“Οι αυτόχθονες σε όλο τον κόσμο έχουν καταπληκτικές ιστορίες που δεν έχουν ακουστεί”
Διαβάζεται σε 17'Ο βραβευμένος σκηνοθέτης Γουόρικ Θόρντον μας μιλά από το φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την σκληρή ιστορία των αβορίγινων στην Αυστραλία, το διχασμένο παρόν της χώρας, το ρόλο του σινεμά στην ανάδειξη καταπιεσμένων ιστοριών, και τη συνεργασία του με την Κέιτ Μπλάνσετ.
- 22 Μαρτίου 2024 10:52
Είναι ομολογουμένως μια φανταστική εξέλιξη όταν ηθοποιοί του διαμετρήματος της Κέιτ Μπλάνσετ θέλουν με κάθε τρόπο να βοηθήσουν νέους δημιουργούς του ανεξάρτητου, διεθνούς στερεώματος να φέρουν τις ταινίες τους στο προσκήνιο. Συνέβη εξάλλου και πρόσφατα με τον έλληνα σκηνοθέτη Χρήστο Νίκου, στου οποίου τα Μήλα ανέλαβε executive producer.
Και συνέβη και με τον εξαιρετικό σκηνοθέτη από την Αυστραλία Γουόρικ Θόρντον, που μετά από ταινίες σαν την Γλυκιά Πατρίδα ή το Samson & Delilah έχει αναδειχθεί ως πολύ σημαντική φωνή του σινεμά των αβορίγινων, λέγοντας ιστορίες από την πλευρά των καταπιεσμένων πληθυσμών αυτοχθόνων της Αυστραλίας που σπανίως βρίσκουν φωνή στο σινεμά.
Η ταινία Το Νέο Αγόρι (The New Boy, στις αίθουσες τώρα από την One from the Heart) διαδραματίζεται στην Αυστραλία των ‘40s, όταν ένα 9χρονο ορφανό αγόρι φτάνει σε ένα απομακρυσμένο μοναστήρι μέσα στη νύχτα. Εκεί ο νεαρός αβορίγινας συναντά την αδερφή Αϊλίν και οι δυνάμεις που εμφανίζει θα απειλήσουν την ισορροπία ενός προσεκτικά ισορροπημένου κόσμου που εκείνη έχει χτίσει.
Ο Θόρντον μέσα από μια ταινία συμβολισμών και δίνοντας πνευματικές αναζητήσεις σε αυτή την ιστορία, εξερευνά την ιστορία καταπίεσης και βίαιης ενσωμάτωσης των αβορίγινων από την χριστιανική αποικιοκρατία. Μια πληγή που παραμένει ανοιχτή μέχρι και σήμερα – λίγες μόνο μέρες πριν συναντήσουμε τον Θόρντον στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τον Νοέμβριο (όπου και προβλήθηκε η ταινία του σε πανελλήνια πρεμιέρα), η Αυστραλία είχε δημοψήφισμα σχετικά με την νομική κατοχύρωση των αβορίγινων και την συμπερίληψή τους ως πληθυσμό με διοικητική εκπροσώπηση στο Σύνταγμα της χώρας – η εθνική ψήφος έβγαλε ένα αποκαρδιωτικό ποσοστό της τάξης του 60% για το «όχι».
Τα συζητήσαμε όλα αυτά με τον Θόρντον όταν τον συναντήσαμε στο καφέ του Ολύμπιον, τη μέρα της πρεμιέρας του φιλμ του. Από τις ιστορίες που δεν φτάνουν ποτέ στο mainstream του σινεμά μέχρι την εσωτερική σύγκρουση που ακόμα μαίνεται στην χώρα του, κι από την συνεργασία με την Κέιτ Μπλάνσετ μέχρι το Rabbit-Proof Fence με τον Κένεθ Μπράνα.
Θεματικά αντλείς από στοιχεία πολύ σημαντικά για σένα τα οποία συνήθως δεν έχουν φωνή στον mainstream κινηματογράφο. Είναι η προσέγγισή σου στον κινηματογράφο ίσως κι ένα εργαλείο για να μιλήσεις, για να βγάλεις προς τα έξω αυτές τις συγκεκριμένες ιστορίες;
Προέρχομαι από μια πολύ μικρή φυλή Αβοριγίνων στην έρημο της κεντρικής Αυστραλίας. Είχα την τύχη να μάθω πώς να γυρίζω ταινίες και να μπορώ να βρω χρήματα για να γυρίζω ταινίες και θεωρώ ότι είναι απίστευτα σημαντικό αν έχεις την ευκαιρία να δείξεις κάτι, να είναι από καρδιάς και να έχει φωνή. Θεωρώ σημαντικό να προσπαθήσω να δώσω φωνή στους άφωνους, που είναι ο λαός μου.
«Τα περισσότερα γουέστερν είναι ο Τζον Γουέιν στο κατώφλι και κοιτάζει έξω και είναι όλα άνομα και γεμάτα φόβο και κίνδυνο. Ενώ εμείς οι αυτόχθονες φτιάχνουμε ταινίες που είμαστε εμείς στην έρημο και κοιτάμε τον Τζον Γουέιν και λέμε: είναι τρομακτικός».
Ξέρεις, εμείς δεν έχουμε κάνει πολλές ταινίες. Έχουν γυριστεί ταινίες για εμάς, αλλά δεν έχουν γυριστεί πολλές ταινίες από εμάς. Ακριβώς. Είναι προνόμιο να μπορείς να κάνεις σινεμά, αλλά βρίσκω ότι δεν μπορώ να το σπαταλήσω κάνοντας ταινίες για το τίποτα. Καταλαβαίνεις τι εννοώ; Πρέπει να έχουν κάτι σημαντικό για μένα και για τους ανθρώπους μου.
Έχουμε μια προφορική ιστορία. Δεν έχουμε γραφή. Έχουμε εικόνες σε σπήλαια. Αλλά δεν έχουμε γραφή. Έτσι, μετά την προφορική ιστορία και την αφήγηση παραδοσιακών ιστοριών και της γλώσσας, ο κινηματογράφος ήταν το επόμενο βήμα για τους Αβορίγινες να αφηγηθούν ιστορίες, σαν ένας νέος τρόπος μετάδοσης ενός παλιού πολιτισμού. Κι έχουμε σπουδαίες ιστορίες. Οι αυτόχθονες σε όλο τον κόσμο έχουν καταπληκτικές ιστορίες που δεν έχουν ακουστεί.
Δεν είμαστε τόσο εξοικειωμένοι με τις αυστραλιανές ταινίες που ασχολούνται με Αβορίγινες ήρωες, υπάρχουν κάποιες που έχουν φτάσει ως εμάς, του Φίλιπ Νόις ας πούμε, το Rabbit-Proof Fence. Για να είμαι ειλικρινής δεν την έχω ξαναδεί πρόσφατα, την είχα δει πολύ μικρός, αλλά τη θυμάμαι πολύ καλή.
Είναι μια πολύ καλή ταινία.
Ο Φίλιπ Νόις ήταν πολύ προσεκτικός για να βεβαιωθεί ότι η προοπτική ήταν των τριών κοριτσιών. Ήταν οι δικές τους ιστορίες, όχι η ιστορία του αστυνομικού ή οι υποθέσεις των ντόπιων. Ήταν πολύ προσεκτικός ώστε η οπτική γωνία να είναι πάντα εκεί, πράγμα που είναι πραγματικά ενδιαφέρον, διότι πολλά αυστραλιανά κινηματογραφικά έργα από λευκούς σκηνοθέτες ήταν πάντα από τη δική τους οπτική γωνία. Σαν από μια βεράντα που κοιτάζει την έρημο και τους τρομακτικούς Αβορίγινες που βρίσκονται εκεί πέρα.
Το ίδιο και με τα γουέστερν. Ξέρεις, τα περισσότερα γουέστερν είναι ας πούμε ο Τζον Γουέιν στο κατώφλι και κοιτάζει έξω και είναι όλα άνομα και γεμάτα φόβο και κίνδυνο. Ενώ εμείς οι αυτόχθονες φτιάχνουμε ταινίες που είμαστε εμείς στην έρημο και κοιτάμε τον Τζον Γουέιν και λέμε, είναι τρομακτικός. Καταλαβαίνεις τι εννοώ; Τον κοιτάμε – αλλά από τη δική μας οπτική γωνία, αυτού του ανθρώπου που στέκεται στην πόρτα με το καουμπόικο καπέλο και το όπλο και το πόσο επικίνδυνος είναι για εμάς.
Έχεις αισθανθεί ότι το κοινό είναι δεκτικό σε αυτή την οπτική γωνία; Επειδή παραδοσιακά ο κινηματογράφος ήταν αφηγούμενος κατά βάση από την οπτική ενός λευκού άντρα ενός κάποιου προνομίου.
Ναι, ναι, απολύτως.
Πιστεύω πραγματικά ότι οι ταινίες των αυτόχθονων τα πηγαίνουν απίστευτα καλά σε όλο τον κόσμο. Όχι απαραίτητα στο box office γιατί ξέρεις, ανταγωνιζόμαστε την Barbie. Αλλά υπάρχει χώρος στον κινηματογράφο για αυτές τις μικρότερες ταινίες που κάνουμε, όσο και για τις μεγάλες. Η απόδραση είναι απόδραση, αλλά κι αυτή η μοναδική οπτική γωνία είναι απίστευτα δελεαστική, νομίζω, για τους θεατές να δουν επιτέλους από τα μάτια κάποιου που δεν μπορούν ποτέ να είναι μαζί του ή δεν έχουν δει ποτέ. Δεν μπορούν να έρθουν στην Κεντρική Αυστραλία ή στο 1945 και να ένα μικρό ορφανό παιδί. Αυτού του είδους οι προοπτικές νομίζω είναι αναζωογονητικές για τον κινηματογράφο. Ειδικά σε έναν κόσμο τώρα των multiverse και των ηρώων και… ξέρεις, αυτοί οι κόσμοι, είναι σπουδαίοι. Αλλά είναι σαν το φαγητό με έναν περίεργο τρόπο. Ξέρεις, έχεις τα McDonald’s. Και τα KFC. Και είναι τα ίδια, παντού.
Αλλά μετά έχεις ένα τοπικό μενού, που είναι στα ελληνικά. Δεν το καταλαβαίνω, αλλά είναι πολύ συναρπαστικό! Καταλαβαίνεις τι εννοώ; Θα υπάρχει καταπληκτικό φαγητό εκεί που δεν έχω δοκιμάσει πριν. Κι ο κινηματογράφος έτσι είναι. Αν το παρακάνεις με τα McDonald’s είναι κακό για σένα. Μια χωριάτικη σαλάτα όμως θα σου κάνει καλό – ακόμα κι αν δεν τρως συχνά. Αυτή η μορφή κινηματογράφου, ειδικά ο τοπικός κινηματογράφος, είναι πραγματικά καλός για σένα. Υγιεινός, για την ψυχή και για το μυαλό σου.
Και στην Αυστραλία ευτυχώς έχουμε δημιουργήσει μια κοινότητα αυτόχθονων κινηματογραφιστών. Κι είναι ένα πολύ μικρό ποσοστό του κόσμου που πηγαίνει και βλέπει τις ταινίες, αλλά αν κάνεις τις ταινίες σου για ένα μικρό ποσό χρημάτων, μπορείς να το κάνεις. Υπάρχει ένα κοινό εκεί στην Αυστραλία που, αν δουν ότι πρόκειται για μια ταινία αυτόχθονων από έναν αυτόχθονα σκηνοθέτη, θα πάνε να τη δουν. Και χρειάστηκε 20 χρόνια που κάνω ταινίες για να χτιστεί αυτό το κοινό.
Για το Νέο Αγόρι από πού προήλθε η ιστορία;
Είναι ελαφρώς προσωπική. Όταν ήμουν 12 ετών με έστειλε η μητέρα μου σε ένα οικοτροφείο στη μέση του πουθενά το οποίο διοικούσαν Ισπανοί Βενεδικτίνοι μοναχοί. Πριν από αυτό δεν είχα μπει ποτέ σε εκκλησία. Δεν είχα ασχοληθεί με τον Χριστιανισμό. Αλλά είχα την κουλτούρα μου και την πνευματικότητά μου ως Αβορίγινας.
Γιατί σε έστειλε εκεί;
Ποτέ δεν πήγα σχολείο. Περνούσα περισσότερο χρόνο στους δρόμους τη νύχτα. Ξέρεις τι εννοώ. Έπρεπε να το κάνει. Έπρεπε να με στείλει εκεί. Για να βρω κάποια σταθερότητα στη ζωή μου. Και ξαφνικά σε αυτό το σχολείο πηγαίνεις σε προσευχές δύο φορές την ημέρα και σε λειτουργία την Κυριακή. Και ξαφνικά μπήκα σε αυτή την εκκλησία για πρώτη φορά και είδα τον Ιησού πάνω στο σταυρό, σε φυσικό μέγεθος εκεί πάνω να βασανίζεται. Και φοβήθηκα πολύ, και ένιωσα πολύ μόνος. Πίστεψα ότι θα καώ στην κόλαση αν δεν προσευχηθώ.
Οπότε σκέφτηκα, τι θα συνέβαινε αν ένα μικρό παιδί Αβορίγινας που δεν έχει δει ποτέ τίποτα από όλα αυτά, βρισκόταν σε αυτή την κατάσταση. Τι θα έκανε;
Πώς συγκρούστηκε η πνευματικότητά σου με αυτό που διδάσκει ο Χριστιανισμός;
Όταν είσαι 12 χρονών, δέχεσαι αμέσως γιατί φοβάσαι τόσο πολύ. Όλα έχουν να κάνουν με το φόβο. Καταλαβαίνεις τι εννοώ; Είναι σαν ό,τι έκανα ήταν έργο του διαβόλου. Έτσι απορρίπτεις τα πάντα γύρω σου, πράγμα που συνέβη στους Αβορίγινες.
Εμείς προερχόμαστε από την Αυστραλία όπου υπάρχουν 400 διαφορετικές γλώσσες, γλώσσες των Αβοριγίνων. Πριν έρθουν οι Βρετανοί αποικιστές, αυτές οι 400 γλώσσες είχαν ποικίλες, ελαφρώς διαφορετικές πνευματικές συνδέσεις με τη γη. Και είχαν τους δικούς τους πολιτισμούς. Και είχαμε πολλαπλούς δημιουργούς, δεν ήταν ένας θεός. Υπήρχαν πολλοί θεοί. Σωστά; Έτσι, όταν ήρθαν οι Χριστιανοί, είπαμε: «Α, άλλος ένας Θεός». Ωραία. Μπορούν να ταιριάξουν. Αλλά οι Χριστιανοί έλεγαν, όχι, υπάρχει μόνο ένας. Όλοι οι θεοί σας είναι του διαβόλου, και αυτός είναι ο μόνος πραγματικός τρόπος.
«Είναι προνόμιο να μπορείς να κάνεις σινεμά, αλλά βρίσκω ότι δεν μπορώ να το σπαταλήσω κάνοντας ταινίες για το τίποτα».
Ταυτόχρονα γίνονταν πολλές σφαγές, πολλοί άνθρωποι πυροβολούνταν από καουμπόηδες βοσκούς. Προσπαθούσαν να σκοτώσουν όλους τους Αβορίγινες και να πάρουν τη γη τους. Αλλά την ίδια στιγμή οι Χριστιανοί έχτιζαν ιεραποστολές, κι εκεί ήταν το μόνο μέρος όπου δεν θα σε πυροβολούσαν. Οι καουμπόηδες δεν θα έρχονταν στην ιεραποστολή και θα πυροβολούσαν. Οπότε, όλοι μαζευτήκαμε εκεί. Ήταν σαν να ήσουν ασφαλής εκεί, αλλά στην πραγματικότητα έχασες τη γλώσσα σου, δεν σου επιτρεπόταν να μιλάς τη γλώσσα σου.
Αυτό συνέβη και σε μένα όταν πήγα στο οικοτροφείο των μοναχών. Έπρεπε να χάσω όλα αυτά τα άλλα πράγματα – ειδικά όταν είσαι 12 χρονών και είσαι αφελής, είναι πιο εύκολο. Προφανώς μεγαλώνοντας θύμωσα με τον Χριστιανισμό και αποφάσισα… «άντε γαμηθείτε», καταλαβαίνεις τι εννοώ; «Πώς τολμάς να το κάνεις αυτό;» Είναι μια συνθήκη στην οποία δεν συνυπάρχεις.
Παρολαυτά όταν γράφω προσπαθώ να μην τραβάω τη γραμμή στην άμμο και να λέω, καλό και κακό. Μου αρέσει ο κινηματογράφος όπου ως θεατής εσύ επιλέγεις και δε σου λέει ο σκηνοθέτης ή ο σεναριογράφος τι είναι σωστό και τι λάθος. Νομίζω ότι το κοινό είναι πολύ πιο έξυπνο από αυτό. Και ξέρεις, ο διάβολος είναι ο διάβολος. Αλλά υπάρχει κάποιος λόγος που ο διάβολος είναι εκεί, καταλαβαίνεις τι εννοώ;
Οπότε ναι, είναι κάτι πολύ προσωπικό που βγήκε από μέσα μου.
Η Κέιτ Μπλάνσετ πώς ήρθε στην ταινία; Αισθάνομαι ότι το κάνει συχνά αυτό, προσπαθώντας να βρει ταινίες στις οποίες είτε παίζει είτε βοηθά με κάποιο τρόπο, όπως το να είναι παραγωγός.
Πώς τη λένε αυτή την υπέροχη ταινία… Fingernails;
Ναι, ναι.
Είναι ένας εκπληκτικός σκηνοθέτης.
Η πρώτη του ταινία ήταν ελληνική και την ανέλαβε η Μπλάνσετ ως executive producer, ναι.
Ναι, είναι ενθουσιασμένη με τον κινηματογράφο.
Ξέρεις, είναι πολύ τυχερή που μπορεί να μεταπηδήσει από μια ταινία Marvel σε μια μικρή ταινία σαν τη δική μου, αλλά αγαπάει τον κινηματογράφο και αγαπάει την αφήγηση ιστοριών και είναι πολύ δυνατή και εξαιρετικά έξυπνη. Το σενάριό μου αρχικά δεν είχε καλόγρια, δεν είχε τον χαρακτήρα της. Στην πραγματικότητα επρόκειτο για έναν ιερέα. Καθόλου ενδιαφέρον! Και κατά τη διάρκεια του covid, η Κέιτ και εγώ μιλούσαμε και λέγαμε ότι πρέπει να κάνουμε μια ταινία μαζί.
Γνωριζόσασταν από πριν;
Όχι ακριβώς. Όχι πραγματικά. Μου τηλεφώνησε, πράγμα που ήταν πολύ ωραίο.
«Μου αρέσουν οι ταινίες αυτού του ανθρώπου. Ας έρθουμε σε επαφή».
Ναι, απολύτως. Και συζητούσαμε. Ξέρεις, για μένα το να γράψω μια ταινία είναι μια διαδικασία 3-4 ετών. Πρέπει να σου έρθει μια ιδέα σαν επιφοίτηση, μετά ένα πραγματικά απαίσιο πρώτο προσχέδιο, λίγο γράψιμο εδώ, λίγο εκεί. Είναι μια πολύ αργή διαδικασία για μένα. Κι έτσι αποφάσισα πως δεν θέλω πραγματικά να περάσω από τη διαδικασία να γράψω μια ταινία εξαρχής για την Κέιτ Μπλάνσετ. Γιατί θα περάσουν 4 χρόνια μέχρι να ψάξουμε καν να βρούμε τα χρήματα. Τότε συνειδητοποίησα ότι είχα αυτό το σενάριο.
Της το έστειλα, με τον ιερέα ακόμα μέσα και της είπα, διάβασε το, αλλά φαντάσου ότι είναι μια καλόγρια και δεν αλλάζουμε τις διαδικασίες. Κι έτσι άλλαξε κι η δυναμική της ταινίας γιατί ξαφνικά θα είχες μια καλόγρια να κάνει όλα όσα κάνει ο ιερέας, τα οποία δεν της επιτρέπονται κανονικά. Οι καλόγριες δεν επιτρέπεται να βαφτίζουν. Δεν της επιτρέπεται να κάνει τη λειτουργία. Οπότε κάθε φορά που κάνει κάτι, λέει «συγγνώμη Θεέ μου», καταλαβαίνεις τι εννοώ;
Προστίθεται άλλο ένα στρώμα ενδιαφέροντος.
Ναι. Της δίνει ένα επιπλέον υπαρξιακό άγχος. Παραβιάζει το νόμο κάθε μέρα με αυτό που κάνει.
Και πώς αντέδρασε;
Το διάβασε και το λάτρεψε. Οπότε ξαναγράψαμε όλη την ταινία. Και μετά και ήταν ενδιαφέρον γιατί είχα αυτή την ταινία, την είχα γράψει πριν από 18 χρόνια και απλά καθόταν εκεί. Καθόταν εκεί! Την έδωσα σε ανθρώπους. Αλλά τίποτα. Μόλις αλλάξαμε τον χαρακτήρα, από κάτι τετριμμένο έγινε ξαφνικά κάτι ενδιαφέρον. Σπίθες πετάνε.
Κι η συνεργασία σας; Διότι συχνά βλέπεις ηθοποιούς που προσπαθούν να πάρουν την ταινία πάνω τους κι η Μπλάνσετ δεν το κάνει αυτό εδώ, πράγμα τρελό γιατί είναι ένας από τους πιο διάσημους ανθρώπους στον πλανήτη.
Ήταν πολύ χαρούμενη και πολύ προσεκτική. Μου έλεγε, «η ταινία λέγεται Το Νέο Αγόρι. Δεν έχει να κάνει με τον χαρακτήρα μου. Ο χαρακτήρας μου είναι απλά ένα δοχείο που θα τον βοηθήσει να κινηθεί». Ήταν πολύ προσεκτική ώστε να μην κλέψει καμία σκηνή ή να μην βάλει περισσότερους διαλόγους για τον εαυτό της. Γιατί αν η ταινία κατέληγε να αφορά την αδερφή Αϊλίν που είναι ο χαρακτήρας της Μπλάνσετ, τότε θα την καταστρέφαμε, καταλαβαίνεις τι εννοώ; Θα καταστρέφαμε την προοπτική.
Αυτό που συζητούσαμε νωρίτερα.
Ναι, είναι η οπτική του. Δεν είναι η οπτική της. Και το καταλάβαινε αυτό. Ξέρεις, είναι μια απίστευτη, απίστευτη, αξιόπιστη ηθοποιός. Κάποιες μέρες ένιωθα ότι δεν ήμουν άξιος ως σκηνοθέτης, γιατί έγραψα αυτή την ταινία και την είχα τόσο καιρό στο μυαλό μου, και όταν έφτανε και μιλούσε εκείνη για μια σκηνή, το έκανε ίσως με κάποιο τρόπο που δεν είχα σκεφτεί ποτέ. Και λές… γιατί δεν το σκέφτηκα εγώ αυτό; «Είμαι απαίσιος σκηνοθέτης!».
Αλλά καταλαβαίνεις πως είναι εκεί για σε κάνει καλύτερο σκηνοθέτη και να κάνει πραγματικά την ταινία καλύτερη. Πάντα κρατώ το μυαλό μου ανοιχτό και απολαμβάνω αυτές τις συζητήσεις.
Θέλω να ρωτήσω και κάτι που ίσως δεν έχει να κάνει με την ταινία αυστηρά αλλά με ενδιαφέρει πολύ η οπτική σου. Έγινε πριν πολύ λίγες μέρες στην Αυστραλία το δημοψήφισμα για το κατά πόσο θα δοθούν πλήρη δικαιώματα στους αυτόχθονες. Ένιωσα πολύ μεγάλο θυμό με το αποτέλεσμα. Και ήθελα να ρωτήσω, ποια είναι η κατάσταση στη χώρα αυτή τη στιγμή; Ήταν αυτό αποτέλεσμα ενός τυπικού συντηρητισμού ή είναι κάτι ακόμα βαθύτερο και μη αναστρέψιμο;
Ξέρεις… «η Αυστραλία δεν είναι ρατσιστική χώρα». [ξαφνικά μοιάζει εξαιρετικά απογοητευμένος]
Όλοι θέλουμε να το πιστεύουμε αυτό για τις χώρες μας.
Ναι. Και όταν βάζεις κάτι σε ιδιωτική ψηφοφορία, τότε είναι που βλέπεις την πραγματική εικόνα μιας χώρας. Θέλω να πιστεύω ότι η Αυστραλία δεν είναι ρατσιστική. Θέλω να πιστεύω ότι η Αυστραλία είναι αναλφάβητη. Ξέρεις, ότι δεν ενδιαφέρονται και δεν θέλουν να μάθουν για εμάς. Δεν τους νοιάζει. Οπότε δεν μαθαίνουν. Και είναι η αφέλεια μέσω του αναλφαβητισμού.
Εγώ, ξέρεις, το αποκαλώ αυτό άλλη μια μέρα στην αποικία, επειδή αυτό είναι. Αισθάνομαι ότι ήταν κάτι σαν μια υποσυνείδητη σφαγή των αυτόχθονων πληθυσμών που συνηθίζουμε να βλέπουμε συμβαίνει. Θα μας πάρει χρόνια να συνέλθουμε από αυτό που μόλις συνέβη. Συνειδητοποιείς ότι μόνο το 40% της Αυστραλίας είπε ναι; Το 60% της Αυστραλίας είπε όχι. 60%. 60%. Είναι ένα πραγματικά σκοτεινό μέρος αυτή τη στιγμή. Και το πιο δύσκολο είναι ότι οι Αβορίγινες θα πρέπει να αναλάβουμε πάλι, όπως κάναμε πάντα, το ρόλο της διδασκαλίας. Ναι, και πάλι. Ναι, πάλι. Να προσπαθήσουμε να διδάξουμε στο 60% ποιοι είμαστε και πόσο σημαντικοί είμαστε για τη χώρα. Θα πρέπει να αναλάβουμε ξανά αυτόν τον ρόλο για αυτούς τους ανθρώπους που δεν διαβάζουν ή δεν ακούνε. Είναι ένα πολύ θλιβερό μέρος αυτή τη στιγμή.
Γυρνώντας πίσω στην αρχή της κουβέντας μας, που ανέφερες αυτή την κοινότητα και το κοινό που σχηματίζεται για αυτές τις ταινίες και τις ιστορίες. Πιστεύεις ότι ο κινηματογράφος είναι ένας από τους τρόπους εκπαίδευσης;
Οι τέχνες γενικότερα είναι ένα καλό χωνευτήρι για ιστορίες αυτόχθονων, ώστε να μπορέσουν να ακουστούν οι φωνές τους προς αυτό το 60% που ψήφισε εναντίον… που ψήφισε στο δημοψήφισμα ενάντια στην συμπερίληψή μας στο Σύνταγμα, στην αναγνώριση πως… ήμασταν όντως εδώ. [σταματάει για μια στιγμή.] Αυτό είναι όλο, αυτό θέλουμε στα αλήθεια. Και είπαν όχι. Οπότε ακόμα δεν είμαστε αναγνωρισμένοι.
Τώρα… όταν κάνουμε αυτές τις ταινίες, οποιαδήποτε ταινία στα αλήθεια, υπάρχουν δυο μέρη. Υπάρχει η εκπαίδευση κι υπάρχει η διασκέδαση. Θες οι άνθρωποι να νιώσουν πως διασκεδάζουν, χωρίς να συνειδητοποιούν ότι μαθαίνουν πράγματα. Ότι είναι πίσω στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο. Και ότι μαθαίνουν κάτι. Αυτή είναι η ελπίδα μας.
Το Νέο Αγόρι (The New Boy) κυκλοφορεί στα σινεμά από την One from the Heart. Η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε τον Νοέμβριο του ‘23 στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης.