Ο πολιτικός Μίκης Θεοδωράκης: Πάντα στο πλευρό των απλών ανθρώπων
Η ζωή του τεράστιου Μίκη Θεοδωράκη ήταν συνυφασμένη με την πολιτική δράση και τους αγώνες για ελευθερία και δημοκρατία.
- 02 Σεπτεμβρίου 2021 10:20
Αν το ένα μισό της ζωής του Μίκη Θοδωράκη το κατέλαβε η μουσική δημιουργία, το άλλο μισό έχει να κάνει με την πολιτική δράση και σκέψη. Κυρίως δράση γιατί ο Μίκης ήταν ένας άνθρωπος που δεν περιοριζόταν στη θεωρία και στα λόγια αλλά δρούσε, πολύ συχνά κόντρα σε όλα και σε όλους.
Η δράση του είχε πολύ μεγάλο προσωπικό κόστος, παραλίγο να του στοιχίσει την ίδια τη ζωή του αλλά οι συνθήκες κάτω από τις οποίες ζούσε και μεγαλουργούσε κάθε άλλο παρά ιδανικές ήταν. Ομως οι δυσκολίες φαίνεται ότι τον έθρεφαν, του χάριζαν καύσιμο δημιουργίας και έμπνευσης το οποίο εν τέλει οδήγησε σε έργα τα οποία θα μείνουν για πάντα χαραγμένα στις μνήμες, όχι μόνο των Ελλήνων.
Αντίσταση στην Κατοχή
Η πολιτική του δράση άρχισε πριν καν ενηλιωθεί σε έναν ιδιαίτερα ταραγμένο ιστορικό χρόνο όπως ήταν γερμοιταλική κατοχή στη χώρα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 40.
Στη μεγάλη διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς και βασανίζεται.
Διαφεύγει, όπως αναφέρει το ΑΠΕ-ΜΠΕ, στην Αθήνα, όπου το 1943 ξεκινάει μουσικές σπουδές στο Ωδείο Αθηνών και γνωρίζεται με την έντεχνη ευρωπαϊκή μουσική.Παράλληλα αναπτύσσει αντιστασιακή δράση. Εντάσσεται στην ΕΠΟΝ και το 1944 γίνεται γραμματέας εκπολιτισμού. Τον ίδιο χρόνο εντάσσεται στον εφεδρικό ΕΛΑΣ Αθηνών και λαμβάνει μέρος σε μάχες κατά των Γερμανών και των Ταγμάτων Ασφαλείας, καθώς και στα Δεκεμβριανά.
Λόγω των προοδευτικών του ιδεών, καταδιώκεται από τις αστυνομικές αρχές. Για ένα διάστημα ζει παράνομος στην Αθήνα χωρίς να σταματήσει την επαναστατική του δράση. Το 1947 εξορίζεται στην Ικαρία και ένα χρόνο αργότερα μεταφέρεται στη Μακρόνησο, από την οποία απολύεται τον Αύγουστο του 1949.
Εξαιτίας της πολιτικής του δράσης και των διώξεων που υπέστη καθυστέρησε να πάρει το δίπλωμά του από το Ωδείο στην αρμονία, την αντίστιξη και τη φούγκα, γεγονός που συνέβη το 1950.
Σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα
Πλούσια είναι η πολιτική του δράση και κατά την ταραγμένη δεκαετία του 60 καθώς και η αντίστασή του στη Χούντα των Συνταγματαρχών.
Γίνεται ιδρυτικό μέλος της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη, της οποίας διετέλεσε και πρόεδρος (1964-67), ενώ το 1963 συλλαμβάνεται επειδή έλαβε μέρος στην 1η Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης και ενώ ήταν ήδη γνωστός ως συνθέτης και μάλιστα με μεγάλη δημοτικότητα.
Το 1964 εκλέγεται για πρώτη φορά βουλευτής της ΕΔΑ στη Β’ εκλογική περιφέρεια Πειραιά και, ένα χρόνο αργότερα, μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής του ίδιου κόμματος.
Το 1967, η δικτατορία των συνταγματαρχών απαγορεύει την εκτέλεση, την πώληση και την ακρόαση των τραγουδιών του γεγονός όμως που τον καθιστά θρύλο εν ζωή αλλά και ιδιαίτερα δημοφιλή στη νεολαία. Το να τραγουδάς Θεοδωράκη κατά τη διάρκεια της Χούντας ήταν πράξη αντιστασιακή.
Την ίδια χρονιά (1967) γίνεται ιδρυτικό μέλος της αντιστασιακής οργάνωσης «Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο» (ΠΑΜ) και λόγω της δράσης του συλλαμβάνεται τον Αύγουστο του 1967. Ακολουθεί η φυλάκισή του στην οδό Μπουμπουλίνας, η απομόνωση, οι φυλακές Αβέρωφ, η μεγάλη απεργία πείνας, το νοσοκομείο, η αποφυλάκιση και ο κατ’ οίκον περιορισμός, η εκτόπιση με την οικογένειά του στη Ζάτουνα Αρκαδίας και, τέλος, το στρατόπεδο Ωρωπού. Όλο αυτό το διάστημα συνθέτει συνεχώς, ενώ πολλά από τα έργα του κατορθώνει με διάφορους τρόπους να τα στέλνει στο εξωτερικό, όπου ερμηνεύονται από τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη.
Στον Ωρωπό η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται επικίνδυνα. Στο εξωτερικό ξεσηκώνεται θύελλα διαμαρτυριών. Προσωπικότητες, όπως οι Ντμίτρι Σοστακόβιτς, Άρθουρ Μίλερ, Λόρενς Ολιβιέ και Ιβ Μοντάν, δημιουργούν επιτροπές για την απελευθέρωσή του. Τελικά, το 1970, υπό τις πιέσεις αυτές και με τη μεσολάβηση του Γάλλου πολιτικού και συγγραφέα Ζαν Ζακ Σρεβάν Σρεμπέρ, η δικτατορία τον αφήνει να φύγει στο Παρίσι. Στην εξέγερση του Πολυτεχνείου το 1973 οι μουσικές του γίνονται το ιδανικό σάουντρακ για το μεγάλο αγώνα των φοιτητών ο οποίος διακόπηκε από το αιματοκύλισμα της 17ης Νοεμβρίου.
Το ίδιο έτος γίνεται πρόεδρος του ΠΑΜ και μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕεσ. Από την απελευθέρωσή του και μέχρι την πτώση της δικτατορίας τον Αύγουστο του 1974, δίνει συναυλίες σε όλο τον κόσμο προπαγανδίζοντας την αντίσταση του ελληνικού λαού και ζητώντας την πτώση της δικτατορίας. Ταυτόχρονα, στην Ελλάδα τα τραγούδια του ακούγονται παράνομα και γίνεται σύμβολο αντίστασης.
Το 1972 ιδρύει την πολιτική κίνηση «Νέα Ελληνική Αριστερά» και γίνεται συνιδρυτής του Εθνικού υμβουλίου Αντίστασης. Το 1974 ήταν υποψήφιος βουλευτής Β΄ Πειραιά με την «Ενωμένη Αριστερά». Το 1975 επανεξελέγη μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΔΑ, ενώ το 1978 συμμετείχε στις δημοτικές εκλογές ως υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων υποστηριζόμενος από το ΚΚΕ. Έναν χρόνο αργότερα έγινε ιδρυτικό μέλος της Κίνησης για την Ενότητα της Αριστεράς (ΚΕΑ).
Το 1981 εξελέγη βουλευτής Β΄ Πειραιά με το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ και το 1985 βουλευτής Επικρατείας πάλι με το ΚΚΕ. Το 1987 υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Ελληνοτουρκικής Επιτροπής Φιλίας.
Στις 16 Οκτωβρίου 1989 συμπεριλήφθηκε στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας γεγονός που εξέπληξε τους πάντες. Εξελέγη στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου και επανεξελέγη στις εκλογές του Απριλίου του 1990. Και στις δύο περιπτώσεις κατέθεσε δήλωση ανεξαρτήτου βουλευτή, συνεργαζόμενου με τη ΝΔ. Όπως είχε δηλώσει στον Τύπο, στρατεύτηκε με τη ΝΔ «η οποία είναι η ισχυρή έπαλξη που μπορεί να βγάλει τον τόπο από τα εθνικά αδιέξοδα στα οποία οδηγήθηκε από την οκτάχρονη πολιτική του ΠΑΣΟΚ». Από τις 29 Νοεμβρίου 1989, έως τις εκλογές της 8ης Απριλίου 1990 υπήρξε ανεξάρτητος βουλευτής συνεργαζόμενος με τη Νέα Δημοκρατία.
Τον Απρίλιο του 1990 ανέλαβε για πρώτη φορά κυβερνητικό αξίωμα ως υπουργός Άνευ Χαρτοφυλακίου στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, μέχρι τον Αύγουστο του 1991, οπότε ανέλαβε υπουργός Επικρατείας. Στις 30 Μαρτίου 1992, παραιτήθηκε από το αξίωμα του υπουργού για να αφοσιωθεί, όπως ανέφερε, στο συνθετικό του έργο. Ταυτόχρονα, δήλωσε υποστήριξη στην κυβέρνηση Μητσοτάκη και συμμετοχή στις εργασίες της Βουλής ως ανεξάρτητος βουλευτής συνεργαζόμενος με τη ΝΔ.
Την 1η Δεκεμβρίου του 2010 ανακοίνωσε την ίδρυση Κίνησης Ανεξάρτητων Πολιτών με το όνομα «Σπίθα» ενάντια στο καθεστώς του «Μνημονίου», με στόχο τη συμμετοχή του κάθε ανεξάρτητου πολίτη για την έξοδο της χώρας από τη βαθιά κρίση, στην οποία την υποχρέωσαν η διεθνής κρίση του καπιταλισμού και οι εξαρτημένοι από διεθνή κέντρα εξέχοντες πολιτικοί και οικονομικοί κύκλοι. Την 1η Φεβρουαρίου 2012 μαζί με τον Μανώλη Γλέζο και τον καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Γιώργο Κασιμάτη παρουσίασαν την πολιτική κίνηση «ΕΛΑΔΑ» (Ενιαία Λαϊκή Δημοκρατική Αντίσταση) με σκοπό τη συγκρότηση ενός μεγάλου αντιμνημονιακού μετώπου.
Στις 19 Σεπτεμβρίου του 2013 ανακοίνωσε την «αποστρατεία» του από την πολιτική ζωή της χώρας, χωρίς ωστόσο να σταματήσει τις παρεμβάσεις ως το τέλος, όπως όταν τον Μάιο του 2017, μαζί με άλλους ανθρώπους του πνεύματος, καλούσε τον κόσμο να κατέβει στο Σύνταγμα για να διαμαρτυρηθεί «ενάντια στο πραξικοπηματικό και καταστροφικό 4ο μνημόνιο». Η τελευταία του παρουσία σε πολιτικό δρώμενο ήταν αυτή στο συλλαλητήριο εναντίον της Συμφωνίας των Πρεσπών στην Αθήνα στις 4 Φεβρουαρίου του 2018, κίνηση που δημιούργησε πολύ μεγάλες αντιδράσεις και πλήθος δημόσιων αντιπαράθεσεων.
Οι αγώνες του φυσικά ούτε να σβηστούν μπορούν ούτε να λοιδορηθούν. Ο Μίκης Θεοδωράκης βρέθηκε στην πολιτική πρωτοπορία, έδωσε μάχες με τεράστιο προσωπικό κόστος για την ελευθερία και την δημοκρατία, ενέπνευσε τον αντιδιδακτορικό αγώνα και εξελίχθηκε σε δημοκρατικό σύμβολο για τη χώρα. Η δε τέχνη του είχε διαχρονικά ένα έντονο πολιτικό άρωμα και αποτέλεσε πηγή αντίστασης και αγώνων στα πολύ δύσκολα χρόνια της μετεμφυλιακής Ελλάδας.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις