Κάνε Focus: Η Μαρίτα Παππά χαρτογραφεί τη Νέα Υόρκη μέσα από το σώμα και την αίσθηση

Διαβάζεται σε 12'
Η Μαρίτα Παππά
Η Μαρίτα Παππά

Η εικαστικός Μαρίτα Παππά συστήνεται στο NEWS 24/7 και μιλά για τη δουλειά της στη Νέα Υόρκη και τα μελλοντικά της σχέδια.

Η Μαρίτα Παππά είναι μια δυναμική και πολυδιάστατη καλλιτέχνιδα που ξεκίνησε την πορεία της στον χώρο της φωτογραφίας για πάνω από μια δεκαετία, πριν αποφασίσει να επεκτείνει τα όρια της δημιουργικότητάς της. Το 2020, πήρε το ρίσκο να σπουδάσει Καλές Τέχνες στο Glasgow School of Art, όπου της απονεμήθηκε υποτροφία από το ίδρυμα Schillizzi.

Το 2022 ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές της σπουδές στη γλυπτική στο Royal College of Art του Λονδίνου, λαμβάνοντας τόσο την υποτροφία Leverhulme Trust Arts Scholarship όσο και την υποτροφία του Ιδρύματος NEON για δύο συνεχόμενα έτη. Η έκθεσή της “Nacre“, που παρουσίασε κατά την αποφοίτησή της, απέδειξε το ταλέντο της, κατακτώντας υποψήφια θέση για το βραβείο Harlow Sculpture Town Artist in Residence 2022/2023, ενώ το έργο της έχει εκτεθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ελλάδα και την Ιταλία.

Σήμερα, ως Fulbright Artist in Residence στο Parsons του New School στη Νέα Υόρκη, η Μαρίτα συνεχίζει να επαναπροσδιορίζει τη σχέση της τέχνης με τον δημόσιο χώρο, χρησιμοποιώντας τη δημιουργία της ως εργαλείο κοινωνικού μετασχηματισμού.

Έργο της Μαρίτας Παππά
We Tell Ourselves Stories In Order To Survive – Temporary public intervention on the foreshore of Troon beach, Scotland

Συστήσου μας

Γεννήθηκα στην Αθήνα στην περιοχή Ζωγράφου το 1988, σε ένα σπίτι γεμάτο βιβλία, μουσική και φαγητό που διαμόρφωσε τη σχέση μου με την τέχνη, τη λογοτεχνία και την πολιτική. Από μικρή διάβαζα χωρίς περιορισμούς, εξερευνώντας έργα του Ντοστογιέφσκι, του Χρόνη Μίσσιου, του Καζαντζάκη, τα άπαντα της Ζωρζ Σαρή, ελληνική μυθολογία, βιογραφίες και ποίηση. Αυτή η εμπειρία του διαβάσματος με επηρέασε βαθιά, αν και το συνειδητοποίησα χρόνια αργότερα.

Δεν είχα ξεκάθαρη κλίση στην τέχνη από μικρή· δεν ήμουν από τα παιδιά που ζωγράφιζαν διαρκώς, κρατούσαν ημερολόγιο ή έγραφαν στίχους. Όμως, ονειροπολούσα ασταμάτητα και πάντα ένιωθα ότι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, η ζωή μου θα περιστρεφόταν γύρω από την τέχνη. Ίσως έπαιξε ρόλο και η ενασχόλησή μου με τον χορό από την ηλικία των τεσσάρων—μια αγάπη που ήθελα να ακολουθήσω επαγγελματικά, αλλά τελικά άφησα πίσω μου.

Έργο της Μαρίτας Παππά
Nacre, Graduate Show, Royal College of Art, London

Πώς ξεκίνησε η σχέση σου με την τέχνη; Υπήρξε μια συγκεκριμένη στιγμή ή εμπειρία που σε οδήγησε να γίνεις καλλιτέχνιδα;

Δεν θυμάμαι, για να είμαι απολύτως ειλικρινής, τι ήρθε πρώτο: η ανάγκη να δημιουργώ κάτι ή η ιδέα της τέχνης ως έννοια και πράξη. Η σχέση μου με την τέχνη δεν ξεκίνησε από μια συγκεκριμένη στιγμή, αλλά μάλλον από μια διαρκή ανάγκη να παρατηρώ, να κινούμαι και να δημιουργώ. Όταν σπούδαζα στη Θεσσαλονίκη, ανακάλυψα το ενδιαφέρον μου για τον κινηματογράφο και τη φωτογραφία. Το πάθος μου για τον χορό σταδιακά μετατοπίστηκε στην εικόνα, το περπάτημα και την παρατήρηση—ένα μονοπάτι που τελικά με οδήγησε στις εικαστικές τέχνες.

Η διαμονή μου στο Λονδίνο υπήρξε καταλυτική. Άρχισα να αντιλαμβάνομαι την εννοιολογική διάσταση της εικόνας πέρα από την απλή καταγραφή και τη φωτογραφία δρόμου. Ήταν τότε που κατάλαβα ότι το φωτογραφικό μέσο, όπως το χρησιμοποιούσα, δεν αρκούσε για να εκφράσω όσα ήθελα. Χρειαζόμουν έναν τρόπο να βγω από τα στενά του όρια και να εξερευνήσω τη φυσική και χωρική του διάσταση.

Αυτή η συνειδητοποίηση με οδήγησε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Γλασκώβης. Εκεί, για τέσσερα χρόνια, πειραματίστηκα με πολλαπλά μέσα και υλικά, διερευνώντας την ποιητική της υλικότητάς τους. Η εκπαίδευσή μου στη φωτογραφία μεταμορφώθηκε σε κάτι πιο γλυπτικό, πιο εγκαταστασιακό, πιο πολιτικό. Σταδιακά, το έργο μου άρχισε να εστιάζει στη σχέση της τέχνης με τη δημοκρατία και το δημόσιο χώρο—ένα σημείο καμπής στην καλλιτεχνική μου πορεία.

Αν υπάρχει μια συγκεκριμένη στιγμή που θα μπορούσα να ονομάσω αφετηρία, είναι αυτή: η στιγμή που συνειδητοποίησα ότι η τέχνη μου δεν ήταν ολοκληρωμένη, τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που ήθελα εγώ. Αυτή η ανησυχία ήταν που με ώθησε να διευρύνω τα όρια της εικαστικής μου γλώσσας και να αναζητήσω νέες μορφές αφήγησης και έκφρασης.

Έργο της Μαρίτας Παππά
Matter of Survival - Act I, House For An Art Lover, Glasgow

Καλλιτέχνες που σε έχουν επηρεάσει καθοριστικά;

Η πρακτική μου έχει διαμορφωθεί από καλλιτέχνες που διερευνούν τη μνήμη, την ταυτότητα και τη σωματικότητα μέσα στον χώρο. Η κινησιολογία και η ριζοσπαστική φόρμα της Yvonne Rainer, η ποιητική χαρτογράφηση της Etel Adnan και της Anna Boghiguian, καθώς και η Gülsün Karamustafa με την εστίασή της στην εξορία και το τραύμα, έχουν επηρεάσει βαθιά τον τρόπο που σκέφτομαι το σώμα μέσα στο αστικό τοπίο.

Η Doris Salcedo μετατρέπει τη βία και την απώλεια σε ύλη, ενώ η Chantal Akerman και ο Frank O’Hara με έχουν διδάξει πώς η καθημερινότητα και η περιπλάνηση μπορούν να γίνουν εργαλεία αφήγησης. Παράλληλα, η πρακτική του Γιάννη Κουνέλη και του Joseph Beuys γύρω από το συλλογικό και το πολιτικό συνεχίζει να με εμπνέει.

Μέσα από αυτούς τους καλλιτέχνες, η δική μου γλώσσα διαμορφώνεται ως μια συνθήκη όπου το σώμα, ο χώρος και η ιστορία συνδιαλέγονται, δημιουργώντας αφηγήσεις που συνδέουν το ατομικό με το συλλογικό.

Η Μαρίτα Παππά
Η Μαρίτα Παππά

Συνδυάζεις ποίηση, πολιτική και τόπο στις εγκαταστάσεις και τις παρεμβάσεις σου. Πώς συνδέονται αυτά τα στοιχεία μεταξύ τους;

Στην πρακτική μου, η ποίηση, η πολιτική και ο τόπος συνδέονται με έναν τρόπο που πηγάζει από την συναισθηματική και κοινωνική σχέση που έχω με τον χώρο και τους ανθρώπους γύρω μου. Αυτά τα στοιχεία υπήρχαν πάντα στο λεξιλόγιό μου, χωρίς να τα κατανοώ πλήρως στην αρχή, αλλά πλέον μπορώ να αναγνωρίσω την αρχή αυτής της σχέσης στις προσωπικές μου εμπειρίες.

Η Sara Ahmed αναλύει πώς τα συναισθήματα έχουν κοινωνικές και πολιτικές διαστάσεις, δημιουργώντας όρια και αναδεικνύοντας συλλογικές ταυτότητες, κάτι που με εμπνέει πολύ. Στην πρακτική μου, η έννοια της “κουίρ χρήσης του χώρου” (queer use of space) και οι “συναισθηματικές οικονομίες” (affective economies) μου προσφέρουν ένα ερμηνευτικό πλαίσιο για το πώς τα σώματα και οι σχέσεις τους διαπραγματεύονται τον αστικό χώρο. Οι παρεμβάσεις μου στο δημόσιο χώρο ή εγκαταστάσεις μου, επομένως, είναι μια διαδικασία διαρκούς διαπραγμάτευσης και μετασχηματισμού, όχι μόνο του φυσικού περιβάλλοντος, αλλά και των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών που το καθορίζουν.

Υπάρχει κάποιο υλικό (γλυπτική, κείμενο, ήχος, φωτογραφία) που αισθάνεσαι πιο οικείο ή που εκφράζει καλύτερα την αισθητική σου γλώσσα;

Η γλυπτική είναι το μέσο που μου δημιουργεί τη μεγαλύτερη οικειότητα, όχι με τη στενή έννοια του υλικού, αλλά με την ανοιχτή ερμηνεία που της έδωσε ο Isamu Noguchi: “Everything is Sculpture.” Αυτή η φράση, που αντηχούσε συχνά στα χρόνια των μεταπτυχιακών μου σπουδών στη Γλυπτική στο Royal College of Art, καθόρισε τον τρόπο που σκέφτομαι την καλλιτεχνική πράξη.

Μέσα από αυτή την οπτική, όλα τα υλικά και τα μέσα μπορούν να αλληλεπιδράσουν και να συνδυαστούν, δημιουργώντας μια διεπιστημονική αισθητική γλώσσα. Οτιδήποτε μπορεί να ξεφύγει από τα όρια που του έχουν δοθεί: μια Polaroid τοποθετημένη μέσα σε ένα ξύλινο κουτί μετατρέπεται σε εγκατάσταση, χάνοντας την 2D διάστασή της· ο ήχος ενός βηματισμού, όταν γίνεται ρυθμικός, αποκτά μια μουσική υπόσταση και γίνεται ηχοτοπίο.

Η ερμηνεία του Noguchi εμπεριέχει τις έννοιες της διάδρασης, της φροντίδας και της σύνδεσης, και θεωρώ ότι εκεί βρίσκεται το λεξιλόγιο της δικής μου πρακτικής, το οποίο συνεχώς εξελίσσεται και προσπαθεί να εστιάσει σε αυτές τις έννοιες.

Έργο της Μαρίτας Παππά
The Poignancy of a Perpetual Spring, Solo Exhibition at Opening Gallery, New York, 2024

Το έργο σου εστιάζει στην αλληλεπίδραση της τέχνης με τον δημόσιο χώρο και την κοινωνία. Πιστεύεις ότι η τέχνη έχει τη δύναμη να αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τις πόλεις και τον δημόσιο χώρο;

Η τέχνη είναι εδώ για να θέτει ερωτήματα, να παρατηρεί, να αμφισβητεί. Ένα κομμάτι μου θα ήθελε να αρκείται σε αυτή την απάντηση. Κι όμως, νομίζω πως, τελικά, κάνω τέχνη για να αποδείξω ότι η τέχνη μπορεί να αλλάξει κάτι—όσο μικρό κι αν είναι αυτό.

Είναι ένα παράδοξο, αλλά ίσως αυτό να είναι και το βαθύτερο νόημα της τέχνης: μια διαρκής πάλη με τον εαυτό, μια αέναη ανάγκη δημιουργίας και επικοινωνίας. Όχι για έκθεση ή προβολή, αλλά από περιέργεια, από την επιθυμία να κατανοήσουμε τον κόσμο λίγο διαφορετικά.

Μια μόνιμη, ριζική αλλαγή στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τις πόλεις μπορεί να μοιάζει ανέφικτη. Αλλά ίσως δεν χρειάζεται να είναι μόνιμη. Ίσως αρκούν μικρές στιγμές ανατροπής, ρωγμές στο δεδομένο—όπως θα έλεγε και ο αναρχικός ποιητής Hakim Bey—στιγμές όπου ο δημόσιος χώρος ανοίγεται ξανά στη φαντασία, στο παιχνίδι, στο αναπάντεχο.

Ως υπότροφος του Fulbright βρέθηκες στη Νέα Υόρκη, χαρτογραφώντας την εικαστική σκηνή της πόλης. Τι σε εντυπωσίασε περισσότερο σε αυτό το ταξίδι;

Η υποτροφία Fulbright ήρθε σε μια κομβική στιγμή για μένα, και νιώθω βαθιά ευγνωμοσύνη γι’ αυτή την ευκαιρία. Μέσα από το πρόγραμμα, μπόρεσα να συνδεθώ με μια ευρεία καλλιτεχνική και ερευνητική κοινότητα, κάτι που έχει επηρεάσει καθοριστικά τη δουλειά μου.

Αυτό που με εντυπωσίασε περισσότερο στη Νέα Υόρκη είναι η ανοιχτότητα και η αγάπη των ανθρώπων για την πόλη τους. Υπάρχει μια αίσθηση ότι ο καθένας μπορεί να βρει τον χώρο του, να είναι ο εαυτός του χωρίς φόβο ή κριτική. Με ξάφνιασε η σχέση τους με τον δημόσιο χώρο και η πραγματική φιλικότητα—αναιρεί πλήρως τον μύθο της «αγενέστατης» Νέας Υόρκης.

Το περπάτημα εδώ είναι μια εμπειρία που μοιάζει με ανάγνωση ενός ατελείωτου μυθιστορήματος. Κάθε διαδρομή αποκαλύπτει νέες αφηγήσεις, νέες χαραμάδες ζωής, και αυτή η αίσθηση του διαρκούς ξετυλίγματος είναι η κύρια πηγή έμπνευσης για τη δουλειά μου αυτή την περίοδο.

Στην Ελλάδα, θεωρείς ότι υπάρχουν οι κατάλληλες δομές και ευκαιρίες για καλλιτέχνες να αναπτύξουν το έργο τους με ανάλογο τρόπο; Βλέπεις τον εαυτό σου να επιστρέφει στην Ελλάδα μετά από αυτή τη διεθνή διαδρομή ή έχεις στο μυαλό σου έναν πιο ανοιχτό, διαρκώς μετακινούμενο τρόπο ζωής και δημιουργίας;

Δυστυχώς, δεν έχω ακόμα μια συγκεκριμένη απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Μου αρέσει πολύ να μετακινούμαι και η δουλειά μου συχνά αναφέρεται σε αυτό το στάδιο του «ζω ανάμεσα». Λείπω αρκετά χρόνια από την Ελλάδα, αλλά η δημιουργία μιας πιο σταθερής βάσης και η διαμόρφωση καλλιτεχνικής κοινότητας στην πατρίδα μου παραμένει σημαντική επιθυμία.

Οι δομές καλλιτεχνικής ανάπτυξης στη χώρα έχουν βελτιωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, ωστόσο, οι πόροι που απαιτούνται για να στηρίξουν μια βιώσιμη κοινότητα είναι ακόμα περιορισμένοι. Είναι σημαντικό να υπάρχουν συνεργασίες που να ενθαρρύνουν την αλληλεπίδραση και ανάπτυξη ανάμεσα σε καλλιτέχνες, φορείς και κοινό.

Μια σταθερή βάση που να παρέχει πόρους και υποστήριξη στο τοπικό καλλιτεχνικό οικοσύστημα είναι κάτι που θα ήθελα να δω να αναπτύσσεται στην Ελλάδα. Ωστόσο, η ελευθερία του να μετακινούμαι και να συνεργάζομαι με διαφορετικούς ανθρώπους σε διάφορες πόλεις και χώρες είναι κάτι που επίσης με εμπνέει και με ωθεί να διατηρώ μια πιο ευέλικτη, διαρκώς εξελισσόμενη σχέση με την τέχνη και τη δημιουργία. Το μέλλον για μένα είναι κάπως ασαφές, αλλά η επιθυμία να επιστρέψω στην Ελλάδα και να συμβάλω στη διαμόρφωση μιας καλλιτεχνικής κοινότητας με ενδιαφέρει και παραμένει στο προσκήνιο της σκέψης μου.

Υπάρχει κάποια πόλη – πέρα από την Αθήνα και τη Νέα Υόρκη – που σε συναρπάζει ως πεδίο καλλιτεχνικής δράσης και που θα ήθελες να εξερευνήσεις μέσω της τέχνης σου;

Ναι, η Πόλη του Μεξικού. Αγαπώ πολύ τη μεξικανική παράδοση των υφασμάτων και της υφαντικής τέχνης, η οποία έχει βαθιές ρίζες στην ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας. Οι μεξικανικές παραδόσεις υφαντικής τέχνης συχνά συνδέονται με την έκφραση της ταυτότητας, των κοινωνικών σχέσεων και της πολιτικής, και θα ήθελα πολύ να έχω την τύχη να συμμετάσχω σε κάποιο artist residency ή να βρεθώ σε κάποιο πρόγραμμα ανταλλαγής και να μελετήσω αυτή τη σχέση περαιτέρω.

Ποια είναι τα επόμενα σου σχέδια; Υπάρχει κάποια νέα δουλειά ή συνεργασία που ετοιμάζεις;

Αυτή την περίοδο έχω επικεντρωθεί πλήρως στην έρευνά μου στο πλαίσιο του Fulbright Artist Grant, σε συνεργασία με το Parsons School of Fine Art, The New School. Η δουλειά μου εξερευνά πώς οι ενσώματες πρακτικές μπορούν να αναδιαμορφώσουν τη δημόσια σφαίρα, προσφέροντας νέους τρόπους αλληλεπίδρασης με τον αστικό χώρο της μεταπανδημικής Νέας Υόρκης.

Εμπνευσμένη από τις θεωρίες της Αθηνάς Αθανασίου, της Sara Ahmed και του Hakim Bey, μελετώ πώς η κίνηση, ο ήχος και οι εφήμερες χειρονομίες μπορούν να λειτουργήσουν ως εργαλεία φροντίδας, σύνδεσης και μετασχηματισμού της πόλης.

Περπατώντας στη Νέα Υόρκη, ηχογραφώ τις ανεπαίσθητες μετατοπίσεις της καθημερινότητας—τους μικρούς αυτοσχεδιασμούς των σωμάτων στον δημόσιο χώρο, τις στιγμές τρυφερότητας ή έντασης που αποτυπώνονται στα ηχοτοπία της πόλης, τα απομεινάρια μιας άτυπης συλλογικής χορογραφίας που ξετυλίγεται στα πεζοδρόμια και τις πλατείες. Παράλληλα, μέσω σχεδίων και σημειώσεων, καταγράφω αυτές τις εμπειρίες ως έναν τρόπο να χαρτογραφήσω την πόλη μέσα από το σώμα και την αίσθηση.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα