει έτοιμη να εκραγεί και έτοιμη να καταρρεύσει, αγριότητα και ευαισθησία σε μια συνταρακτική συνύπαρξη που οι ηθοποιοί του ανεξάρτητου σινεμά δεν έχουν σταματήσει για δεκαετίες μετά να κυνηγούν.

Η Τζίνα Ρόουλαντς ξεκίνησε με ρόλους στο Μπρόντγουεϊ και στην τηλεόραση (και στην τηλεόραση επέστρεψε και βραβεύτηκε, χρόνια μετά), αλλά το στίγμα της το άφησε στο σινεμά και δη το ανεξάρτητο μέσα από αυτή τη σειρά ερμηνειών. Φέρνοντας επιρροές από παλιότερες ηρωίδες της, σαν την Μπέτι Ντέιβις, σε ένα πιο βεριτέ πεδίο ερμηνευτικής δράσης με ένα τρόπο που έμοιαζε ασύμβατος.

Στα χρόνια που ακολούθησαν έκανε κάποιες τηλεταινίες, καθώς και περιστασιακές κινηματογραφικές εμφανίσεις, συχνά σε ταινίες των παιδιών της – οι Νικ, Ζόι και Αλεξάντρα Κασσαβέτη έγιναν όλα τους σκηνοθέτες. Διασημότερη ταινία της τα τελευταία 30 χρόνια υπήρξε το “Ημερολόγιο”, το tearjerker ρομάντσο του γιου της Νικ Κασσαβέτη με την Ρέιτσελ ΜακΆνταμς και τον Ράιαν Γκόσλινγκ, στο οποίο η Ρόουλαντς παίζει μια ασθενή με άνοια στην οποία ο Τζέιμς Γκάρνερ διαβάζει από το ημερολόγιο του τίτλου.

Η ταινία αγαπήθηκε πολύ από το νεότερο κοινό και σύστησε τη Ρόουλαντς σε θεατές που ενδεχομένως να μην την γνώριζαν – και παραμένει ως και σήμερα ίσως η δημοφιλέστερη ταινία της στο ευρύ κοινό.

Το 2015 απονεμήθηκε στη Ρόουλαντς τιμητικό Όσκαρ.

Τα τελευταία χρόνια υπέφερε από Αλτσχάιμερ, και πέθανε στα 94 της.

Ελάχιστοι ηθοποιοί στην ιστορία του σινεμά θα μπορούσαν να θεωρηθούν με απόλυτη σοβαρότητα και ειλικρίνεια ως πιθανώς οι καλύτεροι που πέρασαν ποτέ από την οθόνη. Η Τζίνα Ρόουλαντς βρίσκεται ανάμεσά τους – μια άσβεστα παθιασμένη ερμηνευτική δύναμη που, άφταστη, δεν έχει σταματήσει να αποτελεί απόλυτη επιρροή για γενιές ηθοποιών που ακολούθησαν.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα