Δικτατορία, Τραύματα και (παρολίγον) Βιντεοκασέτες – Οδοιπορικό στο Βουκουρέστι “γέννησε” το πρώτο θεατρικό έργο για τον Τσαουσέσκου

Διαβάζεται σε 23'
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Η εμπειρία του ταξιδιού στο Βουκουρέστι του Κωνσταντίνου Μάρκελλου και της Ελένης Στεργίου μετατράπηκε σε ένα συγκλονιστικό χρονικό που μοιράζονται με το NEWS 24/7, μαζί με ένα βίντεο-ντοκουμέντο.

Ο σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Μάρκελλος και η ηθοποιός Ελένη Στεργίου, ιδρυτικά μέλη των This Famous Tiny Circus theater group, ταξίδεψαν στο Βουκουρέστι με τον συνεργάτη τους Πέτρο Μακρή και κατέγραψαν μαρτυρίες ανθρώπων που έζησαν τον φόβο, την ανασφάλεια και τη λογοκρισία της δικτατορίας.

Πώς είναι να ακούς, από πρώτο χέρι, τις ιστορίες ανθρώπων που έζησαν τις σκοτεινότερες μέρες του καθεστώτος Τσαουσέσκου; Να βλέπεις τις πληγές του παρελθόντος να παραμένουν χαραγμένες στη μνήμη μιας κοινωνίας που ακόμα αναζητά απαντήσεις;

Η εμπειρία αυτού του ταξιδιού μετατράπηκε σε ένα συγκλονιστικό χρονικό που μοιράζονται με το NEWS 24/7, μαζί με ένα βίντεο-ντοκουμέντο με εικόνες από το ταξίδι τους στη ρουμανική πρωτεύουσα.

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Ωστόσο, αυτό το ταξίδι δεν έμεινε μόνο σε καταγραφές και συζητήσεις. Οι μαρτυρίες των ανθρώπων αυτών έγιναν το έδαφος για το νέο θεατρικό έργο του Κωνσταντίνου Μάρκελλου, «Δύο πορτοκάλια για τα Χριστούγεννα…», το οποίο, όπως και τα προηγούμενα έργα του, ακροβατεί ανάμεσα στο ιστορικό ντοκουμέντο και τη μυθοπλασία.

Το έργο που παρουσιάζεται στο Θέατρο “Εν Αθήναις” σε σκηνοθεσία του ίδιου εστιάζει με βιτριολικό χιούμορ σε ανθρώπους που προσπαθούν να γιατρέψουν τα τραύματα του παρελθόντος, αλλά έρχονται αντιμέτωποι με τις σκιές της Ιστορίας. Ένας άνδρας που ζει ακόμα με δύο σφαίρες στο σώμα του, ένας εκδότης που αναζητά αφηγήσεις ανθρώπων που έζησαν στα περιθώρια της Ιστορίας και μια γυναίκα που ανακαλύπτει μυστικά για τους γονείς της, συνθέτουν το μωσαϊκό μιας κοινωνίας που παλεύει να αποκαλείται «ελεύθερη», αλλά κουβαλά ακόμα τις ανοιχτές πληγές της.

Δείτε το βίντεο που γύρισε η θεατρική ομάδα από το ταξίδι της στο Βουκουρέστι

Τι ρόλο μπορεί να παίξει μια βιντεοκασέτα σε ένα καταπιεστικό καθεστώς; Πώς μια φωνή που μεταγλωττίζει ταινίες δράσης και b-movies μπορεί να γίνει σύμβολο ελευθερίας;

ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΕΝΟΣ (ΚΑΘΟΛΟΥ) ΠΡΟΑΝΑΓΓΕΛΘΕΝΤΟΣ ΕΡΓΟΥ

Στην Ρουμανία, επί Τσαουσέσκου, και συγκεκριμένα από το ’84 ως το ’89, μία γυναίκα με το όνομα Ιρίνα Νίστορ πρόλαβε να μεταγλωττίσει με μόνη τη φωνή της πάνω από 3.000 αμερικανικές ταινίες. Ένας έμπορος, ο Τέοντορ Ζάμφιρ, λαδώνοντας τους τελωνειακούς έφερνε παράνομα βιντεοκασέτες από την Δύση. Εκείνη, κάθε απόγευμα, αφού τελείωνε την νόμιμη εργασία της -εργαζόταν στην Κρατική Τηλεόραση ως μεταφράστρια για τους λογοκριτές- κλεινόταν στο υπόγειό του και μεταγλώττιζε μέχρι να κουραστεί. Μεταγλώττιζε βλέποντας και ακούγοντας σε πραγματικό χρόνο τις ταινίες, χωρίς παύσεις, χωρίς περιθώριο για λάθη, χωρίς δεύτερες και τρίτες λήψεις.

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Στη συνέχεια οι ταινίες με την φωνή της Ιρίνα αντιγράφονταν και διανέμονταν μέσω ενός υπόγειου δικτύου στους πολίτες της χώρας. Και… όχι μόνο. Υπάρχουν ενδείξεις ότι πολλοί υψηλόβαθμοι του Κόμματος, ακόμα και ο ίδιος ο δικτάτορας, παρακολουθούσαν, μανιωδώς, αυτό που επισήμως είχαν απαγορεύσει, την επαφή, δηλαδή, με τον κόσμο έξω από τα στενά όρια του καθεστώτος και της προπαγάνδας, η οποία ήταν το μοναδικό περιεχόμενο των εκπομπών της τηλεόρασης, στο δίωρο που αυτή εξέπεμπε ημερησίως…

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Σε κάθε γειτονιά, όμως, θα μπορούσε κανείς να βρει τουλάχιστον ένα σπίτι που διέθετε κάποιο (αγορασμένο στη μαύρη αγορά) VCR player. Το κόστος του; Όσο ενός αυτοκινήτου Dacia. Τις νύχτες, άνθρωποι κάθε ηλικίας, πληρώνοντας ένα μικρό αντίτιμο στον ιδιοκτήτη του σπιτιού/αυτοσχέδιου σινεμά, έδιναν το “παρών” στις μυστικές προβολές, όπου ρουφούσαν τις εικόνες και τους ήχους μιας ζωής μακρινής, άπιαστης.

Το ταξίδι μας στο Βουκουρέστι προγραμματίστηκε για τις 27/8/23. Θα συναντούσαμε εκεί την Ιρίνα Νίστορ, θα παίρναμε συνέντευξη από την ίδια, από ανθρώπους που την γνωρίζουν προσωπικά και από άλλους που την γνώρισαν απλώς ως «Η Φωνή». Η πρόθεσή μας ήταν, με βάση τις αφηγήσεις τους, να φτιαχτεί ένα παραστασιακό κείμενο που θα αναδείκνυε την δυναμική ενός τόσο ευτελούς, για τον υπόλοιπο κόσμο, προϊόντος όσο η βιντεοκασέτα (οι περισσότερες ταινίες που μεταγλωττίστηκαν ήταν b-movies και ταινίες δράσης), η οποία -στο δικό μας φαντασιακό, πριν το ταξίδι- είχε συμβάλλει στην αφύπνιση της επαναστατικής διάθεσης του λαού: Οι άνθρωποι φαντασιώθηκαν την επανάσταση αφού πρώτα φαντασιώθηκαν τους εαυτούς τους στην θέση των ηρώων που θαύμαζαν στις ταινίες, πρωταγωνιστές μιας καινούργιας ζωής χωρίς υποταγή, χωρίς στερήσεις, χωρίς φόβο.

Το πρωί της πρώτης ημέρας αποφασίσαμε να «κλείσουμε» μία ξενάγηση, από τις δεκάδες σχετικές που βρήκαμε στις διάφορες διαδικτυακές μηχανές αναζήτησης ή στις εφαρμογές με προτάσεις για «εμπειρίες και αξιοθέατα» του Βουκουρεστίου.

Το θέμα και ο τίτλος της ξενάγησης (Communism and History) υπόσχονταν μία ευκαιρία ιστορικής εμβάθυνσης στο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο της εποχής στην οποία τοποθετούσαμε το υπό διαμόρφωση έργο. Η ξεναγός μας η Αντρία, κοντά στα σαράντα, με σπουδές στις πολιτικές επιστήμες, μας περιήγαγε σε μέρη ιστορικού ενδιαφέροντος: στην πλατεία της Επανάστασης, στα κτήρια τα οποία θρυλείται -αν και δεν ομολογείται- πως χρησιμοποιούσε η Ασφάλεια του καθεστώτος (αλλιώς: Σεκουριτάτε) ως κρατητήρια και τόπους βασανιστηρίων…

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Ο λόγος της ήταν ακριβής και συνοπτικός, ο τόνος της φωνής της, όμως, μαρτυρούσε μια ματαίωση, έκρυβε ένα μεγάλο ερωτηματικό. Οι ιστορικές πληροφορίες ανακατεύονταν με προσωπικά βιώματα. Η συναισθηματική της εμπλοκή έμοιαζε αταίριαστη με τον ρόλο της, όμως στα δικά μας αυτιά ηχούσε πολύτιμη. Τελειώνοντας, την ρωτήσαμε γιατί, στη ζωή της, είχε διαλέξει να κάνει την ξεναγό και από πού, θεωρούσε ότι πηγάζει αυτή η προσωπική εμπλοκή. Απάντησε πως, μεγαλώνοντας ως παιδί μέσα στο καθεστώς, και μη μπορώντας να αντιστοιχίσει τα βιώματα του τότε με τις συνειδητοποιήσεις του σήμερα, έψαχνε «απαντήσεις».

Αρχικά δεν καταλάβαμε, ζητήσαμε περισσότερες εξηγήσεις. Έχοντας γεννηθεί μέσα σε καθεστώς στερήσεων και ανελευθερίας, σε μια οικογένεια που φρόντιζε, παρά τις δυσκολίες, να παρέχει τη χαρά και την ελπίδα στο κοριτσάκι της, οι αναμνήσεις που είχε από την παιδική της ηλικία, ήταν τόσο ευχάριστες όσο κι αναντίστοιχες με το αποτύπωμα που είχε η συγκεκριμένη πολιτική συγκυρία στην κοινωνία, στις ζωές των πολιτών. Της ζητήσαμε να συναντηθούμε ξανά για να μας πει περισσότερα για το ιστορικό πλαίσιο, αλλά και για τα βιώματά της. Δέχτηκε. Θα βρισκόμασταν την επομένη. Της δώσαμε το ελεύθερο να επιλέξει ένα συμβολικά φορτισμένο μέρος, όπως αυτά που μας έδειξε κατά την ξενάγηση. Είπε ότι θα σκεφτεί κάτι.

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Το απόγευμα, ήταν προγραμματισμένη η επίσκεψή μας στο «Παλάτι του Λαού». Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση κτήριο της Ευρώπης και το δεύτερο στον κόσμο, μετά το Πεντάγωνο. Από το 1984 ως το 1989, εργάστηκαν ασταμάτητα 20.000 πολίτες, πολλοί εκ των οποίων πέθαναν εξαιτίας των απάνθρωπων συνθηκών εργασίας. Προκειμένου να χτιστεί το κολοσσιαίο αυτό μέγαρο, ισοπεδώθηκε το 20% του ιστορικού κέντρου του Βουκουρεστίου.

Η κατασκευή του ολοκληρώθηκε μετά την πτώση του δικτάτορα και σήμερα στεγάζει, σε κάποιες αίθουσές του, τη Βουλή και τη Γερουσία, ενώ κάποιες, λίγες, άλλες παραμένουν επισκέψιμες για το κοινό. Εξ αιτίας του ανεκμετάλλευτου εσωτερικού όγκου του, όμως, καθώς και της ιστορίας που το ακολουθεί, το εν λόγω κτήριο έχει κερδίσει για τους Ρουμάνους (και όχο μόνο) τον τίτλο του τερατουργήματος που δεν κατάφερε ποτέ να δικαιώσει το… όνομά του.

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Το πρωί της δεύτερης ημέρας είχαμε την πρώτη μας συνάντηση με την Ιρίνα. Μας έδωσε την λίστα με τα ονόματα και διευθύνσεις των ανθρώπων που θα μας μιλούσαν για την εμπειρία τους με τις βιντεοκασέτες. Ήταν πέντε το απόγευμα όταν μπήκαμε στο φιλόξενο σπίτι της Άννα-Μαρία, καθηγήτριας Ιστορίας στο πανεπιστήμιο και προσωπικής φίλης της Νίστορ.

Ένα καλαίσθητα στρωμένο τραπέζι, με φρούτα και γλυκά, θα αποδεικνυόταν η μικρότερη από τις εκπλήξεις που μας περίμεναν. Μας σύστησε τον σύζυγό της, Βλαντ, ως εκείνον που είχε ζήσει από… «πολύ κοντά» τα γεγονότα των τελευταίων ημερών που οδήγησαν στην πτώση του καθεστώτος. Τον ρωτήσαμε αν, μετά την Άννα-Μαρία, θα ήθελε να μας μιλήσει κι αυτός για την εμπειρία του. Δέχτηκε. «Αφού είμαι εδώ, γιατί όχι;»

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Κουβαλάω ακόμη μέσα μου το συναισθηματικό φορτίο της τετράωρης αφήγησής του. Φεύγοντας από εκεί, και έχοντας ακόμη έντονα συναισθήματα από την συνάντηση της προηγούμενης μέρας, με την Αντρία, ήξερα ήδη ότι η ιστορία με τις βιντεοκασέτες είχε παίξει τον ρόλο του δολώματος για μένα. Ό,τι, μπορεί να γνωρίζουμε την επίσημη Ιστορία και να δείχνουμε ενδιαφέρον για κάποια περιστατικά ή «επεισόδια» εντός της, όμως αυτό που μας μένει κρυφό -και αξίζει να αναδειχθεί- είναι ο ανθρώπινος παράγοντας, το προσωπικό δράμα, η ιδιωτική ματιά, η οποία μπορεί να φωτίσει απρόσμενες πτυχές της και να προεκτείνει τις σημασίες που προκύπτουν από τα συμβάντα που την «κατασκευάζουν». Ότι η δική μου ιστορία θα εκκινούσε από τον Βλαντ.

Τον Βλαντ που ζει ακόμη με δύο σφαίρες μέσα στο κορμί του, από τις, συνολικά, οκτώ, που έφαγε τη νύχτα της 22ας Δεκεμβρίου του ‘89, τραγικά κατάλοιπα μιας επανάστασης που του πήρε περισσότερα απ’ όσα, τελικά, του έδωσε: την πρώτη του σύζυγο, για παράδειγμα, η οποία έτυχε να βρίσκεται στην θέση του συνοδηγού όταν τους πυροβόλησαν μαζί μέσα στο αυτοκίνητό τους.

Ξαφνικά οι «δύο σφαίρες που κοιμούνται μέσα του» έμοιαζαν να’ ναι το μικρότερο από τα τραύματα που κουβαλούσε 35 χρόνια τώρα.
Η αίσθησή μας ότι η σκέψη μας είχε μετακινηθεί από το θέμα των μεταγλωττισμένων ταινιών σε κάτι πιο ευρύ, επιβεβαιώθηκε το επόμενο πρωί, όταν η Αντρία μας πήγε στο εστιατόριο Pescarus (Γλάρος) όπου συνήθιζαν να γευματίζουν οι καθεστωτικοί.

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Είχε πλέον ανακαινιστεί, όμως έστεκε ακόμη, αναλλοίωτη, στον πάνω όροφο, η αίθουσα που χρησίμευε για τις σύντομες συνεδριάσεις τους ανάμεσα στα γεύματα. Και, δίπλα σε μία πόρτα που έμοιαζε με έξοδο κινδύνου, η ειδική τουαλέτα που χρησιμοποιούσε σε επείγουσες καταστάσεις, ο πρώτος κομμουνιστής ηγέτης (και προκάτοχος του Τσαουσέσκου) Γκεόργκε Γκεοργκίου Ντεζ, λόγω προβλημάτων με τον προστάτη.

Εκεί, η γενναιόδωρη Αντρία, μας αφηγήθηκε, μέσα από το φίλτρο των παιδικών αναμνήσεων, τα τελευταία χρόνια του καθεστώτος. Βιώσαμε κι εμείς την συγκίνησή της όταν αναφέρθηκε στα Δύο Πορτοκάλια, το «δώρο» που συνήθιζε να κάνει η Ελένα Τσαουσέσκου σε κάθε οικογένεια ανήμερα των Χριστουγέννων, ενώ όλο τον υπόλοιπο χρόνο η πρόσβαση σε τέτοιου είδους εκλεκτά εδέσματα ήταν απαγορευτική. Μεταξύ άλλων, της οφείλω και τον τίτλο αυτού του έργου.

Μας είχε ήδη, από την προηγουμένη, αναφέρει την ύπαρξη του Τσε-Νε-Σας (CNSAS), του κρατικού ιδρύματος όπου φυλάσσονται σήμερα τα αρχεία των Μυστικών Υπηρεσιών. Το βρήκα σχεδόν εξωτικό, να έχει κανείς την δυνατότητα να αναζητήσει τον φάκελό του ή του -πρώτου βαθμού- συγγενή του και να διαβάσει τί είχε μαρτυρυθεί γι’ αυτόν και από ποιον. Πληροφοριοδότης της Σεκουριτάτε, όμως, θα μπορούσε να είναι ο οποιοσδήποτε.

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Ο γείτονας, ο φίλος, ο γνωστός, κάποιος συνάδελφος ή συγγενής, ακόμα και το παιδί τους. Σε ερώτηση που απηύθυνα στην μητέρα της Αντρία σε μία από τις μετέπειτα βιντεοκλήσεις μας, εκείνη απέρριψε κατηγορηματικά την πιθανότητα να θελήσει να ανοίξει τον φάκελό της, ενώ σε αντίστοιχη ερώτησή μου, ο Βλαντ, έπειτα από μια παύση κι ένα ισχνό χαμόγελο απάντησε «Θα το κάνω κάποια στιγμή, το έχω αμελήσει».

Έπειτα από την συνέντευξη στο εστιατόριο ακολούθησε η επίσκεψη στο κτήριο της Κρατικής τηλεόρασης. Σύγχρονα μηχανήματα, μοντέρνα πλατό, όμως η πόρτα που οδηγεί στο Στούντιο 4, το στούντιο που κατέλαβαν οι επαναστάτες στις 21 Δεκεμβρίου 1989, έστεκε απαράλλακτη. Η πρώτη επανάσταση της Ιστορίας που μεταδόθηκε ζωντανά σε τηλεοπτική μετάδοση χαρακτηρίστηκε, αρχικά, δημοσίως ως «επίθεση τρομοκρατών». Οι δηλώσεις στο γυαλί συνέβαλλαν στον πολλαπλασιασμό του φόβου και της ανασφάλειας.

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Ο στρατός μοίρασε όπλα στον λαό για την «προστασία» του, ελεύθεροι σκοπευτές ακροβολίστηκαν πάνω σε ταράτσες και πίσω από μισάνοιχτα παράθυρα, όλοι ήταν δυνάμει εχθροί με όλους. Κάποιοι ταμπουρώθηκαν για μέρες στο κτήριο της Κρατικής Τηλεόρασης, μια γυάλινη πόρτα τους χώριζε από τους «έξω», κάποια στιγμή , αναπόφευκτα, η ένταση κορυφώθηκε, οι πυροβολισμοί εκατέρωθεν και τα θύματα που αυτοί προκάλεσαν, ήταν η φυσική κατάληξη μιας ακατανόητης και ακραίας (αυτό-υπονομευτικής) συγκρουσιακής κατάστασης που σημαδεύτηκε από σειρά αντιπερισπασμών, σαμποτάζ και διασποράς ψευδών ειδήσεων.

Την επόμενη μέρα, νωρίς το πρωί η Ιρίνα μας πήγε στο σπίτι του Τέοντορ Ζάμφιρ, του εμπόρου που την ενέπλεξε στην ιστορία με τις μεταγλωττίσεις. Την είδαμε, με συγκίνηση, να κατεβαίνει τα σκαλιά προς το υπόγειο και να μας υποδεικνύει το σημείο του -ανακαινισμένου πια- σπιτιού, όπου βρισκόταν, τότε, το δωμάτιο με τα VCR players, τις βιντεοκασέτες, τα ακουστικά, την οθόνη, το μικρόφωνο, τον Δόκτωρα Ζιβάγκο, τον Ε.Τ., τον Μίκυ Μάους, τον Ράμπο και τον εκδικητή Τσακ Νόρις…!

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Έπειτα, κανόνισε μια ιδιωτική ξενάγηση στην Βίλα Τσαουσέσκου, στα προάστια της πόλης. Παρ’ όλο που επρόκειτο για την δευτερεύουσα κατοικία του ζεύγους, η χλιδή, η υπερβολή και η μεγαλομανία έσταζαν από τους τοίχους (και από τα μπάνια με τα χρυσά χερούλια): Οι ογκώδεις ντουλάπες-δωμάτια της Ελένα με τις συλλογές γουναρικών, παπουτσιών, καπέλων, το δωμάτιο με τα πανάκριβα δώρα που είχαν δεχτεί από όλους, σχεδόν, τους ηγέτες των κρατών. Το γυμναστήριο, το τζακούζι, η τεράστια πισίνα. Το ιδιωτικό σινεμά στα έγκατα της βίλας. «Εδώ έβλεπε τις ταινίες μου», μας είπε η Ιρίνα με ένα αίσθημα υπερηφάνειας ανάμεικτης με μίσος. «Ήξερε τι κάνω, αλλά δεν θέλησε ποτέ να με σταματήσει…»

Στην έξοδο της Βίλας-μουσείου, μια σειρά φωτογραφιών από τις επίσημες πολιτικές επισκέψεις του ζεύγους, ανάμεσά τους και μία με τον Τσαουσέσκου δίπλα στον Πρωθυπουργό της Ελλάδας Κωνσταντίνο Τσάτσο, αποδείκνυαν αυτό που έμελλε να αποτελέσει ένα από τα υποστρώματα της υπό διαμόρφωση δραματουργίας: οι ιδεολογικές ακροβασίες και η ευλυγισία στον πολιτικό στίβο είναι «αρετές» απαραίτητες για την συσσώρευση και διατήρηση (όσο το δυνατόν περισσότερης) εξουσίας.

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Το απόγευμά μας πλούτισε με την ελαφριά σκωπτική διάθεση του φίλου της Ιρίνα, Σόριν, ο οποίος μας ανέβασε στην σοφίτα του σπιτιού του και στο ιδιωτικό του μουσείο απολιθωμάτων της κομμουνιστικής εποχής στη Ρουμανία. Ανάμεσά τους ξεχώριζαν τα τσιγάρα ΚΕΝΤ (τα χρειαζόσουν για να λαδώσεις τους πράκτορες της Μυστικής Αστυνομίας), η χειροποίητη πλεκτή τσάντα για τα ψώνια (τη χρειαζόσουν σε περίπτωση που -έπειτα από μερόνυχτα στην ουρά με χιόνι , με ήλιο- έφτανε η σειρά σου και τύχαινε να βρεις να αγοράσεις ό, τι σού επέτρεπε το Δελτίο Σίτισης), αλλά και το χαρτί υγείας δύο ποιοτήτων, το μαλακό σε χρώμα ροζ και το σκληρό σε χρώμα καφέ (του γυαλόχαρτου).

Για την τελευταία μέρα, το πρόγραμμα είχε την επίσκεψή στο -μοναδικό μέχρις στιγμής- Μουσείο του Κομμουνισμού. Εκεί, ακούσαμε και διαβάσαμε την επίσημη Ιστορία, ενώ στο διαδραστικό τμήμα της έκθεσης, είδαμε από κοντά, αγγίξαμε, μυρίσαμε (και φορέσαμε) ακόμα περισσότερα πραγματικά αντικείμενα που έρχονταν κατευθείαν από εκείνες τις μέρες, νιώσαμε έτσι πιο κοντά στον τρόπο ζωής των καταπιεσμένων και των καταπιεστών τους. Το απόγευμα ήταν η στιγμή για την μεγάλη συνέντευξη με την Ιρίνα Νίστορ.

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Η αφήγηση της ζωής της είχε κάτι το μυθικό, ανάλογο με την εμβέλεια της προσωπικότητάς της στους Ρουμάνους, ακόμη και σήμερα. Τις πρώτες μέρες, όταν συστηνόμασταν ως αυτοί που θα γράψουν και θα ανεβάσουν στη σκηνή, στην Ελλάδα, ένα θεατρικό έργο για την ζωή της Νίστορ, γινόμασταν δέκτες επιφωνημάτων ενθουσιασμού και επιδοκιμασίας. Πού να φανταζόμασταν, όμως, πως η ροή των πραγμάτων και το στίγμα που μας άφηναν μέρα με τη μέρα οι αναπάντεχες συναντήσεις με μοναδικούς ανθρώπους που έζησαν στα περιθώρια της Ιστορίας, θα μας «υποχρέωναν» (με την έννοια του ενέπνεαν) να γίνουμε εμείς η «Φωνή» τους.

Γυρνώντας στην Ελλάδα, άρχισα να θέτω τις βάσεις για την συγγραφή του έργου. Είχα ήδη τον τίτλο και τους δύο πρωταγωνιστές μου, τον Βλαντ και την Αντρία. Ξαναείδα τα βίντεο των συνεντεύξεων μία φορά όλη κι όλη, για να υπογραμμίσω κάποιες λεπτομέρειες που θα ήταν χρήσιμες στην δραματουργία. Μετά από μια πρώτη επεξεργασία του υλικού, εκεί κοντά στην φορτισμένη (και για εμάς πλέον) περίοδο των Χριστουγέννων, είχα μαζί τους άλλη μία, διαδικτυακή συνάντηση. Είχαν την μεγαλοσύνη να εμβαθύνουν ακόμα περισσότερο στις αναμνήσεις τους, να μου αποκαλύψουν τους πιο κρυφούς φόβους τους, τα πιο ανεπούλωτα τραύματά τους.

Ένιωθα πως είχα σημαντικό υλικό στα χέρια μου, αλλά δεν ήξερα τι ακριβώς να το κάνω. Θα μπορούσε να ήταν η βάση για ένα παραστασιακό κείμενο θεάτρου ντοκουμέντο; Σίγουρα ναι. Πώς, όμως, έπρεπε να το χειριστώ ώστε να αφορά τον έλληνα αναγνώστη-θεατή; Πώς θα κατάφερνα να του μεταδώσω την ίδια συγκίνηση που βίωσα στις συναντήσεις μας με τους αληθινούς πρωταγωνιστές της Ιστορίας; Και με ποιον τρόπο, τέλος, θα εμβολίαζα το έργο μου με τις προσωπικές μου αναφορές, μνήμες βιώματα χωρίς να γίνει αυτοαναφορικό ή με τις δικές μου ιδέες και τοποθετήσεις χωρίς να γίνει διδακτικό και μανιφέστο;

Εκεί, γεννήθηκε η ανάγκη ενός τρίτου προσώπου, τότε ήταν που γεννήθηκε ο Λουτσιάν. Ο χαρακτήρας της φαντασίας μου, που λειτούργησε σαν την κόλλα που έδεσε τα υλικά από τις πρωτότυπες αφηγήσεις. Λουτσιάν ο ενοχικός. Λουτσιάν, ο ματαιωμένος συγγραφέας με το αινιγματικό παρελθόν και το δισυπόστατο όνομα (φωτεινός αλλά και Εωσφόρος).

Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι
Φωτογραφία από το ταξίδι των Κωνσταντίνου Μάρκελλου- Ελένης Στεργίου και Πέτρου Μακρή στο Βουκουρέστι

Θα ήταν η τέταρτη φορά που μετουσίωνα ιστορικά γεγονότα και μαρτυρίες σε θεατρικό κείμενο. Η “Απαγωγή της Τασούλας” αφορούσε μια «κλεψιά» με κομματικές αποχρώσεις, που κόντεψε να προκαλέσει ξανά εμφύλιο στην Κρήτη του ’50.

Η “Χορευτική Πανούκλα” αναφερόταν στην ανεξήγητη χορεομανία που έπληξε τους κατοίκους του μεσαιωνικού Στρασβούργου και προκάλεσε πανικό και διάθεση καταστολής στις θρησκευτικές και πολιτικές Αρχές. Η “Ίτσα” του Σάσμα μιλούσε για την -μεταφυσικών διαστάσεων- αντίσταση των γυναικών του χωριού Αετομηλίτσα της Κόνιτσας απέναντι στην εντολή γενικής επιστράτευσης στην εισβολή του ’74 στην Κύπρο, αλλά και απέναντι στον παραλογισμό του πολέμου εν γένει.

Ο παρονομαστής κοινός και ευδιάκριτος: Ο άνθρωπος ως πολιτικό και κοινωνικό ον, η σχέση του με τους εξουσιαστικούς μηχανισμούς που λειτουργούν έξω απ’ αυτόν και μέσα του, η αναμέτρησή του με δυνάμεις που τον υπερβαίνουν, ο τρόμος της συνάντησής του με δυνάμεις που λιμνάζουν μέσα του αδρανείς.

Τι διαφοροποιούσε την τωρινή εργασία και μου ενέτεινε το αίσθημα της ευθύνης απέναντι στην διαχείριση του υλικού; Ήταν τα πρόσωπα που βρίσκονταν εν ζωή; Ήταν η προσωπική σχέση που ανέπτυξα μαζί τους, η άμεση εμπειρία που είχα ως ακροατής τους; Ήταν η χρονική εγγύτητα με τα ιστορικά γεγονότα, ακόμα και οι δικές μου μνήμες από αυτά;

Έχω ακόμη έντονη την ανάμνηση των πλάνων της εκτέλεσης του ζεύγους Τσαουσέσκου όπως μεταδόθηκαν από την τηλεόραση και τα είδα σε ηλικία εννέα χρόνων. Εννέα μήνες περίμεναν. Εννέα μήνες, τα τρία πρόσωπα του έργου, γνώριζαν τα συμβάντα της ζωής τους, αλλά δεν τους δινόταν η φωνή. Ο τρόμος της λευκής σελίδας δεν ήταν αποκλειστικό προνόμιο του Λουτσιάν. Μια μέρα του Απριλίου κάθισα στο γραφείο μου, και την δωδέκατη είδα, έκπληκτος, την σελίδα να γράφει «τέλος». Τρεις μέρες μετά γεννήθηκε η κόρη μου και όλα έμοιαζαν να αρχίζουν απ’ την αρχή.

Το έργο αυτό δεν γράφτηκε από εμένα -ή έστω μόνο από εμένα. Γράφτηκε από πραγματικούς ανθρώπους που ήθελαν (και ήταν σαν να περίμεναν χρόνια μια ευκαιρία να) ανοίξουν την κάνουλα της Ιστορίας και της ιστορίας τους και να μιλήσουν χωρίς φίλτρο για τα τραύματά τους, σωματικά και ψυχικά, για τις κληρονομημένες ενοχές και για το πώς αυτές μεταβιβάζονται από τη μια γενιά στην άλλη, για την Εξουσία, για το πώς μας επιβάλλεται και για το πόσο την ανεχόμαστε, για την ανελευθερία που εγκαθιδρύεται έξωθεν, αλλά και για το πως εμείς την εγκολπώνουμε και την κάνουμε ένα με την ύπαρξή μας, για το πόσο επικριτικοί μπορούμε να γίνουμε απέναντι στους άλλους αλλά και για το πόσο παραχωρητικοί ή υποχωρητικοί απέναντι στις αρχές, τις ιδέες και τα δικαιώματά μας ως ανθρώπων κι ως πολιτών, όταν πια έχουμε συνηθίσει το τέρας, όταν ζούμε μαζί του ή παρασιτεί μέσα μας.

Ο τρόπος που το έκαναν ήταν συγκλονιστικός όσο και τα περιστατικά της ζωής τους όπως μας τα αφηγήθηκαν. Σε κάθε συνάντηση, σε κάθε απάντηση, αισθανόμασταν την βαθιά ανάγκη τους να καταβυθιστούν στην ανάμνηση του παρελθόντος σε μια ατελέσφορη προσπάθεια να ερμηνεύσουν το παρόν ή να μαντέψουν το μέλλον τους.

Στην αρχή αυτού του ταξιδιού δέχθηκα, από συναδέλφους που εκτιμώ, ερωτήσεις σχετικά με το πόσο μπορεί να αφορά το ελληνικό κοινό μια (οποιαδήποτε) ιστορία με πρωταγωνιστές Ρουμάνους. Για αρκετό καιρό, μετά κι από την επιστροφή από το Βουκουρέστι ακόμα, αυτή η ερώτηση-υποβόσκουσα αμφιβολία με απασχολούσε. Έχοντας παραδώσει, πια, το έργο, το ίδιο το κοινό έχει δώσει την απάντηση, μέσα από τον τρόπο με τον οποίο έχει προσλάβει την παράσταση.

Μπορεί οι επιμέρους ειδικές συνθήκες και πρόσφατες πολιτικο-κοινωνικές περιστάσεις στην Ελλάδα και την Ρουμανία να μην μοιάζουν πολύ. Ίσως η πρόσφατη Ελληνική Ιστορία (εμφύλιος, δικτατορία και μεταπολίτευση) να διαφέρει από την αντίστοιχη Ρουμανική (απάνθρωπο καθεστώς με το πρόσχημα κομμουνιστικής ιδεολογίας, ματαιωμένη επανάσταση και εκ-καπιταλισμός).

Ωστόσο, υπάρχει κάτι που ενώνει τους λαούς μας (και κάθε λαό), τις… Ιστορίες μας (όπως και τις Ιστορίες κάθε λαού) μεταξύ τους. Δεν είναι άλλο, από την κοινή προσπάθεια να ξεπεραστεί -σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο- το μετατραυματικό σοκ που πλήττει κάθε κοινωνία που βγαίνει από μια δύσκολη πολιτική συγκυρία και αφήνεται, τις περισσότερες φορές, μόνη να γλείφει τις πληγές της περιμένοντας τον επόμενο σωτήρα ή Μωυσή να την οδηγήσει σε μια νέα (αλλά όλο υπεκφεύγουσα) γη της επαγγελίας.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΡΚΕΛΛΟΣ

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα