Η χαμένη ευκαιρία του συναυλιακού τουρισμού. Γιατί δεν έχουμε το δικό μας Primavera

Η χαμένη ευκαιρία του συναυλιακού τουρισμού. Γιατί δεν έχουμε το δικό μας Primavera

Η επίπτωση της κρίσης στον συναυλιακό τουρισμό στην Ελλάδα και γιατί ενδέχεται να βλέπουμε σπανιότερα τα μεγάλα ονόματα της παγκόσμιας μουσικής σκηνής

Μεταξύ σφύρας και άκμονος έχει βρεθεί την τελευταία εξαετία λόγω της οικονομικής κρίσης και των capital controls ο συναυλιακός και πολιτισμικός τουρισμός στην Ελλάδα, με αποτέλεσμα να είναι πλέον ορατός ο κίνδυνος τα μεγάλα ονόματα της παγκόσμιας μουσικής σκηνής να τη βγάλουν σταδιακά από τον χάρτη των παγκόσμιων περιοδειών τους.

Την ίδια στιγμή, ο ανταγωνισμός στη γεωγραφική γειτονιά της Ελλάδας “τρέχει με χίλια”, καθώς οι παραγωγοί πολιτιστικών εκδηλώσεων υποστηρίζονται μεταξύ άλλων και από την πολιτεία, ενώ καλούνται να καταβάλουν πολύ χαμηλότερους φόρους, με αποτέλεσμα τα εισιτήρια των διάφορων εκδηλώσεων να είναι πολύ φθηνότερα κι άρα πιο ελκυστικά για το φιλοθέαμον κοινό. Ως αποτέλεσμα, ενώ μέχρι πριν από λίγα χρόνια οι μεγάλες συναυλίες στην Ελλάδα προσέλκυαν συναυλιακό τουρισμό από όλη τη νοτιοανατολική Ευρώπη, οι ροές τείνουν πλέον να αντιστραφούν και οι Έλληνες φιλόμουσοι ταξιδεύουν μέχρι τη Σόφια, τα Σκόπια ή το Βελιγράδι για να απολαύσουν ένα σημαντικό “live” με συγκριτικά φθηνότερο εισιτήριο.

Τα παραπάνω επισήμαναν μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και το Πρακτορείο 104,9 FM ο Γιώργος Μουστάκας, διευθυντής της εταιρείας ΛΑΒΡΥΣ ΕΠΕ, που μεταξύ άλλων έχει φέρει στην Ελλάδα τη Lady Gaga και το Cirque de Soleil και ο επιχειρηματίας Νίκος Στεφανίδης, ένας από τους μεγαλύτερους διοργανωτές πολιτιστικών εκδηλώσεων στη Θεσσαλονίκη.

“Εχει χαθεί η εμπιστοσύνη ακόμη και σε μακροχρόνιες συνεργασίες”

«Φοβάμαι πως θα βλέπουμε σπανιότερα τα μεγάλα ονόματα στην Ελλάδα. Θα είναι πολύ πιο προσεκτικές οι μετακλήσεις τους […] Ο κόσμος δεν γεμίζει εύκολα πλέον ένα Ολυμπιακό Στάδιο και δεν υπάρχουν εύκολα χορηγίες» σημειώνει ο κ.Μουστάκας και προσθέτει: «Πολλές φορές γνωστοί και φίλοι, όταν συζητάμε μεταξύ μας, μού λένε: “Μα δεν βλέπουν οι ξένοι καλλιτέχνες τι τραβάμε εδώ στην Ελλάδα, να έρθουν με λιγότερα χρήματα”; Αυτά δεν υπάρχουν. Οι καλλιτέχνες είναι επαγγελματίες και γρανάζια στις μηχανές μεγάλων εταιρειών, με τον δικό τους στρατηγικό σχεδιασμό. Όταν μια χώρα έχει όλα αυτά τα προβλήματα που έχει η Ελλάδα, αυτά μετακυλίονται και στη δική μας δουλειά. Υπάρχουν σχήματα με τα οποία δουλεύω 10 χρόνια και είχαμε φτάσει σε ένα τέτοιο σημείο εμπιστοσύνης, που θα μπορούσαν να έρθουν στην Ελλάδα χωρίς να εξοφληθούν. Αυτή τη στιγμή, ακόμη και τέτοια σχήματα, ζητούν προεξόφληση […] Στα δε πολύ μεγάλα σχήματα […] κανένα δεν μπορείς πλέον να το ξεκινήσεις, να το ανακοινώσεις στα μέσα ή να βγάλεις το πρώτο εισιτήριο χωρίς να έχεις προηγουμένως κάνει εξόφληση».

“Δεν μπορώ να φέρω στην Ελλάδα το ένα πόδι της Ζαχάροβα ούτε τους μισούς ακροβάτες του Cirque de Soleil!”

Οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων, η “εξαφάνιση” των χορηγικών ενεργειών, αλλά και γενικότερα η ελλιπής ρευστότητα, ήρθαν σαν κερασάκι στην τούρτα. “Προετοιμάζομαι για τα Χριστούγεννα και αντιμετωπίζω απίστευτα προβλήματα. Αιτούμαι 400.000 ευρώ και μου εγκρίνονται 50.000. Αν εισήγαγα αλκοόλ, καπνικά ή ρύζι και μου εγκρινόταν ένα μικρότερο ποσό, θα έπαιρνα τουλάχιστον ένα υποσύνολο των προϊόντων αυτών. Εγώ όμως δεν μπορώ να φέρω το ένα πόδι της Ζαχάροβα ή τους 50 από τους 100 ακροβάτες του Cirque de Soleil!” σημειώνει ο κ.Μουστάκας και προσθέτει ότι κάθε χρόνο γεννιούνται στην πολιτιστική αγορά της Ελλάδας 5-10 εταιρείες και κλείνουν άλλες τόσες. «Κάποιος που δεν ξέρει την αγορά από μέσα, όταν βλέπει 50000 θεατές στο ΟΑΚΑ στη Lady Gaga ή 120.000 στην “Alegria” ίσως είναι λογικό να σκεφτεί ότι ο διοργανωτής μπορεί να βγάλει 1 εκατ. σε ένα βράδυ. Δεν είναι έτσι όμως. Βγάζεις ένα μικρό υποσύνολο των εισπράξεων και το ρίσκο είναι 100% δικό σου. Σε αυτή τη δουλειά η επιτυχία είναι αποτέλεσμα συμψηφισμού. Μόνο στο τέλος του έτους μπορώ να πω αν μια χρονιά πήγε καλά» εξηγεί ο κ.Μουστάκας.

Εισιτήρια φορτωμένα με φόρους και ακριβή ενοικίαση χώρων

Κατά τον ίδιο, η βαλκανική γειτονιά της Ελλάδας κινείται γοργά στο πεδίο του συναυλιακού τουρισμού. “Η Τουρκία έχει προχωρήσει τρομαχτικά. Η Κωνσταντινούπολη έχει γίνει σημείο αναφοράς. Συναυλίες γίνονται στη Βουλγαρία ή τη Σερβία και αν δεν γίνουν εκεί θα γίνουν στη Σλοβενία ή την Κροατία, όπου είναι ευκολότερο να πάνε οι Σέρβοι ή οι Βούλγαροι. Εμείς είμαστε μια αγορά με πιο υψηλό κόστος διαμονής και μετακίνησης, καθώς και με ένα εισιτήριο φορτωμένο με φόρους. Επίσης, για να κάνει κάποιος ένα μεγάλο event σε έναν μεγάλο χώρο σε οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα, νοικιάζει τον χώρο έναντι ποσού που ανέρχεται στο 5% των ακαθάριστων εσόδων του, εδώ ξεκινάμε με 15%. Ο ΦΠΑ στις συναυλίες και θέατρα είναι από 3% έως 6,5% σε όλες τις διπλανές χώρες. Σε εμάς είναι 23%, ενώ υπάρχουν κι ένα σωρό άλλοι έμμεσοι φόροι” σημειώνει ο κ.Μουστάκας.

Το παράδειγμα της Ολλανδίας και η ευκαιρία για την Ελλάδα

Υπάρχει ελπίδα; Κατά τον κ.Μουστάκα, με τις σωστές κινήσεις, ναι. “Πέρα από τη γενικότερη σταθεροποίηση της χώρας, νομίζω πως το μοναδικό πράγμα που θα μπορούσε να ανατάξει λίγο τον πολιτισμικό τουρισμό στη Ελλάδα, θα ήταν η ταυτόχρονη ανάδειξη φυσικού περιβάλλοντος και η παροχή πολιτιστικού προϊόντος, μέσα σε ένα ενιαίο πακέτο διαμονής και περιήγησης. Το να έρθει κάποιος στην Ελλάδα μόνο για ένα σημαντικό event και να φύγει αμέσως μετά είναι αρκετά ακριβό. Επίσης, στη σωστή κατεύθυνση θα ήταν τα πολλά θεματικά φεστιβάλ. Πάρτε το παράδειγμα της Ολλανδίας. Δεν είχε παράδοση στον χώρο της μουσικής αλλά επένδυσε στον χορό και άλλες μορφές τέχνης. Τα Netherlands (σ.σ. αναφέρεται στο Netherlands Dance Theater) είναι σήμερα, μετά από 30 χρόνια, ένα προσοδοφόρο σχήμα. Οι Ολλανδοί εκμεταλλεύτηκαν τη γεωγραφική τους θέση και έστησαν μερικά τεράστια φεστιβάλ όπως το Lowlands Festival και το North Sea Jazz Festival, που πλέον μαζεύουν εκατοντάδες χιλιάδες άτομα” σημειώνει και προσθέτει ότι η μεγάλη ροή θεατών συνεπάγεται μικρότερο κόστος και πιο φθηνό εισιτήριο και για τους ντόπιους, ενώ αποφέρει έσοδα από φόρους στο κράτος και αρκετά μεγάλα έσοδα στους επιχειρηματίες και άρα και στους εργαζόμενους και τους καλλιτέχνες.

“Μια χώρα με το φυσικό περιβάλλον της Ελλάδας και ένα πεντάμηνο-εξάμηνο πλήρους ηλιοφάνειας, με τη θάλασσα και τα βουνά της, θα μπορούσε να οργανώνει τέτοια θεματικά events και να δημιουργήσει θεσμούς, με τη βοήθεια και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και κράτους όσον αφορά κυρίως τους διαθέσιμους χώρους, γιατί δεν πιστεύω στον κρατικοδίαιτο πολιτισμό” καταλήγει.

Όταν μέχρι και δύο στους δέκα θεατές ήταν ξένοι

Από την πλευρά του, ο κ.Στεφανίδης επισημαίνει ότι κάποτε η Θεσσαλονίκη προσέλκυε συναυλιακό τουρισμό από διάφορες χώρες. “Πριν το 2008 είχαμε προπώληση εισιτηρίων και αυτό μας έδινε τη δυνατότητα να ξέρουμε από πού έρχονται οι επισκέπτες μας. Είχαμε θεατές από την Κωνσταντινούπολη, τα Σκόπια, τη Σόφια και το Βελιγράδι. Σε κάθε συναυλία, το ποσοστό των ξένων ήταν γύρω στο 10%-15% και έφτανε ακόμη και στο 20% σε ιδιαίτερες περιπτώσεις […] Αυτό έχει πλέον αλλάξει και οι αιτίες είναι πολλές, με πρώτη και βασική ότι οι παραγωγοί στα Βαλκάνια θα έπρεπε να οργανωθούν κι αυτοί και οργανώθηκαν. Αλλά εκεί η πολιτεία και άλλοι φορείς στάθηκαν χορηγοί και υποστηρικτές για αυτούς. Η πολιτεία τους διέθεσε υποδομές και κατόρθωσαν με αυτόν τον τρόπο να έχουν συναυλίες με πολύ χαμηλά εισιτήρια […] Κάποτε φέρναμε τον ανθό των Βαλκανίων στη Θεσσαλονίκη. Δεν ήταν απλά τα τουριστικά γκρουπ, που έχουν τα καλά τους και τα κακά τους, ήταν το μέλλον των Βαλκανίων, νέοι από 18 μέχρι 25 και 30 ετών” σημειώνει.

Ο Manu Chao δείχνει τον δρόμο αλλά ο δρόμος είναι μακρύς

Έχουμε χάσει οριστικά την ευκαιρία να δημιουργήσουμε κάτι καλό σε αυτό το πεδίο; Όχι, αλλά ο δρόμος είναι δύσκολος, δεδομένου ότι και η πολιτεία δεν βοηθάει. “Πέρυσι με τον Manu Chao υπήρχε προσέλευση 35000 ατόμων, συν άλλα 5000 που μπήκαν στον χώρο με ντου. Είχαμε 2000 θεατές από Ισραήλ, 5000 από Βαλκάνια και 7000 από Αθήνα. Άρα σίγουρα υπάρχει η δυνατότητα και ο δρόμος. Ποια ήταν όμως η στάση της πολιτείας; Τραγική” επισημαίνει ο κ.Στεφανίδης και προσθέτει ότι η πολιτεία διαχρονικά επενδύει σε αυτό το κομμάτι κατά προτεραιότητα στο Λεκανοπέδιο. “Αν θα παρακολουθήσετε τις επιδοτήσεις, τις χορηγίες κτλ, στο Λεκανοπέδιο, ακόμη και τώρα, όπως αυτές εκδηλώνονται μέσω υποστήριξης από ιδρύματα ή ιδιώτες, θα δούμε ότι η ψαλίδα με την περιφέρεια είναι τεράστια”, σημειώνει.

Ο “κανιβαλισμός” της αγοράς νυχτερινής διασκέδασης

Πιέσεις δέχεται εξαιτίας της κρίσης -αλλά και της …αταξίας, όπως χαρακτηριστικά λέει ο κ.Στεφανίδης- και η αγορά της νυχτερινής ζωής της Θεσσαλονίκης. “Των έξι χρόνων της κρίσης έχουν προηγηθεί άλλα έξι τουλάχιστον συλλογικής αταξίας. […] Έχουν εξαφανιστεί τα μεγάλα κλαμπ και έχουν εμφανιστεί ένα σωρό μικρά. Κάθε μαγαζάκι που μπορεί να κρεμάσει δύο ηχεία και έναν μικρό ενισχυτή έχει μετατραπεί σε κλαμπ. Αυτό έχει καταστήσει τα μεγάλα κλαμπ μη βιώσιμα με αποτέλεσμα να μην υπάρχουν μεγάλες μετακλήσεις [καλλιτεχνών] στην πόλη. Τα δε μικρά επιβιώνουν με κανιβαλισμό. Το 90% στηρίζεται στην παράνομη λειτουργία η οποία έχει καταστρέψει οτιδήποτε οργανωμένο. Κανονικά υπάρχει άδεια για να μπορείς να παίζεις με ανοιχτή πόρτα, ώστε να μην ενοχλείς τους γύρω. Εδώ έχουμε δημιουργήσει καινούργια γενιά ακροατών, που ακούν ταυτόχρονα από δύο διαφορετικά ηχεία… Σίγουρα Θα δούμε κι άλλα λουκέτα σε μεγάλους πολιτιστικούς χώρους της Θεσσαλονίκης” καταλήγει ο κ.Στεφανίδης.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα