Θέατρο “Εμπρός”: Είδα το πιο παράξενα υπέροχο, σουρεαλιστικό όνειρο
Η δημιουργική ανομία έκανε τη δουλειά της. Το θέατρο "Εμπρός" επέστρεψε εκεί που ανήκει. Στον κόσμο. Στην Τέχνη. Στο φως. Όχι στη σκόνη, στα μπετά και στο σκοτάδι..
- 24 Μαΐου 2021 08:19
Το βράδυ του Σάββατου είδα το πιο παράξενα υπέροχο, σουρεαλιστικό όνειρο.
Μέσα σε ένα κλίμα εξέγερσης, έντασης σχεδόν σεξουαλικής και δημιουργικής έξαρσης, εκατοντάδες άτομα είχαν μαζευτεί έξω από το εμβληματικό κτίριο της Ρήγα Παλαμήδη, το θέατρο Εμπρός, την επί μια 10ετία αυτοδιαχειριζόμενη στέγη, ελεύθερης καλλιτεχνικής έκφρασης, που την περασμένη Τετάρτη η Ελληνική αστυνομία σφράγισε, σφραγίζοντας μαζί τα όνειρα και τις αναμνήσεις όλων των ανθρώπων που πέρασαν από εκεί με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο.
Ήμασταν όλοι όπως παλιά. Χαρούμενοι και ανέμελοι. Χορεύαμε, μιλούσαμε, γελούσαμε. Σαν να ζητούσαμε πίσω τη χαμένη μας αθωότητα. Ο χρόνος κυλούσε, όμως αυτό δεν απασχολούσε κανέναν, όλοι ζούσαμε τη μαγεία της στιγμής έχοντας χάσει κάθε επαφή με τα επίγεια θέματα, όπως αυτό του χρόνου. Ανάμεσα στο πλήθος έβλεπες παιδιά που μάλλον δεν καταλάβαιναν ακριβώς τι συνέβαινε, 20άρηδες που το μάτι τους φεγγοβολούσε ζωή, ηλικιωμένους που εξέπεμπαν νεανικότητα.
“Μας πήραν το Εμπρός, δεν θα τους επιτρέψουμε να μας πάρουν και το χαμόγελό μας”. Το ‘παμε και το κάναμε. Πετούσαμε στα ουράνια, κάναμε τέχνη, παρακολουθούσαμε τέχνη, λάμπαμε. Υπήρχαν γκλίτερ, χρώματα, γέλια, παντού.
Η ώρα είχε περάσει. Το έβλεπες από το φως του φεγγαριού που είχε πλέον πάρει τη θέση του Ηλίου. Να’ ταν δέκα. Ήχοι από χάλκινα πνευστά άρχισαν να δυναμώνουν. Ένιωθες ότι κάτι συνέβαινε, υπήρχε ένταση στην ατμόσφαιρα, οι παλμοί άρχισαν να ανεβαίνουν. Όλος ο κόσμος μεταφέρθηκε στην οδό Ρηγα Παλαμηδη, στο δρόμο του Εμπρός.
Οι μουσικοί κοιτάχτηκαν μεταξύ τους, και σαν να έδωσαν νοερά το σύνθημα, ξεκίνησαν τον σκοπό. Με όλη τους τη δύναμη άρχισαν να παίζουν το κομμάτι Kalashnikov του Goran Bregovic και σε μια μαγική στιγμή, που θύμιζε να έχει βγει από ταινία, παιδιά όμορφα, με χαραγμένα τα χαμόγελα στα πρόσωπά τους, πήραν τα σφυριά και άρχισαν να χτυπάνε με όλη τους τη δύναμη τα άσχημα τσιμέντα που έκρυβαν την πόρτα του Εμπρός, που εμπόδιζαν την είσοδο στον καλλιτέχνη, στον θεατή, στον φίλο της Τέχνης. Όσο οι μουσικοί έβαζαν τα δυνατά τους και έπαιζαν με όλη τη δύναμη που διέθεταν στα πνευμόνια τους, ώστε να μην γίνεται αντιληπτό στα πέριξ αυτό που συνέβαινε και να μην διακόψει αυτό το μεγαλείο της στιγμής κάποιος “κακόβουλος” εχθρός της Τέχνης, άλλο τόσο, οι νέοι αντλούσαν δύναμη και χτυπούσαν με μίσος το τσιμέντο.
Κόσμος ούρλιαζε εκτονώνοντας τον ενθουσιασμό και την ένταση της στιγμής, χόρευε, φώναζε συνθήματα, χειροκροτούσε για κάθε κομμάτι τσιμέντου που έπεφτε με γδούπο στο έδαφος. Η οργάνωση του πλήθους ήταν εντυπωσιακή. Ο καθένας είχε κάποιον σκοπό: να φωνάξει για να καλύψει τους ήχους του σφυριού, να προστατέψει τον κόσμο που μπορεί να βρισκόταν σε επικίνδυνο σημείο, άλλος πήρε τη σκούπα και καθάριζε τις σκόνες και τα τσιμέντα, άλλος έδινε συμβουλές για το καλύτερο δυνατό χτύπημα του σφυριού. Μια έξαρση επαναστατικότητας.
Η πόρτα άνοιξε. Ο κόσμος ξέσπασε σε χειροκροτήματα, κλάματα και αγκαλιές.
Η δημιουργική ανομία έκανε τη δουλειά της.
Το Εμπρός επέστρεψε εκεί που ανήκει. Στον κόσμο. Στην Τέχνη. Στο φως. Όχι στη σκόνη, στα μπετά και στο σκοτάδι..