Αλέκος Φασιανός: Ο βαθιά ανθρωποκεντρικός ζωγράφος που γέμισε τα σπίτια των Ελλήνων με χρώμα
Τα έργα του σφράγισαν μία ολόκληρη εποχή, μπήκαν στα σπίτια των νεοελλήνων και τα γέμισαν με πλήθος χρωμάτων.
- 17 Ιανουαρίου 2022 06:35
Ήταν αναμφίβολα ένας από τους εμβληματικότερους Έλληνες ζωγράφους του 20ου αιώνα, ένας από τους τελευταίους μεγάλους. Γι αυτό και η Ελλάδα “απογυμνώνεται” από τον θάνατό του Αλέκου Φασιανού. Τα έργα του σφράγισαν μία ολόκληρη εποχή, μπήκαν στα σπίτια των νεοελλήνων και τα γέμισαν με πλήθος χρωμάτων. Γιατί αν κάτι ήξερε καλά ο μεγάλος ζωγράφος, αυτό ήταν το πως να αναμειγνύει και να δημιουργεί χρώματα.
Η βαθιά ανθρωποκεντρική του προσέγγιση και η ξεκάθαρη ελληνικότητα της τέχνης του του χάρισαν διεθνή λάμψη και αναγνώριση. “Εκφράζω τον άνθρωπο του σήμερα, ο οποίος φέρει τη μνήμη όλων όσων προηγήθηκαν”, έλεγε χαρακτηριστικά ο ίδιος σκιαγραφώντας εξαιρετικά γλαφυρά το προσωπικό του ιδίωμα.
Ηταν βαθύς γνώστης της αρχαίας ελληνικής Τέχνης, γι αυτό και στα έργα του παντρεύει την ελληνική μυθολογία με το σύγχρονο μένοντας πάντα σταθερός στον άνθρωπο. Στις μορφές του αναγνωρίζεις τα κυκλαδικά ειδώλια, τα αρχαία ελληνικά αγγεία, ακόμη και βυζαντινές εικόνες.
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του διαμορφώθηκαν βαθμιαία στη διάρκεια της διαμονής του στο Παρίσι, όπου είχε την ευκαιρία να εξοικειωθεί, μεταξύ άλλων, με τις μοντέρνες τάσεις της δεκαετίας του 1960. Ωστόσο, σε αντίθεση με άλλους Έλληνες καλλιτέχνες της γενιάς του, δεν συντάχθηκε εμφανώς με τα ευρωπαϊκά πρωτοποριακά ρεύματα της εποχής που πρότασσαν την αφαιρετικότητα και την αφηρημένη ζωγραφική. “Επέμενε στα ανθρωποκεντρικά ζητήματα, όταν όλοι οι Έλληνες καλλιτέχνες της εποχής, όπως ο Τσόκλης και ο Κεσσανλής, ενστερνιζόντουσαν το πνεύμα της μοντέρνας ευρωπαϊκής ζωγραφικής και της αφαιρετικότητας. Αυτό είναι ίσως και η δική του τομή στην ελληνική ζωγραφική. Το γεγονός πως επέμεινε στο εικονογραφικό του ανθρώπου, που σήμερα ίσως χαρακτηρίζαμε και λίγο ποπ” αναφέρει στο NEWS 24/7 η κριτικός Τέχνης Μαρία Μαραγκού.
Τρία ήταν τα βασικά του θέματα τα οποία και έμειναν αναλλοίωτα στη διάρκεια της πορείας του: ο άνθρωπος, η φύση και το περιβάλλον.
Η ανθρώπινη φιγούρα είναι πάντα κυρίαρχη. Αρχικά αποδίδεται με μια ηθελημένη απλοϊκότητα, αλλά με τον καιρό εξελίσσεται και αποκτά μια κυρίαρχη παρουσία στον χώρο. Σχεδιάζεται σχηματοποιημένα, με λιτά και καθαρά περιγράμματα, σε συνθέσεις επίπεδες με ελάχιστη φωτοσκίαση. Συχνά το χρώμα απλώνεται έντονο και ενιαίο σε όλη την επιφάνεια της μορφής, δίνοντας μια εντυπωσιακή μνημειακότητα στην εικόνα, η οποία λειτουργεί κυρίως ποιητικά και όχι ρεαλιστικά.
«Οι φιγούρες του είναι ως επί το πλείστον αέρινες, με ανεμίζοντα μαλλιά. Σαν ένα ελαφρύ αεράκι να τις “χτυπά”» μας εξηγεί η Μαρία Μαραγκού..
Η τέχνη του Αλέκου Φασιανού είναι ταυτόχρονα λαϊκή και υψηλή. Τα μοτίβα που κατά καιρούς εμφανίζονται στη ζωγραφική του, τόσο τα καθαρα ανθρωποκεντρικά (ποδηλάτες, καπνιστές, ερωτικά ζευγάρια, κ.ά) όσο και εκείνα που περιγράφουν αντικείμενα ή χώρους, προέρχονται καταρχήν από μια οικεία καθημερινότητα, η οποία όμως παίρνει μια μυθική διάσταση, ιδίως όταν υπάρχουν και άμεσες αναφορές σε πρόσωπα της ελληνικής μυθολογίας.
Λάτρης των βυζαντινών εικόνων, των αρχαίων και των κυκλαδίτικων ειδωλίων
“Από πολύ μικρός και εξαιτίας του παππού μου, τριγύρναγα στις μισοσκότεινες μεταβυζαντινές εκκλησίες… Πιο πολύ όμως και από το θρησκευτικό μέρος με είλκυαν οι εικόνες οι βυζαντινές η οι λαϊκές. Μου έκαναν εντύπωση οι άγιοι καβαλάρηδες με τα φωτοστέφανα και τα σπαθιά τους που έβγαζαν φλόγες και σκότωναν θηρία. Τα ξερά βυζαντινά βουνά στο βάθος, τα περίεργα δέντρα και τα φυτά και οι χρυσοί ουρανοί. Προσπαθούσα να αντιγράψω τις εικόνες. Όμως ήθελα να κάνω και δικές μου, να εκφράσω και τον δικό μου κόσμο, όπως κι όλας είχε διαπλαστεί από όλα όσα έβλεπα.
Η μητέρα μου ήταν φιλόλογος και είχε μανία με τον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Αυτή με πήγαινε συγχρόνως στα Μουσεία η την Ακρόπολη και παντού όπου μπορούσε να συναντήσει αρχαία πράγματα. Μου άρεσαν πολύ τα εικονογραφημένα αρχαία βάζα, ιδίως οι λευκές λήκυθοι, που εικόνιζαν νεκρικές παραστάσεις. Πιο πολύ όμως με συγκινούσαν τα κυκλαδικά ειδώλια με στυλιζαρισμένα χέρια, τα μονοκόμματα σώματα που μοιάζανε με παιχνίδια” διαβάζουμε στο προσωπικό του site πως αναφέρει ο ίδιος ο Αλέκος Φασιανός “αποκρυπτογραφώντας” τις καταβολές του.
«Οταν δεν ζωγραφίζω είμαι δυστυχής» είχε δηλώσει σε παλαιότερη συνέντευξή του ο μεγάλος ζωγράφος, φράση που είναι ενδεικτική για το πόσο ζωογόνα ήταν γι αυτόν η Τέχνη του.
Ο Μόραλης…
Το 1953 εισάγεται στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας στο εργαστήριο του καθηγητή Γιάννη Μόραλη. Στη διάρκεια της ίδιας περιόδου, παρακολουθεί το εργαστήριο του ζωγράφου Γιάννη Τσαρούχη, του οποίου το πνεύµα λειτουργεί καταλυτικά για εκείνο του νεαρού ζωγράφου και κινητοποιεί το µελλοντικό του έργο.
Ο ίδιος θεωρεί ότι ο Μόραλης είχε τη μεγίστη επιρροή επάνω του τόσο ως δάσκαλος, καλλιτέχνης, όσο και ως άνθρωπος. «Απ’ αυτόν μάθαμε να συγκρίνουμε και τα πράγματα, να βλέπουμε τις επιδράσεις του σκότους επί του φωτός και τανάπαλιν καθώς και τις αλλοιώσεις των σχημάτων και των αντικειμένων εξαιτίας του φωτός. Όμως πάντα σκεφτόμουνα τους Αγίους με τα φωτοστέφανα, τα κοντάρια τους, τα σπαθιά τους, τις πολυποίκιλες στολές τους και τα κόκκινα ή άσπρα άλογα που πηδούσαν πάνω από φλεγόμενους δράκοντες. Μου άρεσε επίσης η γιαπωνέζικη τέχνη και η ινδική ζωγραφική-ταντρική. Όμως δεν είχα τη μυστικοπάθεια. Άρχισα να ζωγραφίζω πάλι ανθρώπους με στολή και παράσημα μέσα σε κήπους. Δεν είχαν καμιά κίνηση, ήταν ανέκφραστοι και κρατάγανε λουλούδια. Αργότερα οι μικρές αυτές φιγούρες των ανθρώπων με τις στολές που έκανα άρχισαν να διαλύονται, να γίνονται τα όντα τα χρωματιστά με τα λουλούδια γύρω-γύρω, άλλοτε καλά, άλλοτε τρομερά. Και τώρα αυτά πού ζωγραφίζω κρατούν φλεγόμενα σπαθιά, όπως οι βυζαντινοί Άγιοι. Είναι όμως πλάσματα απόκοσμα, της δικιάς μου φαντασίας, όπως προήλθαν μέσα από τις σκοτεινές εκκλησίες. Μου αρέσει η κόκκινη μάζα ή η μπλε, όχι όμως αφηρημένη. Τo χρώμα πρέπει πάντα να έχει μια σημασία», διαβάζουμε στο προσωπικό του site.
«Τι μας παρουσιάζει ο Φασιανός», αναρωτιέται ο Michel Faucher. «Άνδρες, γυναίκες, συχνά με προφίλ, μαλλιά που τα παίρνει ο άνεμος, αέρινα και ιερατικά, άλογα, τοπία, τη θάλασσα, το φως, τους λόφους, δωμάτια, παράθυρα ανοιχτά, τον ουρανό… φευγαλέες στιγμές της ομορφιάς. Η ομορφιά είναι οι αποδείξεις της αγάπης…».
Το ατελιέ της Καλλιθέας και οι ποδηλάτες…
Mε την επιστροφή του στην Αθήνα από το Παρίσι το 1963 μαζί με τον αρχιτέκτονα και ζωγράφο Αντώνη Κεπέτζη, τον Νίκο Στεφάνου και τον Βασίλη Σπεράντζα είχαν νοικιάσει από την Εθνική Πινακοθήκη ένα ατελιέ στην Καλλιθέα, όπου και μέχρι το 1967 η παρέα δημιούργησε ένα ζωντανό εργαστήριο, το Ατελιέ της Καλλιθέας. Ένα από τα λίγα, αν όχι το μοναδικό καλλιτεχνικό ατελιέ που οι συναθροίσεις φίλων και οι σουρρεαλιστικές παραστάσεις ήταν αυτά που το κρατούσε ζωντανό.
Ο Φασιανός έχει πει χαρακτηριστικά: «Εκεί αναπτυχθήκαμε με έμπνευση και ενθουσιασμό, για μια ζωγραφική που βγαίνει από την αίσθηση της πραγματικότητας. Σ’ αυτό το ατελιέ, μας επισκέπτονταν πολλοί φίλοι ποιητές, ζωγράφοι, φιλότεχνοι και περίεργοι. Ερχόταν συχνά ο Ταχτσής, ο Τσαρούχης, ο Εμπειρίκος, η Βακαλό, ο Σινόπουλος, ο Καρούζος, ο Αναλις και πολλοί άλλοι. Ετσι, με την ηθική υποστήριξή τους και τις συμβουλές τους, παίρναμε πολύ θάρρος. Γιατί, δεν είναι εύκολο, όταν κανείς αρχίζει, να είναι σίγουρος για το έργο του…. Με τον Σπεράντζα μέναμε στο επάνω πάτωμα και ο Στεφάνου στο κάτω…. Εκεί, σ’ αυτό το σπίτι της Καλλιθέας, γεννήθηκε ο πρώτος ποδηλάτης καπνίζων. Ξαφνικά μια μέρα, ενώ στεκόμουν στο παράθυρο και κοιτούσα τον ουρανό, μου ήλθε η έμπνευση, σαν επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, να κάνω έναν ποδηλατιστή με τσιγάρο και καπνό και με τα μαλλιά του να ανεμίζουν. Οταν το ζωγράφισα, γέμισε το δωμάτιο με φούμες. Κατόπιν έκανα ένα άλλο, μπλε, και ύστερα ένα κόκκινο. Μέχρι τώρα, έχω ζωγραφίσει αρκετούς, για ποδηλατικούς αγώνες».
Με την ενθάρρυνση του Ανδρέα Εµπειρίκου, δηµιουργεί τη σειρά έργων «ποδηλάτες µε µαλλιά ν’ ανεµίζουν».
“Είναι φανταστικό – και σημειολογικό – που ο μεγαλύτερος ζωγράφος της εποχής μας γεννήθηκε στην Ελλάδα” γράφει ο Philippe Caloni (Combat, 28 Δεκ 1970)
Ως σκηνογράφος και ενδυματολόγος συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και άλλους θιάσους, σε παραστάσεις αρχαίου δράματος και σύγχρονων έργων. Επίσης έχει εκδώσει δικά του κείμενα, πεζά και ποιητικά. Το 2000 φιλοτέχνησε έργα για το Σταθμό Μεταξουργείο του αθηναϊκού Μετρό.
Πολλές οι τιμές…
Το 1999 βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών και το 2010 τιμήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση με το παράσημο της Legion d’Honneur (Officier des Lettres et des Arts). Παρουσίασε το έργο του σε περισσότερες από 70 ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις. Η τελευταία αναδρομική του έκθεση έγινε στην Εθνική Πινακοθήκη (2004), με τίτλο Φασιανός, Μυθολογίες του καθημερινού. Συμμετείχε επανειλημμένα σε ομαδικές εκθέσεις και διεθνείς διοργανώσεις στην Ελλάδα και σε άλλα μέρη του κόσμου (Μπιενάλε Sao Paulo 1971, Μπιενάλε Βενετίας 1972, Ευρωπάλια, Βρυξέλλες 1982, Μπιενάλε Γραφιστικής Μπάντεν – Μπάντεν 1985, κ. ά.).
Τον Φεβρουάριο του 2021 τιμήθηκε με το παράσημο του Διοικητή της τάξης των Γραμμάτων και των Τεχνών – Commandeur de l’ordre des Arts et des Lettres από τη Γαλλική Δημοκρατία. Αυτή είναι η ύψιστη τιμή που μπορεί να δοθεί σε καλλιτέχνη από τη γαλλική κυβέρνηση για την προσφορά του στις τέχνες και τα γράμματα.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις