Κωνσταντίνος Χατζής: “Ζούμε μια περίοδο υποκουλτούρας. Αφεθήκαμε και ηττηθήκαμε πολιτιστικά”
Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Χατζής μιλά στο NEWS 24/7 με αφορμή την παράσταση «Κλυταιμνήστρα, μουσική δωματίου για ένα όργανο» που θα παρουσιαστεί στη Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία Αθηνών.
- 22 Φεβρουαρίου 2022 17:01
Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Κωνσταντίνος Χατζής επιστρέφει με την «Κλυταιμνήστρα, μουσική δωματίου για ένα όργανο», μια πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση που σημείωσε δύο sold out βραδιές στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών το καλοκαίρι του 2021 σε σκηνοθεσία του ίδιου, μουσική του Γιώργου Κουμεντάκη και ερμηνεία της Σοφίας Χιλλ. Εμείς με αφορμή την παράσταση αυτή είχαμε μία εφ όλης της ύλης συνέντευξη μαζί του.
Τι ήταν αυτό που σε οδήγησε στο να ασχοληθείς με το θέατρο; Είχες από μικρός καλλιτεχνικές ανησυχίες;
Νομίζω το τι τελικά κάνεις καθορίζεται από το τι ήθελες πάντα. Εγώ ήθελα από παιδί να αφηγούμαι ιστορίες. Να δημιουργώ δικούς μου κόσμους. Πάντα μου άρεσε ο λόγος, η ποίηση, η μουσική. Να εκφράζομαι «παίζοντας» στον χώρο και στον χρόνο. Είναι πολλά πράγματα που συνυπάρχουν στο θέατρο. Το σώμα, ο χώρος, ο χρόνος, η μουσική, ο χορός, το τραγούδι, τα πάντα… Μπορεί να είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους αλλά δεν μπορούν να αποσπαστούν το ένα από το άλλο. Στο θέατρο συμβαίνει και υπάρχει και κάτι άλλο, συνύπαρξη με άλλους ανθρώπους. Δεν μπορείς να κάνεις τίποτε χωρίς τους άλλους.
Στη μουσική για παράδειγμα, εξάλλου ήταν η πρώτη άμεση επαφή μου με την τέχνη, μέσα από τις σπουδές μου στο πιάνο και την προοπτική να γίνω σολίστ, δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Ως πιανίστας/σολίστ δουλεύεις μόνος σου. Εγώ δεν μπορώ να λειτουργήσω μόνος μου. Ακόμα και όταν θέλω νιώσω μόνος μου πρέπει να είμαι ανάμεσα σε άλλους. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος να είμαι μόνος μου και να εκφράζομαι. Έτσι βρίσκω τον εαυτό μου. Τον δρόμο μου. Ψάχνω για κάτι που είναι δύσκολο να βρω, αλλά οι άλλοι με βοηθούν σαν παρουσίες να ψάχνω. Να υπάρχω. Οι άλλοι γύρω είναι σαν το νερό που με παρασύρει και εγώ μέσα από αυτή την κατάσταση ανακαλύπτω την ζωή, τον άλλο, τον εσωτερικό μου κόσμο, τα Θέλω μου.
Όταν πρωτοασχολήθηκα με το θέατρο, συμμετέχοντας στην θεατρική ομάδα του σχολείου μου και έκανα την πρώτη μου ερασιτεχνική σκηνοθεσία, ένιωσα αμέσως ότι αυτό ακριβώς ήταν που ήθελα να κάνω. Απλώς συνέβη. Κατάλαβα ότι μέσα από την υποκριτική μπορούσα να είμαι ο εαυτός μου. Δεν σας κρύβω ότι μερικές φορές ήθελα πολύ να παίζω στις παραστάσεις μου, αλλά δε διέθετα αυτά τα υποκριτικά «υλικά» που θα με έφταναν στο βάθος που ήθελα. Έκανα πίσω. Έτσι λοιπόν ασχολήθηκα με την σκηνοθεσία.
Τώρα πια έχω μία άρνηση να αποδεχτώ τον «ρόλο» του σκηνοθέτη. Γιατί ζούμε στην εποχή της παντοδυναμίας του σκηνοθέτη. Και ξέρετε, είναι κάτι που συνέβη σιγά-σιγά, πολλές φορές ερήμην μας και οι περισσότεροι καλούμαστε να παίξουμε αυτόν τον ρόλο χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Το θέατρο είναι μια τέχνη που ανήκει στον ηθοποιό. Από εκεί αρχίζουν όλα και τελειώνουν όλα. Στον ηθοποιό. Ο σκηνοθέτης πρέπει να έχει ή να δουλεύει την ικανότητα να «συνθέτει» τα «υλικά» μια παράστασης, τον συγγραφέα, το έργο, την σκηνογραφία, την μουσική αλλά όλα αυτά με τον ηθοποιό σε πρώτο πλάνο. επιτακτική ανάγκη να ξαναβρούμε την σχέση της σκηνοθεσίας στην θεατρική λειτουργία.
Τι σε εμπνέει και επιλέγεις κάποιο έργο ώστε να το σκηνοθετήσεις;
Δεν ξέρω… δεν το έχω σκεφτεί. Το μόνο που ξέρω είναι ότι είμαι μάλλον τυχερός που δεν το έχω σκεφτεί, που δεν μου έχει περάσει από το μυαλό. Που δεν με έχει απασχολήσει. Θα με περιόριζε πολύ. Φυσικά υπάρχει ένα κρυφό κριτήριο. Μία έμφυτη τάση. Σαν μία φυσική λειτουργία. Και αυτό είναι η ποίηση. Από όπου και αν προέρχεται η «ποίηση» είναι πάντα το ζητούμενο. Η ποίηση είναι μια ευαισθησία που μας βοηθάει να δούμε τον κόσμο αλλιώτικα. Αν χάσουμε αυτή την ευαισθησία, τελειώσαμε. Γινόμαστε έρμαια της εξουσίας. Η ποίηση είναι η μόνη μας άμυνα απέναντι στην εξουσία.
Στις 25 Φεβρουαρίου θα παρουσιαστεί στην Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία Αθηνών η παράσταση που είχε παιχτεί στο Φεστιβάλ Αθηνών: “Κλυταιμνήστρα, μουσική δωματίου για ένα όργανο”. Τι είναι αυτό που σε κάνει να την επαναφέρεις;
Η «Κλυταιμνήστρα, μουσική δωματίου για ένα όργανο» που παρουσιάστηκε πρώτη φορά στο Φεστιβάλ Αθηνών το καλοκαίρι του 2021 έχει πίσω της μια μακρά ιστορία. Η προετοιμασία της διήρκησε εφτά χρόνια. Ατελείωτες συζητήσεις, συναντήσεις. Αρχικά με την Σοφία Χίλλ κι ύστερα με τον Γιώργο Κουμεντάκη. Για αυτό λέω πως δεν πρόκειται για μια παράσταση αλλά για μια συνάντηση. Και πάντα σε πρώτο πλάνο η ανάγκη να επικοινωνήσουμε με τον πιο απλό τρόπο την ιστορία του έργου. Απαλλαγμένοι από οτιδήποτε περιττό. Κατευθείαν στον πυρήνα. Στην απλότητα. Δυστυχώς όμως το «απλό» είναι μια τόση συνθέτη διαδικασία. Όχι μόνο στην τέχνη αλλά και στην ζωή. Και αυτό χαρίζεται χρόνο. Ζυμώσεις. Το να είσαι απλός προϋποθέτει κόπο, βάσανο. Να πετάξεις από πάνω σου ό,τι έχει συσσωρευτεί από τη ζωή, να το καθαρίσεις να το δεις σα να το βλέπεις για πρώτη φορά. Κι ύστερα να το προσφέρεις στον άλλον. Και γιατί; Για να επικοινωνήσεις. Μερικές φορές μοιάζει σχεδόν αδύνατο. Πρέπει να παλεύεις καθημερινά, κάθε λεπτό, για αυτό. Με όλη την αλήθεια σου. Να βρεις και κάτι άλλο. Το συναίσθημα της πρώτης φοράς. Η χαρά του να συναντάς ανθρώπους και να μαθαίνεις πράγματα. Την χαρά που έχεις σε κάθε σου ξεκίνημα και σε κάθε σου γνωριμία. Να ελευθερώνεσαι συνεχώς. Τώρα γιατί στην Γερμανική εκκλησία; Γιατί είναι ένας τρόπος να συνυπάρξουμε όλοι. Χωρίς καμία διάκριση. Είναι μια παράσταση για μικτό κοινό. Τηρώντας φυσικά όλα τα υγειονομικά πρωτόκολλα.
Γιατί επέλεξες σαν κεντρική ηρωίδα του έργου, τη Κλυταιμνήστρα; Τι “βλέπεις” στο πρόσωπό της;
Η αρχή έγινε από τον Sebastiao Salgado και το φωτογραφικό έργο του «Africa». Φωτογραφίες που αποτυπώνανε την απόλυτη καταστροφή. Την μετανάστευση. Την φτώχεια. Την απόλυτη βία. Τον εμφύλιο πόλεμο. Μια σύγχρονη Ιλιάδα. Το έργο του Salgado υπήρξε η αφορμή για να γίνει αυτό το έργο. Ήθελα να μιλήσω για τον πόλεμο. Έτσι πήρα υλικό μου από την πηγή των πηγών. Την ποίηση του Αισχύλου. Και φυσικά το τρόπο που διαχειρίστηκε τον Τρωικό Πόλεμο.
Κι η Κλυταιμνήστρα;
Μία μάνα που της σκότωσαν την κόρη και μάλιστα ο ίδιος της ο άντρας.
Ο πατέρας την κόρη.
Η επιλογή του Αγαμέμνονα να θυσιάσει την κόρη του είναι τόσο σαφής.
Ήθελε να μείνει στην εξουσία.
Να ηγηθεί του πολέμου.
Δεν θα τα παρατούσε.
Δεν υπήρξε ποτέ πραγματικό δίλλημα ανάμεσα στην πατρότητα και τον Βασιλιά.
Κάτι που η Κλυταιμνήστρα ήξερε καλά και περίμενε.
Τον περίμενε να επιστρέψει για να τον σκοτώσει.
Αλλά ο φόνος της κόρης της γίνεται για εκείνη ένα άλλοθι.
Έκανε κι αυτήν την ίδια επιλογή με τον άντρα της.
Επέλεξε την εξουσία.
Σκοτώνοντας τον Αγαμέμνονα επιλέγει την εξουσία.
Ο Αισχύλος επιλέγει τα τελειώσει το έργο με τα εξής λόγια.
Και τα λόγια ανήκουν στην Κλυταιμνήστρα που τα απευθύνει στον λαό:
«Δεν συνερίζομαι άλλο τα ανόητα γαυγίσματά σας. Εγώ θα κυβερνήσω με τάξη το παλάτι». Ήταν ένας τρόπος να πω τα πάντα σε σχέση με τον άνθρωπο και τον πόλεμο.
Πώς επικοινωνεί η παράσταση αυτή με το σήμερα; Θεωρείς πως η Τέχνη πρέπει να αναπτύσσει διάλογο με το σήμερα;
Αυτά τα έργα δεν έχουν ανάγκη να επικοινωνήσουν με το σήμερα. Είναι το σήμερα. Είναι το αύριο. Είναι το μέλλον.
Πώς επιλέγεις τους πρωταγωνιστές των έργων σου;
Δεν μου αρέσει να επιλέγω μόνο αλλά και να με επιλέγουν. Το βασικό κριτήριο είναι ο βαθμός αθωότητας που έχει φροντίσει να διατηρήσει κάποιος απέναντι στην ζωή και κατ´ επέκταση στην τέχνη του. Η αθωότητα είναι κάτι πολύ σημαντικό για μένα. Την αθωότητα που διαθέτει ένα παιδί. Και που μεγαλώνοντας πρέπει να αναζητήσεις τρόπους να την διατηρήσεις, να την ανακαλύψεις ξανά. Η αθωότητα στους ενήλικες είναι κατάκτηση. Κι ύστερα η ελευθερία. Ακόμα και όταν φοβάσαι. Να καβαλάς τους φόβους σου και να ελευθερώνεσαι. Αυτό είναι η αποθέωση της ελευθερίας. Και πάλι με σκοπό να «επικοινωνήσεις». Και ξέρετε γιατί είναι τόσο σημαντική η επικοινωνία; Γιατί υπάρχουν τόσο πολλά και διαφορετικά επίπεδα προσέγγισης που αναπτύσσουμε όταν πραγματικά κάνουμε προσπάθεια να επικοινωνήσουμε. Η διάθεση και η προσπάθεια είναι ο οδηγός της ποιότητας… Γιατί η ποιότητα είναι η δημιουργία πολλών επιπέδων ανάγνωσης του ίδιου θέματος. Όλοι οι άνθρωποι θέλουν να είναι κατανοητοί στους γύρω.
Γιατί δεν “εξάγουμε” το ελληνικό θέατρο σαν χώρα; Τι θεωρείς πως φταίει;
Δεν νομίζω πως ισχύει αυτό. Έχουμε μια σημαντική παρουσία στον εξωτερικό. Ας μην ξεχνάμε τις παραστάσεις του Κουν. Του Θόδωρου Τερζόπουλου. Του Μιχάηλ Μαρμαρινού. Του Δημήτρη Παπαϊωάννου. Της Έλλης Παπακωνσταντίνου. Του Δημήτρη Καραντζά, της Κατερίνας Ευαγγελάτου, του Δεντάκη και άλλων πολλών.
Τι πιστεύεις πως περιμένει φέτος μετά από απανωτά Lockdown να δει το κοινό στο θέατρο;
Ειλικρινά δεν ξέρω. Νομίζω και πάλι η ανάγκη της επικοινωνίας. Αυτό δεν ψάχνουμε όλοι; Και μέσα και έξω από την τέχνη. Να υπάρξουμε μαζί με τον άλλον.
Πώς κρίνεις το συγχρονο θεατρικό τοπίο;
Πιστεύω πως έκλεισε ένας κύκλος. Χρειάζεται τρομερή τόλμη να παραδεχτούμε πως για να συνεχίσουμε, πρέπει να αναζητήσουμε ξανά από την αρχή τον πυρήνα της τέχνης. Ίσως, δε θέλω να ακούγομαι απόλυτος, πρέπει να γυρίσουμε πίσω. Να αναζητήσουμε την ελληνικότητα μας, την παράδοση μας. Και από εκεί να αρχίσουμε. Πιστεύω πως το «παλιό» είναι το σύγχρονο. Και το σύγχρονο είναι πια τόσο παλιό. Ο πολιτισμός ηττήθηκε για μένα. Το πρόβλημα που υπάρχει σήμερα δεν είναι πρόβλημα που δημιούργησε η εξουσία, αλλά πρόβλημα που δημιούργησε ο πολιτισμός. Ζούμε αυτή τη στιγμή μια περίοδο υποκουλτούρας. Αφεθήκαμε και ηττηθήκαμε πολιτιστικά. Κυριαρχεί η αναγνωρισιμότητα και όχι η ουσία πίσω από τα πρόσωπα. Λίγοι είναι αυτοί που νοιάζονται για την σκέψη, την παιδεία, την ευαισθησία. Ακολουθούν την εικόνα του προσώπου που τους είναι πιο γνώριμο και πιο οικείο.
Μελλοντικά σχέδια.
Κάτι που μου δίνει ιδιαίτερη χαρά είναι η δημιουργία ενός Καινούργιου χώρου στον Βοτανικό. Όπου ελπίζω να είναι από το για το κοινό από το Δεκέμβρη του 2022. Ένας χώρος που θα είναι ανοιχτός για όλους. Για όλες τις τέχνες κι όχι μια δίκη μου στέγη για να σκηνοθετώ. Το καλοκαίρι θα κάνω τον Οιδίποδα Τύραννο (θα ανακοινωθεί που) και τον Νοέμβριο την Αντιγόνη.
Συντελεστές: Σκηνοθεσία – Διασκευή Κωνσταντίνος Χατζής/Μουσική Γιώργος Κουμεντάκης/Κοστούμι Λουκία/Σκηνική εγκατάσταση Σοφία Χιλλ, Κωνσταντίνος Χατζής/Έρευνα Στέλλα Παπακωνσταντίνου/Δραματουργική επεξεργασία Αντιγόνη Καράλη /Βοηθός Σκηνοθέτη Φιλήμονας Αδάμου /Ερμηνεύει η Σοφία Χιλλ/Μουσικοί Ευγένιος Βούλγαρης γιαϊλί ταμπούρ, Κωνσταντίνος Χατζής πιάνο/Το Τραγούδι της Έντα Γκάμπλερ (The Song of HeddaGabler) σε μουσική Γιώργου Κουμεντάκη έγραψαν ο συνθέτης και ο Γιάννης Χουβαρδάς.
Ιnfo: 25,26,27 & 28 Φεβρουαρίου στη Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία Αθηνών για Μεικτό Κοινό.