Μίλτος Σαχτούρης: Ο ποιητής που κέντησε τα όνειρα και τους εφιάλτες μιας χώρας

Μίλτος Σαχτούρης: Ο ποιητής που κέντησε τα όνειρα και τους εφιάλτες μιας χώρας
youtube

"Πρέπει και πάλι να ελέγξω τ’ αστέρια/ εγώ, κληρονόμος πουλιών, έστω και με σπασμένα φτερά να πετάω". Η διαχρονικότητα ενός από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς Έλληνες ποιητές, μέσα από πέντε ποιήματά του.

Σαν σήμερα έφυγε από τη ζωή στις 29 Μαρτίου του 2005, ένας από τους μεγαλύτερους ποιητές που έβγαλε ο τόπος μας.

“Τον ποιητή τίποτε δεν τον εγγίζει, ούτε ο χρόνος. Γιατί έχει μέσα του το παιδικό, το γεροντικό και το δαιμονικό συγχρόνως” έλεγε ο Μίλτος Σαχτούρης περιγράφοντας την ποίηση.

“Ο Μίλτος Σαχτούρης δεν είναι αυτού του κόσμου ή του άλλου. Είναι επισκέπτης. Μόνο η μάνα του γνωρίζει πως δεν επρόκειτο για γέννα αλλά για επίσκεψη”, έγραφε στις 11/1/2004 στον Ριζοσπάστη ο Γιώργος Κακουλίδης.

Ο ποιητής γεννήθηκε το 1919 στην Αθήνα και είχε καταγωγή από την Ύδρα, όντας δισέγγονος του ναυάρχου του 1821, Γιώργη Σαχτούρη.

Το 1937 ξεκίνησε να σπουδάζει στη Νομική Αθηνών, αλλά την άφησε το 1940 για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση με τον ΕΑΜ, ενώ η πρώτη του λογοτεχνική παρουσία έγινε το 1944, με τη δημοσίευση ποιημάτων του στο περιοδικό “Ελεύθερα Γράμματα”. Είχε προηγηθεί η συνάντηση με τον Νίκο Εγγονόπουλο ο οποίος καθόρισε τη δημιουργία του. Παρότι επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό, ανέπτυξε μια καθαρά προσωπική φωνή. Υπήρξε στενός φίλος του Εγγονόπουλου αλλά και του Ελύτη. Ύστερα από παρότρυνση του Ελύτη εμφανίστηκε άλλωστε το 1944 στο περιοδικό Τα Νέα Γράμματα.

Το 1945 εκδόθηκε η πρώτη του ποιητική συλλογή “Η λησμονημένη”. Η δεύτερη συλλογή με τίτλο “Παραλογαίς” δημοσιεύτηκε το 1948 και ακολούθησαν: “Με το πρόσωπο στον τοίχο” (1952), “Οταν σας μιλώ” (1956), “Τα φάσματα ή η χαρά στον άλλο δρόμο” (1958), “Ο περίπατος” (1960), “Τα στίγματα” (1962), “Σφραγίδα ή η Ογδοη σελήνη” (1964), “Το σκεύος” (1971), μια συγκεντρωτική έκδοση των ως το 1971 συλλογών του, “Ποιήματα 1945-1971” (1977), “Χρωμοτραύματα” (1980), “Εκτοπλάσματα” (1986), “Έκτοτε” (1996), “Φωνή από την άλλη ακρογιαλιά” (1997), “Ανάποδα γυρίσαν τα ρολόγια” (1998).

Το 1956 κέρδισε το πρώτο βραβείο σ’ ένα διεθνή διαγωνισμό νέων ποιητών που είχε διοργανώσει η Ιταλική Ραδιοφωνία (ΡΑΙ), το 1962 πήρε στην Ελλάδα το Β’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης, το 1987 κέρδισε το Α’ Κρατικό Βραβείο για το “Εκτοπλάσματα”. Το 2003 έλαβε το μεγάλο βραβείο λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του, ενώ μετέφρασε Μπρεχτ και Κάφκα, μεταξύ άλλων. Οι μελετητές του, κατέγραψαν πως μέσα από το έργο του αποτύπωσε τον απόηχο του άγχους μιας ολόκληρης εποχής, μιας χώρας που πάλευε να επαναπροσδιορίσει τον εαυτό της και να ξορκίσει τους εφιάλτες της.

Όπως σημειώνει ο συγγραφέας Ελπιδοφόρος Ιντζέμπελης, στην ποίηση του Σαχτούρη κυρίαρχα στοιχεία είναι οι αλληγορίες, οι μύθοι και τα αινιγματικά σύμβολα, ενώ η απαισιοδοξία, το αίσθημα της ιστορικής ήττας και τα σκληρά βιώματα της Κατοχής και του Εμφυλίου συνθέτουν τον κόσμο του ποιητή.

Έργα του έχουν μεταφραστεί στη γαλλική, αγγλική, ιταλική, γερμανική, πολωνική και βουλγαρική. Ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από τους Μάνο Χατζιδάκι, Αργύρη Κουνάδη, Γιάννη Σπανό, Κυριάκο Σφέτσα και Νίκο Ξυδάκη. Πέθανε στην Αθήνα, το 2005, στην περιοχή της πλατείας Αμερικής στην Κυψέλη, όπου και κατοικούσε δεκαετίες στην οδό Μηθύμνης 14, σ’ ένα μικρό δυάρι.

Παρακάτω παραθέτουμε πέντε ποιήματά του που αντηχούν μονάχα λίγο από το διαχρονικό λεκτικό μεγαλείο του Μίλτου Σαχτούρη.

Τα γαρίφαλα

Αὐτὰ τὰ αἱματώδη γαρίφαλα

ποῦ στολίζουν τὸ γραφεῖο μου

μοῦ θυμίζουν τὸ αἷμα ποὺ ἔβγαζα

στὰ νιάτα μου

ὅταν ἄλλοι πολεμοῦσαν

καὶ ἄλλοι γλένταγαν

στὴν καταραμένη χώρα.

Έζησα κοντά

μνήμη Γιώργου Μακρή

Έζησα κοντά στους ζωντανούς ανθρώπους

κι αγάπησα τους ζωντανούς ανθρώπους

όμως η καρδιά μου ήταν πιο κοντά

στους άγριους άρρωστους με τα φτερά

στους μεγάλους απεριόριστους τρελούς

κι ακόμα στους θαυμάσια πεθαμένους

Τ’ αδέρφια μου

Τ᾿ ἀδέρφια μου ποὺ χάθηκαν ἐδῶ κάτω στὸν κόσμο

εἶναι τ᾿ ἀστέρια ποὺ τώρα ἀνάβουν ἕνα ἕνα στὸν οὐρανό

καὶ νὰ ὁ μεγαλύτερος

μὲ μιὰ ἀνοιξιάτικη μαύρη γραβάτα

ποῦ χάθηκε μέσα σὲ σπηλιὲς θεόστραβες

καθὼς κυλοῦσε παίζοντας

πάνω σὲ ἀνεμῶνες κόκκινες

γλίστρησε

μέσ᾿ τοῦ θηρίου τ᾿ ἄγριου τὸ ματωμένο στόμα

ὕστερα ὁ ἄλλος μου ἀδερφὸς ποὺ κάηκε

πουλοῦσε κίτρινα βεγγαλικὰ

πουλοῦσε κι ἄναβε κίτρινα βεγγαλικὰ

– Ὅταν ἀνάβουμε – ἔλεγε – φωτιὰ

θὰ διώξουμε ἀπὸ τοὺς κήπους τὰ φαντάσματα

θὰ πάψουν νὰ μολύνουν τοὺς κήπους τὰ φαντάσματα

– Ὅταν ἀνάβουμε – ἔλεγε – κίτρινα βεγγαλικὰ

μιὰ μέρα θ᾿ ἀνάψει ὁ οὐρανὸς γαλάζιος

κι ὕστερα ὁ τρίτος ὁ πιὸ μικρὸς

ποὺ ἔλεγε πὼς εἶναι νυχτερίδα

γι᾿ αὐτὸ ἀγαποῦσε τὰ φεγγάρια

καὶ τὰ φεγγάρια μία νύχτα τὸν ἐζώσανε

κόλλησαν γύρω-γύρω καὶ τὸν ἔκλεισαν

κόλλησαν γύρω-γύρω καὶ τὸν ἔπνιξαν

τὸν ἕλιωσαν γύρω-γύρω τὰ φεγγάρια

Τ᾿ ἀδέρφια μου ποὺ χάθηκαν ἐδῶ κάτω στὸν κόσμο

εἶναι τ᾿ ἀστέρια ποὺ τώρα ἀνάβουν ἕνα ἕνα στὸν οὐρανό

Ιστορία

Ὅταν ἄνοιξε ἡ σκουριασμένη πόρτα σὰν αὐλαία

ἔτρεξε

ὅπως σάπιο καράβι σὲ κακὸ λιμάνι

πρόβαλε γελασμένο τὸ πρόσωπο τοῦ κοριτσιοῦ

μέσα στὸ ἄρωμα τῆς φωτιᾶς καὶ τοῦ καπνοῦ

ἡ φωνή της

σὰ σκοτεινὴ αἴθουσα κινηματογράφου

πρόβαλε γελασμένη

κι ἐγὼ

ἕνα πουκάμισο στὸν ἀέρα μέσα στὸ χαλασμὸ

κρεμασμένο

ἑτοιμαζόταν νὰ πετάξει

τὸ κορίτσι

ἕνα ζωντανὸ λουλούδι

ἕνα λουλούδι ἀναμμένο

ἕνα ὡραῖο τέρας

ἀνάποδα γυρισμένο τὸ στόμα

τὰ μάτια

τὰ φρύδια

ἕνα ὡραῖο τέρας

ποῦ χτυποῦσε

σὰ μαγικὸ ρολόι

τὸ βράδυ αὐτὸ τὸ μαγικό

τέλος προχώρησε

ἡ νύχτα

τὸ κορίτσι ἔσπασε μέσα στὸν καθρέφτη

ὕστερα

φάνηκαν πάλι

τεράστια

τὸ πρόσωπό μου

τὸ πρόσωπό της

παραμορφωμένα

ἄγρια ματωμένα

σὰν κινηματογράφος

Τα δώρα

Σήμερα φόρεσα ἕνα

ζεστὸ κόκκινο αἷμα

σήμερα οἱ ἄνθρωποι μ᾿ ἀγαποῦν

μιὰ γυναίκα μοῦ χαμογέλασε

ἕνα κορίτσι μοῦ χάρισε ἕνα κοχύλι

ἕνα παιδὶ μοῦ χάρισε ἕνα σφυρί

Σήμερα γονατίζω στὸ πεζοδρόμιο

καρφώνω πάνω στὶς πλάκες

τὰ γυμνὰ ποδάρια τῶν περαστικῶν

εἶναι ὅλοι τους δακρυσμένοι

ὅμως κανεὶς δὲν τρομάζει

ὅλοι μείναν στὶς θέσεις ποὺ πρόφτασα

εἶναι ὅλοι τους δακρυσμένοι

ὅμως κοιτάζουν τὶς οὐράνιες ρεκλάμες

καὶ μιὰ ζητιάνα ποὺ πουλάει τσουρέκια

στὸν οὐρανό

Δυὸ ἄνθρωποι ψιθυρίζουν

τί κάνει τὴν καρδιά μας καρφώνει;

ναὶ τὴν καρδιά μας καρφώνει

ὥστε λοιπὸν εἶναι ποιητής

Περισσότερα ποιήματα του Μίλτου Σαχτούρη μπορείτε να διαβάσετε εδώ.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα