Μάρκος Χαϊδεμένος: Από τους “μέντορες” Queen στην απόλυτη λατρεία της τζαζ
Διαβάζεται σε 8'Ο κορυφαίος Έλληνας τζαζ μουσικός, Μάρκος Χαϊδεμένος, μιλά στο News24/7 μια ανάσα μετά την κυκλοφορία του νέου του άλμπουμ, με τίτλο “The Day After”.
- 20 Μαρτίου 2024 06:21
Ένας από τους κορυφαίους τζαζ μουσικούς της χώρας μας, ο Μάρκος Χαϊδεμένος, επέστρεψε με νέο άλμπουμ και τίτλο που παραπέμπει σε μια… επόμενη μέρα – “The Day After“. Πρόκειται για μια δισκογραφική δουλειά με 7 κομμάτια, τα οποία είναι προσωπικές συνθέσεις και κινούνται στο ύφος της μοντέρνας jazz μουσικής.
Η μουσική για τον Μάρκο είναι κυρίως “προσωπική έρευνα και μάχη με τον εσωτερικό σου κόσμο“, ενώ η δημιουργία είναι μια “συνύπαρξη με μουσικούς“. Τα τελευταία οκτώ χρόνια έχει δημιουργήσει το δικό του τζαζ τρίο, μαζί με τον Γρηγόρη Θεοδωρίδη στο μπάσο και τον Παναγιώτη Κωστόπουλο στα τύμπανα. Το ύφος τους είναι ένα κράμα μοντέρνας και παραδοσιακής τζαζ που δημιουργούν ωστόσο ένα προσωπικό, χαρακτηριστικό και σύγχρονο ήχο.
Μάρκος Χαϊδεμένος – Ένας καλλιτέχνης που διαρκώς εξελίσσεται
Ο Μάρκος Χαϊδεμένος έχει ένα βιογραφικό με αρκετές συνεργασίες και διακριτή δισκογραφική παρουσία: σπουδές σε κλασικό και τζαζ πιάνο, μεταπτυχιακές σπουδές πάνω στην τζαζ εκτέλεση με επιβλέποντα καθηγητή τον Γιώργο Κοντραφούρη, 12 χρόνια εμπειρίας σε ενορχηστρώσεις, συνθέσεις και με ζωντανές εμφανίσεις παίζοντας πιάνο σε τζαζ events, festivals και σκηνές της Ελλάδας και του εξωτερικού, 4 προσωπικούς δίσκους – Remains (2019), New Era (2020), Caravan (2021), The Day After (2024).
Και φυσικά δισκογραφικές συνεργασίες με καλλιτέχνες όπως: η Μαρίζα Ρίζου, ο Τάκης Πατερέλης, ο Γιώργος Κρομμύδας, ο Γιώργος Φακανάς, ο Mike Stern και πολλοί άλλοι.
Μια ανάσα μετά από την κυκλοφορία του νέου του άλμπουμ “The Day After” ο Μάρκος Χαϊδεμένος μας μιλά για τις μουσικές επιρροές του και την έννοια της “απώλειας“.
Αναφορικά με το πότε και πώς μπήκε το πιάνο στη ζωή του και πώς ακολούθησε η λατρεία για τη τζαζ, μας λέει: “Το πιάνο μπήκε για πρώτη φορά στην ζωή μου στην ηλικία των 10 ετών, αλλά μόνο για 6 μήνες. Ωστόσο θυμάμαι ότι στη συναυλία του ωδείου είχα διαλέξει να παίξω το “Entertainer” του Scott Joplin. Οπότε υποθέτω ότι από τότε υπήρχε κάτι που με τράβαγε προς την jazz για λόγους που δεν μπορώ να ανακαλέσω. Στην συνέχεια ξαναήρθα σε επαφή με το πιάνο γύρω στην ηλικία των 16 και τότε άκουσα για πρώτη φορά τον δίσκο “Alone” του Bill Evans. Κάπου εκεί ξεκίνησαν όλα.”
Ποιοι καλλιτέχνες υπήρξαν “φάροι” έμπνευσης για εκείνον και γιατί; “Εκτός λοιπόν του Bill Evans θα έλεγα ότι οι κύριες αρχικές επιρροές ήταν ο Oscar Peterson και ο McCoy Tyner. Κάποια χρόνια μετά βέβαια ακούγοντας τον Mulgrew Miller βρήκα τον αγαπημένο μου πιανίστα, όχι επειδή έκανε κάτι πρωτόγνωρο απο πλευράς πληροφορίας.
Αντιθέτως, είναι επηρεασμένος από όλους τους πιανίστες που προανέφερα. Όμως ο τρόπος με τον οποίο αρθρώνει τις μουσικές του φράσεις, το time του και οι επιλογές του ήταν ακριβώς αυτό που ήθελα να ακούω σε έναν μουσικό.”
Θεωρεί ότι οι μέντορες ή οι δάσκαλοι είναι σημαντικοί στην εξέλιξη της ακαδημαϊκής πορείας ενός μουσικού;
“Σίγουρα μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό κομμάτι της εξέλιξης ενός μουσικού κυρίως από πλευράς έμπνευσης. Από εκεί και πέρα νομίζω ότι ένα από τα σημαντικότερα σημεία της πορείας ενός μουσικού είναι να ανακαλύψει την προσωπική μουσική του ταυτότητα και να αποτυπώσει τον χαρακτήρα του αξιοποιώντας τις επιρροές του.
Καλώς ή κακώς εν τη γενέσει της η τζαζ μουσική ήταν βιωματική και όχι ακαδημαϊκή και αυτό πρέπει να υπάρχει πάντα στο μυαλό ενός δασκάλου. Σίγουρα μπορείς να διδαχτείς τεχνική οργάνου και κάποια εργαλεία αυτοσχεδιασμού. Ωστόσο, το να εκφραστείς μέσα από την μουσική είναι εσωτερική ανάγκη και βιωματική διαδικασία“.
Πέρα από τη τζαζ, ποιοι είναι οι δίσκοι ή οι καλλιτέχνες που θαυμάζει από τον χώρο της ποπ, της ροκ ή ακόμα και της ραπ μουσικής;
Το πρώτο αγαπημένο μου συγκρότημα από πολλή μικρή ηλικία ήταν οι Queen. Τους άκουγα ασταμάτητα στο δημοτικό. Ίσως είχε να κάνει με τον λυρικό χαρακτήρα του ήχου τους και την παράλληλη αγάπη μου για την κλασική μουσική την οποία σίγουρα οφείλω στον πατέρα μου. Αναμφισβήτητα η συμπάθειά μου στους Queen είχε να κάνει και με τον Freddie Mercury.
Αργότερα ένα από τα μεγαλύτερα κολλήματα της εφηβείας ήταν οι Toto. Αγαπημένο γκρουπ από τον χώρο της χιπ χοπ σίγουρα είναι οι Tribe called Quest οι οποίοι χρησιμοποιούσαν πολύ συχνά υπαρχόντα jazz standards ως πρώτο συνθετικό των κομματιών τους.
“The Day after” – Μία περιήγηση στην διαχείριση της απώλειας
Το “The Day after” αναφέρεται στη διαχείριση της απώλειας, στην στάση της… επόμενης ημέρας και στα στάδια που περνά κάποιος μέχρι να απεμπλακεί. Από την πρώτη ακρόαση αυτό μπορεί να γίνει αντιληπτό μόνο σε ένα απο τα κομμάτια του δίσκου, το “Denial“. Είναι φανερό στου μυημένους πως το συγκεκριμένο κομμάτι πραγματεύεται το πρώτο στάδιο της άρνησης από τα πέντε περίφημα στάδια του πένθους της Elisabeth Kübler-Ross.
Τα υπόλοιπα τέσσερα στάδια είναι λίγο πιο κρυμμένα μέσα στον δίσκο. Το μόνο κομμάτι εκτός του “Denial” που υπονοεί το στάδιο στο οποίο αναφέρεται είναι ίσως το “What if” ,το οποίο περιγράφει την χαρμολύπη του 3ου σταδίου της διαπραγμάτευσης. Το “From Within” αφορά το 2ο στάδιο του θυμού. Τα δύο τελευταία διαδοχικά στάδια του πένθους συνδέονται μουσικά, καθώς το “Voices” είναι η εισαγωγή του “The Day After” με παρόμοιο τρόπο που το στάδιο της κατάθλιψης είναι η εισαγωγή στην αποδοχή της νέας συνθήκης και κατ’ επέκταση στην επόμενη ημέρα.
Αναφορικά με το τι τον παρακίνησε σε αυτή τη φάση να δημιουργήσει ένα άλμπουμ για την απώλειακαι πώς “απεικονίζεται” μουσικά το “ταξίδι στην επόμενη ημέρα” μέσα στο “The Day After” μας είπε:
“Η απώλεια με κάποιον συγκεκριμένο ή περισσότερους τρόπους είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής. Στην περίπτωση μου αφορμή αποτέλεσε μία προσωπική εμπειρία, αλλά κινητήριος δύναμη αποτέλεσε η θέληση για εξέλιξη. Μουσικά θα έλεγα ότι υπάρχει συναισθηματικός συσχετισμός στα κομμάτια που περιγράφουν το εκάστοτε στάδιο του πένθους o οποίος προέκυψε ψυχοκινητικά.
Το σημείο που θέλω να εστιάσω όμως είναι η αποδοχή που περιγράφεται στο ομώνυμο κομμάτι του δίσκου και είναι ένα στάδιο συνυφασμένο με την ηρεμία. Η αποδοχή νομίζω είναι το κλειδί της εσωτερικής γαλήνης είτε μιλάμε για αποδοχή μίας κατάστασης είτε μιλάμε για αποδοχή του ίδιου του εαυτού μας οπότε και των άλλων.”
Στον δίσκο συμπεριλαμβάνονται και δύο παλαιότερες συνθέσεις, τα “Remains” και “Lost”, διασκευασμένες για να ταιριάζουν στο ύφος του “The Day After”. Σύμφωνα με το συνθέτη, υπάρχει και νοηματική σύνδεση:
“Οι αναμνήσεις είναι ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια που σε κρατάνε δέσμιο του παρελθόντος και δυσκολεύουν την διαδικασία συναισθηματικής επούλωσης. Οπότε το “Remains” που περιγράφει αυτές τις αναμνήσεις είναι αναπόσπαστο κομμάτι της διαδικασίας. Από την άλλη, το “Lost” περιγράφει το χάος και το χάσιμο που μπορεί να νιώθει κάποιος προσπαθώντας να προσαρμοστεί στην νέα συνθήκη“.
Όσο για το ποιο κομμάτι από το άλμπουμ θεωρεί ως το πιο “προσωπικό” του και γιατί. “Όλα τα κομμάτια είναι προσωπικά στον συγκεκριμένο δίσκο. Αυτό που ίσως θα ξεχώριζα είναι το “The Day After” για τον λόγο που προανέφερα, δηλαδή επειδή συνδέεται με την αποδοχή. Εκτός αυτού, το θέμα του γεννήθηκε κατά την διαδικασία αυτοσχεδιασμού πάνω στην αρμονία, πράγμα που το καθιστά ακόμα πιο πηγαίο.“