Παύλος Παυλίδης & Hotel Alaska: Τους είδαμε στην Τεχνόπολη και ταξιδέψαμε στον χωροχρόνο
Ο Παύλος Παυλίδης ξεσήκωσε και συγκίνησε ταυτόχρονα την Τεχνόπολη, παρέα με τους Hotel Alaska, "βομβαρδίζοντάς" μας με δεκάδες μελωδίες και συναισθήματα. Όσα ζήσαμε στην πρώτη τους συναυλία για την φετινή σεζόν.
- 11 Σεπτεμβρίου 2022 08:09
Σε όσες συναυλίες του Παύλου Παυλίδη κι αν έχεις παρευρεθεί, ο ενθουσιασμός πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το live είναι πάντα ο ίδιος. Κι ας ξέρεις την setlist απ’ έξω, κι ας γνωρίζεις πάνω – κάτω το τι θα συμβεί, χώρος για εκπλήξεις υπάρχει. Βρίσκει τον τρόπο να σε αιφνιδιάσει για άλλη μια φορά και να σου χαρίσει κάτι που δεν περίμενες, όπως συνέβη και το βράδυ της Τετάρτης (07/09) στην Τεχνόπολη. Η προηγούμενη συναυλία του ήταν στο καταπληκτικό Release Festival 2022, όπου εμφανίστηκε την ίδια μέρα με τον Γιάννη Αγγελάκα. Αυτή θα ήταν η πρώτη του για τη φετινή συναυλιακή, εκείνη που σηματοδοτεί και επίσημα το τέλος του καλοκαιριού και την έναρξη του φθινοπώρου.
Ξεκινώντας με τρία τραγούδια από τον τελευταίο του δίσκο με τίτλο «Το Μαύρο Κουτί», ο Παύλος Παυλίδης έστρωσε το χαλί, ώστε να πατήσει πάνω τόσο ο ίδιος μαζί με την μπάντα του, τους Hotel Alaska, όσο και ο κόσμος που γέμισε την Τεχνόπολη. Τα «Τώρα που χάνεται το φως», «Άννα» και «Το παιδί με το πατίνι», έδωσαν τη σκυτάλη στα πιο δυναμικά τραγούδια του, ζεσταίνοντας ακόμη περισσότερο τον κόσμο και κλιμακώνοντας την ένταση. Τα πρώτα χοροπηδητά δεν άργησαν να έρθουν, με το «Όσο μικραίνω» και τη «Μαίρη» να έχουν δημιουργήσει πια την κατάλληλη ατμόσφαιρα για ένα ταξίδι στην εποχή των Ξύλινων Σπαθιών, που πάντα μάς ξεσηκώνει και ταυτόχρονα μάς συγκινεί.
Πρώτα με την μαγική «Ατλαντίς», με την οποία αισθάνεσαι να ταξιδεύεις σε φωτεινούς γαλάζιους βυθούς, έπειτα με την «Φωτιά στο λιμάνι», που τα βάφει όλα κόκκινα, φέρνοντας στο μυαλό εικόνες από την αγαπημένη Θεσσαλονίκη, και στη συνέχεια με την μουσική προσευχή «Μόνο αυτό», ο Παύλος Παυλίδης κατάφερε να ενώσει όλους τους μουσικόφιλους της Τεχνόπολης και να τους κάνει μια μεγάλη αγκαλιά. Για να έρθει μετά να τους ανεβάσει στον αέρα και να τους στροβιλίσει σε ξέφρενους ρυθμούς με τις τρελές «Ρόδες», τον κλασικό «Βασιλιά της σκόνης», αλλά και την δυνατή «Τελευταία φορά», λίγο προτού επιστρέψουμε σε πιο ήπιους ρυθμούς για λίγο.
Ακολούθησε ένα παιχνίδισμα ανάμεσα στα σόλο κομμάτια του όπως «Το φάντασμα της Εθνικής οδού», το «Άσε με εδώ» και τον «Μόχα» και στα τραγούδια από την εποχή των Σπαθιών όπως το «Πάρε με μαζί σου», τη «Ρίτα» και τον «Βράχο», με τις εύστοχες εναλλαγές να μας «βομβαρδίζουν» με πολλά και διαφορετικά συναισθήματα ταυτόχρονα, και τελικά να μας εκστασιάζουν. Αλλά η επιτυχία της βραδιάς δεν ήρθε μονάχα από τις επιλογές των τραγουδιών, τη σειρά τους και την εκτέλεσή τους, κυρίως εξασφαλίστηκε από την δική του διάθεση και όρεξη πάνω στη σκηνή, από την απόλυτη συναισθηματική σύνδεση που κατάφερε να δημιουργήσει με όσους βρίσκονταν από κάτω.
Σε αυτό το σημείο της βραδιάς κι έπειτα, ήταν λες και μπήκαμε σε μια άλλη διάσταση, με τα δύο encores που επέλεξε να κάνει. Στο πρώτο, ακούσαμε την «Σπασμένη πολυθρόνα», ταξιδεύοντας μέχρι την Ισπανία, τον «Κηπουρό», με τον οποίο συγκίνησε βαθύτατα, το «Δεν υπάρχεις», που αφιέρωσε στον Φώτη Σιώτα καθώς – όπως μας είπε – είναι το αγαπημένο του, και με τον «Βροχοποιό», ένα τραγούδι που είχαμε αρκετό καιρό να ακούσουμε live. Κι εκεί που σκεφτόσουν πως η βραδιά έφτασε στο τέλος της, αλλά πως θα ήθελες λίγο ακόμα – κι αν γινόταν, μέχρι το πρωί – επανήλθε για ένα δυναμικό κλείσιμο, που σε έκανε ήδη να αναρωτιέσαι πότε θα είναι η επόμενη συναυλία του.
Κάπως έτσι, ο Παύλος Παυλίδης επέστρεψε με την αγαπημένη και ερωτική «Λευκή καταιγίδα», κάνοντας πράξη τον στίχο «χορεύοντας μου ‘δειξες μέσα σε πέντε λεπτά, τι θα πει πουθενά και πώς χάνεται ο χρόνος», με το ξεσηκωτικό τρίπτυχο των Ξύλινων Σπαθιών «Λιωμένο Παγωτό», «Ρομπότ» και «Ό,τι θες εσύ», ενώ μας καληνύχτισε με το δικό του αγαπημένο, το «Περιμένω», ένα τραγούδι με το οποίο συνηθίζει είτε να ανοίγει (σε παλαιότερες εμφανίσεις) είτε να κλείνει – πια – τις συναυλίες του. Χαμογελαστός, με μάτια γεμάτα ευγνωμοσύνη για αυτή την βραδιά – και για όλες τις βραδιές – υποκλίθηκε μπροστά σε όλους εμάς, που τον χορτάσαμε (ή μήπως όχι;) για περίπου 2,5 ώρες.
Απόλυτα απελευθερωμένος, σίγουρος για τον εαυτό του, γεμάτος αυτοπεποίθηση, αλλά έχοντας πάντοτε την ντροπαλότητα και την ταπεινότητα που τον διακρίνει, εκείνη που τον κάνει να μοιάζει με μικρό παιδί, ο Παύλος Παυλίδης μας παρέσυρε στον μαγικό του κόσμο, που είναι γεμάτος με πολύχρωμα λουλούδια, διαμαντένιους ουρανούς, απέραντες θάλασσες και άστρα που γυαλίζουνε. Το δέσιμό του, δε, με τους Hotel Alaska φάνηκε να είναι πολύ ισχυρό, αφού η χημεία τους ήταν έκδηλη πάνω στη σκηνή, όπως και στις ενορχηστρώσεις και εκτελέσεις των τραγουδιών, αποδεικνύοντας έτσι πως το στοίχημα με την καινούργια του μπάντα – κάτι που ίσως φοβόμασταν στην αρχή – κερδήθηκε.
Κλείνοντας, κρατάω αυτό που μας είπε λίγο πριν το τέλος της συναυλίας, μία από τις ελάχιστες στιγμές που μας μίλησε από σκηνής. Διέκοψε για λίγο και με ντροπαλό χαμόγελο, μας ανέφερε ότι ήθελε να μοιραστεί μαζί μας μια σκέψη που έκανε εκείνη τη μέρα, νωρίτερα, τονίζοντας πως πιστεύει ότι είναι «βλακεία», αλλά θα ήθελε πραγματικά να μας το πει. «Σκεφτόμουν πως ο χρόνος περνάει και αφήνει τα σημάδια του, αλλά τα τραγούδια ταξιδεύουν μέσα σε έναν χωροχρόνο. Σκεφτόμουν ότι θα είναι όλοι αυτοί οι άνθρωποι εδώ, αλλά τα τραγούδια θα είναι ακόμη σε μια άλλη διάσταση, κι έτσι θα μπορούμε κι εμείς να επισκεπτόμαστε μια άλλη χρονικότητα», είπε, και ξέσπασαν όλοι σε χειροκροτήματα, γιατί όχι μόνο δεν ήταν «βλακεία», αλλά ισχύει στα αλήθεια.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις