Γιατί τα παγώνια είναι η απόλυτη οπτική ψευδαίσθηση;
Διαβάζεται σε 10'Τα Παγώνια της Στέλλας Ζαφειροπούλου κάνουν την ερώτηση: “Να είναι περήφανοι οι άλλοι για σένα ή εσύ για τον εαυτό σου”;
- 21 Φεβρουαρίου 2024 06:38
Τα “Παγώνια” της Στέλλας Ζαφειροπούλου, ένα έργο γραμμένο το 2022 που μιλά για το σήμερα με χιούμορ, αγωνία κι ανατροπές, ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Τάσου Πυργιέρη από τις 22 Φεβρουαρίου στην κεντρική σκηνή του Bios.
Τρεις φίλοι (Φιόνα Γεωργιάδη, Γιώργος Παπαπαύλου, Πέτρος Σκαρμέας), που οι συνθήκες της ζωής τους τους έκαναν συγκάτοικους προσπαθούν να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους και να την ρουφήξουν μέχρι το μεδούλι της.
Ο Παναγιώτης, ηθοποιός, θέλει να ξεφύγει από τη μιζέρια της μέχρι τώρα ζωής του και να πετύχει στο χώρο της σόου μπιζ. Η Φανή, η κοπέλα του, ηθοποιός και αυτή δεν θέλει να γίνει διάσημη αλλά αποδεκτή. Ο Μπίλυ, μουσικός, εργάζεται ως οδηγός σε φορτηγά, μεταφέροντας φορτία αγνώστου προελεύσεως και ειδών.
Όλα θα ανατραπούν μια νύχτα που ο Μπίλυ θα αντιληφθεί πως το φορτίο του είναι γυναίκες και ανήλικα αγόρια και συμμετέχει εν αγνοία του σε κύκλωμα trafficking.
“Παγώνια”: Να είναι περήφανοι οι άλλοι για σένα ή εσύ για τον εαυτό σου;
Τρία νέα παιδιά προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στα θέλω τους και στα πρέπει, στο σωστό και το λάθος, το δίκαιο και το άδικο. Ένα θεατρικό έργο που αποτυπώνει με γλαφυρότητα τις σκληρές συνθήκες που οι νέοι άνθρωποι προσπαθούν να φτιάξουν τη ζωή τους.
Σε μια εποχή που οι ήρωες είναι αφανείς και η εικόνα του άλλου παραπλανά, τελικά τι είναι καλύτερο; Να είναι περήφανοι οι άλλοι για σένα ή εσύ για τον εαυτό σου;
Τα “Παγώνια” της Στέλλας Ζαφειροπούλου, απευθύνεται σε κάθε άνθρωπο που ονειρεύεται ακόμη αλλά οι συνθήκες γύρω του δεν του επιτρέπουν να πραγματοποιήσει τα όνειρα του. Επομένως, αναγκάζεται είτε να τα μυθοποιήσει και να στέκεται απέναντι τους παθητικός, είτε να κάνει πράγματα για να τα πετύχει, δοκιμάζοντας όμως, τα όρια και τους ηθικούς του κώδικες.
Τι συμβολίζουν τα παγώνια σε αυτό το σύγχρονο θεατρικό έργο;
Η συγγραφέας του έργου, Στέλλα Ζαφειροπούλου μας λέει για τα παγώνια της: “Αρχικά θα ήθελα να πω πως τα παγώνια είναι ίσως το απόλυτο παράδειγμα μιας οπτικής ψευδαίσθησης. Τα χρώματα που βλέπουμε στο πτέρωμά του είναι αποκλειστική συνέπεια και διεργασία ενός διαρθρωτικού χρωματισμού. Οπότε από την αρχή βρισκόμαστε παραπλανημένοι θαυμάζοντας κάτι που δεν είναι έτσι όπως το βλέπουμε.
Βιώνουμε δηλαδή μια οπτική ψευδαίσθηση. Και αυτό ήθελα να πω και μέσα από το έργο μου. Ότι ζούμε στην εποχή του φαίνεσθαι. Της εικόνας. Στην εποχή… των παγωνιών. Εκεί που οι ηθικές αξίες και τα όνειρα πολλές φορές συγκρούονται. Εκεί που οι ήρωες είναι αφανείς, που σημασία έχει να δείξεις στα social αυτό που δεν είσαι. Να ανοίξεις τα φτερά σου και να πεις «κοίτα εγώ», αλλά πολλές φορές αυτό το «κοίτα εγώ» δεν έχει τίποτα για να δεις μέσα του.
Ζούμε στην εποχή της παραπλάνησης. Αν και βαθιά μέσα μου πιστεύω πως όλες οι εποχές παραπλανητικές υπήρξαν. Γιατί ο άνθρωπος ανέκαθεν ήθελε να μαστουρώνεται. Δεν έχει σημασία με ποιο τρόπο. Κάθε φορά έβρισκε και διαφορετικό. Αλλά από την άλλη, πώς αλλιώς να αντέξεις την πραγματικότητα; Να αντέξεις αυτό που ξεστόμισε ο Γκαίτε; «Ψηλούς κοθόρνους κι αν φορέσεις θα μείνεις πάντα ό,τι ήσουν μια φορά”
Τελικά όμως ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία με την οποία έρχονται αντιμέτωποι οι νέοι άνθρωποι και προσπαθούν να φτιάξουν την ζωή τους, στην σύγχρονη εποχή; Είναι τα χρήματα;
Ο σκηνοθέτης Τάσος Πυργιέρης μας απαντά: “Η μεγαλύτερη δυσκολία είναι η ίδια η σύγχρονη εποχή. Τα νέα παιδιά, μεγάλωσαν μέσα σε ένα κλίμα βίαιης κατάρριψης όλων των ψευδαισθήσεων των γονιών τους και μεγαλώνουν, σε έναν κόσμο που έχει γίνει ολόκληρος μία εμπόλεμη ζώνη.
Από την άλλη, σήμερα έχουμε την δυνατότητα, να κάνουμε τις αγορές μας, με ένα κλικ, και μάλιστα, να βλέπουμε που βρίσκονται και τι ώρα θα παραδοθούν στην οθόνη του κινητού μας ενώ παράλληλα, τριγύρω μας, συμβαίνουν εργατικά ατυχήματα, αλλεπάλληλες γυναικοκτονίες και δρουν συμμορίες ανηλίκων σε γειτονιές της Αθήνας. Αν αυτά σοκάρουν εμάς, σκεφτείτε τι αντίκτυπο έχουν στις μικρότερες ηλικίες, σε μία παιδική ψυχή. Η νεολαία σήμερα, βιώνει την μεγάλη αντίφαση.
Έχει μάθει να σκέφτεται ως ενήλικος από παιδί, αλλά δεν μπορεί να απογαλακτιστεί από τους κηδεμόνες γιατί δεν μπορεί να σπουδάζει δουλεύοντας ”ευέλικτα” και να νοικιάσει ένα σπίτι. Επομένως όχι, δεν είναι μόνο τα χρήματα. Ο μεγαλύτερος εχθρός της νέας γενιάς, είναι η απογοήτευση, που εν μέρει την διακατέχει. Φωτεινή εξαίρεση αποτελεί η κινητοποίηση των φοιτητών τώρα, που δίνει σε όλους μια ελπίδα ότι κάτι αλλάζει.”
Ο προσωπικός εξαγνισμός περνάει από την φροντίδα του Άλλου
Οι τρεις φίλοι βρίσκουν τελικά τον δρόμο τους και τι συνειδητοποιούν μέσα από τη διαδρομή;
Ο Τάσος Πυργιέρης δεν θέλει να προδώσει το τέλος. “Θα αρκεστώ σε μία ερμηνεία του από τις πολλές που το ίδιο το θεατρικό έργο και η συγγραφέας Στέλλα Ζαφειροπούλου μας έχει δώσει. Τα παγώνια, είναι εντυπωσιακά πτηνά, αγαπούν την επίδειξη των φτερών τους και αντανακλούν την ύπαρξη, την υπερβατικότητα τους σε αυτά. Αν όμως κάποιος τους έκοβε αυτά τα φτερά;
Πόσα μπορούν να θυσιάσουν, για να πετάξουν ακόμη και με κομμένα φτερά; Και είναι πραγματι, σοκαριστική η απάντηση. Διότι ξεπερνά τον μύθο, πρόκειται για μία πραγματικότητα. Οι τρεις γίνονται δύο, γίνονται ένας. Και σε κάνει να σκέφτεσαι: είναι κοινός ο προορισμός μας; Και αν ναι, πόση σημασία έχει εν τέλει ο προορισμός; Βέβαια, σε αυτή την ερώτηση έχει απαντήσει και ο αγαπημένος μας Καβάφης. Αλλά νομίζω πως συχνά ξεχνάμε την απάντηση ή την θεωρούμε δεδομένη, που μας αρέσει να την διαβάζουμε στα βιβλία ή να την βλεπουμε στο θέατρο αλλά την απομονώνουμε από την ζωή μας.
Τώρα για το τι συνειδητοποιούν στην διαδρομή οι ήρωες μας, ο Πέτρος Σκαρμέας, ο θεατρικός Μπίλυ, είχε πει κάτι εύστοχο: η κύρια ταλάντευση είναι ότι ο προσωπικός εξαγνισμός περνάει από την φροντίδα του Άλλου. Περιλαμβάνει δηλαδή, τη σύγκρουση… σωματική, εσωτερική, κοινωνική, ιδεολογική. Της ασυμβατότητας του ατομικού και του συλλογικού. Αυτό συνειδητοποιούν και οι τρεις ήρωες και είναι το πιο οδυνηρό από όλα στα αγαπημένα μας ‘Παγώνια”.
Οι τρεις φίλοι και όσα αντιμετωπίζουν
Τι μας λένε οι τρεις ηθοποιοί για τον ρόλο τους στην παράσταση και τη βασική εσωτερική πάλη που αντιμετωπίζει;
Γιώργος Παπαπαύλου
“Ο Παναγιώτης είναι ένας απο τους χιλιάδες πια ηθοποιούς που παλεύουν να βρουν τη θέση τους σε έναν χώρο με τεράστια ποσοστά ανεργίας και εξαιρετικά ανασφαλή! Η στιγμή του ήρθε, έκλεισε μια δουλειά που ονειρευόταν και είναι ένα μόλις βήμα πριν πραγματοποιηθεί το όνειρό του, πριν ξεκινήσει η πορεία του προς την καταξίωση.
“Τη θηλιά ή τη φοράς εσύ στους άλλους ή στην φοράνε” (Παναγιώτης)
Τα πράγματα όμως πολύ συχνά δεν έρχονται όπως τα σχεδιάζουμε! Το έργο αφηγείται την βραδιά πριν το «μεγάλο γεγονός». Τότε που όλα θα ανατραπούν και ένα μεγαλύτερο γεγονός θα θέσει στον Παναγιώτη ένα ακόμα μεγαλύτερο δίλημμα. Η φιλοδοξία του θα έρθει αντιμέτωπη με τις ηθικές αρχές του.”
Φιόνα Γεωργιάδη
“”Δεν θέλω να γίνω σαν εκείνη” σκέφτεται κάποια στιγμή η Φανή, η ηρωίδα που υποδύομαι στα Παγώνια, αναφερόμενη στη μητέρα της.
Υπό τη ματιά του σκηνοθέτη μας Τάσου Πυργιέρη, η Φανή ακόμη πλάθεται και τα δεσμά του παρελθόντος, από τα οποία προσπαθεί να ξεφύγει, παίρνουν πολλά και ποικίλα σχήματα. Η Φανή είναι σίγουρα ένας άνθρωπος βαθειά τραυματισμένος…είμαστε όλοι θα πει κανείς!
Η Φανή σε μια στιγμή αυτογνωσίας, αναρωτιέται κι η ίδια… αν δεν αγαπήσεις εσύ τον εαυτό σου, και να σε αγαπούν οι άλλοι, ποιο το νόημα;
Όμως, εκείνη φαίνεται να έλαβε ελλειπή ή «απούσα» αγάπη ήδη στα μικρά της χρόνια, έχει μια δύσκολη εκκίνηση στη ζωή που προσπαθεί με όλα τα μέσα να ισοφαρίσει, πότε με το χιούμορ και την αισιοδοξία, πότε με το αλκοόλ ή τα αντικαταθλιπτικά, και πότε με την αναπόφευκτη κατάρρευση.
Δεν διστάζει να γεμίσει το κενό με όλους τους δυνατούς τρόπους, μέσα από επιλογές, πράξεις και σχέσεις με αμφίβολα θεμέλια. Αγαπάει τη δημιουργία και εκκινεί από την ανάγκη της για την τέχνη, μαγνητίζεται όμως και παραπλανάται από τα φώτα, την επιτυχία, τη χειραγώγηση.
Άραγε γεμίζει ποτέ αυτό το εσωτερικό κενό;”
Πέτρος Σκαρμέας
“Ο ρόλος μου στη παράσταση λέγεται Μπίλυ και είναι ένας φιλόδοξος μουσικός που θέλει να βγάλει τον δικό του δίσκο. Συγκατοικεί με δύο φίλους του ηθοποιούς, τον Παναγιώτη και τη Φανή, οι οποίοι είναι εξίσου φιλόδοξοι. Προκειμένου να επιβιώσει ο Μπίλυ δουλεύει ως οδηγός σε μια νταλίκα και κάνει μεταφορές. Το περιεχόμενο αυτής της νταλίκας είναι που δημιουργεί όλη την ανάφλεξη και στους τρεις ήρωες του έργου για να έρθουν αντιμέτωποι με το μέσα και το έξω τους.
Ο Μπίλυ μεταφέρει γυναίκες και παιδιά και γίνεται ουσιαστικά συμμέτοχος σε σωματεμπορία. Η εσωτερική σύγκρουση του ρόλου μου δεν έγκειται μόνο στο αν πρέπει να σώσει τα γυναικόπαιδα, με όλες τις συνέπειες που θα υποστεί αν το κάνει καθώς θα μπλέξει με τη μαφία, αλλά και αν θα κάνει συμμέτοχους σ’ αυτή τη προσπάθεια του να τους σώσει και τους δύο φίλους του – συγκατοίκους. Από τη στιγμή που εξομολογείται στον Παναγιώτη και τη Φανή το περιεχόμενο της νταλίκας αυτομάτως τους θέτει στη σφαίρα της συνέργιας.
Ο Μπίλυ έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα: Τι είναι πιο σημαντικό; Να κάνεις κάτι που όλοι οι άλλοι θα είναι περήφανοι για σένα ή κάτι που θα είσαι εσύ περήφανος για τον εαυτό σου;.
Τους μεταδίδει ένα “επείγον” που καλούνται να απαντήσουν σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα και μπορεί να αποφέρει καταστροφικές συνέπειες στη καριέρα και τη ζωή τους. Ή κλείνουμε τα μάτια και προχωράμε σε μια ήσυχη ζωή με λαμπρή καριέρα ή τα ανοίγουμε και κάνουμε τις αξίες μας πράξεις ακόμα κι αν αυτό επιφέρει πόνο.
Το ενδιαφέρον στο έργο κατά τη γνώμη μου δεν είναι απλώς ένα δίπολο επιλογής που επιφέρει η συνθήκη στην οποία επέρχονται οι τρεις ήρωες αλλά στη ταχύτητα την οποία καλούνται να πάρουν μια τόσο σημαντική απόφαση και αυτό τους κάνει ασταθείς, μεταβαλλόμενους και βαθιά φοβισμένους οπότε και βαθιά ανθρώπινους.
Φουσκώνουν και ξεφουσκώνουν μέσα τους σκέψεις, αξίες και ιδέες σε πολύ γρήγορο ρυθμό. Πέφτει συνεχώς μια εσωτερική ερώτηση για μένα στο τραπέζι, αξίζει να πονάς για αυτά που σου κάνουν πλύση εγκεφάλου να αγαπάς ή για αυτά που πραγματικά εσύ θες να αγαπάς; “