Είδαμε την “Ιστορία της Βίας” του Τόμας Όστερμάιερ – Αμηχανία και αποθέωση από το κοινό

Είδαμε την “Ιστορία της Βίας” του Τόμας Όστερμάιερ – Αμηχανία και αποθέωση από το κοινό
Arno_Declair

Είδαμε την πολυαναμενόμενη παράσταση του Τόμας Όστερμάιερ στην Πειραιώς 260- Γιατί φύγαμε με έκδηλη αμηχανία.

Ένα βράδυ Χριστουγέννων, ο Εντουάρ γνωρίζει τον αλγερινής καταγωγής Ρεντά και μετά από ένα έντονο φλερτ επί του πεζοδρομίου καταλήγουν στο διαμέρισμά του. Τα πράγματα παίρνουν σύντομα άσχημη τροπή, καθώς ο Ρεντά δεν είναι τελικά αυτό που φαίνεται. Αυτή είναι πολύ συνοπτικά η υπόθεση της “Ιστορίας της Βίας” του Εντουάρ Λουί, της οποίας τη θεατρική διασκευή επιμελήθηκε ο ίδιος ο συγγραφέας μαζί με τον Τόμας Οστερμάιερ και τον Φλοριάν Μποχμέγερ.

Η παράσταση στην Πειραιώς 260 ξεκίνησε με τον πρωταγωνιστή να προσπαθεί με κάθε τρόπο να απομακρύνει τη “μυρωδιά” του Ρεντά από το διαμέρισμά του – καθαρίζει κλινοσκεπάσματα, τρίβει επιφάνειες και πλένεται επανειλημμένα στο ντους. Σπάει ακόμη και ένα αλατούχο διάλυμα στη μύτη του για να διώξει μακριά την αίσθηση αυτή του βίαιου εραστή του. Ακολουθεί η περιγραφή της βίαιης επίθεσης του Ρεντά από το ίδιο το θύμα, τον Εντουάρ. Μία περιγραφή που σταδιακά αποδομείται μέσω των πολλαπλών οπτικών και της απόστασης της μνήμης του αφηγητή και θύματος.

Ο ταξικός θυμός, η ομοφοβία, η ξενοφοβία, όλα τα αισθήματα κατωτερότητας, η χαμηλή αυτοεκτίμηση, το μίσος ακόμη και για τον ίδιο μας τον εαυτό: όλα όσα δηλαδή καθορίζουν και αποτελούν τα στρώματα της βίας που βιώνουμε στην καθημερινότητά μας, “εξαπολύονται” και εκφράζονται μέσα από τη δραματική αυτή αφήγηση. Arno Declair

Ο ταξικός θυμός, η ομοφοβία, η ξενοφοβία, αισθήματα κατωτερότητας, χαμηλή αυτοεκτίμηση, μίσος ακόμη και για τον ίδιο μας τον εαυτό, ακόμη και για τη δική μας διαφορετικότητα: όλα όσα δηλαδή καθορίζουν και αποτελούν τα στρώματα της βίας που βιώνουμε στην καθημερινότητά μας, “εξαπολύονται” και εκφράζονται μέσα από τη δραματική αυτή αφήγηση. Συγκλονιστικό το σημείο όπου ο Εντουάρ αρνείται να κάνει μήνυση στον Ρεντά προκειμένου να αποφευχθεί η ενδεχόμενη ποινή φυλάκισής του. Παρά την κολαστήρια εμπειρία που βίωσε ο ήρωας μιλά σχεδόν χριστιανικά και τα όσα λέει ανατέμνουν τα μίση και τις τιμωρητικές πρακτικές που επικρατούν σήμερα προτάσσοντας την ψυχραιμία και τη συγχώρεση.

Δεν αναγνώριζα πια αυτά που έλεγα. Δεν αναγνώριζα πια τις ίδιες μου τις αναμνήσεις όταν τις αφηγούμουν. Δεν αναγνώριζα πια αυτά που είχα ζήσει με τη μορφή που είχαν επιβάλει στην αφήγησή μου, έχανα τον εαυτό μου, ήξερα πως αν προχωρούσα σε αυτή την αφήγηση θα ήταν πολύ αργά για να γυρίσω πίσω, αυτό που θα ήθελα να πω θα χανόταν, αισθανόμουν πως αν ένα πράγμα δεν λεγόταν τη στιγμή που έπρεπε να ειπωθεί θα εξαφανιζόταν, χωρίς δυνατότητα επιστροφής, η πραγματικότητα θα απομακρυνόταν, θα διέφευγε, εκείνη τη στιγμή και για πάντα, καταλάβαινα πως υπήρχαν ορισμένες σκηνές, ορισμένα πράγματα που δεν θα έπρεπε να τα πω, αν ήθελα να θυμάμαι τα πάντα, πως δεν μπορούμε να θυμόμαστε παρά ξεχνώντας, και πως αν με πίεζαν να θυμηθώ τότε ήταν που θα ξεχνούσα τα πάντ”.

Το απόσπασμα αυτό είναι από το οπισθόφυλλο της αυτοβιογραφικής νουβέλας του Εντουάρ Λουί. Είναι ίσως και αυτό που συμπυκνώνει όλο το νόημα του έργου, το πώς δηλαδή ο κάθε άνθρωπος στέκεται απέναντι στο τραύμα του, αν εξαιρέσει κανείς τις ποικίλες πολιτικοκοινωνικές προεκτάσεις που έχουν να κάνουν με το ταξικό μίσος, την ομοφοβία και την ξενοφοβία.

Οι τρεις πρωταγωνιστές επιδίδονται και σε χορευτικές φιγούρες. Copyright by Arno Declair

Στα 136 λεπτά της παράστασης της βερολινέζικης Schaubühne αυτό δεν “ακούστηκε”. Τουναντίον, νιώσαμε πως ο Γερμανός σκηνοθέτης, στη δεύτερη παράστασή του στο Φεστιβάλ Αθηνών, αρκέστηκε μόνο στο να κάνει αυτό που γνωρίζει πολύ καλά: έβαλε ένα video wall στα όπισθεν της σκηνής, δύο μικρόφωνα στα έμπροσθεν, έναν μουσικό στα δεξιά που έπαιζε ζωντανά κρουστά και πλήκτρα και έκανε μία επιδερμική δραματοποίηση διανθίζοντάς την με τα κλισέ -πια- παιχνίδια της ζωντανής κινηματογράφησης, ακόμη και με εντυπωσιακά χορευτικά(!). Οι τέσσερις πρωταγωνιστές της παράστασης “μπαινόβγαιναν” στους ρόλους τους, μένοντας μονίμως μετέωροι ανάμεσα στη δράση και την αφήγηση (οι ερμηνείες τους, ωστόσο, ήταν εξαιρετικές με προεξάρχουσα αυτη του Renato Schuch – που τον είδαμε στις αρχές Σεπτεμβρίου να ενσαρκώνει και τον ρόλο του Οιδίποδα στην Αρχαία Επίδαυρο- στον ρόλο του Ρέντα. Γοητευτικός και με εκπληκτική κίνηση, ο έμπειρος ηθοποιός σαγήνευσε)).

Στο παρελθόν έχουμε δει δραματοποιήσεις μυθιστορημάτων -ποιος μπορεί να ξεχάσει τα εξαιρετικά “Στοιχειώδη Σωματίδια” του Ζυλιέν Γκοσλέν στην Πειραιώς 260 το 2017- θεατρικές διασκευές βιβλίων που με σπάνια ένταση και ρυθμό κατάφερναν να μπουν στο μεδούλι τους εντυπωσιάζοντας με την οξυδέρκεια και τη βαθύτητά τους. Ωστόσο στην παράσταση του Οστερμάιερ αυτό δεν επετεύχθη και στο τέλος κυρίαρχη ήταν μία αίσθηση αμηχανίας. Αμηχανία που ωστόσο δε μεταφράστηκε στο χειροκρότημα. Πολλοί ήταν αυτοί που αποθέωσαν τον γερμανικό θίασο.

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα